Μια Καταπληκτική Ανάρρωσις
ΥΠΟΘΕΣΤΕ ότι ο εργοδότης σας ερχόταν και σας έλεγε ότι ένα αυτοκίνητο χτύπησε τον δεκαεννιάχρονο γυιο σας. Ποιες σκέψεις θα περνούσαν αστραπιαίως από το μυαλό σας; Αυτό ακριβώς συνέβη σ’ εμένα εδώ στο Βέλγιο.
Μόλις φθάσαμε στο νοσοκομείο, η σύζυγός μου κι εγώ μάθαμε πόσο σοβαρή ήταν η κατάστασις. Ο χειρουργός μάς είπε: «Ο γυιος σας δεν έχει μόνο κάταγμα του κρανίου, με σοβαρή εγκεφαλική διάσεισι, αλλά έχει επίσης και σπασμένα πλευρά που έχουν εισδύσει στους πνεύμονες και ως αποτέλεσμα τούτου προήλθε τρομερή αιμορραγία. Το αίμα του μοιάζει ήδη με χρωματισμένο νερό. Χωρίς αίμα, έχει μόνο λίγες ώρες ζωής ακόμα.»
Μέχρι τότε οι γιατροί δεν είχαν μεταγγίσει αίμα. Γιατί; Διότι είχαν σεβασθή τις δύο γραπτές δηλώσεις που είχαν βρει μέσα στην ταυτότητα του γυιου μας, οι οποίες έλεγαν να μη δοθή αίμα κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Περίμεναν μέχρις ότου φθάσωμε εμείς για να πάρουν άδεια να μεταγγίσουν αίμα και ήσαν πανέτοιμοι να το κάνουν αυτό.
Ήταν μια υπερβολικά έντονη στιγμή και για τους δυο μας. Προσευχηθήκαμε στον Ιεχωβά και είδαμε ότι είναι ένας Θεός ‘ετοιμοτάτης βοηθείας εν ταις θλίψεσι.’—Ψαλμ. 46:1.
Βαθιά στην καρδιά μας ήμεθα ευγνώμονες που οι γιατροί είχαν δείξει σεβασμό για τη στάσι μας ως προς την ιερότητα του αίματος. Τους ευχαριστήσαμε γι’ αυτό και για την καλή θεραπεία που είχαν δώσει μέχρι τότε στον γυιο μας. Τους ζητήσαμε να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι μπορούσαν για να σεβασθούν τις επιθυμίες του γυιου μας και ν’ απέχουν από αίμα. Πεπεισμένοι ότι οι υψηλές αρχές της Αγίας Γραφής σχετικά με την ιερότητα του αίματος είχαν δοθή από τον στοργικό Πλάστη μας, τον Δημιουργό, τον Ιεχωβά Θεό, εξηγήσαμε στους γιατρούς ότι και οι τρεις μας ενδιαφερόμεθα να έχωμε τη θεία επιδοκιμασία και ότι θέλαμε να υπακούωμε στους νόμους του. Γνωρίζαμε ότι δεν θα μετανοιώναμε ποτέ που είχαμε πάρει μια πιστή στάσι υπέρ του Ιεχωβά.—Πράξ. 15:28, 29· 21:25.
Όταν φθάσαμε στον θάλαμο των εγχειρισμένων, παρατηρήσαμε αμέσως πόσο καλή φροντίδα είχε ληφθή για τον γυιο μας. Αλλά ήταν ακόμη αναίσθητος. Επειδή ο χειρουργός μάς είχε πει ότι πιθανόν θα μπορούσε ν’ ακούση κάτι πού και πού, τον πλησίασα και κατώρθωσα να του πω: «Φρέντυ, το μόνο που έχεις να κάνης είναι να κοιμάσαι και να μην ανησυχής. Όλα θα πάνε καλά.»
Την επόμενη μέρα, στις έξη η ώρα το βράδυ, ο σφυγμός του Φρέντυ έπεσε πολύ χαμηλά. Αυτό ήταν ένα σημείο καταπτώσεως της ζωτικής του ενεργείας. Μια νοσοκόμα βρισκόταν συνέχεια δίπλα του, τον πρόσεχε και παρακολουθούσε οποιοδήποτε μικρό σημείο που θα μπορούσε να μας δώση ελπίδα. Στις οκτώ ακριβώς το βράδυ η νοσοκόμα άνοιξε την πόρτα του δωματίου του και μας είπε ότι η απώλεια του αίματος είχε παραμείνει σταθερή επί λίγο διάστημα. Αυτό ανανέωσε την ελπίδα μας για την επιβίωσί του.
Φαντασθήτε την ευτυχία μας όταν, το απόγευμα της τρίτης μέρας μετά το ατύχημά του, ο γυιος μας μπόρεσε να πη λίγες λέξεις. Αισθανόταν σαν να είχε ξυπνήσει από ένα όνειρο. Δεν είχε αισθανθή τίποτε κατά τη διάρκεια όλου του συμβάντος και δεν είχε αισθανθή καθόλου πόνο. Από τότε η βελτίωσίς του ήταν ταχεία.
Είκοσι οκτώ μέρες μετά το ατύχημα, ο Φρέντυ μπόρεσε να φύγη από το νοσοκομείο προς έκπληξι πολλών. Ένας γιατρός είπε, «Πόσο θαυμάσιο είναι να βλέπη κανείς ένα νεκρό να ξανάρχεται στη ζωή.» Ένας άλλος σχολίασε, «Βγάζω το καπέλλο μου μπροστά στη στάσι αυτών των ανθρώπων.»
Τώρα, μαζί με τον Φρέντυ, κατεβήκαμε τα ίδια σκαλιά που είχαμε ανεβή το πρωινό του ατυχήματος. Γνωρίζομε όσο ποτέ προηγουμένως το μεγάλο χάσμα που υπάρχει μεταξύ της ζωής και του θανάτου, μεταξύ του φόβου και της χαράς, μεταξύ της αγωνίας και της ειρήνης. Λόγω της αποφάσεώς μας να συνεχίσωμε να υπακούωμε στον νόμο του Θεού, κατεβήκαμε τα σκαλιά νικητές.
Στη διάρκεια αυτών των δύσκολων ημερών, συγκινηθήκαμε από το βαθύ ενδιαφέρον των αδελφών μας εν τη πίστει. Αυτοί πραγματικά είχαν τον τρόπο να μας παρηγορήσουν. Ακόμη και άτομα που δεν είχαμε ιδεί ποτέ σε άλλες περιπτώσεις ήρχοντο για να ρωτήσουν για την υγεία του γυιου μας. Οι γιατροί επίσης υπήρξαν μεγάλη πηγή ενθαρρύνσεως, ιδιαίτερα επειδή εσέβοντο τη Χριστιανική μας συνείδησι.
Ιδιαιτέρως ευχαριστούμε τον Ιεχωβά, ο οποίος μας ενίσχυσε τόσο πολύ με το πνεύμα του, δίνοντας απάντησι στις προσευχές μας. Ποτέ δεν μας εγκατέλειψε σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες. Τώρα, όσο ποτέ άλλοτε, και οι τρεις μας είμεθα ευτυχείς να επισκεπτώμεθα τους συνανθρώπους μας και να τους δείχνωμε ότι ο Ιεχωβά σύντομα θα θέση τέρμα σε κάθε λύπη, διότι «θέλει εξαλείψει . . . παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον.» (Αποκάλ. 21:4)—Από συνεργάτη.