Η Άποψη της Αγίας Γραφής
Ευχαριστιέται ο Θεός Βλέποντάς μας να Υποφέρουμε;
ΑΓΚΟΜΑΧΩΝΤΑΣ κάτω από το βάρος ενός μεγάλου ξύλινου σταυρού, ο άντρας περνάει παραπατώντας μέσα από τα πλήθη καθώς το αίμα στάζει από ένα αγκάθινο στεφάνι που φοράει στο κεφάλι του. Αφού φτάνει στον τόπο της «εκτέλεσης», τον τεντώνουν πάνω στο σταυρό· μπήγουν μεγάλα καρφιά στα χέρια του. Αυτός συσπάται από τον πόνο καθώς τα καρφιά διατρυπούν τη σάρκα. Όταν σηκώνουν όρθιο το σταυρό, ο πόνος γίνεται φρικτός. Σύμφωνα με το περιοδικό Πανόραμα (Panorama) των Φιλιππίνων, τέτοιες οδυνηρές τελετουργίες λαβαίνουν χώρα τακτικά στη διάρκεια του εορτασμού της Μεγάλης Εβδομάδας στις Φιλιππίνες.
Αυτό που μόλις περιγράφτηκε είναι μια σύγχρονη ερμηνεία των παθημάτων του Ιησού. Αλλά αυτός ο άνθρωπος δεν παίζει απλώς μια σκηνή κάποιου έργου. Τα καρφιά, το αίμα, ο πόνος—όλα είναι πολύ πραγματικά.
Αλλού, μπορεί κάποιος να δει αφοσιωμένους Ρωμαιοκαθολικούς να μαστιγώνουν τον εαυτό τους δημόσια επιθυμώντας να νιώσουν τα παθήματα του Χριστού. Γιατί; Μερικοί το κάνουν αυτό επειδή πιστεύουν ότι τα παθήματά τους θα έχουν ως αποτέλεσμα κάποιο θαύμα, όπως τη θεραπεία των άρρωστων αγαπημένων τους προσώπων. Άλλοι το κάνουν αυτό για εξιλέωση των αμαρτιών για τις οποίες, όπως φοβούνται, δεν υπάρχει συγχώρηση παρά μόνο αν χυθεί το ίδιο τους το αίμα. Το βιβλίο Οι Φιλιππινέζοι (The Filipinos) εξηγεί: «Ο πόνος είναι καλό μέσο καθαρισμού του νου και της ψυχής. . . . Ο αμαρτωλός υποτίθεται ότι μετά τον πόνο βγαίνει καθαρισμένος από τις αμαρτίες του και ανακουφισμένος από τα φορτία του».
Ωστόσο, ο πόνος που επιφέρουν τα ίδια τα άτομα στον εαυτό τους δεν περιορίζεται καθόλου στους Καθολικούς στις Φιλιππίνες. Άνθρωποι διαφόρων θρησκειών και σε διαφορετικές χώρες πιστεύουν ότι τα παθήματα που προκαλούν οι ίδιοι στον εαυτό τους έχουν κάποια αξία για τον Θεό.
Παραδείγματος χάρη, καθώς αναζητούσε την αλήθεια, ο Βούδας, ο Σιντάρτα Γκαουτάμα, άφησε τη σύζυγο και το γιο του και έφυγε στην έρημο, όπου έζησε έξι χρόνια ως ασκητής. Έπαιρνε άβολες και οδυνηρές στάσεις επί ώρες και αργότερα ισχυρίστηκε ότι ζούσε μεγάλες περιόδους τρώγοντας ένα σπυρί ρύζι την ημέρα, και έγινε τόσο αδύνατος ώστε είπε: «Το δέρμα της κοιλιάς μου έφτασε να κολλήσει στη σπονδυλική μου στήλη». Αλλά κανένα βασανιστήριο που προκαλούσε ο ίδιος δεν μπόρεσε να φέρει τη διαφώτιση που ζητούσε.
Παρόμοια, οι Ινδουιστές φακίρηδες της Ινδίας υπέμεναν διάφορες κακουχίες, σε ένδειξη μετάνοιας, που μερικές φορές ήταν επώδυνες σε ακραίο βαθμό—ξάπλωναν μέσα σε φωτιές, κοίταζαν τον ήλιο ώσπου τυφλώνονταν, στέκονταν στο ένα πόδι ή έπαιρναν άλλες άβολες στάσεις επί μεγάλες χρονικές περιόδους. Η αρετή ορισμένων ασκητών πιστευόταν ότι ήταν τόσο μεγάλη ώστε μπορούσε να προστατέψει μια πόλη από εχθρική επίθεση.
Παρόμοια, η Αγία Γραφή αναφέρει τους λάτρεις του Βάαλ οι οποίοι έκοβαν τον εαυτό τους «κατά την συνήθειαν αυτών με μαχαίρας και με λόγχας, εωσού αίμα εξεχύθη επ’ αυτούς» προσπαθώντας μάταια να τραβήξουν την προσοχή του θεού τους.—1 Βασιλέων 18:28.
‘Πρέπει να Ταλαιπωρήσετε τις Ψυχές Σας’
Αν και είναι αλήθεια ότι ο Ιεχωβά πρόσταξε το εκλεκτό του έθνος λέγοντας: ‘Πρέπει να ταλαιπωρήσετε τις ψυχές σας’, αυτό γενικά νοείται ως νηστεία. (Λευιτικόν 16:31, ΜΝΚ ) Αυτή η νηστεία ήταν έκφραση λύπης και μετάνοιας για αμαρτίες ή γινόταν όταν κάποιος βρισκόταν κάτω από πιεστικές συνθήκες. Έτσι, η νηστεία δεν ήταν μια μορφή αυτοτιμωρίας αλλά αντιπροσώπευε ταπείνωση του ατόμου ενώπιον του Θεού.—Έσδρας 8:21.
Υπήρχαν μερικοί Ιουδαίοι, όμως, που εσφαλμένα νόμιζαν ότι αυτή καθαυτήν η κακουχία που περιλάμβανε η ταλαιπωρία της ψυχής είχε αξία και ότι υποχρέωνε τον Θεό να τους δώσει κάτι ως αντάλλαγμα. Όταν δεν ερχόταν κάποια τέτοια ανταμοιβή, αυτοί αλαζονικά ρωτούσαν τον Θεό σχετικά με την αμοιβή που νόμιζαν ότι άξιζαν: «Δια τι ενηστεύσαμεν . . . και δεν είδες; Εταλαιπωρήσαμεν την ψυχήν ημών και δεν εγνώρισας;»—Ησαΐας 58:3.
Αλλά έκαναν λάθος. Η κατάλληλη θρησκευτική νηστεία δεν περιλάμβανε τον ασκητισμό, την ταλαιπωρία του σώματος με πείνα σαν να είχε κάποια αξία αυτός καθαυτόν ο σωματικός πόνος ή οι κακουχίες. Ισχυρά συναισθήματα θα μπορούσαν να μειώσουν την πείνα που ένιωθαν. Αν ο νους έχει κυριευτεί από πιεστικά προβλήματα, το σώμα μπορεί να μην αποζητά τροφή. Αυτό δείχνει στον Θεό τα έντονα αισθήματα του ατόμου που νηστεύει.
Ευχαριστιέται ο Θεός με τον Πόνο που Προκαλεί Κάποιος στον Εαυτό Του;
Μήπως ο στοργικός Δημιουργός νιώθει κάποια ευτυχία παρακολουθώντας τους ανθρώπους να βασανίζουν τον εαυτό τους; Ενώ είναι αλήθεια ότι μερικές φορές οι Χριστιανοί μπορεί να αναγκαστούν να γίνουν «συμμέτοχοι των παθημάτων του Χριστού», αυτό δεν σημαίνει ότι ψάχνουν για προβλήματα ή ότι επιζητούν να φορέσουν το στεφάνι του μάρτυρα.—1 Πέτρου 4:13.
Σαφώς, ο Ιησούς δεν ήταν σε καμία περίπτωση ασκητής. Οι θρησκευτικοί ηγέτες παραπονιούνταν επειδή οι μαθητές του δεν νήστευαν, και μάλιστα τον κατηγόρησαν ότι ήταν «άνθρωπος λαίμαργος και οινοπότης». (Ματθαίος 9:14· 11:19) Ο Ιησούς εκδήλωνε μετριοπάθεια στο καθετί και δεν απαιτούσε από τον εαυτό του ή από τους άλλους περισσότερα από ό,τι ήταν λογικό.—Μάρκος 6:31· Ιωάννης 4:6.
Πουθενά στις Γραφές δεν βρίσκουμε κάποια βάση για τον ασκητισμό, λες και το να αρνηθούμε στον εαυτό μας τα αναγκαία της ζωής ή ακόμη και τις ανέσεις της ζωής θα έφερνε την εύνοια του Θεού. Προσέξτε τα λόγια του αποστόλου Παύλου σχετικά με αυτές τις οδυνηρές συνήθειες: «Εκείνα ακριβώς τα πράγματα διακατέχονται από εμφάνιση σοφίας με μια αυτοεπιβαλλόμενη θρησκεία και προσποιητή ταπεινοφροσύνη, μια αυστηρή μεταχείριση του σώματος· αλλά δεν έχουν καμιά αξία για την καταπολέμηση της ικανοποίησης της σάρκας».—Κολοσσαείς 2:23.
Ο Μαρτίνος Λούθηρος, όταν ήταν μοναχός, κυριολεκτικά βασάνιζε τον εαυτό του. Αργότερα, όμως, στράφηκε ενάντια σε αυτές τις πράξεις, λέγοντας ότι ενθάρρυναν την ιδέα πως δύο δρόμοι οδηγούν στον Θεό, ένας ανώτερος και ένας κατώτερος, ενώ οι Γραφές διδάσκουν μόνο μία οδό προς τη σωτηρία—μέσω άσκησης πίστης στον Ιησού Χριστό και στον Πατέρα του, τον Ιεχωβά. (Ιωάννης 17:3) Από την άλλη μεριά, μερικοί θεωρούσαν τις οδυνηρές τελετουργίες ως ένα είδος αυτοσωτηρίας.
Το βιβλίο Εκκλησιαστική Ιστορία σε Απλή Γλώσσα (Church History in Plain Language) σχολιάζει για τον ασκητισμό: «Αυτό που υποστήριζε την όλη προσπάθεια ήταν μια εσφαλμένη άποψη για τον άνθρωπο. Η ψυχή, έλεγαν οι μοναχοί, είναι αλυσοδεμένη με τη σάρκα όπως ένας φυλακισμένος με ένα πτώμα. Αυτή δεν είναι η βιβλική άποψη για την ανθρώπινη ζωή». Ναι, αυτή καθαυτήν η αντίληψη ότι ο πόνος που επιφέρουν τα ίδια τα άτομα στον εαυτό τους μπορεί να ευαρεστήσει τον Θεό είναι ξένη ως προς τις Γραφές. Βασίζεται στην πλάνη των Γνωστικών σύμφωνα με την οποία καθετί που συνδέεται με τη σάρκα είναι κακό και το άτομο πρέπει να την κακομεταχειρίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο για να κερδίσει σωτηρία.
Εφόσον ο Ιεχωβά θέλει να είμαστε ευτυχισμένοι, το να υπηρετούμε έναν τόσο ευχάριστο Θεό δεν απαιτεί να γίνουμε ασκητές. (Εκκλησιαστής 7:16) Έτσι, πουθενά στις Γραφές δεν αναφέρεται ότι αυτά τα παθήματα που επιφέρει κάποιος στον εαυτό του είναι η οδός προς τη σωτηρία. Απεναντίας, ο Λόγος του Θεού κάνει σαφές ότι το αίμα του Χριστού, μαζί με την πίστη μας σε αυτό, είναι εκείνο που μας καθαρίζει από όλες τις αμαρτίες.—Ρωμαίους 5:1· 1 Ιωάννη 1:7.