Εκκλησίες σε Επιχειρήσεις
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ χρόνια παρουσιάσθηκε μια διαρκώς μεγαλύτερη απόδειξις ότι οι εκκλησίες έχουν βαθειά ανάμιξι στο μεγάλο εμπόριο, προς μεγάλη έκπληξι πάρα πολλών ανθρώπων. Ναι, οι εκκλησίες έχουν καταθέσει τεράστια χρηματικά ποσά σε μια ευρεία ποικιλία εμπορικών επιχειρήσεων. Επειδή τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών συχνά απαλλάσσονται της φορολογίας, ολιγώτερα φορολογικά εισοδήματα περιέρχονται στη κυβέρνησι. Αυτό δημιουργεί ένα μεγαλύτερο βάρος για τον μέσο φορολογούμενο.
Ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ρήντερς Ντάιτζεστ του Μαρτίου 1969 συζητούσε αυτήν τη διαρροή της φορολογίας και έλεγε: «Για τις Ομοσπονδιακές και Πολιτειακές κυβερνήσεις οι επιχειρήσεις εκείνες που κατέχονται και διευθύνονται από εκκλησίες αντιπροσωπεύουν μια μεγάλη απώλεια εσόδων-φόρων που θα περιήρχοντο στην κυβέρνησι αν οι επιχειρήσεις διευθύνονταν από τη συναγωνιστική ιδιωτική βιομηχανία. Είναι αδύνατον να υπολογισθή επακριβώς η ζημία, αλλ’ οι αρμόδιοι την ανεβάζουν σε $6,5 δισεκατομμύρια το έτος.»
Σκεφθήτε πόσοι προσωπικοί φόροι θα μπορούσαν να ελαττωθούν αν αυτοί οι φόροι των εκκλησιών επληρώνοντο. Η απώλεια αυτή αφορά απλώς την Αμερική. Και άλλες χώρες χάνουν επίσης από το αφορολόγητο εισόδημα των εκκλησιαστικών εμπορικών επιχειρήσεων.
Η κατάστασις στον Καναδά εξετέθη ελευθέρως σε σχόλια μέσω του ραδιοσταθμού της Οττάβα του Οντάριο, την 15 Νοεμβρίου 1968.
Μεταξύ άλλων πραγμάτων ο ραδιοσταθμός αυτός εξέπεμψε και τα παρακάτω σχόλια: «Οι εκκλησίες έβγαλαν φωνή διαμαρτυρίας από τους άμβωνας και τους διαδρόμους των Νομοθετικών σωμάτων ότι θα περιέκοπταν τα καλά έργα των αν εφορολογούντο. . . . Αλλά δεν σας λέγουν από τους άμβωνας ή από οπουδήποτε αλλού ότι η ωργανωμένη εκκλησία σήμερα έχει γίνει μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές οργανώσεις της χώρας, και ότι ούτε μια δεκάρα από τα κέρδη των οργανώσεων αυτών δεν φορολογούνται. Τώρα όταν λέγω εμπορικές οργανώσεις εννοώ ακριβώς αυτό. Οι εκκλησίες στον Καναδά κατέχουν μεγάλο αριθμό μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, γήπεδα για το παιγνίδι της μπάλας, αίθουσες τυχερών παιχνιδιών, πολυκατοικίες. . . . Ο δημοσιογράφος της Βουλής Πωλ Ακεχούρστ υποστηρίζει ότι η εκκλησία στην Οττάβα είναι ένας από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες οικημάτων των πτωχών συνοικιών αποκομίζοντας κέρδη από την εξαθλιωσι των άλλων, και ούτε ένα σεντ από τα κέρδη αυτά δεν φορολογείται.
«Οι Ενωμένες και οι Αγγλικανικές Εκκλησίες του Καναδά έχουν επενδύσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια δολλάρια σε κάθε είδους επιχειρήσεις που μπορεί να φαντασθή κανείς, μερικές δε από τις επιχειρήσεις αυτές ασχολούνται στην κατασκευή όπλων και χειροβομβίδων Ναπάλμ για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ανθρώπων.»
Το Βατικανό είναι η κεφαλή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και αυτό επίσης έχει επιδοθή πάρα πολύ σε μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις. Από τη θέσι του επάνω στον ποταμό Τίβερι της Ρώμης κυβερνά μια τεραστία εμπορική αυτοκρατορία, η οποία εκτείνεται σ’ όλο τον κόσμο.
Τελευταίως εξεδόθη ένα βιβλίο που ρίχνει λίγο φως επάνω στον όγκο των εμπορικών επιχειρήσεών του. Το βιβλίο φέρει τον τίτλο Η Αυτοκρατορία του Βατικανού· εγράφη από τον Νίνο Λο Μπέλλο, Ρωμαιοκαθολικόν δημοσιογράφο. Κατόπιν προσεκτικής ερεύνης ο συγγραφεύς κατώρθωσε να συλλέξη αρκετές αποδείξεις που φανερώνουν ότι το Βατικανό έχει εμπορικές μετοχές καταπληκτικών αληθινά διαστάσεων. Λέγει: «Ως ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους του κόσμου, το Βατικανό κατέχει χρεώγραφα που συχνά λέγουν ότι ανέρχονται σε 5,6 δισεκατομμύρια δολλάρια. Το ποσόν αυτό είναι πιθανώς λιγώτερο από το πραγματικό, διότι το Βατικανό έχει καταθέσεις συναλλάγματος σε τράπεζες σε όλο τον κόσμο, και ο πιο συντηρητικός μάλιστα υπολογισμός του χαρτοφυλακίου του τείνει να δείξη ότι ο αριθμός υπερβαίνει τα 5,6 δισεκατομμύρια δολλάρια.»
Ο αριθμός εταιριών, που είναι δικές του ή στις οποίες είναι ένας μεγάλος μέτοχος μόνο στην Ιταλία, είναι καταπληκτικός. Χρησιμοποιώντας μια δική του εταιρία για ν’ αποκτήση έλεγχο σε πολλές άλλες εταιρίες είναι ικανό ν’ αποκρύπτη σε κάποιο βαθμό την ιδιοκτησία του. Παραδείγματος χάριν, το Βατικανό είναι ο ελέγχων μέτοχος της Ιταλγκάζ, η οποία είναι ο αποκλειστικός προμηθευτής φωταερίου στα σπίτια τριάντα έξη πόλεων της Ιταλίας. Με τη σειρά της, η εταιρία αυτή ελέγχει ένδεκα άλλες εταιρίες που ασχολούνται με πίσα, ανυδρίτες, μεταλλεύματα σιδήρου, φωσφόρο, κοκ, αποστάγματα, πόσιμο νερό, εγκαταστάσεις θερμάνσεως, κουζίνες φωταερίου, διάφορα σκεύη φωταερίου και βιομηχανικούς κλιβάνους.
Το Βατικανό έχει επίσης μετοχές της μεγαλυτέρας οικοδομικής εταιρίας της Ιταλίας, της Γενικής Εταιρίας Ακινήτων, αναφέρει ο κ. Λο Μπέλλο. Εν τούτοις, τελευταίως, το Βατικανό πούλησε το μεγαλύτερο μέρος των 15 τοις εκατό των μετοχών του που είχε σ’ αυτή την κολοσσιαία επιχείρησι ακινήτων. Γιατί; Το περιοδικό Τάιμ της 28 Νοεμβρίου 1989 ανέφερε: «Η κοινοτική αναταραχή αυξάνει στην Ιταλία. Επειδή ενδιαφέρεται να προσαρμόση την εκκλησία με την εργαζόμενη τάξι, το Βατικανό θέλει ν’ αποφύγη ευθύνες για το κλείσιμο ακαταλλήλων εργοστασίων με την απόλυσι εργατών ή να καθήση στην άλλη πλευρά της τραπέζης διαπραγματεύσεων, όταν οι εργατικές ενώσεις ζητούν αύξησι μισθών. . . . Οικονομικοί παράγοντες φρονούν ότι η εκκλησία θα επενδύση περισσότερα κεφάλαια έξω της Ιταλίας από όσα έχει επενδύσει στο παρελθόν.»
Η Εταιρία Μοντεκατίνη—Έδισον έχει πολλούς λαϊκούς που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα του Βατικανού και υπηρετούν στα διοικητικά συμβούλια. Αυτό δείχνει ότι το Βατικανό έχει μέρος μετοχών σ! αυτή την εταιρία. Η εταιρία αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες της Ιταλίας. Κατέχει ή ελέγχει στη χώρα αυτή δέκα εννέα άλλες εταιρίες. Εκτός της Ιταλίας έχει πολλές ξένες συνεταιρικές επιχειρήσεις.
Τράπεζες και Ασφαλιστικές Εταιρίες
Οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας έχουν στενούς δεσμούς με το Βατικανό. Αυτές είναι η Εμπορική Τράπεζα της Ιταλίας, η Κρέντιτο Ιταλιάνο και η Μπάνκο Ντι Ρώμα. Μια τετάρτη τράπεζα, η Μπάνκο Ντι Σάντο Σπίριτο (Τράπεζα του Αγ. Πνεύματος), είναι εξ ολοκλήρου ιδιοκτησία του Βατικανού. Οι τέσσερες αυτές τράπεζες «κρατούν άνω των 20 τοις εκατό των καταθέσεων όλων των τραπεζών στην Ιταλία,» λέγει ο κ. Λο Μπέλλο.
Αλλ’ αυτές δεν είναι οι μόνες τράπεζες που συνδέονται με το Βατικανό. Στη βόρειο Ιταλία το Βατικανό έχει επτά μεγάλες τράπεζες. Υπάρχουν ακόμη και δέκα τρεις άλλες τράπεζες στις οποίες έχει μεγάλες καταθέσεις. Σε εξήντα δύο άλλες τράπεζες έχει μικρότερα συμφέροντα. Εκτός των τραπεζών αυτών, υπάρχουν, σύμφωνα με τον κ. Λο Μπέλλο, «χιλιάδες και χιλιάδες μικρών αγροτικών τραπεζών σε όλη την Ιταλία» που «είναι 100 τοις εκατό Ιδιοκτησία του Βατικανού ή της επιτόπιου κοινοτικής εκκλησίας. . . . Πολλές από τις μικρές αυτές τράπεζες εδρεύουν στη νότιο Ιταλία και στα δύο μεγάλα Μεσογειακά νησιά, Σικελία και Σαρδηνία.»
Το 1967 ένα οικονομικό ίδρυμα, ιδιοκτησία μιας εταιρίας τσιμέντων που ελέγχεται από το Βατικανό, αγόρασε οκτώ τράπεζες και τις συνεχώνευσε σε μια νέα εταιρία, την Ινστιτούτο Μπανκάριο Ιταλιάνο. Με τις σχεδιαζόμενες νέες συγχωνεύσεις η εταιρία αυτή θα γίνη ένα από τα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα της Ευρώπης.
Όπως θα ανεμένετο, ο ασφαλιστικός τομεύς δεν έχει παραμεληθή από το Βατικανό. Έχει στην ιδιοκτησία του δύο εξέχουσες ασφαλιστικές εταιρίες, την Ασικιουρατζιόνι Τζενεράλι Ντι Τριέστε ε Βενέτζια και την Ριουνιόνε Αδριάτικα Ντι Σικιουρτά. Εκτός αυτών των δύο υπάρχουν τουλάχιστον εννέα άλλες ασφαλιστικές εταιρίες που συνδέονται με το Βατικανό.
Υπάρχουν ακόμη και άλλες εταιρίες που κατέχονται ελέγχονται ή είναι κάτω από την επιρροή του Βατικανού και ασχολούνται με υφαντά, πυρομαχικά, δυναμίτιδα, μεταλλεία, φαρμακευτικά είδη, γούνες, ζάχαρη, χαρτικά προϊόντα, διαφημίσεις, φορτώσεις, αυτοκίνητα, τηλεφωνικές επικοινωνίες, εγκαταστάσεις λουτρού, υδραυλικά είδη, χρώματα, πλαστικά, χημικά, μακαρόνια, κουμπιά, κυτταρίνη, βαμβάκι, μαλλιά, έτοιμα ενδύματα, τουριστικά είδη, μεγάλα καταστήματα, ξενοδοχεία κλπ. Δύσκολα μπορεί να βρεθή ένα τμήμα του εμπορικού κόσμου στο οποίο το Βατικανό να μην έχη επενδύσει τα χρήματα του.
Η Συνθήκη του Λατερανού
Σύμφωνα με τον Λο Μπέλλο, ένα εργοστάσιο πολεμοφοδίων, ιδιοκτησίας του Βατικανού, «επρομήθευε όπλα για τον Ιταλικό στρατό,» όταν είχε εισβάλει, στην Αιθιοπία το 1985. Λίγα χρόνια προηγουμένως, το 1929, το Βατικανό είχε υπογράψει ένα κονκορδάτο με τον τότε κυβερνήτη της Ιταλίας, Φασιστή δικτάτορα Μουσολίνι. Το κονκορδάτο αυτό είναι γνωστό στην ιστορία ως Συνθήκη του Λατερανού.
Μεταξύ άλλων πραγμάτων, η συνθήκη αυτή επλήρωσε στο Βατικανό για τα παπικά κράτη τα οποία είχεν καταλάβει το βασίλειο της Ιταλίας κατά τον δέκατον ένατο αιώνα. Η εδαφική αυτή περιοχή είχε έκτασι περίπου 16.000 τετραγωνικά μίλια μέσα στα σύνορα της Ιταλίας. Για αποζημίωσι ο Μουσολίνι έδωσε στο Βατικανό 90 εκατομμύρια δολλάρια. Συνεφώνησε επίσης να πληρώνη τους μισθούς των ενοριακών Ιερέων σε όλη την Ιταλία. Έως σήμερα η Ιταλική κυβέρνησις, αναφέρει ο Λο Μπέλλο, πληρώνει τους μισθούς σε περισσότερους από 30.000 ιερείς, παρά το γεγονός ότι το Βατικανό είναι πλήρως σε θέσι να πληρώνη τους μισθούς αυτούς.
Το κονκορδάτο παρείχε επίσης στο Βατικανό απαλλαγή από φορολογία και ο Μουσολίνι επεξέτεινε την απαλλαγή αυτή και στα εισοδήματα από τις εμπορικές εταιρίες του Βατικανού. Κάποια προσπάθεια έγινε τελευταία από την Ιταλική κυβέρνησι για τη φορολογία των μερισμάτων που λαμβάνει το Βατικανό από τις κολοσσιαίες επενδύσεις του. Αλλ’ η προσπάθεια αυτή δεν υπήρξε πολύ επιτυχής έως το 1968, οπότε ανεφέρθη ότι το Βατικανό υπέκυψε στις απαιτήσεις της ιταλικής κυβερνήσεως να πληρώνη φόρους επί των μερισμάτων των μετοχών του.
Αφού παρέταξε μερικές από τις πολλές εταιρίες, στις οποίες το Βατικανό έχει σημαντικό αριθμό μετοχών, ο κ. Λο Μπέλλο παρατηρεί: «Οι παραπάνω λεπτομέρειες παρέχουν μια ανησυχητικώς οξεία διαπίστωσι του γεγονότος ότι το Βατικανό και οι άνθρωποί του έχουν πραγματικά χαράξει μια θέσι για τον εμπορικό τους οίκο στον κόσμο του μεγάλου εμπορίου.»
Οι μεγάλες εμπορικές κυριότητες του Βατικανού και άλλων θρησκευτικών οργανώσεων τους συνδέουν αχώριστα με τον εμπορικό κόσμο. Πόσο αντίθετη είναι η πορεία των πραγματικών Χριστιανών για τους οποίους ο Ιησούς Χριστός είπε: «Εκ του κόσμου δεν είναι!»—Ιωάν. 17:16.
Η θρησκευτική οργάνωσις που υπηρετεί πραγματικά τον Θεό, σε αρμονία με το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, περιορίζεται στο κήρυγμα και τη διδασκαλία των σωτηρίων αληθειών του Λόγου και δεν εμπλέκεται σε εμπορικές επιχειρήσεις. Ακολουθώντας τις οδηγίες της Γραφής δεν αναμιγνύεται εις «βιωτικάς υποθέσεις.»—2 Τιμ. 2:4.