Ποια Είναι τα Προσόντα των Πρεσβυτέρων και Διακονικών Υπηρετών;
Διδακτικός. Θα πρέπει να είναι «προσκεκολλημένος εις τον πιστόν λόγον της διδασκαλίας, δια να ήναι δυνατός να προτρέπη δια της υγιαινούσης διδασκαλίας και να εξελέγχη τους αντιλέγοντας.» (Τίτον 1:9· 1 Τιμ. 3:2) Η καταλληλότητά του δεν προέρχεται από κοσμική εκπαίδευση ή διανοητική ευστροφία ή ομορφιά στην ομιλία. (Παράβαλε 1 Κορ. 2:1-5, 13· 2 Κορ. 10:10· 11:6.) Μάλλον, οφείλεται στο ότι είναι «προσκεκολλημένος εις τον πιστόν λόγον» με τον τρόπο που διδάσκει. (Παράβαλε 2 Κορ. 10:1· 2 Τιμ. 4:2.) Έτσι μολονότι μένει σταθερός σ’ αυτό που είναι δίκαιο και αληθινό, είναι επίσης ικανός να συγκρατεί τον εαυτό του και να ‘διδάσκη μετά πραότητος τους αντιφρονούντας’. (2 Τιμ. 2:23-26) Ίσως να μη βρίσκει εύκολο το να ελέγχει, αλλά η αγάπη κάνει να το εφαρμόζει αυτό θαρραλέα, όταν υπάρχει πραγματική ανάγκη. (Πράξ. 20:19-21, 26, 27) Τι θα γίνει αν έχει μικρή ικανότητα σαν δημόσιος ομιλητής; Αυτό δεν τον εμποδίζει από το να ποιμαίνει με αγάπη τα «πρόβατα» σαν άτομα ή οικογένειες με την «υγιαίνουσαν διδασκαλίαν», ενθαρρύνοντάς τους στο Χριστιανικό τρόπο ζωής. (Τίτον 2:1-10· παράβαλε 1 Κορ. 13:1, 2.) Ακόμη κι ανάμεσα στους πρεσβυτέρους, δεν θα επιδείξουν όλοι «λόγον σοφίας» ή «λόγον γνώσεως» στον ίδιο βαθμό, αλλά αυτή η ποικιλία είναι κάτι που πρέπει να περιμένομε και δεν δείχνει κατ’ ανάγκη έλλειψη ικανοποιήσεως των Γραφικών απαιτήσεων για την ιδιότητα του πρεσβυτέρου.—1 Κορ. 12:4-11.
Ουχί πλήκτης, αλλ’ επιεικής [λογικός ΜΝΚ], άμαχος.
Αυτός ούτε κτυπά τα άτομα σωματικά ούτε είναι προσβλητικός ή δηκτικός στην ομιλία του, αποπαίρνοντας τους άλλους. Είναι «λογικός», ή όπως κατά γράμμα σημαίνει η Ελληνική λέξη, «επιεικής». Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Καινής Διαθήκης του Βάιν λέει γι’ αυτή τη λέξη: «Σημαίνει αυτόν που δεν επιμένει στο γράμμα του νόμου· εκφράζει αυτή τη στοχαστικότητα που βλέπει τα γεγονότα μιας περιπτώσεως ‘με ανθρωπισμό και λογικότητα.’» (Ιακ. 3:17· Εβρ. 5:1, 2· παράβαλε 1 Πέτρ. 2:18.) Έτσι αυτός δεν είναι αυταρχικός· δεν έχει την τάση να δημιουργεί μεγάλα ζητήματα από μικρά πράγματα. (Παράβαλε 1 Κορ. 9:12, 18-23.) Μια σχετική Ελληνική λέξη σημαίνει «καλοσύνη». (2 Κορ. 10:1) Με το να μην είναι «φιλόνικος», αποφεύγει τις φιλονικίες, κι έτσι δεν είναι «οργίλος» ή οξύθυμος.—1 Τιμ. 3:3· Τίτον 1:7· 3:2· Ιακ. 1:19, 20.
Μη αυθάδης. Κατά γράμμα, όχι ‘ευχαριστημένος με τον εαυτό του’ ή «αυτοϊκανοποιημένος». Όπως δείχνουν τα Ελληνικά Λεξικά, αυτός έχει ταπεινή άποψη για τον εαυτό του και τις ικανότητές του, και δεν έχει τόσο υψηλή γνώμη για την κρίση του ώστε να αισθάνεται και να ενεργεί σαν ανώτερος· δεν «στηρίζεται στον εαυτόν του» σαν να είναι ικανός να χειρίζεται το καθετί ο ίδιος, καλύτερα απ’ οποιονδήποτε άλλον. Γι’ αυτό, είναι ευτυχισμένος να μοιράζεται τις ευθύνες, συνεργαζόμενος ταπεινά με άλλους σαν ένα σώμα, και εκτιμώντας την αξία του πλήθους των συμβούλων.—Τίτον 1:7· παράβαλε Αριθ. 11:27-29· Ρωμ. 12:3, 16.
Φιλάγαθος· δίκαιος. Το να είναι κανείς «δίκαιος» σχετίζεται με τη συμμόρφωσή του με τον νόμο του Θεού, τους κανόνες του Θεού για το τι είναι ορθό και δίκαιο. Ένας τέτοιος άνθρωπος θα είναι δίκαιος, αμερόληπτος, δεν θα είναι ένοχος προσωποληψίας. (Λουκ. 1:6· Ιωάν. 7:24· Ιακ. 2:1, 4, 9) Η «αγαθότης» διαφέρει τη δικαιοσύνη γιατί αυτή κάνει περισσότερα από ό,τι απαιτεί η δικαιοσύνη. (Ματθ. 20:4, 13-15· Ρωμ. 5:7) Εκείνος που αγαπά την καλοσύνη θα κάνει περισσότερα για τους άλλους απ’ αυτά που απλώς απαιτούνται ή αναμένονται απ’ αυτόν, εκτελώντας γενικά υποβοηθητικές και καλές πράξεις, δείχνοντας θέρμη και ενδιαφέρον για τους άλλους. Επίσης βλέπει, εκτιμά και επαινεί την καλοσύνη των άλλων.—Τίτον 1:8· Λουκ. 6:35· Πράξ. 36, 39· 1 Τιμ. 5:10.
Όσιος. Είναι άνδρας που διατηρεί αδιάρρηκτη αφοσίωση και ακεραιότητα στο νόμο του Θεού και στα συμφέροντα της Χριστιανικής εκκλησίας, άσχετα με τις συνέπειες. (Λουκ. 1:74, 75· Πράξ. 4:19, 20· 5:29· 1 Θεσσ. 2:10) Ασφαλώς ένα τέτοιο άτομο θα έχει και «παρά των έξωθεν μαρτυρίαν καλήν». Θα συμβεί αυτό που έγινε με τον προφήτη Δανιήλ, που ήταν ένας αξιόπιστος άνθρωπος στον οποίον οι εναντιούμενοι δεν μπορούσαν να βρουν σφάλμα ή ανεντιμότητα, και που αυτοί οι «έξωθεν» χρειάσθηκε να πουν, ‘δεν μπορούμε να βρούμε καμιά πρόφαση για να τον κατηγορήσουμε εκτός αν βρούμε κάτι εναντίον του από το νόμο του Θεού του.’—1 Τιμ. 3:7· Δαν. 6:4, 5.
Είναι φυσικό ότι εκείνοι που έχουν τα προσόντα για εκκλησιαστικές ευθύνες θα είναι ισχυρότεροι σε μερικά απ’ αυτά τα προσόντα από ό,τι σε άλλα. Σκεφθείτε την ποικιλία ανάμεσα στους αποστόλους—την αντίθεση ανάμεσα στον Θωμά και τον Πέτρο—κι εν τούτοις το πρώτο κυβερνών σώμα άρχισε μ’ αυτούς τους ανθρώπους. Αλλ’ αυτοί οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανταποκρίνονται σ’ όλες αυτές τις απαιτήσεις για την ιδιαίτερη ευθύνη τους σ’ ένα λογικό βαθμό και με λογική συνέπεια. Ένα γλίστρημα σε μια κρίση, επί παραδείγματι, δεν σημαίνει ότι ένας άνθρωπος δεν είναι «σώφρων», ούτε μια εκδήλωση θυμού κάνει κατ’ ανάγκη το άτομο αυτό «φιλόνικο».
Στην πραγματικότητα, οι απαιτήσεις με κανένα τρόπο δεν είναι ακατόρθωτες για οποιονδήποτε ειλικρινή Χριστιανό άνδρα, γιατί, όπως αποκαλύπτει μια εξέταση των Γραφών, η συντριπτική πλειονότητα όλων αυτών των προσόντων αναφέρονται σε πράγματα που όλοι οι Χριστιανοί, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, θα πρέπει να αγωνίζονται να φτάσουν. Οι άνδρες που κρατούν αυτές τις θέσεις ευθύνης, θα πρέπει βασικά να εκπροσωπούν αυτό το οποίον αντιπροσωπεύει η εκκλησία σαν σύνολο, να αντιπροσωπεύουν εκείνο που θα πρέπει να είναι κάθε Χριστιανός. Εσείς πώς ανταποκρίνεσθε σ’ αυτές τις απαιτήσεις;