Η Αρχαία Αγοραστική Δύναμη και η Δραχμή
Οι σύγχρονες αξίες των αρχαίων νομισμάτων δεν δίνουν μια πραγματική εικόνα της αξίας τους. Η Βίβλος, ωστόσο, παρέχει κάποια ένδειξη για την αγοραστική δύναμη και αυτό βοηθάει στην κατανόηση των αρχαίων αξιών. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού οι γεωργοί-εργάτες λάβαιναν συνήθως ένα δηνάριο για μια εργάσιμη μέρα δώδεκα ωρών. (Ματθαίος 20:2) Μπορούμε να υποθέσουμε ότι στην περίοδο των Εβραϊκών Γραφών τα μεροκάματα ήταν περίπου τα ίδια. Αν ήταν έτσι, ένας ασημένιος σίκλος θα ισοδυναμούσε με τρία μεροκάματα.
Η τιμή ενός δούλου ήταν τριάντα ασημένιοι σίκλοι (μεροκάματα ενενήντα ημερών;) (Έξοδος 21:32· παράβαλε Λευϊτικόν 27:2-7). Ο προφήτης Ωσηέ αγόρασε μια γυναίκα για δεκαπέντε ασημένια νομίσματα και ενάμισι χομόρ (15 εφά) κριθάρι. Πιθανόν η αμοιβή αυτή να αποτελούσε την πλήρη τιμή για ένα δούλο. Αν έτσι είχαν τα πράγματα, ένα εφά (22 λίτρα) κριθάρι άξιζε τότε ένα σίκλο.—Ωσηέ 3:2.
Όταν οι τροφές σπάνιζαν, οι τιμές αυξάνονταν απότομα. Τα ογδόντα ασημένια νομίσματα (μεροκάματα 240 ημερών;) που κάποτε θα μπορούσαν να αγοράσουν οχτώ χομόρ (1.760 λίτρα) κριθάρι, σε καιρό πολιορκίας θα εξασφάλιζαν μόνο το λεπτόσαρκο κεφάλι μιας όνου, ενός ζώου ακατάλληλου για τροφή κατά το Μωσαϊκό νόμο.—2 Βασιλέων 6:25· παράβαλε Ωσηέ 3:2.
Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. δυο σπουργίτια κόστιζαν ένα ασσάριο (πληρωμή για 45 λεπτά) και πέντε σπουργίτια θα μπορούσαν να αγοραστούν με τη διπλή απ’ αυτή τιμή. (Ματθαίος 10:29· Λουκάς 12:6) Η συνεισφορά της φτωχής χήρας ήταν ακόμη λιγότερη, μόνο δύο λεπτά (1 κοδράντης) ή το 1/64 ενός μεροκάματου. Ωστόσο, ο Χριστός Ιησούς επαίνεσε τη συνεισφορά της επειδή αυτό που πρόσφερε ήταν μεγαλύτερο από τα πολλά που έδωσαν οι άλλοι, γιατί αυτή συνεισέφερε, όχι από το περίσσευμά της, αλλά «έβαλεν όλην την περιουσίαν όσην είχε».—Μάρκος 12:42-44· Λουκάς 21:2-4.
Η δραχμή ήταν ασημένιο ελληνικό νόμισμα το οποίο κατά προσέγγιση ανταποκρίνεται στο Ρωμαϊκό δηνάριο. (Λουκάς 15:8, 9) Η Αττική δραχμή έφερε την κεφαλή της θεάς Αθηνάς στην μπροστινή πλευρά και μια κουκουβάγια στην πίσω πλευρά. Μέχρι την εποχή της επίγειας διακονίας του Ιησού, η δραχμή είχε πιθανόν υποτιμηθεί σε αξία που σήμερα θα ισοδυναμούσε περίπου με 14 σεντς του δολαρίου. Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. η δραχμή εξισώθηκε με το δηνάριο, το οποίο οι Έλληνες το έλεγαν «δραχμή». Η Ρωμαϊκή κυβέρνηση, όμως, εκτίμησε επίσημα την αξία της δραχμής σε 3/4 ενός δηναρίου. Ο ετήσιος φόρος που πλήρωναν οι Ιουδαίοι για το ναό ήταν δύο δραχμές ή ένα δίδραχμο (μεροκάματο περίπου δύο ημερών). (Ματθαίος 17:24) Επειδή μια δραχμή ισοδυναμούσε μ’ ένα μεροκάματο περίπου, μια γυναίκα θα σκούπιζε λογικά ολόκληρο το σπίτι της και θα έψαχνε να βρει με επιμέλεια μια δραχμή που είχε χάσει.—Λουκάς 15:8, 9.
Η Ελληνική ασημένια δραχμή δεν πρέπει να συγχέεται με τη χρυσή «δραχμή» (νταρ-κεμον) των Εβραϊκών Γραφών, ένα νόμισμα το οποίο ήταν γενικά εξισωμένο με την Περσική δαρεική (γύρω στα 8,4 γραμμάρια).—Έσδρας 2:69· Νεεμίας 7:70-72.
Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πρόδωσε τον Ιησού για τριάντα ασημένια νομίσματα, που ήταν προφανώς η τιμή για έναν δούλο. (Ματθαίος 26:14-16, 47-50) Χωρίς αμφιβολία αυτά τα ασημένια νομίσματα ήταν σίκλοι ή άλλα κέρματα παρόμοιας αξίας. Αλλά στην αφήγηση δεν προσδιορίζεται το είδος του κέρματος, παρά μόνο ότι αυτά ήταν ασημένια.