Είναι Αυτοί οι Γονείς Στοργικοί ή Άκαρδοι;
Ενώ το ζήτημα των δικαιωμάτων των γονέων για την ιατρική φροντίδα των παιδιών τους έχει εγερθεί σε διάφορες χώρες, μια ιδιαίτερη περίπτωση αξίζει την προσοχή σας. Αυτή είναι του Γκιουζέπε και της Κονσίλια Ονέντα, ενός ζευγαριού από μια μικρή πόλη του Σάρροκ, κοντά στο Κάλιαρι, που είναι μια κύρια πόλη στο Ιταλικό νησί της Σαρδηνίας.
Μπορεί να γνωρίζετε κάτι για τη λυπηρή εμπειρία τους, γιατί η είδηση έφτασε σε όλο τον κόσμο. Αυτό το περιοδικόa και όλη η ειδησεογραφία σε διάφορες χώρες τής έδωσαν μεγάλη δημοσιότητα.
Μια θανατηφόρα Ασθένεια
Η Ισαβέλλα, το μικρό κοριτσάκι των Ονέντα, έπασχε από τη φοβερή μεσογειακή αναιμία, ένα κληρονομικό ελάττωμα στο αίμα για το οποίο δεν υπάρχει γνωστή θεραπεία. Είναι μια θανατηφόρα ασθένεια. Σε μερικές περιπτώσεις ο θάνατος μπορεί να καθυστερήσει για μερικά χρόνια με μεταγγίσεις αίματος, αλλά οι ιατρικές αυθεντίες ομολογούν ότι αυτές δεν αποτελούν θεραπεία. Η έκδοση Πρίνσιπολς οφ Ιντέρναλ Μέντισιν του Χάρρισον (1980) παρατηρεί: «Ασθενείς με μεσογειακή αναιμία έχουν μικρό όριο ζωής. Είναι ασυνήθιστο για έναν ασθενή με την πιο έντονη μορφή της ασθένειας να επιζήσει μέχρι την ενηλικίωση». Σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση της Ισαβέλλας, ο θάνατος συχνά έρχεται στη διάρκεια των πρώτων δύο ή τριών ετών. Τι θα κάνατε αν το παιδί σας προσβαλλόταν όπως η Ισαβέλλα;
Αν και ο Γκιουζέπε και η Κονσίλια γνώριζαν ότι ο θάνατος της Ισαβέλλας ήταν αναπόφευκτος, την πήγαιναν τακτικά σε μια κλινική στο Κάλιαρι. Εκεί της γίνονταν κατά περιόδους μεταγγίσεις αίματος, που μπορούσαν να της δώσουν κάποια προσωρινή ανακούφιση, αλλά που δημιουργούσαν και προβλήματα, Γιατί; Επειδή οι μεταγγίσεις δημιουργούν υπερβολική συσσώρευση σιδήρου. Το περιοδικό Κλίνικαλ Χεματόλοτζυ του Γουίντρομπ (1981) λέει ότι ‘οι περισσότεροι ασθενείς με μεσογειακή αναιμία’ που κάνουν τακτικά μετάγγιση αίματος ‘πεθαίνουν από επιπλοκές από υπερβολικό σίδηρο’. Αυτό το ιατρικό έντυπο ομολογεί ότι «πολλές από τις θεραπευτικές μεθόδους που περιγράφονται δεν είναι πρακτικές για εκτεταμένη εφαρμογή. Το σημερινό κόστος [της πιο αποτελεσματικής μεθόδου] για έναν μόνο ασθενή είναι περίπου 5.000 δολάρια το χρόνο».
Μερικοί γιατροί είναι υπεραισιόδοξοι για την πιθανότητα παρατεταμένης φυσιολογικής ζωής για τα παιδιά που υποφέρουν από μεσογειακή αναιμία. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, γιατί ποιος θα ήθελε να φανεί απαισιόδοξος, ιδιαίτερα ένας γιατρός στον οποίο οι ασθενείς αποβλέπουν για ελπίδα; Ωστόσο, όλοι μας γνωρίζουμε ότι μερικές ασθένειες είναι αθεράπευτες. Η μεσογειακή αναιμία πρέπει να καταταχθεί ανάμεσα σ’ αυτές. Έτσι, μπορεί να υπάρχουν συγκρουόμενες γνώμες ως προς την καλύτερη μέθοδο θεραπείας κι ακόμη ως προς τα αποτελέσματα διαφόρων μεθόδων θεραπείας· ωστόσο κανένας δε γνωρίζει την πραγματική θεραπεία.
Ούτε μπορεί η ιατρική επιστήμη να εγγυηθεί ότι ένα παιδί που έχει προσβληθεί σοβαρά, όπως η μικρή Ισαβέλλα, θα επιζήσει πολλά χρόνια κι αν ακόμη του γίνει θεραπεία με μεταγγίσεις. Οι στατιστικές για τη μεσογειακή αναιμία αποκαλύπτουν την σκληρή πραγματικότητα, στατιστικές που δεν μπορούμε να τις αγνοήσουμε. Το βιβλίο Μινέρβα Μέντισα (72, 1981, σελίδες 662-70) παρουσίασε αριθμούς που είχαν συγκεντρωθεί από το Κεντρικό Ιταλικό Ινστιτούτο Στατιστικών που έδειχναν ότι από 147 παιδιά που πέθαναν από αυτή την αρρώστια το 1976, 23,8 τα εκατό πέθαναν μέσα στα πρώτα τέσσερα χρόνια της ζωής τους.
Γιατί Στοργικούς Γονείς τους Αποκαλούν «Φονιάδες»;
Στο προηγούμενο άρθρο είδαμε ότι ένα ζευγάρι από την Ιταλία βρήκε μια πιο ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή μελετώντας τη Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ο Γκιουζέπε και η Κονσίλια Ονέντα είχαν μια όμοια εμπειρία, που πήρε μεγαλύτερη έννοια όταν έμαθαν για τη διαβεβαίωση του Ιησού ότι ένα άτομο με την επιδοκιμασία του Θεού, ‘ακόμη κι αν πεθάνει, θα ξανάρθει στη ζωή’. (Ιωάννης 11:25) Ναι, οι γιατροί δεν μπορούσαν να εγγυηθούν στην Ισαβέλλα λογική υγεία και ζωή, αλλά ο Γιος του Θεού μπορούσε.
Όταν, το καλοκαίρι του 1979, οι Ονέντα αποφάσισαν να γίνουν Μάρτυρες του Ιεχωβά, ειδοποίησαν τους γιατρούς στη Δεύτερη Παιδιατρική Κλινική του Κάλιαρι ότι δε θα επέτρεπαν πια να γίνουν μεταγγίσεις αίματος στην Ισαβέλλα. Είχαν μάθει από τις Γραφές ότι ο Θεός διέταξε τους αποστόλους και όλους τους πιστούς Χριστιανούς να ‘απέχουν από αίμα’. (Πράξεις 15:28, 29· παράβαλε Γένεσις 9:3, 4.) Έτσι, αυτοί οι γιατροί ζήτησαν να επέμβει το Δικαστήριο Ανηλίκων. Το δικαστήριο αποφάσισε ότι οι γονείς θα έπρεπε να πηγαίνουν την κόρη τους για μεταγγίσεις, και διέταξε τους γιατρούς να έχουν την ευθύνη και να αναλάβουν την πρωτοβουλία ώστε να της γίνονται οι μεταγγίσεις τακτικό.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ενώ οι Ονέντα συμβουλεύονταν άλλους γιατρούς σε μια προσπάθεια για εναλλακτική θεραπεία, τους πήραν την κόρη τους δια της βίας και της έκαναν μετάγγιση. Εντούτοις η ασθένεια συνέχισε την καταστρεπτική πορεία της· η κατάσταση των ζωτικών οργάνων της Ισαβέλλας χειροτέρευε. Το Μάρτιο του 1980 οι γιατροί δεν επιδίωξαν τη συνέχιση της θεραπείας με μεταγγίσεις· για μερικούς μήνες δεν ανάγκαζαν την Ισαβέλλα να πηγαίνει για μεταγγίσεις. Γιατί σταμάτησαν να επωμίζονται την ευθύνη που τους είχε αναθέσει το δικαστήριο; Αυτό είναι ένα μυστήριο που οι αρχές μέχρι σήμερα δεν προσπάθησαν να λύσουν.
Στη διάρκεια των επόμενων μηνών, οι Ονέντα έκαναν το καθετί που μπορούσαν για την αγαπητή τους κόρη, αγοράζοντας φάρμακα τα οποία θα μπορούσαν να της τα δίνουν στο σπίτι και παρά τα περιορισμένα οικονομικά τους, της έδιναν την καλύτερη τροφή που μπορούσαν να βρουν. Ποτέ δεν απελπίστηκαν, κι ακόμη έγραψαν σε ειδικούς στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ελβετία.
Στο τέλος του Ιουνίου, η κατάσταση της Ισαβέλλας χειροτέρεψε απότομα, πιθανόν λόγω μιας βρογχικής μόλυνσης που μπορεί να είναι θανατηφόρα σε παιδιά που υποφέρουν από μεσογειακή αναιμία. Σ’ αυτό το προχωρημένο σημείο ήρθε πάλι η αστυνομία και πήρε την Ισαβέλλα στην κλινική, όπου πέθανε ενώ της γινόταν μετάγγιση αίματος δια της βίας.
Μπορείτε να φανταστείτε τη λύπη και την αίσθηση της απώλειας που αισθάνθηκαν οι Ονέντα στις 2 Ιουλίου αν και γνώριζαν ότι το παιδί τους ηλικίας δυόμισι ετών έπασχε από θανατηφόρα ασθένεια; Αλλά η λύπη τους επρόκειτο να γίνει ακόμη μεγαλύτερη. Γύρω στις πέντε η ώρα στις 5 Ιουλίου 1980, και ενώ οι Ονέντα βρίσκονταν στο σπίτι ενός φίλου τους, τους συνέλαβαν δύο χωροφύλακες. Μόλις και που είχαν χρόνο να αφήσουν το δεύτερο παιδί τους την Έστερ ηλικίας τριών μηνών σε φίλους τους.
Τους οδήγησαν στην τοπική φυλακή του Κάλιαρι, που ονομάζεται Το Σωστό Μονοπάτι (τι ειρωνεία!), που είναι από τις χειρότερες στην Ιταλία. Τους έκλεισαν σε κελιά σε διαφορετικά μέρη της φυλακής,
Πώς Ήταν Δυνατό να Καταδικαστούν για Φόνο;
Για 20 μήνες αυτό το ταπεινό ζευγάρι παρέμεινε φυλακισμένο. Τελικά έγινε μια δίκη, και στις 10 Μαρτίου 1982, το Δικαστήριο Ασσίζες του Κάλιαρι εξέδωσε τη συγκλονιστική του απόφαση: Αποφάνθηκε ότι ο Γκιουζέπε και η Κονσίλια Ονέντα ήταν ένοχοι φόνου εκ προμελέτης. Η ποινή; Φυλάκιση δεκατεσσάρων ετών, περισσότερο από ό,τι δίνεται σε πολλούς τρομοκράτες!
Μπορείτε να καταλάβετε γιατί η απόφαση δημιούργησε αναστάτωση σε όλη την Ιταλία και επικρίθηκε από πολλούς ειδικούς στα νομικά ζητήματα. Έγινε έφεση, αλλά στις 13 Δεκεμβρίου 1982, το Εφετείο Ασσίζες του Κάλιαρι επικύρωσε την προηγούμενη ετυμηγορία. Το μόνο που έκανε ήταν να ελαττώσει την ποινή στα εννιά χρόνια, ισχυριζόμενο ότι στους Ονέντα δόθηκε το όφελος των ελαφρυντικών αφού ‘ενήργησαν με κίνητρα ιδιαίτερης ηθικής αξίας’.
Η μόνη πιθανότητα που είχε απομείνει για τα δικαιώματα ανθρώπινης δικαιοσύνης ήταν μια έφεση στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Στις 8 Ιουλίου 1983, ο Γκιουζέπε Ονέντα αφέθηκε ελεύθερος προσωρινώς γιατί τα τρεισήμισι χρόνια που υπέφερε στη φυλακή είχαν βλάψει σε επικίνδυνο βαθμό την υγεία του. Αλλά η Κονσίλια, κρατήθηκε στη φυλακή.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο
Αυτό το δικαστήριο στη Ρώμη είναι το ανώτατο όργανο της Ιταλικής δικαιοσύνης. Εκδικάζει ζητήματα ορθής εφαρμογής και ερμηνείας τού νόμου, επανεξετάζει καταδίκες που εκδόθηκαν από κατώτερα δικαστήρια όταν γίνεται έφεση γι’ αυτές. Αν αποφασίσει ότι δεν τηρήθηκε ο νόμος ή ότι εφαρμόστηκε εσφαλμένα, το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την εξουσία να ακυρώσει την προηγούμενη απόφαση και να διατάξει ένα άλλο δικαστήριο να επανεξετάσει την υπόθεση. Αυτό εξέτασε την υπόθεση των Ονέντα στις 13 Δεκεμβρίου 1983.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ακυρώνει συχνά μια απόφαση που τίθεται ενώπιον του, και οι δύο προηγούμενες δυσμενείς αποφάσεις θα βάρυναν κατά πολύ. Υπήρχε, λοιπόν, καμιά ελπίδα για τους Ονέντα να τους δουν όπως ακριβώς είναι, στοργικοί γονείς;
Μια θεαματική Στροφή των Γεγονότων!
Θα σας περιγράψουμε τη μέρα εκείνη στο δικαστήριο:
Μετά από μια εισαγωγική ομιλία που περιείχε τα εξέχοντα σημεία της υπόθεσης και που έγινε από τον ένα από τους πέντε δικαστές που ενεργούσε σαν εισηγητής, άρχισε η εκδίκαση της υπόθεσης.
Οι δικηγόροι της υπεράσπισης γενικά φοβούνται πολύ τον δικαστή που ενεργεί σαν εισαγγελέας γιατί είναι πολύ δύσκολο να ακυρωθούν οι προτάσεις του. Και σ’ αυτή την περίπτωση ο δικαστής που ενεργούσε σαν εισαγγελέας ήταν ένας έμπειρος νομικός που είχε αναλάβει αυτό το ρόλο σε αρκετές φημισμένες υποθέσεις. Τι θα έλεγε;
Η ερώτηση του προκάλεσε έκπληξη: «Εκδήλωσαν ποτέ ο πατέρας και η μητέρα την επιθυμία να πεθάνει το παιδί τους όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο; Έδωσε μια πλήρη απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα το δικαστήριο του Κάλιαρι;» Και πρόσθεσε: «Το Δικαστήριο των Ανηλίκων άφησε το παιδί στη φροντίδα του πατέρα του και της μητέρας του γιατί τους θεώρησε στοργικούς γονείς και γιατί το οικογενειακό περιβάλλον ήταν το καλύτερο για το παιδί». Μετά σημείωσε ότι ‘οι δικαστές, οι εμπειρογνώμονες και οι κοινωνιολόγοι που περιλαμβάνονταν βρίσκονταν στην καλύτερη θέση να αποφασίσουν ότι οι γονείς άξιζαν να έχουν την κηδεμονία του παιδιού τους’.
Και τι θα πούμε για τον ισχυρισμό ότι οι Ονέντα προκάλεσαν με κακόβουλο τρόπο το θάνατο του παιδιού τους; Ο δικαστής συνέχισε: «Δεν υπάρχει καμιά απόδειξη από τη συμπεριφορά τους ούτε και άλλα ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία που να μας επιτρέπουν να πούμε με ήσυχη συνείδηση ότι υπήρξε προμελέτη. . . . Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν, πιστεύουμε ότι οι δικαστές [του Κάλιαρι] δεν έδωσαν ικανοποιητική απάντηση σ’ αυτές τις ερωτήσεις».
Ο εισαγγελέας υπέβαλε τότε αυτή την καταπληκτική πρόταση: «Γι’ αυτό το λόγο καλώ το Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση στο ζήτημα της κακόβουλης προμελέτης».
Δεν παρουσιάστηκε καμιά απόδειξη για κακόβουλη προμελέτη! Αυτό σήμαινε ότι οι Ονέντα δεν ήταν φονιάδες εκ προμελέτης! Εκτός από αυτό, ο εισαγγελέας ζητούσε την ακύρωση της προηγούμενης δίκης!
Μετά, το Δικαστήριο άκουσε την υπεράσπιση, δικηγόρους που ήταν γνωστοί σε όλη τη χώρα. Αυτοί τόνισαν τις ασυνέπειες της προηγούμενης δικαστικής διαδικασίας και τις ανοησίες των αποφάσεων που είχαν βγάλει.
Μετά, το Δικαστήριο αποσύρθηκε για λίγο. Τελικά ο προεδρεύων δικαστής διάβασε την απόφαση του Δικαστηρίου: Η προηγούμενη απόφαση ακυρώθηκε και η υπόθεση ανατέθηκε στο Εφετείο της Ρώμης για να επανεξεταστεί.
Δηλώνοντας το κίνητρο του για την απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, τόνισε τις σοβαρές ατέλειες της παιδιατρικής κλινικής και άλλων ιδρυμάτων δημόσιας υπηρεσίας· ‘χωρίς αμφιβολία . . . τα ιδρύματα δημόσιας υπηρεσίας βρέθηκε ότι ήταν πολύ ελλειπή· μετά από τις αρχικές τους ενέργειες . . . έδειξαν πλήρη έλλειψη ενδιαφέροντος, παρά τη σαφή παράκληση που έγινε για κάποια προμήθεια ώστε να λυθεί το πρόβλημα θετικά και μόνιμα σύμφωνα με τα ιδεολογικά πιστεύω των κατηγορουμένων’. Αυτή είναι η απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου σελίδα 30.
Επιτέλους και Πάλι Μαζί!
Η Κονσίλια Ονέντα έχει αφεθεί ελεύθερη τώρα γιατί τελείωσε ο καιρός για την προληπτική κράτηση. Μετά από τρεισήμισι χρόνια δυσκολιών οι Ονέντα είναι και πάλι μαζί. Ο Γκιουζέπε και η Κονσίλια έχουν τη χαρά να είναι μαζί και να φροντίζουν στοργικά τη μικρή τους Έστερ. Ας τους αφήσουμε να μας πουν οι ίδιοι την εμπειρία τους:
Γκιουζέπε: «Παντρευτήκαμε το 1976, κι ένα χρόνο αργότερα γεννήθηκε η Ισαβέλλα. Περιμέναμε με χαρά τη γέννηση της, αλλά σύντομα ανακαλύψαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ήταν πολύ χλωμή και ασθενική. Όταν ήταν έξι μηνών, οι γιατροί διέγνωσαν τη φοβερή ασθένεια που θα προκαλούσε το θάνατο της. Μπορείτε να φανταστείτε πόσο λυπηθήκαμε όταν ακούσαμε τη φοβερή διάγνωση».
Κονσίλια: «Φυσικά, αγαπήσαμε ακόμη περισσότερο το μωρό μας. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε γονιός θα αντιδρούσε μ’ αυτό τον τρόπο σ’ ένα παιδί που υποφέρει και είναι αβοήθητο και που πάσχει από μια θανατηφόρα ασθένεια. Αμέσως πήγαμε την Ισαβέλλα σε μια παιδιατρική κλινική για θεραπεία όπου της έκαναν μεταγγίσεις αίματος. Παρ’ όλ’ αυτά, συνέχισε να χειροτερεύει. Θυμάμαι ότι μετά από ένα χρόνο θεραπείας με μεταγγίσεις είχε μια πολύ φουσκωμένη κοιλιά· το συκώτι της και η σπλήνα της είχαν διογκωθεί. Πόσο υπέφερε όταν της έκαναν μεταγγίσεις! Σε μια περίπτωση οι γιατροί χρειάστηκαν μια ώρα για να βρουν τη φλέβα της· και το μικρά μου το κορίτσι ξεφώνιζε όλη την ώρα από πόνο».
Γκιουζέπε: «Εκείνη την άσχημη εποχή βρήκαμε πραγματική παρηγοριά στη μελέτη της Γραφής. Μας έκανε εντύπωση ιδιαίτερα η υπόσχεση στην Αποκάλυψη 21:4 ότι ο Θεός σύντομα θα εξαλείψει τα δάκρυα του πόνου από τα μάτια αυτών που υποφέρουν, και ότι δε θα υπάρχει πια θάνατος».
Κονσίλια: «Για μας αυτό σήμαινε ότι, μέσω της ανάστασης θα μπορούσαμε να δούμε την Ισαβέλλα υγιή, ακόμη κι αν επρόκειτο να πεθάνει, το οποίο ατυχώς φαινόταν αναπόφευκτο. Μετά, όταν μάθαμε από τη Γραφή για την εντολή του Θεού να ‘απέχετε από του αίματος’ [Πράξεις 15:20· 21:25], πήραμε μια απόφαση . . .»
Γκιουζέπε: «. . . να παραμείνουμε στις Γραφικές αρχές. Για μας αυτός ήταν ο μόνος δρόμος που μπορούσαμε να ελπίζουμε να ξαναβρούμε την Ισαβέλλα υγιή την ημέρα που θα την αναστήσει ο Θεός από τους νεκρούς. Μπορούσαμε να δούμε ότι οι μεταγγίσεις δε σταματούσαν την ασθένεια και γνωρίζαμε ότι πολλά παιδιά στη Σαρδηνία πέθαιναν σε μικρή ηλικία από την ίδια ασθένεια παρά τις μεταγγίσεις που τους έκαναν. Είχαμε ακούσει επίσης ότι πολλοί γονείς μετά από πολλές μεταγγίσεις στη διάρκεια των οποίων τα παιδιά τους δεν έδειξαν καμιά βελτίωση, προτίμησαν να φροντίζουν τα παιδιά τους στο σπίτι με μέσα που προκαλούσαν λιγότερο πόνο και τρόμο».
Κονσίλια: «Πώς μπορούσαμε ν’ αρνηθούμε τη μόνη προοπτική να δούμε την Ισαβέλλα και πάλι υγιή, την προοπτική που βασίζεται στην υπόσχεση του Θεού; Από όσα διαβάσαμε για τα αποτελέσματα αυτής τη θεραπείας διαπιστώσαμε ότι οι μεταγγίσεις αίματος δεν ήταν κάτι το καλό. Μάθαμε ότι συχνά προκαλούν θανατηφόρα βλάβη στα ζωτικά όργανα».
Γκιουζέπε: «Κάναμε γνωστή στους γιατρούς την απόφαση μας, κι αυτό ήταν η αρχή αυτής της πασίγνωστης ιστορίας».
Κονσίλια: «Η Ισαβέλλα ήταν πολύ ευαίσθητη, στοργική και έξυπνη».
Γκιουζέπε: «Ήταν λίγο παραπάνω από δύο ετών ηλικίας κι ωστόσο γνώριζε πολλά πράγματα από Το Βιβλίο Μου με τις Βιβλικές Ιστορίες. Γνώριζε το όνομα του Θεού, Ιεχωβά. Μπορούσε να αναγνωρίσει και να μας πει για τις εικόνες στις ιστορίες των Βιβλικών χαρακτήρων».
Κονσίλια: «Είναι φοβερό για μια μητέρα να γνωρίζει ότι δεν μπόρεσε να δώσει στο παιδί της ένα αρκετά υγιές σώμα για να μπορέσει να ζήσει. Η κόρη μου η Έστερ μου θυμίζει τόσο πολύ την Ισαβέλλα. Τώρα θέλω να δώσω σ’ αυτό το υγιές παιδί την αγάπη που θα ήθελα να έχω συνεχίσει να δίνω στην Ισαβέλλα. Είμαι ευτυχισμένη που είμαι πάλι με την οικογένεια μου και τους Χριστιανούς αδελφούς μου που μας αγαπούν τόσο πολύ. Ακόμη, ποτέ δε θα ξεχάσω εκείνα τα τρεισήμισι χρόνια που δαπάνησα στη φυλακή, καθώς και τη μέρα που η φυλακισμένη στο ίδιο κελί με μένα προσπάθησε ν’ αυτοκτονήσει από την απελπισία της. Αν και μπόρεσα να τη σώσω, αυτή ήταν μια τρομερή εμπειρία. Ωστόσο, αυτό με βοήθησε να εμπιστεύομαι περισσότερο στον Ιεχωβά Θεό».
Γκιουζέπε: «Οι φυλακισμένοι στο ίδιο κελί με μένα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να λυγίσουν τη Χριστιανική μου ακεραιότητα—βία, πράξεις ομοφυλοφιλίας και άλλες διεφθαρμένες πράξεις. Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν μήπως αποτύχαινα στην ακεραιότητα μου και έχανα την δυνατότητα να ζήσω στο ευτυχισμένο νέο σύστημα του Θεού. Μερικές φορές έφτανα σε απελπισία, όπως όταν το εφετείο επιβεβαίωσε την καταδίκη· μερικές φορές επιθυμούσα να μην είχα ποτέ γεννηθεί. Ωστόσο, βρήκα παρηγοριά από τον Ιεχωβά με ένθερμη προσευχή. Είμαι ευγνώμων, επίσης, που συμπεριέλαβε το βιβλίο του Ιώβ στη Βίβλο γιατί αισθάνομαι ότι υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ της πείρας του Ιώβ και της δικής μου. Βέβαια, ο Θεός απάντησε στον Ιώβ, δίνοντας του δύναμη να υπομείνει τη δοκιμασία και να βρει ‘διέξοδο’».—1 Κορινθίους 10:13.
«Ακόμη και στις πιο θλιβερές στιγμές στον εφιάλτη της φυλακής, κατέφευγα συνεχώς στον Ιεχωβά. [1 Ιωάννου 1:5] Ενθαρρύνθηκα επίσης πάρα πολύ από τους συγχριστιανούς που μου έστειλαν αμέτρητα γράμματα από διάφορες χώρες. Το στοργικό τους ενδιαφέρον ήταν μία διαβεβαίωση ότι ο Θεός δε μας εγκαταλείπει. Εδάφια όπως το Ρωμαίους 1:12 και Μάρκος 13:13 με βοήθησαν να τα καταφέρω. Βγήκα από τη φυλακή, ‘καταβλημένος’ όπως λέει ο απόστολος Παύλος, ‘αλλά όχι εξοντωμένος’».—2 Κορινθίους 4:9.
Κονσίλια: «Δε γνωρίζω αν ο Γκιουζέπε κι εγώ θα αθωωθούμε πλήρως όταν τελικά τελειώσει η υπόθεση. Ωστόσο, είμαστε ευγνώμονες σ’ εκείνους που μας βοήθησαν και εργάζονται ακόμη να ακυρώσουν την αβάσιμη κατηγορία ότι δολοφονήσαμε την κόρη μας. Αυτό είναι το πιο τρομερό πράγμα για το οποίο μπορεί να κατηγορηθεί ένας γονιός».
Γκιουζέπε: «Είμαστε ευτυχισμένοι που βγήκαμε απ’ αυτή τη δοκιμασία χωρίς να μισήσουμε οποιονδήποτε για ό,τι συνέβη. Η αγάπη για το Θεό και τον πλησίον θα μας βοηθήσει βέβαια να αναλογιστούμε τις πολλές ευλογίες μας. Έχουμε την οικογένεια μας, τους πνευματικούς μας αδελφούς, την πίστη μας και την ελπίδα μας».
Πιθανόν θα συμφωνήσετε ότι αυτοί οι ταπεινοί γονείς από το Σάρροκ κατηγορήθηκαν άδικα, και πιθανόν να αισθάνεστε συμπόνια για τη δοκιμασία που πέρασαν. Ίσως, όμως, να διερωτάστε για μερικά πράγματα σχετικά με το δικαίωμα των γονέων για την ιατρική περίθαλψη των παιδιών τους. Ναι, αυτό είναι ένα ζήτημα που μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε από μας ή τους συγγενείς μας και τους φίλους μας.
[Υποσημειώσεις]
a Ξύπνα! 22 Μαρτίου 1983, και στην Ιταλική έκδοση 22 Μαΐου 1983
[Πλαίσιο στη σελίδα 10]
Το Μωρό Τζέην Ντόε—Τι Θα Κάνουν Οι Γονείς;
Οι στοργικοί γονείς μερικές φορές έχουν να πάρουν πολύ σοβαρές αποφάσεις. Υποθέστε ότι είστε οι γονείς του μωρού Τζέην Ντόε, για παράδειγμα, τι θα κάνατε; Η εφημερίδα Τάιμς της Νέας Υόρκης (1 Νοεμβρίου 1983)ανέφερε:
«Πριν από τρεις εβδομάδες, στο Λογκ Άιλαντ, ένα ζευγάρι απέκτησε ένα κοριτσάκι, αλλά δεν ήταν υγιές. Το μωρό Τζέην Ντόε είχε δυσχιδή ράχη, ένα ασυνήθιστα μικρό κρανίο, υδροκεφαλία ή υπερβολικό υγρό στον εγκέφαλο, και άλλες παραμορφώσεις. Ακόμη κι αν θα γινόταν εγχείριση, θα παρέμενε σοβαρά καθυστερημένη και κατάκοιτη στο κρεβάτι για όλη της τη ζωή—στην περίπτωση της 20 χρόνια περίπου. Αφού οι γονείς της συσκέφθηκαν με τους γιατρούς τους, τους κοινωνικούς λειτουργούς και τους κληρικούς, οι γονείς τον μωρού Τζέην έβγαλαν μια οδυνηρή απόφαση: να μη γίνει η εγχείρηση και να αφήσουν το ζήτημα να πάρει τη φυσική του εξέλιξη».
Μερικοί απ’ έξω διαφώνησαν, φέρνοντας το ζήτημα στο δικαστήριο. Αλλά όταν έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, το Δικαστήριο αρνήθηκε ν’ ακούσει την υπόθεση. Το μωρό Τζέην Ντόε δείχνει τα οδυνηρά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν ακόμη και οι στοργικοί γονείς.
[Εικόνα στη σελίδα 9]
Η Κονσίλια Ονέντα ενώ βγαίνει από τη φυλακή ξανασμίγει με την κόρη της Έστερ