Μπορεί η Επιστήμη να Ανταποκριθεί στις Προκλήσεις του 21ου Αιώνα;
«Τώρα υπάρχουν συντριπτικές επιστημονικές αποδείξεις που δείχνουν ότι η Μητέρα Γη δεν μπορεί να αντέξει τα άστοργα, απείθαρχα παιδιά της για πολύ ακόμη».—Δε Γιουροπίαν (The European), 19-25 Μαρτίου 1992.
ΟΛΟΕΝΑ και περισσότεροι οικολόγοι είναι της γνώμης ότι η απειλή για τη γη δεν είναι απλώς «πολύ κακό για το τίποτα», αλλά είναι σοβαρή και απαιτεί την προσοχή μας. Στην πραγματικότητα, λένε ότι η άμεση δράση είναι ζωτική για να αποφευχτεί η καταστροφή. «Δεν έχουμε μπροστά μας γενιές», είπε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Επιφυλακής στο τέλος της δεκαετίας του 1980. «Έχουμε μόνο χρόνια, στα οποία να προσπαθήσουμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση».
Οι εκδότες του βιβλίου 5.000 Μέρες για να Σώσουμε τον Πλανήτη (5000 Days to Save the Planet) ήταν πιο συγκεκριμένοι το 1990 που εξέδωσαν το βιβλίο τους. Από τότε η αντίστροφη μέτρησή τους συνεχίζεται. Ο χρόνος που απομένει για τη σωτηρία του πλανήτη, σύμφωνα με τη δική τους προθεσμία, τώρα είναι γύρω στις 4.000 μέρες. Και ώσπου να ανατείλει ο 21ος αιώνας, αν στο μεταξύ δεν συμβεί κάτι εξαιρετικό, ο αριθμός θα έχει μειωθεί σε 1.500 μέρες περίπου.
Ποιος ασυνήθιστος συνδυασμός καταστάσεων γέννησε αυτή την προφανή κρίση; Ποιες προκλήσεις θέτει ο ερχόμενος αιώνας;
Πληθώρα Προβλημάτων
Οι ειρηνόφιλοι άνθρωποι χαίρονται που τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος. Αλλά η πρόκληση της επίτευξης και της διατήρησης παγκόσμιας ειρήνης εξακολουθεί να είναι τόσο πραγματική όσο και προηγουμένως. Ο Γάλλος Πρόεδρος Μιτεράν, μιλώντας τον Ιανουάριο του 1990 σχετικά με τα προβλήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, είπε: «Αφήνουμε έναν άδικο αλλά σταθερό κόσμο, για έναν κόσμο που ελπίζουμε ότι θα είναι πιο δίκαιος, αλλά θα είναι σίγουρα πιο ασταθής». Και η εφημερίδα Δε Γιουροπίαν έγραψε: «Το τίμημα της ελευθερίας [στα κράτη του πρώην σοβιετικού μπλοκ] είναι η αυξανόμενη αστάθεια, η οποία έχει αυξήσει τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου, όσο μικρός και αν είναι αυτός».
Στην πραγματικότητα, μερικές από τις προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει τώρα ο κόσμος ήταν ουσιαστικά άγνωστες όταν άρχισε ο Ψυχρός Πόλεμος. Όπως επισημαίνει το βιβλίο 5.000 Μέρες για να Σώσουμε τον Πλανήτη: «Πριν από πενήντα μόλις χρόνια το περιβάλλον του κόσμου βρισκόταν ακόμη κατά ένα μεγάλο μέρος σε ισορροπία. . . . Ο κόσμος ήταν ένα απέραντο, όμορφο και δυνατό μέρος· πώς θα μπορούσαμε ποτέ να τον καταστρέψουμε; Σήμερα μας λένε ότι ο πλανήτης μας διέρχεται κρίση, ότι καθώς καταστρέφουμε και μολύνουμε οδηγούμαστε σε μια παγκόσμια καταστροφή».
Οι ονομαζόμενες φυσικές καταστροφές—πλημμύρες, καταιγίδες, σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις—συμβαίνουν παντού. Το κατά πόσο ευθύνεται για αυτό η ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον ίσως είναι κάτι αμφιλεγόμενο. Υπάρχει απόδειξη ότι το προστατευτικό στρώμα όζοντος της γης σε μερικά μέρη έχει γίνει επικίνδυνα λεπτό. Τώρα μερικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι κλιματολογικές αλλαγές που είναι ικανές να προκαλέσουν τραγωδίες θα μπορούσαν να πλήξουν ξαφνικά αντί να αναπτυχτούν σταδιακά.
Ο καρκίνος, οι καρδιοπάθειες, τα προβλήματα του κυκλοφορικού συστήματος και πολυάριθμες άλλες παθήσεις έχουν από παλιά αποτελέσει πρόκληση για τις ικανότητες του ιατρικού προσωπικού. Παρά τα χρόνια ιατρικής προόδου, αυτές οι ασθένειες συνεχίζουν να σκοτώνουν. Στην Ευρώπη και μόνο, κατά προσέγγιση 1.200.000 άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο από καρκίνο, σχεδόν 65 τοις εκατό περισσότερα από ό,τι την προηγούμενη δεκαετία. Λόγω του φόβου για μια νέα μάστιγα—το AIDS, που έχει σκοτώσει πολύ λιγότερους—αυτή η τεράστια απώλεια περνάει σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητη.
Μια άλλη πρόκληση: Σε λιγότερο από 200 χρόνια, ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει αυξηθεί από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους σε πεντέμισι δισεκατομμύρια περίπου. Παρά την πρόσφατη μείωση στον ετήσιο ρυθμό αύξησης, μερικοί υπολογίζουν ότι ως το έτος 2025 ο παγκόσμιος πληθυσμός θα έχει πιθανότατα ξεπεράσει τα οχτώ δισεκατομμύρια και ως το 2050 θα πλησιάζει τα δέκα δισεκατομμύρια. Πού θα ζήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Τι θα τρώνε; Μια έκθεση του Ο.Η.Ε. που εκδόθηκε το 1991 υπολόγισε ότι ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ήδη ζουν σε απόλυτη φτώχεια, και η ζωή τους «χαρακτηρίζεται σε τέτοιο βαθμό από υποσιτισμό, αναλφαβητισμό και ασθένειες ώστε να απέχει πολύ από κάθε λογικό ορισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας».
Ο Πολ Ρ. Έρλιχ, καθηγητής πληθυσμιακών μελετών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ των Ηνωμένων Πολιτειών, επισημαίνει τις τεράστιες διαστάσεις αυτού του προβλήματος λέγοντας: «Ενώ ο υπερπληθυσμός στα φτωχά κράτη τείνει να διαιωνίζει τη μάστιγα της φτώχειας, ο υπερπληθυσμός στα πλούσια κράτη τείνει να υποσκάπτει την ικανότητα ολόκληρου του πλανήτη να συντηρεί τη ζωή».
Η πιθανότητα ότι οι παράγοντες που αναφέρθηκαν προηγουμένως—ή άλλοι, όπως η χρήση ναρκωτικών, η ανεπαρκής στέγαση, το έγκλημα και οι φυλετικές διαμάχες—μπορεί στο κοντινό μέλλον να πυροδοτήσουν μια παγκόσμια καταστροφή προκαλεί πραγματική ανησυχία. Η πρόκληση είναι φανερή. Ο τρόπος αντιμετώπισής της δεν είναι φανερός.
Αναζήτηση Λύσεων
Παρ’ όλα αυτά, οι κυβερνήσεις, ενόψει της σοβαρότητας των προβλημάτων και με διαφορετικό βαθμό αίσθησης του επείγοντος η καθεμιά, αναζητούν λύσεις. Για παράδειγμα, στο περιβαλλοντικό μέτωπο, η μεγαλύτερη οικολογική συγκέντρωση που διεξάχτηκε ποτέ πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούνιο στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Η Συνάντηση Κορυφής για τη Γη, υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε., ήταν η δεύτερη στο είδος της, μετά τη συνάντηση του 1972 στη Στοκχόλμη της Σουηδίας. Τότε ένας φημισμένος Γερμανός πολιτικός είχε πει: «Αυτή η διάσκεψη μπορεί να αποτελέσει σημείο στροφής για την τύχη του πλανήτη».
Προφανώς, η συνάντηση του 1972 δεν εκπλήρωσε τις προσδοκίες. Ο Μόρις Φ. Στρονγκ, κύριος διοργανωτής των διασκέψεων του 1972 και του 1992, παραδέχτηκε: «Στα 20 χρόνια που πέρασαν από τη Στοκχόλμη έχουμε μάθει ότι οι περιβαλλοντικές διατάξεις, οι οποίες είναι το μόνο μέσο επηρεασμού που διαθέτουν οι περιβαλλοντικές υπηρεσίες, είναι σημαντικές αλλά όχι επαρκείς. Πρέπει να συνοδεύονται από σημαντικές αλλαγές στα θεμελιώδη κίνητρα της οικονομικής μας συμπεριφοράς».
Θα αποδειχτεί, ωστόσο, η διάσκεψη του 1992 πιο επιτυχημένη ως προς την επίτευξη αυτών των ‘σημαντικών αλλαγών’ από εκείνη του 1972; Και αν όχι, θα είναι ο πλανήτης μας ακόμη σε θέση να φιλοξενήσει μια τρίτη Συνάντηση Κορυφής για τη Γη έπειτα από 20 χρόνια, το έτος 2012;
Αντιμέτωποι με τη Μεγαλύτερη Πρόκληση
Οι άνθρωποι γενικά γίνονται όλο και πιο σκεπτικιστές όσον αφορά την ικανότητα της θρησκείας και της πολιτικής να λύσουν τα παγκόσμια προβλήματα. Αλλά αν όχι η θρησκεία ούτε η πολιτική, τότε ποιος μπορεί να ανταποκριθεί στις σοβαρές προκλήσεις του 21ου αιώνα;
Ένα βιβλιάριο που εκδίδει το γερμανικό Ομοσπονδιακό Υπουργείο για την Έρευνα και την Τεχνολογία ρίχνει φως σε αυτό το ερώτημα. «Ο χειρισμός αυτών των προβλημάτων προϋποθέτει πολιτική στρατηγική ικανή να βοηθήσει όχι μόνο να αποφευχτούν περαιτέρω αλλαγές τις οποίες προκαλεί ο άνθρωπος αλλά επίσης και να προληφτούν οι αρνητικές συνέπειες των παγκόσμιων αλλαγών. Έχοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, ουσιαστικές πολιτικές αποφάσεις θα είναι εφικτές μόνο με βάση σταθερά επιστημονικά ευρήματα και αξιόπιστα μοντέλα πρόβλεψης. Αυτό φαίνεται ότι είναι ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε τις δαπανηρές ή ακόμη και ανεπιθύμητες και καταστροφικές εξελίξεις. Η ανεύρεση αυτών των πληροφοριών θέτει προς το παρόν τη μεγαλύτερη πρόκληση για την επιστημονική κοινότητα».
Η επιστήμη έχει αντιμετωπίσει φοβερές προκλήσεις προηγουμένως και τις έχει ξεπεράσει, τουλάχιστον ως ένα βαθμό. Ωστόσο, δεν είναι άτοπο να ρωτήσουμε αν η επιστήμη μπορεί να ανταποκριθεί στις μοναδικές προκλήσεις που θέτει ο ερχόμενος 21ος αιώνας. Υπάρχουν περιθώρια για αισιοδοξία;
Με χαρά το Ξύπνα! ανακοινώνει μια εξέταση αυτών των σοβαρών ζητημάτων, η οποία θα καλυφτεί μέσα από μια σειρά άρθρων που αρχίζουν από αυτό το τεύχος. Ακολουθεί το 1ο Μέρος.
[Εικόνες στη σελίδα 4]
Τι μπορεί να κάνει η επιστήμη για τη μόλυνση, τις ασθένειες και τον υπερπληθυσμό;
[Ευχαριστίες]
WHO photo by P. Almasy
WHO photo by P. Almasy