Αντιμετώπισις των Προβλημάτων των Τέκνων Σας
«ΗΤΑΝ άρρωστος όταν επέστρεψε σπίτι στις 2 το πρωί,» εξήγησε η μητέρα του. «Τον έβαλα απλώς στο κρεββάτι κι επερίμενα ως σήμερα το πρωί για να τον ρωτήσω τι συνέβη. Κρατώντας με τα χέρια του το κεφάλι του που χτυπούσε δυνατά—όπως συνέβαινε κάθε πρωινό που έδειχνε μετάνοια διότι είχε μεθύσει—μου είπε ότι ήταν σ’ ένα κέντρο μαζί με τους δεκατριών ετών φίλους του, και τρία μεγαλύτερα αγόρια τους προσέφεραν μπύρα να πιουν μαζί τους.»
Δεν είναι λίγοι οι γονείς που έχουν παρόμοια πείρα με τα νεαρά τέκνα των. Ωστόσο, το υπερβολικό ποτό είναι ένα μόνο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν συχνά οι γονείς σήμερα.
Η έμφασις που δίδεται στην εποχή μας στο φύλον είχε, επίσης, ως αποτέλεσμα την αστρονομική άνοδο στις περιπτώσεις των αφροδισίων νοσημάτων, στις απροσδόκητες εγκυμοσύνες και στους αναγκαστικούς γάμους. Ο κόσμος των ενηλίκων υιοθέτησε μια «νέα ηθική» σεξουαλικής ελευθερίας, και οι νέοι την αντιγράφουν. Αυτό χωρίς αμφιβολία κατέληξε σε μεγάλη αύξησι των προβλημάτων μεταξύ των νέων.
Το περασμένο φθινόπωρο μια μελέτη της Γερουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών έλεγε ότι, κατά τη γνώμη της, «τεσσεράμισυ εκατομμύρια [ένας σε κάθε δέκα] Αμερικανοπαίδων έχουν ανάγκη ψυχιατρικής θεραπείας» για να υπερνικήσουν τα πολύ ανεπιθύμητα πρότυπα διαγωγής. Η μελέτη αυτή απεκάλυπτε επίσης ότι, από τα 29 εκατομμύρια παιδιά της ομάδος δέκα έως δέκα επτά ετών ηλικίας, 2 1⁄2 εκατομμύρια, ή ένα σε κάθε ένδεκα περίπου, έχουν φάκελλο στην αστυνομία! Πραγματικά, οι στενοχώριες στις οποίες έχει εμπλακή η σύγχρονη νεολαία καταπλήσσουν τη φαντασία.—Τάιμς Νέας Υόρκης, 19 Οκτωβρίου 1966, πρώτη σελίδα.
Γονείς σε άλλες χώρες, επίσης, αντιμετωπίζουν προβλήματα με τα τέκνα των. Στην Ιαπωνία, παραδείγματος χάριν, ο αριθμός των κάτω των είκοσι ετών που παραβαίνουν το νόμο ετριπλασιάσθη μεταξύ του 1953 και 1963. «Και το τρομακτικό είναι,» παρατηρεί ένας εξέχων αξιωματούχος της αστυνομίας, «ότι τα εγκλήματα κλίνουν ολοένα προς τη βία . . . και ο μέσος όρος ηλικίας των παραβατών συνεχώς κατέρχεται.»
Πώς μπορείτε σεις, ως γονείς, ν’ αντιμετωπίσετε επιτυχώς τα προβλήματα των τέκνων σας; Εν πρώτοις, πρέπει σεις να πεισθήτε ότι έχουν ανάγκη της προσοχής και της βοηθείας σας. Μην έχετε τη γνώμη ότι τα έκλυτα «πάρτυ,» τα οινοπνευματώδη ποτά, η παράτολμη οδήγησις αυτοκινήτου, και άλλες παρεκτροπές της νεολαίας δεν είναι δυνατόν να συμπεριλάβουν και τα δικά σας τέκνα. Μπορούν, όπως παρετήρησε η Κυρία Άρνολντ Ουάστων, πρόεδρος της Ενώσεως Γονέων Νέας Υόρκης: «Έχομε λάβει τόσο πολλά γράμματα και τηλεφωνήματα από γονείς οι οποίοι θέλουν να γνωρίσουν πώς να βοηθήσουν παιδιά τα οποία έχουν εμπλακή σε τέτοια προβλήματα ώστε γνωρίζομε ότι μπορούν να υπάρχουν μέσα στις πιο πολλές προσεκτικές οικογένειες και σχολεία.»
Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό· τα παιδιά έχουν ανάγκη γονέων που δείχνουν κατανόησι και στοργή. Ένα βρέφος έρχεται στον κόσμο αβοήθητο και χωρίς καμμιά άλλη γνώσι εκτός από το να θηλάζη και να κλαίη. Γι’ αυτό ο Παντοδύναμος Θεός επρομήθευσε τη διευθέτησι του γάμου, για να μπορή το παιδί να έχη την απαιτούμενη καθοδήγησι και παιδεία από εκείνους που θα το αγαπούν πραγματικά. Και η Γραφή τονίζει τη σπουδαιότητα τού να δίνουν οι γονείς τακτικά αυτή την παιδεία.—Δευτ. 6:4-9· Εφεσ. 6:4.
Εν τούτοις, για να γίνη αυτό απαιτείται να θέσετε κατά μέρος χρόνο για να είσθε μαζί με τα παιδιά σας. Αυτός ο χρόνος που θα περνάτε μαζί πρέπει να είναι προγραμματισμένος, ώστε πραγματικά να οικοδομή και να ενισχύη τους οικογενειακούς δεσμούς. Κάμετέ τον να είναι διασκεδαστικός αλλά και εκπαιδευτικός. Στα γεύματα, παραδείγματος χάριν, μπορούν να λέγονται πείρες, ιδέες, δράσις, ελπίδες και σχέδια. Κρατείτε στο νου πράγματα που ακούσατε στη διάρκεια της ημέρας και είναι ευχάριστα και κοινού ενδιαφέροντος και κάμετε και τους άλλους μετόχους την ώρα του φαγητού. Αυτή η επικοινωνία και το ενδιαφέρον μπορούν να συσφίξουν την οικογένεια, και να δώσουν στα τέκνα ένα αίσθημα ασφαλείας, ότι ανήκουν κάπου.
Οι γονείς δεν πρέπει να υποτιμούν ποτέ τη σπουδαιότητα της επικοινωνίας με τα τέκνα των. «Το βασικό παράπονο των νεαρών Αμερικανών,» παρατηρεί ένας καλώς γνωστός συγγραφεύς, είναι «ότι δεν μπορούν να μιλήσουν με ενηλίκους. . . . το πιο μεγάλο μέρος των μικρών τέκνων μας δεν απήλαυσαν ποτέ στενή φιλία ούτε με ένα ενήλικο άτομο.» Δεν είναι περίεργο ότι εφημερίδες και περιοδικά λαμβάνουν κάθε χρόνο χιλιάδες επιστολές από παιδιά που λέγουν ότι θέλουν κάποιον με τον οποίο να συζητήσουν τα προσωπικά των προβλήματα.
Αλλά πώς συμβαίνει ώστε γονείς και τα τέκνα των ν’ απομακρύνονται τόσο ο ένας από τον άλλο, καθιστώντας έτσι τη συζήτησι για ζωτικά πράγματα σχεδόν αδύνατη; Σύμφωνα με τον ανωτέρω συγγραφέα: «Οι προσπάθειές των να επικοινωνήσουν μαζί μας συντρίβονται με αμετάβλητο και πλήρη τρόπο.» Δυστυχώς, αυτό αληθεύει συχνά. Οι γονείς συνήθως απωθούν το παιδί των που έρχεται με τις ερωτήσεις του, ‘Φύγε απ’ εδώ· δεν βλέπεις ότι είμαι απησχολημένη;’ Πόσο καλύτερα θα ήταν αν οι γονείς, όταν είναι πραγματικά απησχολημένοι, υπόσχονται να συζητήσουν το ζήτημα αργότερα και, όταν θα είναι ελεύθεροι, ρωτήσουν το παιδί ποιο ήταν το ερώτημά του. Μ’ αυτό τον τρόπο το παιδί θα έχη το συναίσθημα ότι οι γονείς του πραγματικά ενδιαφέρονται γι’ αυτό και θα εμπιστεύεται πιο πρόθυμα σ’ αυτούς.
Τα νεαρά παιδιά χρειάζονται κάποιον να μιλήσουν μαζί, ένα άτομο που δίνει σημασία στα προβλήματά των και θα τα βοηθήση να τ’ αντιμετωπίσουν δίνοντας την απαιτούμενη συμβουλή. Δύο ιατροί, για να περιγράψουν πόσο συχνά αποτυγχάνουν οι γονείς να ικανοποιήσουν αυτή την ανάγκη, έγραψαν προσφάτως: «Αυτή η αφήγησις αφορά τη μητέρα μιας απληροφόρητης, ηλικίας δέκα τριών ετών, εγκύου κόρης. Όταν την ερώτησαν αν είχε εξηγήσει τα ‘γεγονότα της ζωής’ στη θυγατέρα της, αυτή απήντησε, ‘Μπα, όχι, ενόμιζα ότι ήταν πολύ μικρή γι’ αυτό.’»
Οι γιατροί παρετήρησαν τότε: «Πολύ συχνά, αυτοί οι γονείς στέλνουν τις θυγατέρες των ηλικίας δέκα έως δώδεκα ετών σε «πάρτυ» που δεν επιβλέπονται από κηδεμόνας μαζί με νεαρούς συνοδούς, με μεταξωτές κάλτσες, υψηλά τακούνια, φορέματα ενηλίκων, και κραγιόνι στα χείλη, και ύστερ’ απορούν πώς έχουν εμπλακή σε δυσχέρειες σε ηλικία δέκα πέντε ετών.» Είναι γεγονός ότι τα νεαρά παιδιά ίσως κατά καιρούς ν’ ασκούν πίεσι για να έχουν ελευθερία να κάμουν αυτά τα πράγματα. Εν τούτοις, εσείς ως γονείς οφείλετε να παραμένετε σταθεροί και να επιβάλλετε τους κανόνες που είναι ανάγκη. Είναι δική σας ευθύνη να το κάνετε αυτό! Και, πραγματικά, τα παιδιά σας θα αισθάνονται ευγνωμοσύνη αν το κάνετε.
Αν διατηρήτε υγιείς οικογενειακούς δεσμούς ώστε τα τέκνα σας να αισθάνονται ελεύθερα να μιλήσουν μαζί σας, και αν προβλέπετε τα προβλήματα που θ’ αντιμετωπίσουν και τα προετοιμάζετε για να τ’ αντιμετωπίσουν, ο δεσμός της αγάπης μεταξύ των γονέων και των τέκνων είναι βέβαιο ότι θα μεγαλώση. Κατά καιρούς είναι πιθανόν να στενοχωρούνται μ’ αυτά που θεωρούν άδικους περιορισμούς. Αλλά τελικά θα εκφράσουν χωρίς αμφιβολία τα αισθήματα ενός παιδιού εφηβικής ηλικίας: «Τώρα επί τέλους γνωρίζω τι μπορώ και τι δεν μπορώ να κάνω—και μου έφυγε ένα βαρύ φορτίο από το νου.»