«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
Πρέπει οι Ζώντες να Επιδιώκουν να Μιλούν με τους Νεκρούς;
«ΌΣΟ παράδοξο κι αν φαίνεται, στον αιώνα του διαστήματος, η υποτιθεμένη πραγματικότης των ψυχικών φαινομένων εξακολουθή να συναρπάζη τους συγχρόνους ανθρώπους.» Αυτά έγραψε το Τάιμ, ένα Αμερικανικό ειδησεολογικό περιοδικό, όταν άρχισε μια συζήτησι επί του θέματος της ομιλίας των ζώντων με τους νεκρούς.
Η σκέψις τής μετά θάνατον ζωής κινεί τον ενδιαφέρον και μορφωμένων ανθρώπων. Έτσι ο πρώην Επίσκοπος Τζέημς Πάικ, που ήταν δικηγόρος πριν γίνη Επισκοπελιανός κληρικός, ισχυρίσθηκε ότι ήλθε σ’ επαφή με τον γυιο του που είχε αυτοκτονήσει. Ομοίως, ο Αγγλικανός επίσκοπος Στόκγουντ επιμένει ότι επεκοινώνησε σε πέντε περιπτώσεις με τους νεκρούς.
Αυτή που απέκτησε κάποια διεθνή φήμη στο ζήτημα αυτό είναι η Ροζμαρί Μπράουν, που ισχυρίζεται ότι πολλοί μεγάλοι συνθέται του παρελθόντος εμφανίζονται σ’ αυτήν και την βοηθούν να συνθέση μουσική. Ενώ γενικά τα άτομα που το ακούν αυτό διστάζουν να το δεχθούν, υπάρχουν μερικοί που εντυπωσιάζονται. Μεταξύ αυτών είναι και ο Βρεττανός συνθέτης Ρίτσαρντ Ρ. Μπέννετ, που εδήλωσε: «Αν είναι απατεών, τότε είναι ιδιοφυΐα και θα πρέπει να έχη εκπαιδευθή πολλά χρόνια. Μερική από τη μουσική είναι απαίσια, αλλά μερική είναι θαυμάσια. Εγώ δεν θα μπορούσα να πλαστογραφήσω τον Μπετόβεν.»—Τάιμ, 6 Ιουλίου 1970.
Αυτό θέτει πραγματικά ένα ερώτημα. Η Ροζμαρί Μπράουν έλαβε πολύ λίγη μουσική εκπαίδευσι και φαίνεται να έχη πολύ περιορισμένη μουσική ικανότητα. Επανειλημμένα τεστ έδειξαν ότι δεν μπορούσε να γράψη ούτε τους απλούστερους σκοπούς που της υπαγόρευαν, κι εντούτοις έχει γράψει μερική «θαυμάσια» μουσική λόγω των «επισκέψεων,» όπως ισχυρίζεται, που της έκαμαν μουσικές ιδιοφυίες του παρελθόντος. Επίσης σ’ όλες της τις συνεντεύξεις αφοπλίζει τους δημοσιογράφους με τη μετριοφροσύνη της και την καταφανή της ειλικρίνεια. Ισχυρίζεται ότι από πέντε χρόνια και περισσότερο βρίσκεται σ’ επαφή με μουσικές ιδιοφυίες, όπως είναι ο Μπαχ, ο Μπετόβεν, ο Λιστ και ο Σούμπερτ. Τι θα πρέπει να συμπεράνωμε γι’ αυτά καθώς και γι’ άλλα τέτοια ψυχικά φαινόμενα;
Ακριβώς πάνω σ’ αυτό το ζήτημα εφαρμόζονται τα λόγια της Γραφής: «Και όταν σας είπωσιν, Ερωτήσατε τους έχοντας πνεύμα μαντείας, και τους νεκρομάντεις, τους μορμυρίζοντας και ψιθυρίζοντας, αποκρίθητε, Ο λαός δεν θέλει ερωτήσει τον Θεόν αυτού; Θέλει προστρέξει εις τους νεκρούς περί των ζώντων;»—Ησ. 8:19.
Γιατί όμως δεν πρέπει οι ζωντανοί να επιδιώκουν να μιλούν με τους νεκρούς; Ένας λόγος είναι ότι οι νεκροί είναι ανύπαρκτοι! Όπως διαβάζομε στο Γραφικό βιβλίο του Εκκλησιαστού (9:4, 5): «Διότι εις τον έχονται κοινωνίαν μεταξύ πάντων των ζώντων, είναι ελπίς· επειδή κύων ζων είναι καλήτερος παρά λέοντα νεκρόν. Διότι οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει· αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν, ουδέ έχουσι πλέον απόλαυσιν επειδή το μνημόσυνον αυτών ελησμονήθη.» Και όπως ο ίδιος θεόπνευστος συγγραφεύς συνεχίζει και λέγει: «Πάντα όσα εύρη η χειρ σου να κάμη, κάμε κατά την δύναμίν σου· διότι δεν είναι πράξις, ούτε λογισμός, ούτε γνώσις, ούτε σοφία, εν τω άδη όπου υπάγεις.»—Εκκλησ. 9:10.
Δεν υπάρχει τίποτε στις Γραφές που να δείχνη το αντίθετο. Γι’ αυτό πολύ συχνά αναφέρονται στον θάνατο ως ύπνο. Ένας που κοιμάται δεν έχει συνείδησι έως ότου ξυπνήση. Μια άλλη αιτία, που μπορεί να προστεθή, είναι ότι ο Ιησούς Χριστός υπεσχέθη ότι όλοι που κοιμούνται στα μνημεία θα εγερθούν μέσω μιας αναστάσεως από τους νεκρούς. Έτσι το να προσπαθούμε να μιλήσωμε με τους νεκρούς είναι μάταιο.—Ιωάν. 5:28, 29· 11:1-44· συγκρίνατε 1 Θεσ. 4:13.
Υπάρχει όμως μια άλλη ισχυρότερη αιτία που δεν πρέπει να επιδιώκωμε να μιλούμε με τους νεκρούς. Η αιτία αυτή μας βοηθεί να καταλάβουμε όλα τα ψυχικά φαινόμενα που έκαμαν ωρισμένους επιστήμονας στην Μεγάλη Βρεττανία κι άλλου, καθώς και Αγγλικανούς επισκόπους και τη Ροζμαρί Μπράουν, να πιστεύουν ότι υπάρχει ζωή μετά θάνατον. Και ποια είναι αυτή η αιτία; Η επιδίωξις να ομιλή με τους νεκρούς μπορεί να εμπλέξη κάποιον με τους πονηρούς δαίμονας.
Μάλιστα, η Γραφή δείχνει ότι δεν υπάρχουν μόνο αγαθοί άγγελοι αλλά και πονηροί επίσης. Ο Σατανάς ο Διάβολος είναι ο κυριώτερος απ’ αυτούς, ο μεγάλος απατεών του ανθρωπίνου γένους και ο άσπονδος εχθρός του Δημιουργού, του Ιεχωβά Θεού. Τα γεγονότα αυτά γίνονται ιδιαιτέρως φανερά από την αφήγησι της εξαπατήσεως της Εύας και του πειρασμού του Ιησού από τον Διάβολο.—Γέν. 3:1-19· Ματθ. 4:1-11.
Οι άλλοι άγγελοι που εργάζονται με τον Σατανά τον Διάβολο εμφανίσθηκαν για πρώτη φορά στις ημέρες του Νώε. Η Γραφή λέγει ότι προηγουμένως ήσαν δίκαιοι άγγελοι, οι οποίοι όμως άφησαν την ουράνια πνευματική τους κατάστασι κι ανέλαβαν ανθρώπινη μορφή για να μπορέσουν να συγκατοικήσουν με τις θυγατέρες των ανθρώπων. Ο Κατακλυσμός έθεσε τέρμα στις απολαύσεις τους αυτού του είδους της ζωής, αλλά όχι και τέρμα στην ύπαρξί τους.—Γέν. 6:1-7· 7:21.
Ποια είναι η σημερινή τους κατάστασις; Μας το λέγει ο απόστολος Πέτρος· διότι εξετάζοντας τις συνθήκες των ημερών του Νώε λέγει: «Διότι εάν ο Θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, αλλά ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδεμένους με αλύσεις σκότους, παρέδωκε διά να φυλάττωνται εις κρίσιν.»—2 Πέτρ. 2:4.
Έτσι έχομε μια εξήγησι της συναντήσεως του Ιησού με τα δαιμονόπληκτα άτομα όταν βρισκόταν στη γη, και ιδιαιτέρως γιατί τον ανεγνώριζαν και σε μια περίπτωσι του είπαν: «Τι, είναι μεταξύ ημών και σου, Ιησού Ναζαρηνέ; ήλθες να μας απολέσης; σε γνωρίζω τις είσαι, ο Άγιος του Θεού.» (Μάρκ. 1:24) Επειδή είναι νοήμονα πρόσωπα με πνευματικά σώματα, μπορούν ν’ αναπαριστάνουν πολύ καλά τους νεκρούς κι έτσι να εξαπατούν το ανθρώπινο γένος. Ένα Γραφικό παράδειγμα τούτου είναι η περίπτωσις της μάγισσας του Εν-δώρ που ισχυρίσθηκε ότι εκάλεσε απ’ τους νεκρούς τον προφήτη Σαμουήλ.—1 Σαμ. 28:7-25.
Όλα αυτά εξηγούν γιατί, όπως εγράφη στο περιοδικό Τάιμ, «τα πνεύματα που καλούν τα μέντιουμ αρνούνται πάντοτε ενοχλημένα ν’ απαντήσουν σ’ αυτές ακριβώς τις ερωτήσεις που θ’ απεδείκνυαν την ύπαρξί τους.» Αυτό εξηγεί επίσης γιατί η Ροζμαρί Μπράουν, που στερείται ουσιαστικώς κάθε μουσικού ταλέντου, μπορεί εν τούτοις να συνθέτη μουσική από την οποία μερική μπορεί να ονομασθή «θαυμάσια,» χωρίς εν τούτοις αυτά τα μουσικά κομμάτια να είναι της αξίας των μεγάλων συνθετών και χωρίς η ίδια να μπορή να λύση μερικά προβλήματα που άφησαν στη ζωή της.
Έτσι αυτή η επιδίωξις συνομιλίας με τους νεκρούς δεν είναι απλώς μάταιη. Εφ’ όσον αυτοί που αναπαριστούν τους νεκρούς είναι οι χειρότεροι εχθροί του Θεού, ασφαλώς κανείς που αγαπά τον Θεό και τη δικαιοσύνη δεν θα ήθελε να έχη σχέσεις μαζί τους. Επί πλέον, υπάρχει απόδειξις ότι εκείνοι που ασχολήθηκαν με τον πνευματισμό κατήντησαν ψυχικά ερείπια, ή διανοητικώς άρρωστοι, ή απεπειράθησαν να φονεύσουν ή ν’ αυτοκτονήσουν. Ασφαλώς όλα αυτά τα γεγονότα είναι επί πλέον ισχυροί λόγοι για ν’ αποφεύγη κανείς να επιδιώκη να μιλή με τους νεκρούς.
Έτσι, έχοντας υπ’ όψιν το γεγονός ότι οι νεκροί είναι πραγματικά νεκροί, και ότι εκείνοι που δήθεν επικοινωνούν με τους νεκρούς επικοινωνούν πράγματι με τα πονηρά πνεύματα που μπορούν να τους βλάψουν σοβαρά, θα πρέπει οι άνθρωποι να επιδιώκουν να μιλούν με τους νεκρούς; Απολύτως όχι!