Ιώβ
24 »Γιατί δεν αποταμιεύτηκαν από τον Παντοδύναμο οι καιροί+
Και δεν είδαν τις ημέρες του όσοι τον γνωρίζουν;+
3 Παίρνουν το γάιδαρο αγοριών που είναι ορφανά από πατέρα·
Λαβαίνουν ως ενέχυρο τον ταύρο της χήρας.+
Βγαίνουν για τις δραστηριότητές τους, αναζητώντας τροφή.
Η έρημη πεδιάδα δίνει στον καθένα ψωμί για τα αγόρια τους.
6 Στον αγρό θερίζουν τη ζωοτροφή
Και το αμπέλι του πονηρού λεηλατούν βιαστικά.
9 Αρπάζουν από το μαστό το αγόρι που είναι ορφανό από πατέρα,+
Και ό,τι έχει πάνω του ο ταλαιπωρημένος το παίρνουν ως ενέχυρο.+
12 Οι ετοιμοθάνατοι βογκούν μέσα από την πόλη,
Και η ψυχή των θανάσιμα τραυματισμένων κραυγάζει για βοήθεια·+
Και ο Θεός δεν το θεωρεί αυτό απρεπές.+
13 Αυτοί ήταν από εκείνους που στασιάζουν ενάντια στο φως·+
Δεν αναγνώρισαν τις οδούς του
Και δεν κατοίκησαν στους δρόμους του.
14 Στο φως της ημέρας σηκώνεται ο δολοφόνος,
Φονεύει τον ταλαιπωρημένο και τον φτωχό·+
Και τη νύχτα γίνεται κανονικός κλέφτης.+
15 Το μάτι του μοιχού+ περιμένει το σούρουπο,+
Λέγοντας: “Δεν θα με δει μάτι!”+
Και βάζει κάλυμμα στο πρόσωπό του.
16 Μέσα στο σκοτάδι μπαίνει στα σπίτια σκάβοντας·
Την ημέρα μένουν μέσα κλειδωμένοι.
Δεν γνωρίζουν το φως της ημέρας.+
17 Διότι το πρωί είναι σαν τη βαθιά σκιά+ για αυτούς,
Γιατί αναγνωρίζουν τους ξαφνικούς τρόμους της βαθιάς σκιάς.
18 Είναι ταχύς πάνω στην επιφάνεια των νερών.
Το χωράφι τους θα είναι καταραμένο στη γη.+
Αυτός δεν πρόκειται να στραφεί προς το δρόμο των αμπελιών.
20 Η μήτρα θα τον ξεχάσει, το σκουλήκι θα τον ρουφήξει γλυκά,+
Δεν θα τον ξαναθυμηθεί κανείς.+
Και η αδικία θα συντριφτεί σαν δέντρο.+
22 Θα απομακρύνει ισχυρούς με τη δύναμή του·
Θα σηκωθεί και δεν θα είναι βέβαιος για τη ζωή του.
23 Θα του επιτρέψει να έχει την πεποίθηση+ ότι μπορεί να στηρίξει τον εαυτό του·
Και τα μάτια του θα είναι στραμμένα πάνω στις οδούς τους.+
24 Υψώθηκαν για λίγο και έπειτα παύουν να υπάρχουν,+
Και ρίχτηκαν χαμηλά·+ σαν όλους τους άλλους αποσπώνται
Και σαν το κεφάλι του σταχυού κόβονται.
25 Στ’ αλήθεια, λοιπόν, ποιος θα με βγάλει ψεύτη
Ή θα κάνει μηδαμινό το λόγο μου;»