«Νομίζαμε ότι Ήταν η Αστυνομία»
Ο απόστολος Παύλος έγραψε ότι «ο λόγος του Θεού είναι ζων και ενεργός.» (Εβρ. 4:12) Πραγματικά η Γραφή μπορεί ν’ ασκήση τη δύναμί της με το να δίνη στα άτομα μια σταθερή ελπίδα για το μέλλον και να τα βοηθή να μεταμορφώσουν τη ζωή τους προς το καλύτερο.
Σε μια πρόσφατη συνέλευσι των μαρτύρων του Ιεχωβά ένα νεαρό νυμφευμένο άτομο στη Φιλαδέλφεια εξηγεί πόσο αληθινό ήταν αυτό στη ζωή του:
«Το περασμένο καλοκαίρι στη διάρκεια των διακοπών μας ο νεώτερος αδελφός μου ήλθε από τη Χαβάη να επισκεφθή τη γυναίκα μου κι εμένα και κάναμε μαζί ένα ταξίδι σε κατασκήνωσι. Κάθε βράδυ στην υπαίθρια συγκέντρωσι μας εδιάβαζε τη Γραφή. Μπορούσαμε να διακρίνωμε ότι πολλά απ’ αυτά που λέγει η Γραφή φαινόταν να έχουν σχέσι με τα σημερινά γεγονότα. Έτσι όταν γύρισε στη Χαβάη, η γυναίκα μου κι εγώ εξακολουθήσαμε να διαβάζωμε τη Γραφή δυνατά ο ένας στον άλλο κάθε μέρα. Γρήγορα τελειώσαμε όλες τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές και αρκετό μέρος από τις Εβραϊκές Γραφές.
«Από την ανάγνωσί μας και απ’ αυτά που παρατηρούσαμε να γίνωνται στον κόσμο, φθάσαμε στο συμπέρασμα ότι μια μεγάλη καταστροφή επρόκειτο να έλθη επάνω στη γη και ότι μόνο ένας μικρός αριθμός ανθρώπων θα επιζούσαν. Πιστεύαμε ότι τότε η γη θα είχε για μια ακόμη φορά την ευκαιρία να αναπτύξη τη φυσική της ομορφιά.
«Εκείνον περίπου τον καιρό ένας φίλος μας ήλθε να μας επισκεφθή από τη Βέρμοντ, και του είπαμε τα πράγματα που μαθαίναμε από τη Γραφή. Είπε ότι μιλούσαμε σαν μάρτυρες του Ιεχωβά. Μη γνωρίζοντας πραγματικά ποιοι ήσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν δώσαμε σημασία στην παρατήρησί του αλλά συνεχίσαμε την καθημερινή μας ανάγνωσι της Γραφής. Είμαστε αληθινά χαρούμενοι για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, και δεν εστενοχωρούμεθα υπερβολικά για τα φοβερά πράγματα που βλέπαμε να συμβαίνουν στον κόσμο.
«Καθώς το καλοκαίρι πλησίαζε στο τέλος του, αποθαρρυνθήκαμε λίγο. Δεν μπορούσαμε να καταλάβωμε όλα όσα διαβάζαμε στη Γραφή και δεν νομίζαμε ότι θα έπρεπε να είμεθα μόνοι μας με τις σκέψεις μας. Όταν όμως εξετάζαμε τις εκκλησίες μπορούσαμε να δούμε ότι δεν εκήρυτταν το άγγελμα της Γραφής και είχαν συχνά συνήθειες που καταδικάζονταν στη Γραφή.
«Κατόπιν αποκτήσαμε ένα αντίτυπο της Γραφής που χρησιμοποιούσε το Θείο όνομα Ιεχωβά. Μια μέρα που ήμαστε σε πραγματική απόγνωσι προσευχηθήκαμε στον Θεό, χρησιμοποιώντας το Θείο όνομα για πρώτη φορά. Προσευχηθήκαμε να μας δώση κατανόησι και βοήθεια για να γνωρίσωμε πού να στραφούμε και τι να κάμωμε. Ύστερα από λίγα μόνο λεπτά, όπως μας φάνηκε, χτύπησε το κουδούνι της πόρτας.
«Επειδή δεν γνωρίζαμε άλλους ανθρώπους στη Φιλαδέλφεια και επειδή ήμαστε μπλεγμένοι με τα ναρκωτικά, έχοντας μάλιστα μερικά κρυμμένα στο σπίτι εκείνο τον καιρό, νομίσαμε ότι ήταν η αστυνομία.
«Πήγαμε προσεκτικά στην πόρτα και είδαμε ότι, αντί για την αστυνομία, ήταν μια νεαρή γυναίκα με τον γυιο της. Ήταν μια διάκονος και επιθυμούσε να μας μιλήση γι’ αυτά ακριβώς τα πράγματα για τα οποία είχαμε μόλις προσευχηθή. Όταν μας είπε ότι ήταν μια μάρτυς του Ιεχωβά, θυμήθηκα την προηγουμένη παρατήρησι του φίλου μου. Αφού μιλήσαμε για λίγο για τη Γραφή, μας άφησε ένα αντίτυπο του βιβλίου «Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή» και ανέφερε τις συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά. Εκείνο το βράδυ διαβάσαμε ολόκληρο το βιβλίο «Αλήθεια». Διαπιστώσαμε ότι όλες οι σκόρπιες ιδέες που είχαμε αποκτήσει από τη Γραφή ήσαν βαλμένες σε μια αρμονική εικόνα. Την επομένη ακριβώς ημέρα παρευρεθήκαμε στις συναθροίσεις που η γυναίκα μάς είχε αναφέρει.
«Γρήγορα η γυναίκα μου κι εγώ σταματήσαμε τη χρήσι των ναρκωτικών. Μέσα σε λίγο διάστημα εξύρισα τα γένεια μου και έκοψα τα μαλλιά μου σε λογικό μάκρος ώστε να μοιάζω πραγματικά με έναν που θέλει να γίνη διάκονος. Τώρα η γυναίκα μου κι εγώ βρίσκομε μεγάλη ευχαρίστησι να διαθέτωμε τον περισσότερο χρόνο μας βοηθώντας κι άλλους να εκτιμήσουν την ωραιότητα, τη δύναμι και την ελπίδα του Λόγου του Θεού.»