Πανούργος Κυνηγός Αγρού και Δάσους
ΤΑ ΚΥΝΗΓΟΣΚΥΛΑ βρίσκονται σε έντονη καταδίωξι. Η διαφυγή φαίνεται αδύνατη. Αλλά ξαφνικά αυτός που καταδιώκεται πηδά πάνω σ’ ένα ξερό κορμό που έχει πέσει μέσα σ’ ένα ρυάκι. Στα μισά του δρόμου βλέπει μια μικρή νησίδα και πηδά σ’ αυτή. Θα κάνη το επόμενο βήμα προς την απέναντι όχθη; Όχι. Προς μεγάλη μας έκπληξι ξαναπηδά στην όχθη απ’ όπου είχε ξεκινήσει και χάνεται κατόπιν προς μια άλλη κατεύθυνσι. Τα κυνηγόσκυλα δεν αργούν να εμφανισθούν. Ακολουθούν τα ίχνη του θύματος κατά μήκος του κορμού. Αλλά κάπου χάνονται τα ίχνη κι εκείνα συνεχίζουν στην απέναντι όχθη του ρυακιού. Ναι, οι διώκτες κυριολεκτικά απέτυχαν.
Στο αληθινό αυτό επεισόδιο ο έξυπνος δραπέτης ήταν μια αλεπού. Αλλά πόσο έξυπνες είναι οι αλεπούδες; Με τι μοιάζουν;
Μερικά Γεγονότα Σχετικά με τις Αλεπούδες
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αλεπού μοιάζει με σκύλο. Είναι ένα σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογενείας των κυνιδών, όπως και οι σκύλοι. Πράγματι, με τα χαρακτηριστικά αυτιά τους και το οξύ ρύγχος τους, οι περισσότερες αλεπούδες μοιάζουν με μικρούς σκύλους.
Τι έχομε να πούμε για το χρώμα; Υπάρχει μεγάλη ποικιλία μεταξύ των αλεπούδων. Υπάρχουν πολυάριθμες κοκκινωπές αλεπούδες που υπάγονται στο είδος της αλώπεκος της κοινής στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης, της Ασίας και στο βόρειο τμήμα της Βορείου Αμερικής. Γενικά έχουν κοκκινωπό-πορτοκαλί χρώμα ή χρώμα της σκουριάς, άσπρη κοιλιά, μαύρη γούνα στα πόδια και μια φουντωτή ουρά με άσπρη άκρη. Αλλά άλλες κοινές αλεπούδες έχουν μαύρη γούνα με άσπρα άκρα και καλούνται αργυρόχροες αλεπούδες (αυτές που δίνουν τη γούνα ρενάρ—αρζαντέ). Εκείνες που έχουν κατάμαυρη γούνα είναι γνωστές ως μαύρες αλεπούδες. Άλλες κοκκινωπές αλεπούδες λέγονται σταυρωτές επειδή, μολονότι έχουν το χρώμα της σκουριάς, εν τούτοις, κατά μήκος της ραχοκοκκαλιάς και των ώμων σχηματίζεται ένας μαύρος σταυρός.
Η γκρίζα αλεπού ζη σε μια εκτεταμένη ζώνη από τον νότιο Καναδά μέχρι το βόρειο τμήμα της νοτίου Αμερικής. Η γούνα στην πλάτη της μοιάζει ως προς το χρώμα με αλατοπίπερο, ενώ η κοιλιά είναι άσπρη και τα άκρα των ώμων, ο λαιμός, τα πόδια και το κάτω μέρος της ουράς έχουν το χρώμα της σκουριάς. Παρεμπιπτόντως μόνον οι αλεπούδες αυτής της ποικιλίας αναρριχώνται στα δένδρα—ένας θαυμάσιος τρόπος για να ξεφύγουν από τα κυνηγετικά σκυλιά!
Οι Πολικές αλεπούδες είναι μια ακόμη ποικιλία. Όπως δείχνει το όνομά τους, κατοικούν στις αρκτικές περιοχές. Το γκρίζο-καφετί καλοκαιρινό τρίχωμά τους μεταβάλλεται σε άσπρο σαν το χιόνι στη διάρκεια του χειμώνα—ένα υπέροχο ‘καμουφλάζ’ για τα χιόνια και τους πάγους. Αυτή η μικρή, πολυμήχανη αλεπού διατηρεί το άσπρο της τρίχωμα μέχρι τον Σεπτέμβριο. Ακόμη κι αν κατέλθη η θερμοκρασία στους 75 βαθμούς Φαρενάιτ υπό το μηδέν (-59 βαθμούς Κελσίου) αυτό το ζώο δεν επηρεάζεται! Κυλά επάνω στο χιόνι προφυλάσσοντας το ρύγχος της με το τρίχωμα της ουράς, που, όπως λέγεται, αποτελεί ένα είδος «πομπού αυτοπαραγωγού θερμότητας.»
Η γκριζοκίτρινη μικροσκοπική αλεπού, που ζη στο δυτικό μέρος της Βορείου Αμερικής ονομάζεται έτσι επειδή έχει το μέγεθος μικρής γάτας. Αλλά το σβέλτο αυτό ζώο έχει τρομερή ευκινησία και ταχύτητα. Όταν βρεθή σε ανάγκη, αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα και αλλάζει κατεύθυνσι αστραπιαία, χωρίς να ελαττώση την ταχύτητά του—αφήνοντας μόνον σκόνη στους σαστισμένους διώκτες του.
Αλλά οι πιο μικρές αλεπούδες είναι οι φέννεκ ή μακρόωτοι αλώπεκες, που ζουν στην Αραβία και στη Βόρειο Αφρική. Δεν μοιάζουν μόνο στην όψι με μικρά χαριτωμένα νεογέννητα ζώα, αλλά και όταν τρομάζουν κλαυθμηρίζουν και μοιάζουν πολύ με μικρά ζώα. Οι φέννεκ περνούν πολύ χρόνο σε υπόγεια λαγούμια για ν’ αποφύγουν τη ζέστη του ήλιου και το κρύο της νύχτας. Η σχετικά μεγάλη επιφάνεια των αυτιών τους, που έχουν μήκος τέσσερις ίντσες (10 εκατοστά) προκαλεί πτώσι της θερμοκρασίας του σώματός των κι έτσι προστατεύονται από υπερθέρμανσι στο ερημικό περιβάλλον που ζουν.
Και αφού συζητούμε για αυτιά, ας μη ξεχνούμε τις αλεπούδες με αυτιά σε σχήμα νυχτερίδας. Αυτή η αλεπού ζη σε ξηρές περιοχές της ανατολικής και νοτίου Αφρικής. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθή ότι εκτός από τα μεγάλα και ευαίσθητα αυτιά τους έχουν σαράντα έξη ως σαράντα οκτώ δόντια—περισσότερα δηλαδή από τα άλλα μέλη της οικογενείας των κυνιδών.
Κατοικία και Τροφή
Η φωλιά της κοκκινωπής αλεπούς μπορεί να είναι είτε μια κουφάλα σ’ ένα δένδρο είτε έξω στους βράχους. Επίσης, μπορεί να βολευθή στη φωλιά μιας μαρμόττας ή ενός ασβού. Αλλ’ αν δεν βρη τίποτα, σκάβει μόνη της το υπόγειο σπίτι της. Μετά το ζευγάρωμα, ο Κος και Κα Αλεπού—που μπορεί να είναι σύντροφοι εφ’ όρου ζωής—δημιουργούν δική τους οικογένεια. Το θηλυκό γεννά τέσσερα ως εννιά μικρά κάθε χρόνο.
Αυτά τα μικρά δεν μπορούν να ξεπεράσουν σε πονηρία τη μητέρα τους. Ο Άλλαν Ντηβό έγραψε: «Τρία μικρά αλεπουδάκια έπαιζαν κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της μητέρας τους, που τα κύτταζε ευχαριστημένη από το άνοιγμα της κουφάλας. Ξαφνικά ένα από τα μικρά άρχισε ν’ απομακρύνεται με μικρά βήματα. Η μητέρα στάθηκε όρθια, έστρεψε το οξύ της ρύγχος προς την κατεύθυνσί του και στάθηκε ακίνητη και σιωπηλή. Από εκεί που ήμουν κρυμμένος δεν άκουσα να κάνη κανένα θόρυβο, αλλά σε μερικά δευτερόλεπτα το αλεπουδάκι σταμάτησε. Γύρισε στη μητέρα του που δεν είχε πάρει το βλέμμα της από πάνω του. Σαν να το τραβούσε ένα αόρατο νήμα, το μικρό βιάστηκε να γυρίση στη φωλιά.»—Τα Θαυμάσια και Τα Μυστήρια του Κόσμου των Ζώων.
Σε πολλές ποικιλίες αλεπούδων, ο πατέρας, η μητέρα και τα παιδιά θ’ αρχίσουν να κοιμούνται έξω στο ύπαιθρο μόλις τα μικρά έχουν μεγαλώσει αρκετά ώστε να μπορούν να κυνηγούν. Οι αλεπούδες είναι μοναχικοί, νυχτερινοί κυνηγοί. Και είναι πανέξυπνες. Παραδείγματος χάριν, η κοκκινωπή αλεπού γνωρίζει καλά πώς να έρπη αθόρυβα μέχρις ότου φθάση σε απόστασι λίγων βημάτων από ένα πουλί και τότε πηδά και το αρπάζει.
Η τροφή τους περιλαμβάνει ποντικούς και άλλα τρωκτικά, πουλιά, έντομα, βατράχια, σαύρες και άλλα. Τους αρέσουν επίσης και τα φρούτα. Δεν έχουν καμμιά αντίρρησι να φάνε ένα ήδη ψόφιο ζώο. Έτσι, διάφορες ποικιλίες αλεπούδων, όταν απολαμβάνουν ένα γεύμα και υπάρχει περίσσευμα, το θάβουν. Κατά καιρούς, όταν πεινάση, επιστρέφει στο θήραμά της και τρώει.
Αφού το κυνήγι της αλεπούς για τροφή είναι κυρίως νυχτερινή περιπέτεια, πολλοί κτηνοτρόφοι ξυπνώντας το πρωί διεπίστωσαν πώς τους λείπει κάποιο κοτόπουλο από την κοκκινωπή αλεπού. Οι καλοφτιαγμένοι φράκτες, όμως, μπορούν ν’ απομακρύνουν τους νυχτερινούς αυτούς επιδρομείς. Για υποστήριξι αυτού του πονηρού κυνηγιού, μπορεί ν’ αναφερθή ότι είναι θαυμάσια «ποντικοπαγίδα.» Επίσης στη διάρκεια του θέρους το γεύμα της κοινής αλεπούς περιλαμβάνει έντομα, ακόμη και ψόφια ζώα. Επομένως, είναι δίκαιο να την θεωρούν οι γεωργοί μόνον ως ένα κακοήθες ζώο;
Και αφού συζητούμε για το φαγητό της αλεπούς, αξίζει τα πούμε ότι η Πολική αλεπού έχει το δικό της «ψυγείο.» Το φθινόπωρο πιάνει σκίουρους, ποντικούς και λέμους (ποντικούς της Νορβηγίας) τους φονεύει και, εν συνεχεία, αποθηκεύει την τροφή της κάτω από το έδαφος—σ’ ένα πραγματικό «ψυγείο.»
Η Αλεπού και ο Άνθρωπος
Σχετικά με τις Πολικές αλεπούδες, ο φυσιοδίφης του δεκάτου ογδόου αιώνος, ο Τζ. Γ. Στέλλερ έγραψε: «Τριγυρνούσαν μέρα-νύχτα ανάμεσα στα σπίτια μας, έκλεβαν οτιδήποτε μπορούσαν να μεταφέρουν, ακόμη και αντικείμενα που δεν εχρειάζοντο, όπως μαχαίρια, ραβδιά, τσάντες, παπούτσια, σάκκους, σκούφους κ.λ.π. Εγνώριζαν με απίστευτα έξυπνο τρόπο ν’ απομακρύνουν ένα βάρος αρκετών πουντς [ένα πουντ ισοδυναμεί με 36 πάουντς (δηλαδή 16 κιλά)] από την αποθήκη που διατηρούσαμε και κατόπιν να κλέβουν το κρέας από μέσα ώστε δεν μπορούσαμε στην αρχή να τις ενοχοποιήσωμε. Συχνά συνέβη να τις κτυπήσωμε με το μαχαίρι, γιατί την ώρα που γδέρναμε διάφορα θαλάσσια ζώα προσπαθούσαν ν’ αρπάξουν το κρέας μέσα από τα χέρια μας. . . . Παρατηρούσαν οτιδήποτε κάναμε και μας συνώδευαν σε κάθε μας δράσι.»—Το Βασίλειο των Ζώων.
Μπορεί εκείνα τα ζώα να ήσαν ενοχλητικά, αλλά ωρισμένοι άνθρωποι χαίρονται να διατηρούν αλεπούδες. Η διατροφή τους είναι πολύ επικερδής απασχόλησις. Οι αργυρόχροες αλεπούδες άρχισαν για πρώτη φορά να εκτρέφωνται για τη γούνα τους στο Νησί του Πρίγκηπα Εδουάρδου, το 1894. Από τότε η εκτροφή αλεπούδων αναπτύχθηκε σε σπουδαία βιομηχανία. Γούνες αρίστης ποιότητος παράγονται σε δροσερές, υγρές περιοχές.
Είναι δυνατόν να εξημερωθή η αλεπού; Σχετικά μ’ αυτό το σημείο λέγεται το εξής: «Ακόμη και μετά από αρκετές γενεές, οι αλεπούδες δεν εξημερώνονται ούτε γίνονται κατοικίδια ζώα. Μια άγρια αιχμάλωτη αλεπού σύντομα μαθαίνει να σέβεται τον κύριό της· ποτέ όμως αυτός δεν πρέπει να χαλαρώση την επαγρύπνησί του· αν το κάνη αυτό, είναι πιθανόν να υποστή κτυπήματα ή δαγκώματα με την παραμικρή πρόκλησι.»
Η άγρια αλεπού είναι περιζήτητο θήραμα. Το κυνήγι της άρχισε σαν σπορ στην Αγγλία πιθανώς κατά τον δέκατον όγδοο αιώνα. Οι κυνηγοί, έφιπποι, ακολουθούν στην ύπαιθρο εκπαιδευμένα κυνηγετικά σκυλιά που προσπαθούν να παγιδεύσουν την αλεπού από τα ίχνη που αφήνει. Όταν περικυκλωθή η αλεπού, πιθανόν θα την αφήσουν ελεύθερη. Το κυνήγι αυτό έχει γίνει πασίγνωστο στην Αγγλία, επειδή η αλεπού φημίζεται για την πονηρία της. Η φήμη της, επομένως, εγείρει μια λογική ερώτησι.
Πόσο Πονηρή Είναι η Αλεπού;
Το ερώτημα είναι αν οι αλεπούδες είναι τόσο πονηρές όσο τις παριστάνει ο μύθος. Οπωσδήποτε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αλεπού είναι γνωστή για την πονηρία της. Πράγματι, ο Ιησούς Χριστός πρέπει να είχε κάτι τέτοιο στο νου του όταν μίλησε για τον Βασιλέα Ηρώδη ως «την αλώπεκα ταύτην.»—Λουκ. 13:32.
Οι αλεπούδες είναι οπωσδήποτε γνωστές για τις πονηρές ενέργειές τους. Παραδείγματος χάριν, μια αλεπού μπορεί να διανύση έξη μίλια (9,7 χιλιόμετρα) την ώρα. Ας αρχίσουν όμως να γαυγίζουν από μακρυά τα κυνηγόσκυλα και θα την δήτε ν’ αρχίση να τρέχη με ταχύτητα σαράντα πέντε μιλίων (72,4 χιλιομέτρων) την ώρα. Αλλά μόνον για ένα μίλι μπορεί ν’ αναπτύξη αυτή την ταχύτητα. Τότε πώς αποφεύγει τους διώκτες της; Γιατί να μην ξαναγυρίση πίσω πατώντας στα ίδια της τα ίχνη και κατόπιν, μ’ ένα πήδημα στο πλάι να απομακρυνθή ασφαλής; Είναι γνωστό ότι η αλεπού έχει ενεργήσει μ’ αυτό τον τρόπο.
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι βέβαια για να βγη από την επικίνδυνη ζώνη. Πηδά από το χώμα σ’ ένα παλιό φράκτη· περπατά κατά μήκος του φράκτου μια ωρισμένη απόστασι κι έτσι μπορεί ν’ αποθαρρύνη τα σκυλιά που έχουν χάσει τα ίχνη της. Συνηθίζει επίσης να τρέχη κατά μήκος ενός ρυακιού. Ή, μέσα από ένα χωράφι που πρόσφατα του έχουν ρίξει λίπασμα. Το λίπασμα θα φροντίση να εξαλείψη τα ίχνη. Αλλά τι γίνεται τον χειμώνα; Ένας πολύ ωραίος τρόπος ν’ αποφύγη τους διώκτες της είναι να τρέξη επάνω σ’ ένα λεπτό στρώμα πάγου, αρκετό για να συγκρατήση την ίδια, αλλά πολύ εύθραυστο για να συγκρατήση τους σκύλους. Κι έτσι η κυρία Αλεπού μπορεί να κάθεται στην απέναντι όχθη και να παρατηρή τους άτυχους διώκτες της να κάνουν ένα παγωμένο «μπάνιο»!
Βέβαια, παρ’ όλα τα τεχνάσματά της, είναι δυνατόν η αλεπού να μην μπορέση τελικά ν’ αποφύγη τους ψύλλους. Αλλά και τότε μπορεί να μηχανευθή μια διαδικασία για ν’ απαλλαγή απ’ αυτούς. Σε μια περίπτωσι παρατηρήθηκε ότι μια αλεπού μάζευε τούφες από μαλλί προβάτου, που ήσαν σ’ ένα φράκτη από αγριομουσμουλιές στην Αγγλία. Η αλεπού «τακτοποίησε το μαλλί κατά τέτοιο τρόπο στο στόμα της ώστε να προεξέχη μόνο δύο ή τρεις ίντσες από κάθε πλευρά,» γράφει ο Ρ. Άτκινσον του Κένταλ πριν από μερικά χρόνια και προσθέτει: «Κατόπιν προχώρησε προς ένα ρυάκι που διέσχιζε το κτήμα και αφού μπήκε μέσα στάθηκε στα πίσω πόδια της, σαν να ήταν σκύλος, και τελικά έσκυψε και, αφήνοντας έξω τα μπροστινά της πόδια βυθίσθηκε ολόκληρη στο νερό εκτός από τα ρουθούνια της και τις άκρες του μαλλιού που προεξείχαν. Έμεινε στη στάσι αυτή δύο ως τρία λεπτά, κατόπιν άφησε σιγά-σιγά ελεύθερο το μαλλί πετάχτηκε από το νερό και εξαφανίσθηκε. Το μαλλί, καθώς το άφησε παρασύρθηκε από το ρεύμα κι έτσι ψάχνοντας το βρήκαμε τελικά σε μια πλευρά του ρυακιού. Προς μεγάλη μας έκπληξι ήταν γεμάτο από εκατοντάδες θηλυκούς ψύλλους. Ήταν φανερό πώς οι ψύλλοι, που δεν αντέχουν στο νερό, κατευθύνθηκαν στο πιο στεγνό μέρος, δηλαδή το μαλλί.»
Πράγματι, η αλεπού μπορεί ν’ απαλλαγή από τους ψύλλους αν βουτηχθή στο νερό. Με τα τεχνάσματά του, το ζώο αυτό μπορεί να παραπλανήση τους ψύλλους ή τα κυνηγόσκυλα. Ακόμη κι εκείνοι που δεν την θεωρούν πολύ έξυπνη, εν τούτοις, θα παραδεχθούν ότι η αλεπού είναι ένας πανούργος κυνηγός του αγρού και του δάσους.