Η Βίβλος Ενοποιεί το Πολύμορφο Σουρινάμ
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στο Σουρινάμ
Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ 50 χιλιομέτρων (30 μιλίων) με αυτοκίνητο από το αεροδρόμιο μέχρι την πρωτεύουσα του Σουρινάμ, την Παραμαρίμπο, δίνει στον τουρίστα μια γενική άποψι της ζωής που επικρατεί σ’ αυτή τη χώρα της Νότιας Αμερικής. Η πρώτη εντύπωσις του ταξιδιώτη είναι ότι έχει αποβιβασθή σε κάποια χώρα της Αφρικής, καθώς περνά με το αυτοκίνητο δίπλα από καλαμοσκέπαστες καλύβες, και βλέπει που και που κάποια ημίγυμνη Νέγρα της Ζούγκλας, να ετοιμάζη το πρόγευμά της. Αλλά η σκηνή αλλάζει γρήγορα και ο ταξιδιώτης αποκτά μια γενική άποψι του κόσμου καθώς περνά τους Καρίβες και τους Αραβάκς, δύο Αμερικανοϊνδικές φυλές, που ήσαν και αρχικοί κάτοικοι του Σουρινάμ· τους Ανατολικο-Ινδούς, που οι γυναίκες τους φορούν ακόμη τα παραδοσιακά τους καλύμματα κεφαλής από λευκή δαντέλλα· τους Ινδονήσιους, που χαρακτηρίζονται από τους όμορφα καλλιεργημένους κήπους τους· και τους Κινέζους, που έχουν τα καταστήματά τους σε κάθε γωνιά. Μέσα στην παλιά πόλι της πρωτεύουσας θα βρήτε ακόμη αιωνόβια αποικιακά σπίτια Ολλανδικού ρυθμού.
Εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνη ότι, λόγω της μεγάλης ποικιλίας των ανθρώπων και της πολυμορφίας της γλώσσας, του παρελθόντος και των συνηθειών κάθε εκπαιδευτικό έργο θα αντιμετώπιζε προβλήματα. Συνεπώς, χρειάσθηκε πολλή προσπάθεια για το κήρυγμα και τη διδασκαλία των αγαθών νέων της Αγίας Γραφής. Ένα από τα προβλήματα που συνάντησαν στην διδασκαλία της Αγίας Γραφής ήταν ο αναλφαβητισμός, ιδιαίτερα μεταξύ εκείνων που ζουν βαθιά μέσα στη ζούγκλα. Το 1976, το γραφείο τμήματος της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά έλυσε το πρόβλημα ιδρύοντας τρεις σχολές, όπου μερικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, επαγγελματίες εκπαιδευτικοί, δίδασκαν δυο φορές τη βδομάδα, χρησιμοποιώντας το βιβλιάριο Λέρι Λέζι εν Σκρίφι (Μάθετε να Διαβάζετε και να Γράφετε) στη γλώσσα Σράναν-τόνγκο (που είναι η γλώσσα του Σουρινάμ). Μετά από λίγο μόνο καιρό τα μέλη μιας εκκλησίας στη ζούγκλα αυξήθηκαν σε 27, όταν βοηθήθηκαν από τρεις νεαρούς Μάρτυρες που πήγαν εκεί για να διδάξουν σ’ ένα δημοτικό σχολείο. Τώρα οι άνθρωποι εκεί χαίρονται καθώς διαβάζουν τη Γραφή μόνοι τους. Η καλύτερη κατανόησις της Αγίας Γραφής έφερε μεγαλύτερη ενότητα μεταξύ των διαφόρων εθνικοτήτων. Στην Παραμαρίμπο πολλοί βοηθήθηκαν με τον ίδιο τρόπο και τώρα μια εκκλησία από 120 μέλη σ’ εκείνη την πόλι ασκεί τη λατρεία της μαζί με τις άλλες 10 Ολλανδόφωνες εκκλησίες που υπάρχουν εκεί.
Κατευθυνόμεθα προς Νότο δια του Ποταμού
Σκληρές προσπάθειες καταβάλλονται τώρα για να φθάση το άγγελμα σε πιο απομονωμένες περιοχές. Ελάτε να επισκεφθούμε μαζί μια μικρή εκκλησία που βρίσκεται κατά μήκος τον Ποταμού Ταπαναχόνι.
Με τη φράσι «Καλώς ήλθατε!» μας υποδέχεται ένας Νέγρος Μάρτυς της Ζούγκλας, ο οποίος τακτικά αφιερώνει όλο του το χρόνο φέρνοντας τα «αγαθά νέα» σε ανθρώπους απομονωμένων περιοχών. Εντυπωσιαζόμαστε από το μέγεθος τον κοργιαάλ, ενός κανό μήκους 18 μέτρων (59 ποδών). Τέσσερις άνδρες επί δυο μήνες ‘έσκαβαν’ ένα γιγαντιαίο δένδρο, και το διαμόρφωσαν στο μεγαλύτερο κανό που πλέει στον ποταμό. Όταν οι Μάρτυρες χρησιμοποιούν το πλοιάριο για να πάνε σε συνελεύσεις στην πρωτεύουσα ή για να πάνε σε διάφορα χωριά για το έργο κηρύγματος, τα παιδιά στα χωριά φωνάζουν «Νόα ε ψα!» («Ο Νώε περνά!»)
Κτίζοντας μια Αίθουσα Βασιλείας
Μόλις φθάνομε στον προορισμό μας, στο Γκόντο Χόλο, το χωριό στο οποίο βρίσκεται μια εκκλησία, ετοιμαζόμαστε να κατεβούμε εκεί για λίγο.
Αυτή η εκκλησία αποφάσισε, με τον πιο ασυνήθιστο τρόπο, να κτίση μια δική της αίθουσα. Στη διάρκεια μιας συνελεύσεως περιοχής (όπου αρκετές εκκλησίες συγκεντρώνονται μαζί), το μέρος που χρησιμοποιείτο τότε για συνάθροισι μπορούσε να χωρέση μόνο 80 από τα 100 άτομα που παρακολουθούσαν τη συνέλευση. Και το χειρότερο ήταν ότι, στη διάρκεια της δημόσιας ομιλίας, δυνατές βροχές ξαφνικά γκρέμισαν ολόκληρη τη στέγη! Ευτυχώς, κανείς δεν τραυματίσθηκε σοβαρά, αλλ’ αποφάσισαν να χτίσουν μια αίθουσα.
Τα βασικά υλικά θα μπορούσαν να τα βρουν στο δάσος. Οι άνδρες, λοιπόν, πήγαν στη ζούγκλα, όπου έκοβαν δένδρα επί δυο μήνες, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά ασχολήθηκαν στη μεταφορά 250 βαρελιών με άμμο και χαλίκι σ’ ένα μικρό λόφο. Αλλά χρειάζονταν ακόμη τσιμέντο, μετάλλινο στεγαστικό υλικό και καρφιά. Όταν οι Μάρτυρες στην πρωτεύουσα άκουσαν γι’ αυτά τα σχέδια επεκτάσεως, πρόθυμα πρόσφεραν οικονομική βοήθεια για την αγορά αυτών των ειδών. Και αυτό το ανεκτίμητο πλοιάριο, ο Νώε, μετέφερε αυτά τα οικοδομικά υλικά στον τόπο που θα κτιζόταν η αίθουσα.
Ένας από τους άνδρες είναι πλινθοκτίστης κι έτσι έμαθε και τους άλλους πώς να φτιάχνουν πλίνθους. Μολονότι το κτίσιμο κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες είναι δύσκολο έργο, χαίρεται κανείς όταν γνωρίζη ότι ουσιαστικά όλα τα υλικά και η ίδια η κατασκευή είναι προϊόν του μόχθου του. Μετά από ένα χρόνο η αίθουσα αφιερώθηκε στις 15 Απριλίου 1979.
Ένα Χωριό Προσλαμβάνει Καινούργιο Χαρακτήρα
Ενώ οι Μάρτυρες είναι πολύ χαρούμενοι που έχουν ένα δικό τους τόπο συναθροίσεως, και οι κάτοικοι του χωριού ωφελήθηκαν επίσης. Όταν αποφάσισαν την κατασκευή μιας νέας αίθουσας, το πρώτο πρόβλημα ήταν η απόκτησις κατάλληλου χώρου. Το Γκόντο Χόλο αποτελείται στην πραγματικότητα από τρία χωριά που συνορεύουν μεταξύ τους. Η τοποθεσία που είχαν αρχικά υπ’ όψι τους οι Μάρτυρες απορρίφθηκε αμέσως από τον αρχηγό εκείνου του χωριού. Αλλά ο αρχηγός του μεσαίου χωριού συμπαθούσε περισσότερο τους Μάρτυρες και είπε: «Προχωρήστε, χτίστε την αίθουσά σας σ’ εκείνο τον λόφο κοντά στο χωριό μου.» Η απόφασίς του τον έκανε αντικείμενο εμπαιγμού, επειδή οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού του τον χλεύαζαν. Εκείνος, όμως, έμεινε πιστός στο λόγο του.
Έτσι οι Μάρτυρες προχώρησαν στην κατασκευή της αίθουσας. Όταν πρώην χωρικοί που ζουν τώρα στην πρωτεύουσα άκουσαν τι γινόταν στο χωριό τους, έστειλαν μια επιστολή διαμαρτυρίας και απείλησαν μάλιστα κι από το ραδιόφωνο ότι θα κατέστρεφαν την αίθουσα. Ο αρχηγός, όμως, απάντησε στους εναντιουμένους ότι περίμενε την επίθεσί τους και τους υπενθύμισε ότι αυτοί δεν είχαν προσφέρει τίποτε στο χωριό τους, δεν είχαν δηλαδή κτίσει καλύτερα σπίτια για τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους, τους γονείς τους και τους άλλους ηλικιωμένους χωρικούς.
Οι άνθρωποι τώρα παραδέχονται ότι οι Γκάντο Γουόρτοε σμα (οι άνθρωποι του Λόγου του Θεού), όπως λένε εκεί τους Μάρτυρες, αποτελούν ένα κεφάλαιο για το χωριό τους. Οι Μάρτυρες δεν έφεραν μόνο πνευματικό φως στο χωριό τους, αλλά έφεραν και κατά γράμμα φως. Το χωριό τώρα έχει ηλεκτρικό ρεύμα χάρις στο πλοιάριο Νώε, το οποίο έφερε μια γεννήτρια από την πρωτεύουσα ακριβώς σ’ αυτό το μέρος, περνώντας μέσα από καταρράκτες. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι, όταν οι Μάρτυρες ενασχολούνται στο έργο κηρύγματος, οι άνθρωποι τους υποδέχονται με πολύ φιλικό τρόπο.
Επισκεπτόμενοι τους Ανθρώπους με τα «Αγαθά Νέα»
Καθώς το πλοιάριο σας προσεγγίζει σ’ αυτό το χωριό, οι οικοδεσπότες σας, το πλήρωμα του πλοιαρίου, σας παίρνουν μαζί τους για να επισκεφθήτε τα σπίτια των ανθρώπων με τα «αγαθά νέα.» Διαπιστώνετε ότι δεν μπορείτε απλώς να συστηθήτε και να έλθετε στο θέμα σας πολύ σύντομα, όπως συμβαίνει στις πολυάσχολες πόλεις. Αυτό θα ήταν αγενές εδώ, διότι η συνήθεια απαιτεί να χαιρετήσετε πρώτα ως εξής: «Ξυπνήσατε καλά;» Ο οικοδεσπότης απαντά: «Ναι, ξύπνησα καλά. Πώς κοιμηθήκατε σεις;» «Κοιμήθηκα πολύ καλά. Εσείς;» «Κι εγώ κοιμήθηκα πολύ καλά.» Κατόπιν, σιγά σιγά, στρέφετε τη συζήτησι σε κάποιο Βιβλικό θέμα.
Μόλις επιστρέφετε απ’ αυτό το δύσκολο αλλά ευχάριστο ταξίδι, προσκαλείστε για ένα άλλο ταξίδι, αυτή τη φορά οδικό, προς το νοτιοδυτικό μέρος του Σουρινάμ. Πριν από μερικά χρόνια, η κυβέρνησις άρχισε να κάνη σχέδια για να κατασκευάση δυο υδατοφράκτες, ένα ορυχείο βωξίτου και μια σιδηροδρομική γραμμή. Εν συνεχεία, φτιάχτηκε μια αμαξιτή οδός 350 χιλιομέτρων (220 μιλίων), κι’ έτσι μπόρεσαν οι Μάρτυρες να φθάσουν στα άλλοτε απομονωμένα Αμερικανοϊνδικά χωριά Αποέρα και Βασάμπο στον Ποταμό Κουραντίν, ο οποίος συνορεύει με τη Γουιάνα. Και τι δρόμος είναι αυτός! Το Λαντ Ρόβερ μας τραντάζεται και ταλαντεύεται καθώς περνά πάνω από εξογκώματα, λακκούβες χωματόδρομο, αυλάκια και λάσπη. Ξεχνάμε κάπως τις δυσκολίες καθώς σταματούμε κατά διαστήματα στο δρόμο για να δούμε τα φίδια, να θαυμάσουμε τα μυρμήγκια που έχουν σχήμα ομπρέλλας και εργάζονται σκληρά ή ν’ ακούσωμε τις κραυγές των πολύχρωμων παπαγάλων.
Επί τέλους, φθάνομε σ’ έναν Αμερικανικό καταυλισμό εργασίας, 50 χιλιόμετρα (30 μίλια) μακρυά από κείνα τα Ινδικά χωριά. Η κούρασίς μας εξαφανίζεται γρήγορα καθώς δυο Χριστιανές αδελφές μας υποδέχονται φιλόξενα. Γνωρίζουν ότι χρειαζόμαστε ένα μπάνιο για να ξεπλύνωμε την ψιλή κόκκινη σκόνη που καλύπτει το σώμα μας και τα ρούχα μας. Ένα πολύ νόστιμο γεύμα μας ξαναδίνει δύναμι και μετά από μια ευχάριστη συνομιλία κι’ ένα καλό νυχτερινό ύπνο, σηκωνόμαστε την άλλη μέρα το πρωί και ξεκινάμε να επισκεφθούμε τους ανθρώπους με το άγγελμα της Αγίας Γραφής.
Το ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή που παρατηρείται μεταξύ αυτών των απλών ανθρώπων είναι καταπληκτικό. Σε κάθε καλύβα βρίσκετε ακροατές που ανταποκρίνονται. Και σκέπτεσθε, Πώς θα μπορούσε κανείς να ξαναβρή την ίδια ακριβώς καλύβα για να κάνη επανεπίσκεψι; Όλες οι καλύβες είναι ίδιες και δεν είναι αριθμημένες. Αλλ’ αυτό δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα, διότι σε κάθε καλύβα οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να μελετήσουν την Αγία Γραφή μαζί σας. Μερικές φορές, απλώς βάζετε την τσάντα σας με τα βιβλία μέσα στην καλύβα και οι άνθρωποι, όχι μόνο επιθυμούν κάποιο από τα Γραφικά βιβλία, αλλά ψάχνουν να δουν και τι άλλο βρίσκεται μέσα στην τσάντα.
Καθώς επιστρέφετε στην πρωτεύουσα απ’ αυτό το ταξίδι, αισθάνεσθε μεγάλη ενθάρρυνσι επειδή γνωρίζετε ότι τα αγαθά νέα της Βασιλείας φθάνουν τώρα σ’ όλα τα μέρη αυτής της όμορφης χώρας του Σουρινάμ.
[Εικόνα στη σελίδα 18]
«Αυτό το ανεκτίμητο πλοιάριο, ο ‘Νώε’»