Τύφλωση του Ποταμού—Νικιέται μια Τρομερή Μάστιγα
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗ ΝΙΓΗΡΙΑ
Η ΣΚΗΝΗ ήταν αντιπροσωπευτική πολλών παραποτάμιων χωριών στη Δυτική Αφρική. Μερικοί άνθρωποι κάθονταν πάνω σε πάγκους κάτω από ένα μεγάλο δέντρο το οποίο τους προφύλαγε από τον καυτό ήλιο. Πέντε από αυτούς—τέσσερις άντρες και μία γυναίκα—ήταν πλήρως και αθεράπευτα τυφλοί.
«Δεν γνώριζαν γιατί τυφλώνονταν στο παλιό χωριό», είπε ο αρχηγός του χωριού, ο οποίος φορούσε ένα ριχτό λευκό μανδύα. «Οι περισσότεροι από τους παλαιοτέρους που βρίσκονταν εκεί πέθαναν τυφλοί. . . . Πίστευαν ότι κάποιος δαίμονας ήταν εναντίον τους. Ικέτευαν τα φετίχ τους να τους προστατέψουν. Οι πρόγονοί τους τούς είχαν πει να δίνουν φαγητό στα φετίχ. Γι’ αυτό θυσίαζαν κοτόπουλα και πρόβατα. Αλλά συνέχιζαν να τυφλώνονται».
Τελικά, ήρθαν κάποιοι γιατροί και εξήγησαν ότι η τύφλωση δεν προερχόταν από υπερφυσική πηγή. Ήταν το αποτέλεσμα της ασθένειας ογκοκερκίαση, ή αλλιώς τύφλωση του ποταμού, η οποία ονομάζεται έτσι επειδή οι μικροσκοπικές μύγες που τη μεταδίδουν με το τσίμπημά τους εναποθέτουν τα αβγά τους σε ορμητικούς ποταμούς.
Ευτυχώς, η τύφλωση του ποταμού δεν προσβάλλει τόσο εύκολα όσο άλλες τροπικές ασθένειες. Δεν αποτελεί απειλή για τους κατοίκους των πόλεων ούτε για εκείνους που κάνουν κάποια σύντομη επίσκεψη σε μια μολυσμένη περιοχή. Η τύφλωση επέρχεται μόνο ύστερα από επανειλημμένες μολύνσεις στη διάρκεια πολλών ετών.
Ωστόσο, η τύφλωση του ποταμού είναι μια φοβερή τροπική ασθένεια, η οποία καταστρέφει τη ζωή εκατομμυρίων ατόμων. Αν και μαστίζει μερικές περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής και της Νότιας Αμερικής, αυτοί που πλήττονται ιδιαίτερα είναι εκείνοι που ζουν και εργάζονται κοντά σε ποταμούς οι οποίοι είναι γεμάτοι από αυτές τις μύγες στην ισημερινή Αφρική. Σε μερικά χωριά σχεδόν όλοι έχουν την ασθένεια. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Κέντρου Κάρτερ που βρίσκεται στην Ατλάντα της Γεωργίας των Η.Π.Α., περίπου 126 εκατομμύρια άνθρωποι κινδυνεύουν να μολυνθούν. Άλλα 18 εκατομμύρια άνθρωποι μεταφέρουν στο σώμα τους τούς παρασιτικούς σκώληκες που προκαλούν την τύφλωση του ποταμού. Ο αριθμός των ατόμων που έχουν υποστεί μερική ή ολική απώλεια της όρασής τους υπολογίζεται ανάμεσα σε ένα με δύο εκατομμύρια.
Τώρα, αυτή η αιωνόβια μάστιγα τίθεται υπό έλεγχο με τις ενωμένες προσπάθειες της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (WHO) και άλλων οργανισμών, μαζί με τις κυβερνήσεις διαφόρων χωρών. Μέσα σε ένα σκηνικό εχθροπραξιών και απόγνωσης που επικρατεί σε μεγάλο μέρος της Αφρικής, αυτό είναι ένα πρόγραμμα ελέγχου ασθενειών το οποίο λειτουργεί αποτελεσματικά. Το πρόγραμμα χαιρετίζεται ως «ένας από τους μεγάλους θριάμβους του εικοστού αιώνα στον τομέα της ιατρικής και της ανάπτυξης».
Μια Τρομερή Ασθένεια
Η τύφλωση του ποταμού μεταδίδεται από μερικά είδη της θηλυκής μαύρης μύγας (γένος Σιμύλιο). Όταν μια μολυσμένη μύγα τσιμπήσει κάποιον άνθρωπο, εναποθέτει τις προνύμφες ενός παρασιτικού σκώληκα (Onchocerca volvulus). Αργά, κάτω από το δέρμα των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί, οι προνύμφες ωριμάζουν και αναπτύσσονται ώστε να γίνουν σκώληκες που φτάνουν τα 60 εκατοστά σε μήκος.
Όταν γονιμοποιηθούν, τα θηλυκά άτομα αρχίζουν, το καθένα από αυτά, να παράγουν μικροσκοπικούς σκώληκες που ονομάζονται μικροφιλάριες· συνεχίζουν να το κάνουν αυτό επί 8 ως 12 χρόνια, παράγοντας εκατομμύρια από αυτές. Οι μικροφιλάριες δεν αναπτύσσονται ώστε να γίνουν ενήλικα άτομα εκτός αν τις παραλάβει κάποια μαύρη μύγα, αναπτυχτούν μέσα στη μύγα και μεταφερθούν ξανά σε άνθρωπο. Ως επί το πλείστον, αυτοί οι μικροσκοπικοί σκώληκες που δεν έχουν φτάσει σε ωριμότητα μεταναστεύουν σε μεγάλους αριθμούς μέσα στο δέρμα και μπορεί τελικά να προσβάλουν τα μάτια. Σε ένα θύμα μπορούν να υπάρχουν μέχρι και 200 εκατομμύρια σκώληκες. Είναι τόσο πολυάριθμοι ώστε η διάγνωση περιλαμβάνει την αφαίρεση μικροσκοπικών κομματιών δέρματος για εξέταση. Στο μικροσκόπιο, ένα δείγμα δέρματος μπορεί να αποκαλύψει εκατοντάδες μικρούς σκώληκες που κουνιούνται.
Αυτά τα παράσιτα βασανίζουν τα ανθρώπινα θύματά τους. Με τα χρόνια, το δέρμα του ατόμου που έχει μολυνθεί σκληραίνει, και δημιουργούνται φολίδες. Πολλές φορές παρατηρείται αποχρωματισμός του δέρματος σε ορισμένα σημεία. Τα θύματα παρουσιάζουν αυτό που περιγράφεται παραστατικά ως δέρμα κροκοδείλου, δέρμα σαύρας ή δέρμα λεοπάρδαλης. Η φαγούρα είναι έντονη, και αναφέρεται ότι έχει οδηγήσει μερικούς στην αυτοκτονία. Αν οι νεαροί σκώληκες προσβάλουν τα μάτια, με τον καιρό η όραση εξασθενεί και το θύμα τυφλώνεται εντελώς.
Στις φτωχές, αγροτικές περιοχές όπου κυριαρχεί η μαύρη μύγα, η τύφλωση αποτελεί ιδιαίτερα δυσβάσταχτο φορτίο. Ένας λόγος είναι ότι πολλοί χωρικοί πιστεύουν από δεισιδαιμονία ότι η τύφλωση είναι αποτέλεσμα θεϊκής τιμωρίας και ότι οι τυφλοί είναι άχρηστοι στις κοινότητές τους. Ένας άλλος λόγος είναι ότι δεν υπάρχουν κυβερνητικές κοινωνικές παροχές, πράγμα που κάνει τα θύματα να εξαρτώνται ολοκληρωτικά από την οικογένειά τους. Η Σάτα, ένα θύμα της τύφλωσης του ποταμού στην Μπουρκίνα Φάσο, είπε: «Για ένα τυφλό άτομο, είτε άντρα είτε γυναίκα, τα δεινά είναι τα ίδια. Αν μια κοπέλα είναι τυφλή και ανύπαντρη, δεν θα βρει σύζυγο. Εγώ παντρεύτηκα προτού τυφλωθώ, αλλά ο σύζυγός μου πέθανε. Ο αδελφός μου τυφλώθηκε όταν ήταν μικρός, και έτσι δεν μπόρεσε να βρει σύζυγο. Μας συντηρεί και τους δύο η οικογένειά μας—σε σχέση με το φαγητό, με το καθετί. Είναι τρομερό».
Σε περιοχές όπου είναι κοινή η τύφλωση του ποταμού, οι άνθρωποι συνήθως εγκαταλείπουν τα χωριά τους, αναγκάζονται να φύγουν εξαιτίας της μύγας και της ασθένειας. Η γόνιμη γη που βρίσκεται κοντά στο νερό παραμελείται και γίνεται χέρσα. Αυτό, με τη σειρά του, επιτείνει τη φτώχεια και την πείνα.
Καταπολέμηση της Μαύρης Μύγας
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 άρχισαν διεθνείς προσπάθειες για τον έλεγχο της τύφλωσης του ποταμού σε εφτά δυτικοαφρικανικές χώρες. Σμήνη ελικοπτέρων, μικρών αεροπλάνων, και ομάδες φορτηγών, εξοπλισμένα με βιοδιασπάσιμα εντομοκτόνα που σκοτώνουν τις προνύμφες, εξαπέλυσαν επίθεση ενάντια στη μαύρη μύγα, το φορέα της ασθένειας. Ο στόχος ήταν να επιτεθούν στη μαύρη μύγα και να τη σκοτώσουν όταν είναι πιο ευάλωτη—στο στάδιο της προνύμφης.
Δεν ήταν ανάγκη να δηλητηριάσουν ολόκληρους ποταμούς. Οι ειδικοί γνώριζαν ότι οι θηλυκές μαύρες μύγες εναποθέτουν τα αβγά τους στο νερό, και ότι τα αβγά κολλάνε σε κλαδιά και βράχια ακριβώς κάτω από την επιφάνεια του ορμητικού ρεύματος των ποταμών. Μόνο τα ορμητικά νερά προσφέρουν στις εκκολαπτόμενες προνύμφες το άφθονο οξυγόνο που χρειάζονται για να επιζήσουν. Αυτό σήμαινε ότι οι περιοχές αναπαραγωγής κατά μήκος των ποταμών ήταν περιορισμένες και ευδιάκριτες.
Ο σκοπός για τον οποίο ψεκάζονταν οι περιοχές αναπαραγωγής δεν ήταν η ολοκληρωτική εξάλειψη των μαύρων μυγών, πράγμα αδύνατον. Αλλά, με τη μείωση του αριθμού των μυγών, οι ειδικοί έλπιζαν ότι θα μπορούσαν να σπάσουν την αλυσίδα της μετάδοσης του παράσιτου. Λιγότερες μύγες θα σήμαιναν λιγότερες νέες μολύνσεις. Θεωρητικά, αν ήταν δυνατόν να αναχαιτιστεί ο πολλαπλασιασμός των μυγών μέχρις ότου τα υπάρχοντα παράσιτα πέθαιναν σταδιακά μέσα στους ανθρώπους που είχαν ήδη μολυνθεί, θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο δεν θα είχαν μείνει άλλα παράσιτα. Επομένως, αν κάποια μύγα τσιμπούσε έναν άνθρωπο, δεν θα υπήρχαν παράσιτα να πάρει και να μεταδώσει σε άλλους.
Το έργο ήταν δύσκολο. Οι μύγες αναπαράγονται σε χιλιάδες δυσπρόσιτα μέρη. Επίσης, εφόσον οι μαύρες μύγες είναι σε θέση να καλύπτουν εκατοντάδες χιλιόμετρα πετώντας, χρειαζόταν να τις καταπολεμήσουν σε μια αχανή περιοχή. Επιπλέον, θα απαιτούνταν εξαιρετική επαγρύπνηση διότι ακόμη και ένας μήνας αμέλειας θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναζωογόνηση του πληθυσμού των μυγών, καταστρέφοντας χρόνια εργασίας.
Αρχίζοντας στη δεκαετία του 1970, τα αεροσκάφη ψέκασαν επιλεκτικά περισσότερα από 19.000 χιλιόμετρα απομακρυσμένων ποταμών. Ως αποτέλεσμα, απαλλάχτηκε από την ασθένεια το 80 τοις εκατό των μολυσμένων περιοχών στις χώρες που συμμετείχαν.
Ένα ή Δύο Δισκία το Χρόνο
Κατόπιν, ξεκινώντας από το 1987, κατασκευάστηκε ένα άλλο όπλο για τη μάχη ενάντια στην τύφλωση του ποταμού. Αυτή τη φορά, αντί για επίθεση στη μύγα, ο στόχος ήταν τα παράσιτα μέσα στο ανθρώπινο σώμα. Το όπλο ήταν ένα ασφαλές και αποτελεσματικό φάρμακο που ονομάζεται Μεκτιζάν (Mectizan [ivermectin]), το οποίο κατασκευάστηκε στα εργαστήρια μιας αμερικανικής φαρμακευτικής εταιρίας.
Για να αναχαιτίσει την εξέλιξη της ασθένειας, ένα άτομο που έχει μολυνθεί χρειάζεται να παίρνει μία και μόνο δόση—ένα ή δύο δισκία—κάθε χρόνο. Το Μεκτιζάν δεν σκοτώνει τους ενήλικους παρασιτικούς σκώληκες που υπάρχουν στο σώμα, αλλά σκοτώνει τους μικρούς σκώληκες και εμποδίζει τα ενήλικα άτομα να παραγάγουν περισσότερες μικροφιλάριες. Αυτό αναχαιτίζει την εξέλιξη της ασθένειας στο θύμα και επιβραδύνει τη μετάδοση της ασθένειας σε άλλους. Το φάρμακο βοηθάει επίσης στην αποκατάσταση αλλοιώσεων στον κερατοειδή χιτώνα του ματιού, οι οποίες βρίσκονται σε αρχικά στάδια, και εμποδίζει την επιδείνωση άλλων αλλοιώσεων. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκαταστήσει παλιές αλλοιώσεις στα μάτια ούτε και να επαναφέρει την όραση όταν έχει επέλθει η τύφλωση.
Το πρόβλημα, όμως, ήταν η διανομή—να δοθεί το φάρμακο στους ανθρώπους που το είχαν ανάγκη. Σε πλήθη που ζουν σε απομακρυσμένα και απομονωμένα χωριά μπορεί να φτάσει κανείς μόνο με τα πόδια. Η χρησιμοποίηση οχήματος πολλές φορές απαιτεί να ανοίγουν δρόμο σε θαμνώδεις περιοχές ή ακόμη και να κατασκευάζουν γέφυρες. Μερικές φορές, οι εμφύλιες διαμάχες, η έλλειψη κεφαλαίων και η πολιτική που ακολουθείται τοπικά επιτείνουν τις δυσκολίες της διανομής. Ωστόσο, παρ’ όλα αυτά τα εμπόδια, μέχρι τις αρχές του 1995 περίπου 31 εκατομμύρια δισκία Μεκτιζάν είχαν διανεμηθεί, ιδιαίτερα στην Αφρική.
Μελλοντικές Προοπτικές
Τα περασμένα 20 χρόνια, το Πρόγραμμα Ελέγχου της Ογκοκερκίασης καταπολέμησε την τύφλωση του ποταμού σε 11 δυτικοαφρικανικές χώρες, μια περιοχή τριπλάσια από τη Γαλλία. Ποια ήταν τα αποτελέσματα; Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της WHO, η συνδυασμένη χρήση των εντομοκτόνων για τις προνύμφες και του Μεκτιζάν έχει συμβάλει στο να προστατευτούν 30 και πλέον εκατομμύρια άνθρωποι οι οποίοι κάποτε απειλούνταν από αυτή την αρχαία και τρομερή μάστιγα. Περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι, οι οποίοι είχαν υποστεί σοβαρή μόλυνση από το παράσιτο, τώρα έχουν θεραπευτεί πλήρως. Επιπλέον, το ότι η τύφλωση του ποταμού έχει τεθεί υπό έλεγχο κάνει διαθέσιμα επίσης περίπου 250 εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργήσιμης γης για επανεγκατάσταση και καλλιέργεια—αρκετή γη για να τρέφει περίπου 17 εκατομμύρια ανθρώπους το χρόνο.
Ο πόλεμος ασφαλώς δεν έχει τελειώσει. Στα αφρικανικά έθνη όπου έχει καταπολεμηθεί η τύφλωση του ποταμού ζουν λιγότεροι από τους μισούς ανθρώπους που απειλούνται από την ασθένεια.
Στα πρόσφατα χρόνια έχουν ενταθεί οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της ασθένειας. Μέσα σε δύο μόλις χρόνια, από το 1992 ως το 1994, ο αριθμός των ανθρώπων στους οποίους χορηγείται Μεκτιζάν υπερδιπλασιάστηκε, από 5,4 εκατομμύρια σε 11 εκατομμύρια. Μέχρι τα τέλη του 1994, περίπου 32 χώρες στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και στη Μέση Ανατολή είχαν θέσει σε λειτουργία προγράμματα θεραπείας με Μεκτιζάν, τα οποία μπορούν με τον καιρό να προστατέψουν από την τύφλωση μέχρι και 24 εκατομμύρια ανθρώπους.
Η Παναμερικανική Οργάνωση Υγείας ελπίζει ότι θα εξαλείψει την ασθένεια που αποτελεί απειλή για τη δημόσια υγεία στην αμερικανική ήπειρο μέχρι το έτος 2002. Στην Αφρική, βέβαια, το έργο είναι δυσκολότερο. Εντούτοις, το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά παρατηρεί: «Είναι ήδη σαφές ότι για τη γενιά που μεγαλώνει τώρα η τύφλωση δεν παρουσιάζει την τρομακτική μελλοντική απειλή που παρουσίαζε κάποτε, σε μια περιοχή στην οποία η απώλεια της όρασης αποτελούσε από παλιά φυσιολογικό μέρος των γηρατειών».
Είναι συγκινητικό να μαθαίνει κανείς για τις προσπάθειες που καταβάλλονται ώστε να βοηθηθούν άνθρωποι που απειλούνται με τύφλωση. Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του, ο Ιησούς Χριστός έδειξε επίσης στοργικό ενδιαφέρον για τους ανθρώπους αποκαθιστώντας θαυματουργικά την όραση σε πολλούς που ήταν τυφλοί. (Ματθαίος 15:30, 31· 21:14) Αυτό έδειξε σε μικρή κλίμακα τι θα λάβει χώρα στη γη υπό τη Βασιλεία του Θεού. Πράγματι, έρχεται καιρός κατά τον οποίο κανείς δεν θα πάσχει από οποιοδήποτε είδος τύφλωσης. Ο Λόγος του Θεού προλέγει: «Τότε οι οφθαλμοί των τυφλών θέλουσιν ανοιχθή».—Ησαΐας 35:5.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 25]
«Συνήθιζαν να κατηγορούν τα πνεύματα για την τύφλωση. Τώρα, γνωρίζουν ότι φταίνε οι σκώληκες»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 27]
Ένα ή δύο δισκία το χρόνο μπορεί να εμποδίσουν την τύφλωση του ποταμού