Τα Χημικά Απόβλητα Είναι Ωρολογιακές Βόμβες Έτοιμες να Εκραγούν
«ΚΑΛΥΤΕΡΑ Πράγματα για Μια Καλύτερη Ζωή Μέσω της Χημείας.» Αυτό ήταν το σύνθημα που στη δεκαετία του 1930 προανήγγειλε μια καινούργια εποχή. Ωστόσο, κανείς σχεδόν δεν υποπτευόταν ότι αυτά τα «καλύτερα πράγματα» θα δημιουργούσαν ένα «τέρας του Φρανκεστάιν για το περιβάλλον.»
Ο κόσμος τότε ένοιωθε ευχαριστημένος με τα νέα προϊόντα της χημείας. Οι γκαρνταρόμπες μας, τα σπίτια μας και τα αυτοκίνητά μας γέμισαν με νάυλον, ρεγιόν, σελλοφάν και πλαστικά. Νέα «θαυματουργικά» ζιζανιοκτόνα και τεχνητά λιπάσματα πολλαπλασίασαν τα τρόφιμά μας. Οι επιστήμονες τότε επαινέθηκαν για «τη δημιουργία νέων πραγμάτων που η Φύσις ξέχασε να δημιουργήση.»
Αλλά εκατομμύρια γαλλόνια με χημικά απόβλητα ήλθαν στο προσκήνιο μαζί μ’ αυτά τα ‘νέα πράγματα που η Φύσις ξέχασε να δημιουργήση.’ Είναι δε τραγικό ότι αυτά τα απόβλητα συχνά πετάχθηκαν σε σκουπιδότοπους απρόσεκτα. «Τα υλικά αυτά χώθηκαν κάπου» λέει ο Στέφεν Πλεν, ανώτερος υπάλληλος της Εταιρίας Προστασίας του Περιβάλλοντος (ΕΡΑ). «Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται»—ξεχνιούνται, αλλά όχι για πολύ.
Ένας τεράστιος σκουπιδότοπος ήταν ένα εγκαταλελειμμένο κανάλι στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης (Η.Π.Α.). Κοντά στους περίφημους Καταρράκτες του Νιαγάρα. Αυτή η διώρυγα πήρε το όνομά της από τον κατασκευαστή της, τον Ουίλλιαμ Λαβ, ο οποίος, το 1894, προσπάθησε να ενώση δύο ποτάμια και να δημιουργήση μια πρότυπη πόλι. Το όνειρό του απέτυχε να πραγματοποιηθή και το μόνο που απόμεινε ήταν το Λαβ Κανάλ, ένα ημιτελές χαντάκι μήκους 1600 μέτρων (1 μιλίου), με βάθος 3-12 μέτρα (10-40 πόδια) και πλάτος 13,50 μέτρα (45 πόδια) εν γένει.
Τα χημικά απόβλητα, τα περισσότερα σε βαρέλια των 208 λίτρων (55 γαλλονιών) ρίχτηκαν με τους τόννους από τον νέο ιδιοκτήτη μέσα στο κανάλι του κ. Λαβ. Από τη δεκαετία του 1920 μέχρι το 1953 η Εταιρία Χημικών Προϊόντων Χούκερ παραδέχτηκε, όπως λέγεται, ότι πέταξε εκεί 21.800 τόννους χημικών προϊόντων. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν και τα απόβλητα της πόλεως των Καταρρακτών του Νιαγάρα. Το ίδιο λέγεται ότι έκανε και ο Αμερικανικός στρατός. Κατόπιν το 1953 ο σκουπιδότοπος αυτός καλύφθηκε με χώμα και άρχισαν οι ζυμώσεις καθώς τα βαρέλια σάπιζαν και οι χημικές ουσίες αντιδρούσαν μεταξύ τους.
Η περιοχή αυτή «πουλήθηκε» από την Εταιρία Χούκερ στη Μορφωτική Εταιρία των Καταρρακτών του Νιαγάρα για 45 δραχμές (1 δολλάριο Η.Π.). Εκεί χτίστηκε ένα σχολείο κι ένας οικισμός. Γρήγορα δημιουργήθηκε εκεί μια ευχάριστη γειτονιά πάνω σ’ αυτό τον τεράστιο τάφο χημικών αποβλήτων.
Η «ωρολογιακή βόμβα» τέθηκε σε λειτουργία και άρχισε το τικ-τακ. Έμελλε να «εκραγή» με τέτοιες συνέπειες που έφεραν αυτή την περιοχή στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων και στο επίκεντρον του ενδιαφέροντος διεθνώς. Έγινε κάτι που μπορεί «κάλλιστα να αποτελέση την πρώτη καταστροφή από ένα καινούργιο και δυσοίωνο είδος καταστροφών του περιβάλλοντος,» σύμφωνα με μια ειδική έκθεσι που στάλθηκε στον κυβερνήτη της Πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Μήπως αυτό το γεγονός παρέχει ουσιαστικά αποδεικτικά στοιχεία, ότι ο άνθρωπος ‘διαφθείρει την γη,’ όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία; Μήπως αυτό προμηνύει ότι ίσως σύντομα ο Θεός θα «διαφθείρη τους διαφθείροντας την γην» με μια θεία επέμβασι; Αυτά είναι σπουδαία ερωτήματα που πρέπει να στοχασθήτε καθώς διαβάζετε το τι έχουν δημιουργήσει τα χημικά απόβλητα.—Αποκ. 11:18.
Αλλά πόσο ακριβώς δυσοίωνες είναι οι παρενέργειες αυτών των νέων πραγμάτων που «η φύσις ξέχασε να δημιουργήση»; Τι συνέπειες είχαν στη ζωή εκείνων που ζούσαν στο μέρος εκείνο; Η ακόλουθη αποκλειστική συνέντευξις με μια οικογένεια, που ζούσε πάνω σ’ αυτή την ωρολογιακή βόμβα για τη δημόσια υγεία, παρέχει μερικές εκπληκτικές απαντήσεις.