Ήμουν ένας Αφρικανός «Αγροτικός Γιατρός»
Όπως ελέχθη στον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Λιβερία
ΕΝΑΣ Αφρικανός «αγροτικός γιατρός» δεν είναι ένας συνήθης γιατρός. Το γνωρίζω διότι ήμουν ένας απ’ αυτούς.
Οι άνθρωποι ήρχοντο σε μένα διότι ζητούσαν εκδίκησι εναντίον πραγματικών εχθρών. Εγώ απεφάσιζα για την ποινή και την επέβαλλα με μαγικά μέσα. Ήμουν ειδικευμένος στη μαντεία και κατασκεύαζα «γιατρικά» για να προστατεύσω κάποιον από «τα πνεύματα των νεκρών» ή από εκείνους που ζητούσαν να κάμουν κακό σ’ ένα άτομο.
Χρόνια πριν αρχίσω την άσκησι της μαντείας, παρακολουθούσα τακτικά μια από τις εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου και αργότερα πήγα σ’ ένα σχολείο μιας Ιεραποστολής. Γιατί; Διότι όταν ήμουν μικρός, ο θείος μου με έπαιρνε σε μια εκκλησία στη Μονροβία. Μου εξήγησε ότι εκείνοι που δεν πήγαιναν στην εκκλησία θα πήγαιναν στο πυρ της κολάσεως, όπου θα καίγονταν πρώτα οι άκρες των δακτύλων, κατόπιν ο ένας βραχίων, έπειτα ο άλλος βραχίων, κατόπιν τα άλλα άκρα και τελικά ολόκληρο το σώμα. Όταν θα είχε καή ολόκληρος, τότε ο Θεός θα έκανε ώστε το κάψιμο ν’ αρχίση πάλι από την αρχή, και αυτό θα επαναλαμβανόταν επ’ άπειρον, είπε.
Φοβόμουν το κάψιμο. Έτσι, μαζί με τόσους άλλους, πήγαινα κι εγώ στην εκκλησία. Αλλά ο εκκλησιασμός δεν με άλλαξε και πάρα πολύ. Η πραγματική μου θρησκεία ήταν ακόμη η λατρεία των «πνευμάτων» των προγόνων μου.
Οι προσπάθειες της εκκλησίας μου να με κάμη να σταματήσω να λατρεύω τα «πνεύματα» απέτυχε. Γιατί; Η εκκλησία δεν εδίδασκε ότι οι νεκροί δεν ήσαν ζωντανοί και επομένως ότι δεν μπορούσαν να λαβαίνουν τέτοια λατρεία. Όχι, η εκκλησία τα έλεγε διαφορετικά. Μ’ εδίδασκαν ότι κάθε άτομο είχε μια αθάνατη ψυχή που εξακολουθούσε να ζη μετά τον θάνατο του σώματος. Αυτό ενίσχυε περισσότερο την πίστι μου ότι οι πρόγονοι μου ήσαν ζωντανοί και χρειάζονταν καταπράυνσι. Επί τέλους οι μη Χριστιανοί συγγενείς μου, σκεπτόμουν, δεν απείχαν και πολύ από την αλήθεια.
Μαθαίνω Πώς να Γίνω ένας «Αγροτικός Γιατρός»
Δυστυχώς δεν μπορούσα να διαβάσω τη Γραφή μόνος μου για να δω τι ακριβώς έλεγε για τον Θεό και τις οδούς του. Μόνον όταν έγινα είκοσι ετών, ενέδωσε ο κηδεμών μου στα τόσα χρόνια παρακλήσεών μου και μ’ έστειλε στο σχολείο. Ύστερ’ από τρία χρόνια, αναγκάσθηκα να συνοδεύσω τον πάσχοντα κηδεμόνα μου στην κυριώτερη «ιατρούπολι» της χώρας μου. Εκεί παρηκολούθησα μια σειρά μαθημάτων στην «αγροτική ιατρική.» Αυτό περιελάμβανε την παρασκευή και την χορήγησι δηλητηρίων που κατασκευάζονταν από φλοιούς δέντρων, από φύλλα ή από τη χολή κροκοδείλων. Η γνώσις αυτή ήταν αναγκαία για το έργο του «αγροτικού γιατρού» του οποίου οι πελάτες ζητούσαν εκδίκησι εναντίον των εχθρών.
Αφού ακούση κάποιο παράπονο, ο «αγροτικός γιατρός» αποφασίζει αν αξίζη να επιβληθή τιμωρία και μέχρι ποιου βαθμού. Η εκπαίδευσις πώς να γίνω ένας τέτοιος γιατρός δεν ενοχλούσε τη συνείδησί μου, παρ’ όλα τα χρόνια που πήγαινα στην εκκλησία. Επίστευα ότι ο Θεός όχι μόνο επέτρεπε στον «αγροτικό γιατρό» να εκτελή το έργο του της επιβολής εκδικήσεως, αλλ’ επίσης τον ενδυνάμωνε να το κάνη αυτό.
Η μαντεία ήταν άλλη μια απαίτησις για να μάθω καλά την τέχνη μου. Οι μέθοδοι της μαντείας περιελάμβαναν να κοιτάζω το νερό σ’ ένα δοχείο ή να κοιτάζω ένα καθρέπτη. Για προστασία από τα πνεύματα των αποθανόντων ή από τους κακούς ανθρώπους, έμαθα να φτιάχνω διάφορα «γιατρικά.» Συχνά αυτά τα έβαζαν σε μια φιάλη και τα έθαβαν στο κατώφλι ενός σπιτιού, αφήνοντας μόνο την κορυφή της φιάλης να εξέχη.
Μια μέρα όλα μου τα υπάρχοντα κάηκαν όταν μια πυρκαϊά ερήμωσε το χωριό. Η αποκαρδίωσί μου μετεβλήθη σε κατάπληξι όταν μου είπαν ότι αυτό ήταν σημάδι από τα πνεύματα ότι θα λάβαινα περισσότερη δύναμι. Την επόμενη μέρα ο αρχηγός γιατρός μού έδωσε ένα δαχτυλίδι και μου εκμυστηρεύθηκε: «Αν το φορέσης αυτό στο δάχτυλό σου και αρχίσης να το τρίβης, θα γίνης αόρατος σ’ όλους εκείνους που στέκονται κοντά σου. Ιδού οι νόμοι του δακτυλιδιού: Μη κοιτάζης τον ήλιο όταν είναι μεσημέρι· μη τρως κρεμμύδια!»
Η πρώτη φορά που δοκίμασα να τρίψω το δαχτυλίδι, οι άνθρωποι με προσπερνούσαν σαν να μην ήμουν εγώ εκεί. Αλλά τη δεύτερη φορά απογοητεύθηκα πολύ. Ο έμπιστος φίλος μου εξήγησε: «Δεν πετυχαίνει πάντοτε, αλλ’ είναι ένας εύκολος τρόπος να κερδίζης χρήματα. Θα σου δείξω πώς να το κατορθώνης.» Από τότε επρομήθευα δαχτυλίδια επί πληρωμή για να κάνω κάποιον αόρατο ή δαχτυλίδια για φιλόδοξους ανθρώπους που ζητούσαν δύναμι και θέσι.
Σε μια περίπτωσι έκαμα ένα δαχτυλίδι για τον αρχηγό μιας φυλής και με πλήρωσε $32, βέβαιος ότι θα τον έκανε αόρατο και ότι θα ήταν εξουσιοδοτημένος ως αρχηγός για πάντα. Αλλά σε μια περίπτωσι, όταν το δαχτυλίδι τού φάνηκε ότι δεν λειτούργησε, απλώς του είπα ότι το πνεύμα του δαχτυλιδιού επισκεπτόταν προσωρινά άλλα μέρη της γης.
Αβεβαιότης και Σύγχυσις
Όταν ήμουν είκοσι τεσσάρων ετών απεφάσισα να ξαναγυρίσω στο σχολείο. Οι γονείς μου ειρωνεύθηκαν την ιδέα μου, αλλά εγώ δεν επρόκειτο ν’ αλλάξω γνώμη. Εγγράφηκα σ’ ένα σχολείο μιας ιεραποστολής, και μολονότι οι μαθηταί που ήσαν μικρά παιδιά με κορόιδευαν, ο δάσκαλος με ενεθάρρυνε: «Κάμε το καλύτερο που μπορείς. Κι εγώ ήμουν μεγάλος σαν κι εσένα κι όμως πήγαινα στο σχολείο. Τώρα σε διδάσκω.»
Στη διάρκεια των θρησκευτικών μού έλεγαν: «Είναι κακό να τιμωρής οποιονδήποτε για το κακό που σου έκανε, ή να τον βλάπτης με την αγροτική ιατρική.» Υπερασπίζοντας τις πεποιθήσεις μου ότι ο «αγροτικός γιατρός» ήταν ουσιαστικά το μέσον του Θεού για ν’ ανταποδίδη κακόν αντί κακού, απαντούσα: «Αφού ο Θεός τιμωρεί τους ανθρώπους που του κάνουν κακό, τότε κι εμείς απλώς ακολουθούμε το παράδειγμά του και τιμωρούμε τους ανθρώπους όταν μας κάνουν κακό.» Αλλά ο δάσκαλος επέμενε: «Εμείς δεν πρέπει να το κάνωμε. Ο Θεός έχει το δικαίωμα να το κάνη.» Εν τούτοις εγώ σκεπτόμουν ότι αν αυτό ήταν αλήθεια, γιατί ο Θεός έκανε να πετυχαίνουν τα «γιατρικά;» Αυτό δεν μου το εξηγούσαν.
Αλλά η αβεβαιότης μου έγινε σύγχυσις όταν προσπάθησα να κατανοήσω τη διδασκαλία της Τριάδος. Σε απάντησι στο ερώτημά μου για το πώς μπορούσαν να υπάρχουν τρεις θεοί μέσα σ’ έναν Θεό, μου είπαν ότι δεν μπορούσα να εννοήσω αυτό το μυστήριο. Μη ικανοποιημένος, ερώτησα πώς ήταν δυνατόν να το κατανοή ο «Πατήρ» αλλ’ όχι εμείς οι άλλοι. «Θα πάρης απάντησι αύριο,» μου απάντησαν. Αλλά την άλλη μέρα απλώς με τιμώρησαν και με απείλησαν να με διώξουν αν ξανάκανα άλλες τέτοιες ερωτήσεις.
Στο σχολείο της ιεραποστολής διδάχθηκα ότι ο πόλεμος δεν ήταν κακό, διότι οι Χριστιανοί είχαν υπερασπισθή τους εαυτούς των στο παρελθόν και πρέπει να εξακολουθήσουν να το κάνουν αυτό. Απ’ όσα έμαθα σ’ αυτό το σχολείο, ο Θεός παίρνει το μέρος της μιας παρατάξεως στις μάχες και στους ανταγωνισμούς και γι’ αυτό το λόγο μας παρώτρυναν να προσευχώμεθα να νικήσωμε σ’ έναν αγώνα ποδοσφαίρου. Και όταν πράγματι νικούσαμε χαιρόμασταν, βέβαιοι ότι ο Θεός ήταν με το μέρος μας.
Σ’ όλα αυτά τα χρόνια εξακολουθούσα να θυσιάζω στα «γιατρικά» μου τρίβοντάς τα με το αίμα κάποιου θύματος, συνήθως ενός κοτόπουλου. Παρευρισκόμουν στις εκκλησιαστικές λειτουργίες, κι όμως εμπιστευόμουν στα «γιατροσόφια» μου και στη μαγεία. Παρ’ όλα τα έτη της εκκλησιαστικής διδασκαλίας, επίστευα ακόμη ότι τίποτα δεν υπήρχε, σαν την «Αφρικανική επιστήμη» που ασκούσε ο «αγροτικός γιατρός» για να διευθετή τα προβλήματα της ζωής.
Επί Τέλους η Αλήθεια
Το 1956 πήρα βιβλία από κάποιον μάρτυρα του Ιεχωβά στη Βοϊντζάμα. Εκεί μέσα διάβασα ότι η άσκησις πνευματισμού, που περιλαμβάνει μαντεία, μαγεία, γοητεία και το δέσιμο ενός με ξόρκια, είναι κακά σύμφωνα με το Δευτερονόμιο 18:10-12 και Αποκάλυψι 21:8. Για περισσότερες εξηγήσεις πήγα να δω αυτόν τον μάρτυρα. Μου έδειξε καθαρά ότι η εμπιστοσύνη μου στα «γιατροσόφια» ήταν πνευματισμός και καταδικαζόταν στη Γραφή. Έμαθα από τη Γραφή ότι ο Θεός αντιτίθεται σε κάθε μορφή μαντείας και μαγείας. Τα επόμενα λόγια του μάρτυρος με ξάφνιασαν: ‘Όλοι εκείνοι που ακολουθούν να ασκούν αυτά τα πράγματα δεν θα επιζήσουν από «τον πόλεμο της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος,» που ονομάζεται Αρμαγεδδών, ούτε και θα ζήσουν στο ένδοξο νέο σύστημα πραγμάτων.’—Αποκάλ. 16:14, 16.
Κατόπιν ο μάρτυς μου έδωσε απαντήσεις από τη Γραφή σε πολλές άλλες ερωτήσεις που είχα. Άρχισα να βλέπω για πρώτη φορά ότι «ο θεός του κόσμου τούτου» είναι ο Σατανάς ο Διάβολος και ότι ακόμη και οι λεγόμενες Χριστιανικές εκκλησίες είχαν έλθει κάτω από την επιρροή του. (2 Κορ. 4:4) Η πραγματική αλήθεια βρισκόταν στη Γραφή. Έπρεπε να την μελετήσω και να ελευθερωθώ από τις παγίδες του Διαβόλου. Πραγματικά είχα υπηρετήσει τον Διάβολο και τους δαιμονικούς αγγέλους του.—Αποκάλ. 12:7-9.
Ο συγκλονισμός απ’ όλα αυτά—ότι ως «αγροτικός γιατρός» είχα παροδηγηθή από τον Διάβολο—ήταν τόσο δυνατός ώστε τις επόμενες δύο εβδομάδες δεν μπορούσα να σκεφθώ τίποτε άλλα. Στο τέλος αυτού του διαστήματος είχα κάμει την εκλογή μου. Νωρίς ένα πρωί πριν φέξη, μάζεψα όλα τα «γιατρικά» μου και το πολύτιμο μαγικό δαχτυλίδι μου. Αφού τα έβαλα όλα μέσα σ’ ένα σάκκο, τα πέταξα μέσα στο ποτάμι. Κανένας δεν ήταν εκεί τριγύρω, αλλά ήξερα ότι ο αληθινός Θεός, ο Ιεχωβά, παρατηρούσε.—Παροιμ. 15:3.
Όσο για τα εκκλησιαστικά συστήματα ήμουν εξωργισμένος που με είχαν εξαπατήσει στη δεισιδαιμονία και στον δαιμονισμό με την ψευδή διδασκαλία τους ότι ο άνθρωπος έχει αθάνατη ψυχή. Αυτή η ψευδής διδασκαλία ήταν η βάσις για τους ανόητους φόβους μου για τα πνεύματα των πεθαμένων. (Ιεζ. 18:4) Και πόσο χάρηκα όταν έμαθα ότι η Γραφή δεν διδάσκει τη μυστηριώδη Τριάδα! Από τη Γραφή μπορούσα τώρα να δω ότι ο Ιεχωβά είναι ένας Θεός, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι πραγματικά ο Υιός του και ότι το άγιο πνεύμα είναι η αόρατη ενεργός δύναμις του Θεού.—1 Κορ. 8:6· Ματθ. 16:16, 17· Πράξ. 1:8· 2:2-4, 16, 17.
Έγιναν διευθετήσεις να έλθη ένας μάρτυς στο χωριό μου και να μελετήση μαζί μου τη Γραφή. Αυτό μου έδωσε την ακριβή γνώσι που χρειαζόμουν για να κάμω την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά. Εδιάλεξα ν’ ακολουθήσω το ωραίο παράδειγμα του Ιησού του Ναυή: «Εγώ όμως και ο οίκος μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.»—Ιησ. Ναυή 24:15, ΜΝΚ.
Υπηρετώντας τον Αληθινό Θεό για Ζωή
Όταν διαδόθηκαν τα νέα ότι είχα διακόψει κάθε σχέσι με τη μαγεία και κάθε μορφή πνευματισμού, μ’ εκάλεσαν στην είσοδο της τοπικής μυστικής κοινωνίας της «ζούγκλας.» Εκεί ο αρχηγός «γιατρός» ή ζου με ρώτησε: «Εσύ είσαι εκείνος που είπες ότι δεν έχεις πια καιρό για την Πόρο και την Σάντε [ιθαγενείς μυστικές κοινωνίες] και πέταξες όλα σου τα γιατρικά μέσα στο νερό;»
«Ναι,» απάντησα.
«Δεν φοβάσαι όλη αυτή τη συγκέντρωσι εδώ, και που παραδέχεσαι ενώπιόν μας αυτά τα πράγματα;»
Σ’ αυτό απήντησα: «Δεν θα επιτρέψω ώστε ο φόβος για σας να με αναγκάση να κάμω αυτό που είναι κακό ενώπιον του ζώντος Θεού Ιεχωβά!»
«Πήγαινε και υπηρέτησε τον Ιεχωβά σου,» βροντοφώνησε ο ζου, «αλλά θα μάθης ποιοι είμαστε εμείς!» Αυτό ήταν καθαρά ένας υπαινιγμός ότι θα έπρεπε να αναμένω να δηλητηριασθώ από την «αγροτική ιατρική.» Εγκαταλείποντας αυτούς και προχωρώντας κατ’ ευθείαν εμπρός, εζήτησα προστασία από τον Ιεχωβά μέσω προσευχής.
Καμμιά συμφορά δεν με βρήκε. Αλλ’ αργότερα ο θείος μου, ο αρχηγός της οικογενείας μας, με αποκλήρωσε επισήμως με τα λόγια: «Ό,τι καλό σου έλθη μη το φέρης σε μένα και ό,τι κακό σε βρη, φύλαξέ το για τον εαυτό σου!» Παρ’ όλη αυτή την εναντίωσι, φέρθηκα στους συγγενείς μου με καλωσύνη, διότι εγνώριζα ότι η υπηρεσία του Ιεχωβά εσήμαινε να ζω σύμφωνα με τις υψηλές αρχές που βρίσκονται στο Λόγο του, τη Γραφή.
Αφού δεν ήμουν πια ένας «αγροτικός γιατρός,» βρήκα εργασία ως καθαριστής μερών τρακτέρ έναντι πολύ χαμηλού μισθού. Ο επιστάτης γρήγορα είδε ότι εγώ εργαζόμουν, ενώ οι άλλοι ξέφευγαν. Μια μέρα ο επιστάτης ήταν μεθυσμένος την ώρα που έφθασε ένα φορτίο με τμήματα τρακτέρ. Έτσι παρέλαβα το φορτίο αντί γι’ αυτόν, ελέγχοντας για να βεβαιωθώ ότι όλα τα μέρη ήσαν εκεί. Οι συνάδελφοί μου με κορόιδευαν που έκανα αυτή την εργασία χωρίς πληρωμή. Αλλ’ ο επιστάτης εξετίμησε που του έσωσα τη θέσι του, και μέσα σε λίγο καιρό κέρδιζα πενταπλάσια από τον αρχικό μου μισθό.
Μολονότι η καλή εκτέλεσις της κοσμικής μου εργασίας μου έφερνε ικανοποίησι, εγνώριζα ότι θα είχα ακόμη μεγαλύτερη ικανοποίησι αν θα μπορούσα να διαθέτω περισσότερο χρόνο στο κήρυγμα των Γραφικών αληθειών σε άλλους. Έτσι η σύζυγός μου κι εγώ συμφωνήσαμε να εισέλθω στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος ύστερα από μια Χριστιανική συνέλευσι που θα γινόταν στη Γκμπάρνγκα. Εγκατέλειψα την εργασία μου και έφερα όλη μου την περιουσία και τις οικονομίες μου καθώς και τη σύζυγό μου και το νεαρό γυιο μου στη συνέλευσι. Απροσδόκητα στρατιώτες διέλυσαν τη συνέλευσι και έθεσαν σε δοκιμασία την πίστι μας στο ζήτημα της αποδόσεως θρησκευτικού χαιρετισμού σε μια κοσμική σημαία. Επί τρεις ημέρες και τρεις νύχτες δεν μας έδωσαν καμμιά τροφή ούτε νερό καθώς μας είχαν περιορισμένους σ’ ένα ανοιχτό οικόπεδο. Μετά την απόλυσί μας διαπιστώσαμε ότι όλα μας τα πράγματα είχαν κλαπή. Αλλά μερικοί από τους Χριστιανούς αδελφούς μου μού έδωσαν λίγα χρήματα, ώστε να μπορέσω να γυρίσω στο σπίτι μου. Το πρώτο βράδυ στο σπίτι κυνήγησα και σκότωσα δυο ελάφια κι ένα σκαντζόχοιρο. Το υπόλοιπο έτος συντηρούσα την οικογένειά μου μ’ αυτόν τον τρόπο.
Τελικά το 1964 πραγματοποιήθηκε η επιθυμία της καρδιάς μου να υπηρετήσω τον Ιεχωβά όσο το δυνατό πληρέστερα. Τον καιρό εκείνο έγινα ολοχρόνιος κήρυξ της βασιλείας του Θεού. Ο Ιεχωβά επρομήθευσε θαυμαστά για μας και εξακολουθώ να είμαι στην εκλεκτή μου υπηρεσία παρ’ όλον ότι έχω τώρα έξι παιδιά.
Στη διάρκεια των χρόνων που πέρασαν είχα τη χαρά να δω την ανεψιά μου και έναν από τους θείους μου να δέχωνται τη Γραφική αλήθεια, και άλλα μέλη της οικογενείας μου ενδιαφέρονται τώρα. Μου δόθηκε μια ευκαιρία να δείξω Χριστιανική αγάπη όταν ο μεγαλύτερος αδελφός μου αρρώστησε και τον έφεραν στην πόλι μας για θεραπεία. Δεν ήλθε να μείνη στο σπίτι μου, διότι είχε εναντιωθή σκληρά να υπηρετήσω τον Ιεχωβά. Εν τούτοις εγώ πήγα σ’ αυτόν και τον έφερα στο σπίτι μου, του έδωσα τροφή και τον περιποιήθηκα όσο καλύτερα μπορούσα. Ύστερ’ από λίγον καιρό ήλθαν άλλα μέλη της οικογενείας, λέγοντας: «Ο τρόπος σου που υπηρετείς τον Θεό είναι πολύ ωραίος. Ποτέ δεν ξέραμε ότι θα ήταν τέτοιος. Δεν στράφηκες εναντίον μας, αλλά μας έδειξες καλωσύνη και σεβασμό σε ανταπόδοσι της περιφρονήσεως.»
Πόσο διαφορετικοί είναι οι οδοί της αληθινής Χριστιανοσύνης από τις οδούς του Αφρικανού «αγροτικού γιατρού»! Αντί ν’ ανταποδίδω κακόν αντί κακού, κάνω όπως λέγει η Γραφή: «Νίκα δια του αγαθού το κακόν.» (Ρωμ. 12:17-21) Πόσο ευτυχής είμαι που εγκατέλειψα την Αφρικανική «αγροτική ιατρική» και την ψευδή θρησκεία του Χριστιανικού κόσμου και βγήκα από το σκοτάδι στο θαυμαστό φως για να υπηρετήσω τον Ιεχωβά!