Ήμουν ένας Κομμουνιστής
ΗΔΗ ΑΠΟ μικρό παιδί στις αρχές του 1940 είχα μάθει πολλά για τον κομμουνισμό, εφόσον ο πατέρας μου ήταν ένας ενθουσιώδης κομμουνιστής. Ανετράφην σ’ ένα σπίτι μεσαίας τάξεως της Σουηδίας και, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα παιδιά, ο πατέρας μου ήταν το ιδεώδες μου. Τον βοηθούσα στη διανομή κομμουνιστικών φυλλαδίων προπαγάνδας στη γειτονιά μας. Και μολονότι ο κομμουνισμός είναι νόμιμος και αντιπροσωπεύεται στο κοινοβούλιο, δεν ήταν εν τούτοις δημοφιλής και άκουγα ειρωνείες από τους φίλους μου.
Στη νεαρή μου ηλικία νομίζω ότι διέφερα σε μερικές απόψεις από τα άλλα αγόρια και κορίτσια της ηλικίας μου. Αισθανόμουν ενδιαφέρον για τα προβλήματα του κόσμου και είχα πιο σοβαρή άποψι για το μέλλον. Και όσο περισσότερα μάθαινα για τον κομμουνισμό, τόσο περισσότερη πεποίθησι αποκτούσα ότι ο κομμουνισμός αποτελεί τη μόνη λύσι για το δυστυχές ανθρώπινο γένος.
Ειρήνη Μέσω του Κομμουνισμού
Κατόπιν ήλθε ο καιρός για την εκτέλεσι της στρατιωτικής μου θητείας. Η καθημερινή μου επαφή με πολεμοφόδια και φονικά εργαλεία ηύξησε την απέχθεια μου για τον πόλεμο και τη βία. Το πρόγραμμα του κομμουνιστικού κόμματος της Σουηδίας απαιτούσε μια ουσιαστική ελάττωσι των Σουηδικών εξοπλισμών και αργότερα τον πλήρη αφοπλισμό. Αυτό μου άρεσε. Μπορούσα να οραματιζωμαι ένα μελλοντικό κομμουνιστικό κόσμο χωρίς όπλα και χωρίς πόλεμο. Επείσθην ότι, κατά το πλείστον με ειρηνικά μέσα, ο κομμουνισμός θα κατακτούσε τον κόσμο.
Όταν τελείωσε η στρατιωτική μου θητεία κατελήφθην από ζωηρή επιθυμία να καλυτερεύσω τον κόσμο και απεφάσισα ότι ο καλύτερος τρόπος γι’ αυτόν τον σκοπό ήταν να υποστηρίζω τις προσπάθειες του κομμουνισμού. Διάβασα όσα βρήκα σχετικά με το πρόγραμμα του κομμουνιστικού κόμματος. Έμαθα πώς η δύναμις του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού επρόκειτο να θραυσθή, πώς τα έθνη θα ηνώνοντο κάτω από μια μορφή κυβερνήσεως, και πώς ο κόσμος θα καθίστατο μια μεγάλη κολλεκτιβική κοινωνία χωρίς διάκρισι τάξεων και διαφορές μισθού.
Το κομμουνιστικό κόμμα υπέσχετο να εργασθή για τον αφοπλισμό, την κατάργησι των στρατιωτικών συμφώνων, τη διάλυσι των στρατευμάτων και των βάσεων σε ξένες χώρες, την κατάργησι των πυρηνικών όπλων και την καταστροφή των υπαρχόντων πυρηνικών αποθεμάτων. Σκέφθηκα ότι έπρεπε να γίνω ένας δραστήριος προπαγανδιστής της πολιτικής αυτής. Η πρώτη μου ’προσήλυτος’ ήταν η νεαρή μου σύζυγος, οι συγγενείς της οποίας ήσαν σοσιαλδημοκράται. Ενωθήκαμε με μια κομμουνιστική οργάνωσι νεολαίας στη Σουηδία που ελέγετο «DU» και σημαίνει στη Σουηδική γλώσσα Δημοκρατική Νεολαία.
Ένωσις με το Κόμμα
Το φθινόπωρο του 1950 εζήτησα την ένταξί του στο κομμουνιστικό κόμμα. Επειδή οι κομμουνισταί ενδιαφέρονται να έχουν ένα κόμμα εκλεκτών μελών και όχι ένα μαζικό κόμμα, υπάρχουν μερικές απαιτήσεις που πρέπει ν’ αντιμετωπίση εκείνος που θέλει να γίνη μέλος του κόμματος. Εν τούτοις, στη Σουηδία οι απαιτήσεις είναι μάλλον επιεικείς σε σύγκρισι με τις κομμουνιστικές χώρες ή με εκείνες στις οποίες ο κομμουνισμός είναι παράνομος. Ανταποκρίθηκα στις απαιτήσεις και έλαβα το βιβλιάριο της εγγραφής μου πληρώνοντας τα δικαιώματα εγγραφής, που ήσαν σαράντα Σουηδικές Κορώνες ($8) για τον πρώτο χρόνο. Η σύζυγός μου ήταν πολύ νέα για εγγραφή ως μέλος.
Ως μέλος της «DU» και του κομμουνιστικού κόμματος είχα πολλές ευκαιρίες να γνωρισθώ με κομμουνιστάς, νέους και ηλικιωμένους. Μερικοί απ’ αυτούς ήσαν καλοί άνθρωποι. Εν τούτοις απογοητευθήκαμε όταν προσέξαμε ότι οι περισσότεροι νέοι της οργανώσεως «DU» παρουσιάζονταν στις συγκεντρώσεις μόνο όταν επρόκειτο να γίνη χορός και διασκέδασις, σύμφωνα με το πρόγραμμα. Λίγοι μόνο έρχονταν τις βραδυές της μελέτης. Λίγοι μόνο έδειχναν προθυμία ν’ αναλάβουν ευθύνες.
Μια Άλλη Άποψις
Στις συγκεντρώσεις μας δεν συζητούσαν ποτέ θρησκευτικά ζητήματα, αλλά το καταστατικό του κόμματος έλεγε ότι κάθε μέλος έπρεπε να τυγχάνη σεβασμού και ανοχής άσχετα με τις θρησκευτικές και τις ηθικές αξίες του. Συνεπώς, όταν μια μέρα μας επεσκέφθη ένας διάκονος των μαρτύρων του Ιεχωβά δεν είχαμε λόγους να μη τον μεταχειρισθούμε με τον ίδιο τρόπο του σεβασμού. Είχαμε μαζί του ωραίες συζητήσεις σε θέματα που μας ενδιέφεραν ιδιαίτερα για τον τρόπο με τον οποίο θα εγκατασταθούν στη γη ειρηνικές συνθήκες.
Στην αρχή σχηματίσαμε την εντύπωσι ότι οι προσδοκίες της νέας τάξεως ειρήνης για τις οποίες μας μίλησε έμοιαζαν πολύ με τη τάξι που υπόσχονταν να ιδρύσουν οι κομμουνισταί. Αλλά σιγά σιγά ο μάρτυς του Ιεχωβά μπόρεσε να μας αποδείξη ότι το μέσο της εγκαθιδρύσεως και διατηρήσεως μιας τέτοιας νέας τάξεως πρέπει να προέλθη από μια πηγή ανώτερη από τον άνθρωπο. Μας απέδειξε από την ιστορία πώς το ένα ανθρώπινο πολιτικό σύστημα κατόπιν του άλλου απέτυχαν να επιβάλουν ειρήνη.
Καιρός Αποφάσεως
Σε μια συγκέντρωσι του κομμουνιστικού κόμματος στις αρχές του 1961 πήρα την απόφασι να γνωρίσω περισσότερο την τοπική εκκλησία των μαρτύρων του Ιεχωβά. Θυμούμαι όταν καθόμουν στη συγκέντρωσι του κομμουνιστικού κόμματος και παρατηρώντας τους φίλους μου κομμουνιστάς σε δράσι σκεπτόμουν: Πώς μπορεί μια δίκαιη ανθρώπινη κοινωνία να ιδρυθή και να διατηρηθή από τέτοιους ατελείς ανθρώπους; Επάνω σε ποια βάσι μπορούν οι άνθρωποι να εγγυηθούν διαρκή ειρήνη, δικαιοσύνη και ισότητα; Πώς μπορούν να εγγυηθούν την τιμιότητα που απαιτείται από τα μέλη μιας κοινωνίας όπου όλος ο πλούτος της γης θα πρέπει να διανέμεται εξίσου σε όλους; Πώς μπορούν να εγγυηθούν την αληθινή αγάπη που χρειάζεται για τη διατήρησι της ενότητος μιας τέτοιας κοινωνίας, αφού ούτε τη λέξι αγάπη δεν χρησιμοποιούν στο πρόγραμμά των; Πώς μπορούν να λύσουν τα πραγματικώς μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας, όπως είναι οι ασθένειες, το γήρας και ο θάνατος;
Ξαφνικά άκουσα να καλήται το όνομά μου από το βήμα. Τέντωσα τ’ αυτιά μου και άκουσα ότι με είχαν εκλέξει για μια υπηρεσία στο γραφείο του κόμματος. Τι έπρεπε να κάμω; Μετά το τέλος της συγκεντρώσεως ανέφερα στον πρόεδρο ότι δεν μπορούσα να δεχθώ την υπηρεσία.
Λίγο αργότερα υπέβαλα την παραίτησί μου από μέλος του κόμματος, και τόσο η σύζυγός μου όσο και εγώ παραιτηθήκαμε από την οργάνωσι «DU.» Ο πρόεδρος προσπάθησε να μας μεταπείση, λέγοντας: «Δεν είναι ανάγκη να εγκαταλείψετε το κόμμα για θρησκευτικούς λόγους· υπάρχουν και ιερείς ακόμη που είναι μέλη.» Του εξηγήσαμε ότι εμείς δεν ακολουθούμε το παράδειγμα των ιερέων.
Κάνοντας Συγκρίσεις
Μολονότι παραιτηθήκαμε από το κόμμα, διατηρούσαμε ακόμη ρίζες του κομμουνισμού. Δεν ήμεθα απολύτως βέβαιοι σχετικά με το τι έπρεπε να κάμωμε. Τον Ιούλιο του 1961 επρόκειτο να λάβη χώρα η λεγομένη Εβδομάς της Βαλτικής Θαλάσσης στην πόλι Ροστόκ, της Δυτικής Γερμανίας. Πρόκειται για μια ετησία διεθνή κομμουνιστική συνέλευσι με αντιπροσώπους κυρίως των χωρών της Βαλτικής Θαλάσσης. Η σύζυγός μου κι’ εγώ σκεφθήκαμε να συμμετάσχωμε. Ηγέρθη όμως μια διανοητική πάλη, διότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν μια διεθνή συνέλευσι στην Κοπεγχάγη την ίδια εβδομάδα. Αποφασίσαμε να πάμε στο Ροστόκ.
Όλες τις ημέρες που ήμεθα στο Ροστόκ προσπαθούσαμε να συγκρίνωμε τη ‘συνέλευσί μας’ με τη συνέλευσι που παρακολουθούσαν οι Μάρτυρες στην Κοπεγχάγη. Προσέχαμε τη διαγωγή των ‘αντιπροσώπων μας’ σκεπτόμενοι συγχρόνως τη διαγωγή των Μαρτύρων. Πρέπει να ομολογήσω ότι απογοητευθήκαμε με πολλούς από τους ‘αντιπροσώπους μας.’ Εκάπνιζαν και έπιναν συνεχώς, και το ηθικό επίπεδο δεν ήταν πολύ υψηλό. Μερικές φορές γίνονταν φιλονεικίες και θόρυβος. Λέγαμε τότε μεταξύ μας: ‘Αυτό ασφαλώς δεν συμβαίνει μεταξύ των Μαρτύρων στην Κοπεγχάγη.’ Είχαμε υπ’ όψι την καλή διαγωγή των Μαρτύρων που γνωρίσαμε στη Σουηδία. Είχαμε προσέξει ότι εκείνοι δεν κάπνιζαν, ούτε έπιναν, ούτε επεδίδοντο σε ανηθικότητα. Επίσης παρετηρήσαμε τη σταθερώς ουδέτερη στάσι των όσον αφορά την πολιτική.
Η συνεπής άρνησις των μαρτύρων του Ιεχωβά να λάβουν μέρος στον πόλεμο μας είχε κάμει βαθιά εντύπωσι. Οι κομμουνισταί συχνά μιλούσαν για τη φρίκη του πολέμου, και ιδιαιτέρως του πυρηνικού πολέμου. Αλλά συχνά διερωτώμεθα: Γιατί και οι κομμουνισταί δεν απέχουν επίσης από τον πόλεμο μεταξύ των εθνών, όπως κάνουν οι Μάρτυρες; Γιατί όλες αυτές οι ομιλίες να μη φονεύωνται οι άνθρωποι με πυρηνικές βόμβες όταν οι κομμουνισταί οι ίδιοι μαθαίνουν πώς να φονεύουν με όπλα; Ποια διαφορά υπάρχει για τα θύματα; Στη διάρκεια της Εβδομάδος της Βαλτικής Θαλάσσης οι κομμουνισταί μίλησαν πολύ για τη Βαλτική θάλασσα ότι είναι η «Θάλασσα της Ειρήνης,» και υπεστήριξαν ότι οι χώρες που βρέχονται από τη Βαλτική πρέπει να σχηματίσουν μια απύραυλο ζώνη. Αλλά γιατί οι Ρώσοι εκείνη την εποχή συνώδευσαν αυτή την αξίωσι σε εκρήξεις πανίσχυρων υδρογονικών βομβών στη Νοβάγια Ζέμλυα, περίπου 1.000 μίλια βορειοανατολικά της Βαλτικής Θαλάσσης;
Τα ερωτήματα πολλαπλασιάσθηκαν. Βεβαίως, γνωρίζαμε ότι οι κομμουνισταί είχαν τις δικές τους εξηγήσεις, αλλά τώρα θέλαμε περισσότερο από εξηγήσεις—επιθυμούσαμε να έχωμε την απόδειξι ότι ο κομμουνιστικός τρόπος μπορούσε να βοηθήση το λαό να ζη με ειρήνη. Αλλά μια τέτοια απόδειξις δεν υπήρχε. Αφ’ ετέρου, γνωρίζαμε τις επιθυμητές συνθήκες που επικρατούσαν μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Έτσι, κατά την επιστροφή μας από το Ροστόκ παραδεχθήκαμε ότι πήγαμε στο μέρος που δεν μας ταίριαζε. Έπρεπε να είμεθα στην Κοπεγχάγη μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά.
Το φθινόπωρο του 1961 καθαρίσαμε τη ζωή μας και το σπίτι μας από όλα τα πολιτικά και αθεϊστικά βιβλία, Το έτος 1961 ήταν ένα έτος μεγάλων αλλαγών για μας και το τελειώσαμε με το συμβολισμό της αφιερώσεώς μας στο βάπτισμα την 31 Δεκεμβρίου. Από τότε ασχολούμεθα δραστηρίως στο να διδάσκωμε άλλους—περιλαμβανομένου και του μικρού γυιου μας—για την ειρηνική νέα διάταξι του θεού.
Τα τελευταία πέντε έτη είχαμε το προνόμιο να υπηρετήσωμε ως ολοχρόνιοι διάκονοι, χρησιμοποιώντας το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μας στο κήρυγμα και τη διδασκαλία της Γραφής. Και τον Αύγουστο του 1969, όταν οι μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν τη Διεθνή των Συνέλευσι στην Κοπεγχάγη με την ονομασία «Επί Γης Ειρήνη,» ήμεθα εκεί και μάθαμε περισσότερα, όχι μόνο για την ελπίδα σ’ ένα καλύτερο σύστημα όπου πρόκειται να ζήσωμε, αλλά και για τα δίκαια μέσα που θα το πραγματοποιήσουν—τη βασιλεία του Θεού υπό τον ανάσσοντα Βασιλέα, Ιησούν Χριστόν.—Από Συνεργάτην.