ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g94 22/11 σ. 20-23
  • Δεν Είμαι Πια Βράχος Ούτε Νησί

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Δεν Είμαι Πια Βράχος Ούτε Νησί
  • Ξύπνα!—1994
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Μας Επισκέπτονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά
  • Ο Μάρτυρας Επιστρέφει
  • Δημιουργημένοι για να Αγαπάμε και να μας Αγαπούν
  • Η Αγία Γραφή Αλλάζει Ζωές
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2011
  • Η Οικογένεια που με Αγάπησε Αληθινά
    Ξύπνα!—1995
  • Κάτι Χειρότερο από το AIDS
    Ξύπνα!—1989
  • Από Ταραχοποιός του Δρόμου Χριστιανός Διάκονος
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1977
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1994
g94 22/11 σ. 20-23

Δεν Είμαι Πια Βράχος Ούτε Νησί

ΜΙΑ στροφή κάποιου αγγλικού τραγουδιού της δεκαετίας του 1960 έλεγε: ‘Είμαι βράχος/Είμαι νησί/Και ο βράχος δεν νιώθει πόνο/Και το νησί δεν κλαίει ποτέ’. Αυτό το τραγούδι ήταν από τα αγαπημένα μου επειδή έδειχνε πώς ζούσα. Δεν μπορώ να θυμηθώ να ένιωσα ποτέ πράγματα που οι άλλοι έλεγαν ότι ένιωθαν, όπως αγάπη, συμπόνια και οίκτο. Προσποιούμουν ότι είχα τέτοια αισθήματα και πίστευα ότι και οι άλλοι έκαναν το ίδιο. Δεν μπορώ να θυμηθώ ούτε μία φορά που να έκλαψα ως ενήλικος. Και να ’μαι—50 χρονών και ενώ υπηρετώ ως πρεσβύτερος στη Χριστιανική εκκλησία, να βρίσκομαι μόνος στο σπίτι μου και να κλαίω με λυγμούς λόγω κάποιου βιβλίου που διάβαζα. Πώς ήταν δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο σε αυτόν το «βράχο», σε αυτό το «νησί»;

Γεννήθηκα το 1936 σε ένα προάστιο της Βοστώνης, και ήμουν το τέταρτο από οχτώ παιδιά. Ο πατέρας μου και η μητέρα μου ήταν αλκοολικοί. Δεν συζητούσαμε για αισθήματα, δεν αγκαλιαζόμασταν ούτε εκδηλώναμε αγάπη με οποιονδήποτε τρόπο από όσο θυμάμαι. Όταν ήμουν έξι μηνών, κάποιος με έβαλε στην μπανιέρα, έκλεισε την τρύπα, άνοιξε τη βρύση και έφυγε. Η σπιτονοικοκυρά με βρήκε και μου έσωσε τη ζωή. Τα μόνα πράγματα που αισθανόμουν όταν ήμουν παιδί ήταν φόβος, τρόμος, οργή και σωματικός πόνος.

Αυτά μου είχε διδάξει ο πατέρας μου ο οποίος είχε εκρήξεις θυμού και σχεδόν χωρίς εξαίρεση ξεσπούσε πάνω στο μικρό μου σώμα με τις γροθιές και τα πόδια του. Η έκφραση του προσώπου του εκείνες τις στιγμές με κατατρέχει ακόμα, έπειτα από μισό αιώνα. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου πίστευα ότι εκείνος με έδερνε επειδή ήμουν πολύ κακό παιδί, αλλά τώρα ξέρω ότι η οργή του, την οποία ξεσπούσε πάνω μου, δεν είχε καμιά σχέση με το αν ήμουν καλός ή κακός.

Όταν ήμουν πέντε και έξι χρονών, με κακοποιούσε σεξουαλικά ο οικογενειακός γιατρός. Όταν άρχισα να πηγαίνω σχολείο, ζούσαμε σε μια πόλη που αποτελούνταν από 250.000 λευκούς Αγγλοσάξονες Προτεστάντες, και οι συμμαθητές μου βασάνιζαν και κυνηγούσαν εμένα το μικρό Εβραιόπουλο. Όταν αυτές οι ομάδες των 10 ή 12 παιδιών με έπιαναν, μου έβγαζαν τα ρούχα, με έδερναν και πέταγαν τα ρούχα μου στις κορυφές των δέντρων. Έπρεπε να σκαρφαλώνω στα δέντρα έτσι γυμνός όπως ήμουν για να ξαναπάρω τα ρούχα μου.

Ένα μήνα προτού κλείσω τα 18, κατατάχτηκα στο στρατό για να ξεφύγω από το σπίτι. Μέχρι τότε δεν είχα ποτέ μου δοκιμάσει αλκοόλ, αλλά σχεδόν αμέσως άρχισα να πίνω και εθίστηκα το ίδιο γρήγορα. Έμεινα 20 χρόνια στο στρατό και μεθούσα όποτε μπορούσα με οποιονδήποτε τρόπο να εξοικονομήσω τα χρήματα για να πιω μια μπίρα. Είχα παντρευτεί στα 24, και είχα ένα γιο, αλλά η σύζυγός μου και ο γιος μου ζούσαν σε ένα σπίτι που το κατεξουσίαζε και το έλεγχε κάποιος αλκοολικός—εγώ—ο οποίος τους θεωρούσε και τους δυο ως βάρος και περιττή δαπάνη.

Συνταξιοδοτήθηκα από το στρατό το 1974 και προσπάθησα να δουλέψω για λίγο καιρό, αλλά σύντομα τα παράτησα. Δεν έπινα πια, εφόσον το σώμα μου δεν άντεχε άλλο αλκοόλ. Έβγαζα εξανθήματα έπειτα από μόνο μία ή δύο μπίρες. Τώρα είχα εθιστεί στα ναρκωτικά—κυρίως στη μαριχουάνα, αλλά και σε άλλα όταν τα έβρισκα. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος ήταν αδύνατο να κρατήσω κάποια εργασία, έτσι έμενα σπίτι και έκανα τις δουλειές του σπιτιού, ενώ εργαζόταν η σύζυγός μου, η Ντόνα.

Μας Επισκέπτονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά

Κάποιο πρωί η σύζυγός μου έφευγε για τη δουλειά. Ήταν 7:30, και εγώ ήμουν ήδη «φτιαγμένος». Αυτό την έκανε έξω φρενών. Καθώς έβγαινε από την μπροστινή πόρτα μού πέταξε μια ταμπέλα και φώναξε: «Ελπίζω να σε στείλουν στον τάφο». Εκείνη την ταμπέλα την είχε πάντοτε στο παράθυρο και έλεγε με μεγάλα γράμματα: «ΟΧΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ». Την έβαλα στα σκουπίδια. Το επόμενο πρωί δύο γυναίκες ήρθαν στην πόρτα μου. Ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Τότε είχα ήδη ασπαστεί το Βουδισμό ως θρησκεία μου. Είχα από πολύ καιρό απορρίψει την Αγία Γραφή εξαιτίας της υποκρισίας των γονέων μου, που ο ένας ήταν Εβραίος και ο άλλος Καθολικός. Είχα αναζητήσει τον Θεό για λίγο, αλλά είχα σταματήσει να ψάχνω, συμπεραίνοντας ότι δεν υπήρχε Θεός. Πίστευα στην εξέλιξη, και νόμιζα ότι είχα αποδείξει πως δεν υπάρχει Θεός με το να σταθώ στο ύπαιθρο την περίοδο των μουσώνων, στην οποία πέφτουν κεραυνοί, να κοιτάξω προς τα πάνω και να βρίσω τον Θεό με κάθε αισχρό όνομα που μπορούσα να σκεφτώ, και να πω: «Αν υπάρχεις, σκότωσέ με». Αν εγώ ήμουν Θεός, θα το είχα κάνει. Εφόσον δεν το έκανε, συμπέρανα ότι δεν πρέπει να υπάρχει Θεός. Νόμιζα ότι ο κόσμος ήταν καταδικασμένος εξαιτίας της ανικανότητας του ανθρώπου να σταματήσει να τον καταστρέφει, και έλπιζα να μπορούσα να τα δω όλα αυτά στην τηλεόραση καθώς θα συνέβαιναν ενώ εγώ θα ήμουν «φτιαγμένος».

Ενώ έτσι είχαν τα πράγματα, το επόμενο πρωί ήρθαν αυτές οι δύο γυναίκες. Ήμουν «φτιαγμένος» και ήθελα να διασκεδάσω. Είχαμε μια άσκοπη συζήτηση επί περίπου 20 λεπτά η οποία τελείωσε με το να μου προσφέρουν ένα μικρό μπλε βιβλίο που κόστιζε 25 σεντς. Υπολόγισα ότι 20 λεπτά διασκέδασης άξιζαν 25 σεντς και έτσι πήρα το βιβλίο και το πέταξα πάνω στο τραπέζι χωρίς ενδιαφέρον.

Το επόμενο πρωί, έψαχνα κάτι για να διαβάσω προκειμένου να αναβάλω για λίγο το κάπνισμα μαριχουάνας. Είδα το μικρό μπλε βιβλίο και το πήρα στα χέρια μου ελπίζοντας ότι θα με ψυχαγωγούσε για καμιά ώρα. Τέσσερις ώρες αργότερα είχα τελειώσει το διάβασμα και ήμουν πλήρως πεπεισμένος πως αυτό ήταν ό,τι έλεγε ο τίτλος του: Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή. Είχα ναρκωτικά στο σπίτι και ήξερα ότι μόλις άφηνα το βιβλίο θα αποχαυνωνόμουν από τα ναρκωτικά και θα αψηφούσα ό,τι είχα διαβάσει. Η τελευταία σελίδα πρόσφερε μια Αγία Γραφή η οποία κόστιζε μόνο ένα δολάριο, έτσι έβαλα ένα δολάριο σε κάποιο φάκελο και τον ταχυδρόμησα, λέγοντας στον Θεό—ποτέ στη ζωή μου δεν είχα προσευχηθεί—«Θεέ, αυτό είναι όλο εκείνο που μπορώ να κάνω, εσύ θα πρέπει να κάνεις τα υπόλοιπα». Τον ταχυδρόμησα, «φτιάχτηκα» και αψήφησα όλα εκείνα που μόλις με είχαν αγγίξει τόσο βαθιά.

Η Αγία Γραφή ήρθε ταχυδρομικά, αλλά απλώς την έβαλα στην άκρη. Σύντομα έπειτα από αυτό, ήρθαν δύο Μάρτυρες και προσφέρθηκαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή μαζί μου, και εγώ συμφώνησα. Οι μελέτες ήταν απολαυστικές αλλά όχι προοδευτικές επειδή εγώ κυρίως προσπαθούσα να τους εντυπωσιάσω με τη γνώση μου γύρω από τη φιλοσοφία. Επιπλέον, μόλις έφευγαν έπαιρνα ναρκωτικά και αυτό έσβηνε όλη την πρόοδο που είχα κάνει εκείνη τη μέρα.

Τελικά, έπειτα από ένα χρόνο, ο Τζιμ, ένας από τους Μάρτυρες, ήρθε και μου ζήτησε να διαβάσω το εδάφιο Ιεζεκιήλ 33:9. Το έκανα αυτό, και διάβασα: «Εάν συ αποτρέπης τον άνομον από της οδού αυτού δια να επιστρέψη απ’ αυτής, και δεν επιστρέψη από της οδού αυτού, εκείνος μεν θέλει αποθάνει εν τη ανομία αυτού, συ δε ηλευθέρωσας την ψυχήν σου». Κατόπιν με ρώτησε τι νόμιζα ότι σήμαινε αυτό. Του απάντησα: «Σημαίνει ότι εσύ δεν θα ξανάρθεις και ότι εγώ πρόκειται να πεθάνω». Εκείνος είπε: «Πολύ σωστά», και έφυγε.

Ο Μάρτυρας Επιστρέφει

Ευτυχώς διαπίστωσα ότι είχα ακόμη συνείδηση—πίστευα ότι την είχα σκοτώσει πριν από πολύ καιρό. Εφόσον αισθανόμουν κάποια επιθυμία για το μέλλον που είχα δει στην Αγία Γραφή, αποφάσισα να προσπαθήσω να κόψω τα ναρκωτικά. Επί εβδομάδες προσπαθούσα μόνος μου χωρίς επιτυχία. Ένα βράδυ η σύζυγός μου μού σύστησε να τηλεφωνήσω σε «εκείνον το φίλο», αναφερόμενη στο Μάρτυρα, τον Τζιμ. Της είπα πως εκείνος είχε πει ότι δεν θα ξανάρθει, και δεν ήξερα τον αριθμό του τηλεφώνου του. Ένιωθα εντελώς απελπισμένος.

Την επόμενη ακριβώς μέρα, βρήκαμε μια Σκοπιά στερεωμένη στην μπροστινή πόρτα μας, η οποία είχε γραμμένο πάνω της το τηλέφωνο του Τζιμ. Την είχε αφήσει η σύζυγός του «χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο». Του τηλεφώνησα και ομολόγησα ότι είχα πρόβλημα με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά και του ζήτησα αν μπορούσε να με βοηθήσει. Εκείνος μου είπε ότι αν σταματούσα να παίρνω ναρκωτικά θα ερχόταν και θα μελετούσε μαζί μου κάθε μέρα.

Αυτό αποτέλεσε την αρχή μιας περιόδου εντατικής μελέτης η οποία γέμιζε όλες τις μέρες και τις νύχτες μου. Όχι μόνο μελετούσε καθημερινά μαζί μου αλλά μου προμήθευε βιβλία μελέτης της Αγίας Γραφής και άρθρα της Σκοπιάς. Κοιμόμουν μόνο τέσσερις ώρες τη νύχτα—κοινό πρόβλημα για τους αλκοολικούς—και όλο τον υπόλοιπο χρόνο μου τον αφιέρωνα στη μελέτη της Αγίας Γραφής. Έχοντας σταματήσει τα ναρκωτικά, όλα όσα είχα μάθει τον προηγούμενο χρόνο, συν όλα όσα μάθαινα μελετώντας επί 18 έως 20 ώρες καθημερινά, απέκτησαν αμέσως νόημα.

Επιπρόσθετα, άρχισα να παρακολουθώ όλες τις συναθροίσεις των Μαρτύρων. Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες, είχα προοδεύσει μέχρι του σημείου να κάνω την πρώτη πραγματική προσευχή στη ζωή μου, η οποία ήταν επίσης και η προσευχή αφιέρωσής μου. Άρχισα να πηγαίνω από πόρτα σε πόρτα και να κηρύττω σε όλους όσους ήξερα. Άρχισα εφτά μελέτες, και πέντε από αυτές προόδευσαν μέχρι το βάφτισμα, και σε αυτές περιλαμβάνονταν η σύζυγός μου και ο γιος μου. Εγώ βαφτίστηκα σε μια συνέλευση περιοχής στις 23 Μαΐου 1976, τρεις μόνο μήνες έπειτα από το τηλεφώνημα που έκανα σε «εκείνον το φίλο». Άρχισα το σκαπανικό (ολοχρόνιο κήρυγμα) και το συνέχισα επί 13 χρόνια.

Αυτό με οδηγεί πίσω στο σημείο όπου άρχισα αυτή την αφήγηση—50 χρονών, να κάθομαι μόνος στο σπίτι και να κλαίω κρατώντας ένα βιβλίο. Τα βιβλία σχετικά με την αυτοβοήθεια ήταν πολύ δημοφιλή στη δεκαετία του 1980 και διάβασα ένα τέτοιο βιβλίο. Στην πραγματικότητα, το τμήμα που αναφερόταν στην αυτοβοήθεια δεν με βοήθησε. Δεν είχα καμιά διάθεση να ακολουθήσω τον κοσμικό τρόπο σκέψης που παρουσίαζε. Αλλά αυτό το βιβλίο με έκανε να δω για πρώτη φορά πώς τα τραυματικά χρόνια της παιδικής μου ηλικίας και οι ανικανοποίητες συναισθηματικές ανάγκες μου για αγάπη με είχαν αφήσει συναισθηματικά «ακρωτηριασμένο». Τα δάκρυα που ήρθαν στα μάτια μου ήταν δάκρυα χαράς, επειδή τώρα μπορούσα να καταλάβω γιατί ποτέ δεν είχα την ικανότητα να νιώθω συναισθήματα, καθώς επίσης δάκρυα λύπης για την τεράστια απώλεια που είχα υποστεί επί 50 χρόνια ως ένα συναισθηματικό ανθρώπινο πλάσμα που ήταν ανίκανο να ανταποκριθεί συναισθηματικά. Αυτό εξηγούσε τις πολλές περιόδους κατάθλιψης που είχα υποφέρει σε όλη μου τη ζωή.

Σταδιακά, με κατέκλυζαν βαθιά συναισθήματα όταν διάβαζα στην Αγία Γραφή για τον Ιεχωβά και την αγάπη του, ακόμα και για εμένα, την οποία ποτέ προηγουμένως δεν είχα νιώσει προσωπικά. Αγάπη για τη σύζυγό μου και για το γιο μου, για τους αδελφούς μου και για τις αδελφές μου στις εκκλησίες του Θεού, και επίσης για τα άτομα στα οποία κηρύττω τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού, ώστε να έχουν και αυτά την ευκαιρία να ζήσουν για πάντα στον υποσχεμένο νέο κόσμο δικαιοσύνης του Ιεχωβά εδώ στη γη.

Δημιουργημένοι για να Αγαπάμε και να μας Αγαπούν

Είμαστε δημιουργημένοι για να αγαπάμε και να μας αγαπούν. Όταν γεννιέται ένα παιδί, χρειάζεται αυτή την αγάπη, και χρειάζεται να νιώθει αποδεκτό. Όταν ένα παιδί δεν λαβαίνει αγάπη και αποδοχή από τους γονείς του νιώθει ότι δεν είναι αξιαγάπητο, και δεν έχει αισθήματα αυτοαξίας. Όταν ήμουν πολύ μικρός, λαχταρούσα να με πάρει κάποιος αγκαλιά και να με χαϊδέψει. Θυμάμαι ακόμα και τώρα πως, όταν έρχονταν επισκέπτες στο σπίτι, με κοιτούσαν μέσα στο πάρκο μου και εγώ έλπιζα ότι θα με έπαιρναν αγκαλιά. Ποτέ δεν το έκαναν, και εγώ άρχιζα να κλαίω επειδή κανένας δεν με έπαιρνε ποτέ αγκαλιά.

Αυτά τα παιδικά τραύματα με άφησαν «ακρωτηριασμένο» στο ρόλο μου ως συζύγου και ως κεφαλής της οικογένειας, καθώς επίσης δεν με άφηναν να πιστέψω ότι ο Ιεχωβά, ο ουράνιος Πατέρας, μπορούσε να με αγαπάει. Η αλήθεια για τον Ιεχωβά σταδιακά με άλλαξε, μετέφερε την άποψη που είχα για αυτόν από τη διάνοια στην καρδιά μου, και τώρα γνωρίζω ότι ο Ιεχωβά με αγαπάει ανεπιφύλακτα. Επίσης γνωρίζω ότι δεν είναι δυνατόν να κερδίσουμε με την αξία μας αυτή την αγάπη. Είναι παρ’ αξία καλοσύνη από τον Ιεχωβά Θεό, τον Θεό της αγάπης.

Το πιο σημαντικό από όλα αυτά είναι ότι, χάρη στις ευλογίες του Ιεχωβά, η σύζυγός μου και εγώ ζούμε μια καλή ζωή. Τώρα υπηρετούμε εκεί όπου η ανάγκη για κήρυκες της Βασιλείας είναι μεγαλύτερη, με μια μικρή στοργική εκκλησία σε κάποιο γραφικό χωριό στα βουνά της Αριζόνας. Υπηρετώ ως προεδρεύων επίσκοπος στην εκκλησία, διεξάγω μια μελέτη βιβλίου εκκλησίας και είναι επίσης μεγάλη μου χαρά να διεξάγω τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Έχω μια μικρή επιχείρηση καθαρισμού τζαμιών με την οποία συμπληρώνω τη σύνταξή μου ώστε έχουμε ό,τι χρειαζόμαστε από υλική άποψη και αρκετό χρόνο για τη διακονία μας και για την υπόλοιπη υπηρεσία μας προς τον στοργικό ουράνιο Πατέρα μας.

Καθώς θυμάμαι το πού βρισκόμουν εκείνο το πρωινό που η σύζυγός μου μού πέταξε την ταμπέλα που έγραφε «ΟΧΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ», νιώθω να γεμίζω από ευγνωμοσύνη για τα όσα έχει κάνει για εμένα ο ουράνιος Πατέρας μου. Από τοξικομανής που δεν ήμουν ικανός να κρατήσω μια εργασία και με μόνη ελπίδα να δω όλους τους άλλους να σκοτώνονται μαζί μου, είμαι τώρα μέλος της ορατής οργάνωσης του Ιεχωβά στη γη και έχω αφιερωθεί στο να γνωστοποιήσω σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού, της μόνης ελπίδας για τον κόσμο. Ο Ιεχωβά έχει γεμίσει επίσης τη ζωή μου με ανθρώπους που μου δίνουν αυτά που επιθυμούσα πάντοτε: αγάπη, εμπιστοσύνη και αποδοχή.

Τέλος, δεν προσπαθώ πια να είμαι «βράχος» που δεν νιώθει πόνο ούτε «νησί» που δεν κλαίει ποτέ.—Όπως το αφηγήθηκε ο Λάρι Ρούμπιν.

[Εικόνα στη σελίδα 23]

Ο Λάρι Ρούμπιν και η σύζυγός του Ντόνα

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση