Ο Θεός Παραμένει Βοηθός Μας
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ ΚΟΑΝΑ
«Αν αρνηθείς να υπακούσεις στις αρχές, θα σε εκτελέσουν!» με προειδοποίησε ο αδελφός μου.
«Αυτό θα ήταν πολύ καλύτερο από το να ζω κάτω από τέτοιες φρικτές συνθήκες», αντέτεινα εγώ.
ΑΥΤΟΣ ο διάλογος έλαβε χώρα ανάμεσα στο μεγαλύτερο αδελφό μου και σε εμένα το Σεπτέμβριο του 1975. Είχε έρθει για να μου φέρει φαγητό ενώ ήμουν φυλακισμένος στο Μαπούτου (τότε λεγόταν Λορένσου Μαρκέζ), στη νότια Μοζαμβίκη. Πάνω από 180 άνθρωποι, οι περισσότεροι Μάρτυρες του Ιεχωβά, ήμασταν στριμωγμένοι μέσα σε ένα κελί. Ο αδελφός μου εξοργίστηκε τόσο μαζί μου ώστε δεν μου άφησε ούτε το φαγητό που μου είχε φέρει!
Για να σας βοηθήσω να καταλάβετε γιατί ήταν τόσο τεταμένη η ατμόσφαιρα όταν συναντηθήκαμε, επιτρέψτε μου να γυρίσω στο παρελθόν και να σας εξηγήσω πώς βρέθηκα στη φυλακή.
Θρησκευτική Ανατροφή
Γεννήθηκα το 1955 από Πρεσβυτεριανούς γονείς στο χωριό Καλάνγκα της περιφέρειας Μανίκα. Αυτό το χωριό δεν είναι μακριά από τη μεγάλη πόλη Μαπούτου. Σε αντίθεση με τον πατέρα μου, η μητέρα μου εκκλησιαζόταν τακτικά και έπαιρνε και τα πέντε παιδιά της στην εκκλησία τις Κυριακές. Στα πρώτα χρόνια της ζωής μας, μας δίδαξε την Κυριακή Προσευχή, και εγώ την επαναλάμβανα συχνά. (Ματθαίος 6:9-12) Όταν ήμουν μικρός, έκανα στη μητέρα μου διάφορες ερωτήσεις, όπως «γιατί πεθαίνουμε;» και «θα πεθαίνουν πάντοτε οι άνθρωποι;»
Η μητέρα έλεγε πως ο θάνατος ήταν μέρος του σκοπού του Θεού—ότι εκείνοι που κάνουν κακά πράγματα θα πάνε στην κόλαση και εκείνοι που κάνουν καλά πράγματα θα πάνε στον ουρανό. Μολονότι δεν της το έλεγα, η απάντησή της με στενοχωρούσε. Η σκληρή πραγματικότητα του θανάτου με αναστάτωνε, ιδιαίτερα αφότου πέθανε ο αγαπημένος μας πατέρας όταν εγώ ήμουν μόλις δέκα χρονών. Ύστερα από αυτό, μεγάλωσε η επιθυμία μου να μάθω ποια είναι η κατάσταση των νεκρών και αν υπάρχει κάποια ελπίδα για αυτούς.
Μαθαίνω και Εφαρμόζω την Αλήθεια
Λίγο μετά το θάνατο του πατέρα μου, ένας από τους δασκάλους στο σχολείο χρησιμοποίησε το βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο στο μάθημα που έκανε στην τάξη μας. Το βιβλίο, που είναι έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, ήταν στη γλώσσα ζουλού, μια νοτιοαφρικανική γλώσσα. Ο δάσκαλος μου το δάνεισε και, μολονότι δεν ήξερα καλά ζουλού, ήμουν ευτυχισμένος με τα όσα μάθαινα από τα Γραφικά εδάφια που υπήρχαν σε αυτό.
Όταν ήμουν 16 χρονών, κάλεσαν τον αδελφό μου, ο οποίος συντηρούσε την οικογένειά μας, να καταταχθεί στο στρατό. Τότε άρχισα να εργάζομαι σε μια αρωματοποιία στο Μαπούτου και να παρακολουθώ μια νυχτερινή τεχνική σχολή. Στη μεσημεριανή διακοπή στη δουλειά, παρατήρησα ότι ο Τιόφιλου Τσιουλέλε, ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά, πάντοτε διάβαζε την Αγία Γραφή. Όταν ο Τιόφιλου αντιλήφθηκε το ενδιαφέρον μου, άρχισε να μου μιλάει.
Αργότερα, ένας άλλος Μάρτυρας, ο Λουίς Βίλα, άρχισε Γραφική μελέτη μαζί μου. Ανακουφίστηκα όταν έμαθα ότι οι νεκροί δεν γνωρίζουν τίποτα απολύτως, καθώς και ότι έχουν την ελπίδα να επανέλθουν στη ζωή μέσω ανάστασης. (Εκκλησιαστής 9:5, 10· Ιωάννης 5:28, 29) Αμέσως έγραψα στη μητέρα μου και της έδωσα Γραφικές απαντήσεις στις ερωτήσεις που της είχα κάνει παλιότερα. Χάρηκε όταν έμαθε ότι τελικά είχα βρει αξιόπιστες απαντήσεις.
Ενθουσιασμένος από τα όσα μάθαινα, ετοιμάστηκα να μεταδώσω αυτά τα πράγματα σε άλλους. Μου επέτρεψαν να κάνω Γραφικές ομιλίες στο σχολείο αλλά όχι στην εκκλησία. Σύντομα, δεν ήμουν πλέον ευπρόσδεκτος στην εκκλησία. Ακόμα και μέλη της ίδιας μου της οικογένειας άρχισαν να με διώκουν, παρά το γεγονός ότι η μητέρα μας ήταν ευχαριστημένη με τις καινούριες μου πεποιθήσεις. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου μού έδωσε ένα γερό ξύλο. Όταν αυτή η εναντίωση δεν έφερε αποτελέσματα, η οικογένειά μου άρχισε να με εμπαίζει, ιδιαίτερα όταν με έβλεπαν να κάνω προσευχή την ώρα του φαγητού. Γι’ αυτό προσευχόμουν στην τουαλέτα προτού καθήσω στο τραπέζι για να φάω. Ένιωθα ότι “ο Θεός ήταν βοηθός μου”.—Ψαλμός 54:4.
Στη συνέχεια, απαγόρευσαν στον Λουίς να έρχεται στο σπίτι μας για να μελετάει την Αγία Γραφή μαζί μου. Έπειτα από αυτό, μελετούσαμε στο σπίτι του. Αφότου άρχισα να παρακολουθώ συναθροίσεις και να συμμετέχω στο έργο κηρύγματος, έβρισκα την πόρτα κλειδωμένη όταν γύριζα στο σπίτι. Ως αποτέλεσμα, τα βράδια έμενα στα σπίτια διαφόρων Μαρτύρων.
Τελικά, στις 13 Μαΐου 1973, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά Θεό με το βάφτισμα. Τότε, η Μοζαμβίκη βρισκόταν υπό πορτογαλικό αποικιοκρατικό καθεστώς, το οποίο είχε θέσει εκτός νόμου τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Πορτογαλία και σε όλες τις αποικίες της. Την 1η Οκτωβρίου 1974 έγινα σκαπανέας, όπως ονομάζουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τους ολοχρόνιους κήρυκες των καλών νέων. Επειδή είχα βάλει στόχο μου να γίνω ιεραπόστολος, άρχισα να μαθαίνω αγγλικά ώστε να έχω τα προσόντα να παρακολουθήσω τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς, στις Ηνωμένες Πολιτείες, για να λάβω ιεραποστολική εκπαίδευση.
Χρησιμοποιούσαμε Διάφορα Τεχνάσματα στο Κήρυγμα
Εκείνα τα χρόνια της απαγόρευσης, η πορτογαλική αποικιοκρατική αστυνομία (PIDE) φυλάκισε πολλούς Μάρτυρες επειδή κήρυτταν. Έτσι, για να μη μας εντοπίσουν, χρησιμοποιούσαμε διάφορα τεχνάσματα. Για παράδειγμα, μιλούσαμε σε ένα σπίτι και κατόπιν πηγαίναμε σε κάποιο άλλο σε διαφορετική περιοχή. Επίσης, δύο από εμάς πήγαιναν σε ένα πάρκο της πόλης στη διάρκεια της μεσημεριανής διακοπής από την εργασία ή τα βράδια. Ο ένας καθόταν δίπλα σε κάποιον άνθρωπο και άρχιζε να διαβάζει εφημερίδα. Έπειτα από λίγο, καθόταν και ο δεύτερος, παρατηρούσε την εφημερίδα και έλεγε κάτι σαν και αυτό: «Για δες πόσοι άνθρωποι πέθαναν! Αλλά γνωρίζετε ότι υπό τη διακυβέρνηση του Θεού δεν θα συμβαίνει πια αυτό;»
Έτσι άρχιζε μια συζήτηση στη διάρκεια της οποίας το άτομο που διάβαζε την εφημερίδα ζητούσε Γραφικές αποδείξεις για αυτό που είπε το άλλο άτομο. Κατόπιν, διευθετούσαμε να συναντηθούμε την επομένη για να συνεχίσουμε τη συζήτηση. Με αυτόν τον τρόπο μπορούσαμε πολλές φορές να κάνουμε το άτομο που καθόταν δίπλα μας να πάρει μέρος στη συζήτησή μας για τις Βιβλικές προφητείες, και έτσι άρχισαν πολλές Γραφικές μελέτες. Ευχαριστούσαμε τον Θεό που μας βοηθούσε.
Καιρός Σκληρής Δοκιμής
Στις 25 Απριλίου 1974, η δικτατορία στην Πορτογαλία τερματίστηκε και πολλές πολιτικές αλλαγές έλαβαν χώρα στις πορτογαλικές αποικίες. Στη Μοζαμβίκη, χορηγήθηκε αμνηστία στους πολιτικούς κρατουμένους, καθώς και στους Μάρτυρες οι οποίοι είχαν φυλακιστεί για την πολιτική ουδετερότητά τους. Αλλά στη συνέχεια, στις 25 Ιουνίου 1975, μόνο 14 μήνες αργότερα, η Μοζαμβίκη διακήρυξε την ανεξαρτησία της από την Πορτογαλία. Ύστερα από λίγες μέρες, άρχισε ένα νέο κύμα διωγμού εναντίον των Μαρτύρων. Σε διάφορες γειτονιές, κινητοποιήθηκαν ομάδες για να συλλάβουν όσους Μάρτυρες μπορούσαν να βρουν. Έλεγαν ότι ήμασταν «πράκτορες που είχαν απομείνει έπειτα από την Πορτογαλική Αποικιοκρατία».
Το Σεπτέμβριο, με ανάγκασαν να παρευρεθώ στη συνάντηση μιας τέτοιας ομάδας. Μόλις έφτασα, διαπίστωσα ότι βρίσκονταν εκεί όλοι όσοι έρχονταν στον όμιλο μελέτης της Γραφής στον οποίο ανήκα. Μας διέταξαν να φωνάξουμε πολιτικά συνθήματα τα οποία εξύψωναν το κυβερνών κόμμα. Όταν αρνηθήκαμε με σεβασμό, μας πήγαν στη φυλακή και μας έβαλαν σε εκείνο το ασφυκτικά γεμάτο κελί για το οποίο σας μίλησα στην αρχή του άρθρου.
Το κελί ήταν τόσο γεμάτο, ώστε μόλις και μετά βίας μπορούσαμε να κουνηθούμε. Για να μπορούν λίγα άτομα να κοιμούνται στο πάτωμα, οι υπόλοιποι έπρεπε να κάθονται ή να στέκονται όρθιοι. Υπήρχε μόνο μία τουαλέτα, η οποία συχνά βούλωνε, ξεχείλιζε και ανέδιδε μια τρομερή δυσοσμία. Το φαγητό μας αποτελούνταν από μακαρόνια γεμάτα λίπος, ψαροκόκαλα και μεγάλες μπλε μύγες, τα οποία έπρεπε να τρώμε με άπλυτα χέρια. Επί 19 μέρες, οι 180 και πλέον άνθρωποι που ήμασταν εκεί υπομείναμε αυτές τις φρικτές συνθήκες. Έπειτα, μας μετέφεραν σε ένα μέρος όπου κρατούνταν μόνο Μάρτυρες, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Στη διάρκεια των επόμενων λίγων μηνών, πολλά παιδιά πέθαναν εξαιτίας των φρικτών συνθηκών φυλάκισης.
Τελικά, η κυβέρνηση αποφάσισε να εκτοπίσει τους Μάρτυρες στο Καρίκο, μια απομακρυσμένη περιοχή στα βόρεια. Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν να μας απομονώσουν. Τότε υπήρχαν γύρω στους 7.000 Μάρτυρες στη Μοζαμβίκη, πολλοί από τους οποίους είχαν βαφτιστεί το 1974 και το 1975. Καταλαβαίνοντας ότι θα χρειαζόμασταν Γραφικά έντυπα στη διάρκεια της απομόνωσής μας, πήρα την άδεια να επιστρέψω στο σπίτι και να πάρω μερικά τρόφιμα και προσωπικά αντικείμενα για το ταξίδι. Χωρίς να το αντιληφθεί ο αστυνομικός που με συνόδευε, άδειασα μέχρι τη μέση μερικά κουτιά με μπισκότα και έβαλα Γραφικά έντυπα στον πάτο των κουτιών. Σε τέτοιες στιγμές, δεν φοβόμασταν. Εμπιστευόμασταν στον Θεό για να μας βοηθήσει.—Εβραίους 13:6.
Η Ζωή στα Στρατόπεδα
Φτάσαμε στο Καρίκο τον Ιανουάριο του 1976 και βρήκαμε πολλούς Μάρτυρες από τη γειτονική Μαλάουι να ζουν σε στρατόπεδα που είχαν φτιάξει οι ίδιοι. Από το 1972 ως το 1975, πάνω από 30.000 άτομα, περιλαμβανομένων και παιδιών, είχαν εγκαταλείψει τη Μαλάουι για να γλιτώσουν τον απάνθρωπο θρησκευτικό διωγμό. Τους δόθηκε άδεια να μπουν στο βόρειο τμήμα της Μοζαμβίκης ως πρόσφυγες, και όταν φτάσαμε εμείς, μοιράστηκαν τα σπίτια τους και τις λιγοστές τους προμήθειες μαζί μας.
Επειδή οι περισσότεροι από εμάς δεν είχαμε καθόλου πείρα στην οικοδόμηση, οι αδελφοί μας από τη Μαλάουι μας έδειξαν πώς να χτίζουμε τα σπίτια μας φτιάχνοντας τούβλα και χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα βλάστηση από τη ζούγκλα. Επίσης μας έμαθαν πώς να καλλιεργούμε τη γη και να κάνουμε άλλα πράγματα για να συντηρούμε τον εαυτό μας. Έτσι έμαθα την ξυλουργική, τη γεωργία και τη ραπτική. Οι γνώσεις που αποκτήσαμε τότε φάνηκαν χρήσιμες σε πολλούς από εμάς όταν αργότερα επιστρέψαμε στις πόλεις καταγωγής μας.
Το πρώτιστο ενδιαφέρον μας ήταν να διατηρήσουμε την πνευματικότητά μας, και πρέπει να πω ότι ποτέ δεν μας έλειψε η πνευματική τροφή. Πώς ήταν δυνατόν αυτό; Όπως είπα προηγουμένως, όταν μας έστειλαν στην εξορία, πολλοί από εμάς χρησιμοποιήσαμε την εφευρετικότητά μας για να φέρουμε Γραφικά έντυπα μαζί με τα προσωπικά μας είδη. Επίσης, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Νότια Αφρική τύπωναν μικροσκοπικά αντίτυπα του περιοδικού Η Σκοπιά. Αυτό διευκόλυνε την είσοδό τους στα στρατόπεδα.
Έπειτα από πολλές αιτήσεις, την 1η Δεκεμβρίου 1978, επιτράπηκε ο πρώτος γάμος στα στρατόπεδα. Εκείνη τη μέρα παντρεύτηκα την Αλίτα Σιλαούλε, της οποίας ο πατέρας ήταν από τα πρώτα άτομα που βαφτίστηκαν στο Μαπούτου το 1958. Όταν γεννήθηκαν τα παιδιά μας, η Δορκάδα και ο Σαμουήλ, τα διδάξαμε να αγαπούν τον Ιεχωβά, και τα παίρναμε τακτικά μαζί μας στις Χριστιανικές μας συναθροίσεις. Αργότερα, αποκτήσαμε άλλο ένα παιδί, τον Ζεμίτο.
Πώς Κηρύτταμε
Στους Μάρτυρες δινόταν άδεια να φεύγουν από τα στρατόπεδα για να πουλάνε διάφορα πράγματα, περιλαμβανομένων μερικών ειδών διατροφής που καλλιεργούσαν μόνοι τους. Πολλοί από εμάς χρησιμοποιούσαμε αυτή την ευκαιρία για να κηρύττουμε. Μάλιστα, εγώ πουλούσα αλάτι και επίτηδες το χρέωνα πολύ ακριβά για να μην το αγοράζει κανείς. Ωστόσο, αρκετά από τα άτομα με τα οποία ήρθα σε επαφή ανταποκρίθηκαν στο άγγελμα της Βασιλείας, και άρχισα μερικές Γραφικές μελέτες.
Ένα από τα άτομα με τα οποία μελετούσα την Αγία Γραφή μίλησε με το διευθυντή κάποιας εταιρίας στην κοντινή πόλη Μιλάνζ ο οποίος εκδήλωσε ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή. Όταν το πληροφορήθηκα αυτό, άρχισα να αλληλογραφώ με το διευθυντή. Εκείνος ανταποκρίθηκε προσκαλώντας με να τον επισκεφτώ. Έτσι, έκρυψα τα Γραφικά έντυπα πάνω μου και ξεκίνησα, δήθεν για να πουλήσω κάποια έπιπλα που είχα κατασκευάσει.
Όταν έφτασα, διαπίστωσα ότι το σπίτι φρουρούνταν από στρατιώτες, και άρχισα να ανησυχώ. Ωστόσο, ο άντρας βγήκε έξω και πληροφόρησε τους στρατιώτες ότι δεν ήθελε να τον ενοχλήσουν όσο θα ήμουν εκεί. Αρχίσαμε τη Γραφική μας μελέτη στις πέντε το απόγευμα, και έδειξε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον ώστε τελειώσαμε στις πέντε το επόμενο πρωί! Αργότερα, προσφέρθηκε να παίρνει τα έντυπά μας από την Πορτογαλία, εφόσον η αλληλογραφία του δεν ελεγχόταν. Κατόπιν θα έδινε τα έντυπα σε εμένα, και εγώ θα τα έβαζα στο στρατόπεδο.
Είναι αλήθεια ότι μερικούς από εμάς μας συνέλαβαν και μας έθεσαν υπό κράτηση αρκετές φορές επειδή συμμετείχαμε στο έργο κηρύγματος. Εντούτοις, καθώς πολλοί ανταποκρίνονταν στο άγγελμα της Βασιλείας, ήμασταν πεπεισμένοι ότι ο Θεός μάς βοηθούσε, όπως ακριβώς βοηθούσε τους Χριστιανούς του πρώτου αιώνα.—Πράξεις, κεφάλαια 3-5.
Απελευθέρωση και Επιστροφή στο Μαπούτου
Το Σεπτέμβριο του 1985, αφού εξετάσαμε τις περιστάσεις με προσευχή, αποφασίσαμε να οργανώσουμε μια μαζική έξοδο από τα στρατόπεδα. Μολονότι μερικοί έμειναν στα στρατόπεδα του Καρίκο και παρέμειναν απομονωμένοι από τους υπόλοιπους Μάρτυρες του Ιεχωβά για τα επόμενα εφτά χρόνια, άλλοι κατέφυγαν στη Μαλάουι και στη Ζάμπια. Η σύζυγός μου και εγώ αποφασίσαμε να πάμε με τα παιδιά μας στη γειτονική πόλη Μιλάνζ. Εκεί βρήκα εργασία και ένα μέρος για να ζούμε, και συνεχίσαμε τη διακονία μας. Τον επόμενο χρόνο, τελικά επιστρέψαμε στο Μαπούτου.
Στην αρχή, μέναμε σε κάποιους συγγενείς μας. Ήταν δύσκολο να βρει κανείς εργασία, αλλά με τον καιρό κατάφερα να βρω δουλειά. Η Αλίτα πουλούσε ψημένα φιστίκια για να συμβάλλει στο πενιχρό εισόδημά μας. Εφόσον τα αγγλικά μου είχαν βελτιωθεί, υπέβαλα αίτηση εργασίας στη Βρετανική Πρεσβεία. Πέρασα τις εξετάσεις και με προσέλαβαν με 20 φορές μεγαλύτερο μισθό από αυτόν που έπαιρνα προηγουμένως! Ένιωσα πράγματι ότι ο Ιεχωβά με είχε βοηθήσει, και τον ευχαρίστησα στην προσευχή μου.
Εξισορρόπηση των Ευθυνών
Τελικά, στις 11 Φεβρουαρίου 1991, η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης χορήγησε νομική αναγνώριση στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτή η ημερομηνία θα μας μείνει αξέχαστη! Τον επόμενο χρόνο προσκλήθηκα να υπηρετήσω ως μέλος της επιτροπής που επιβλέπει το έργο κηρύγματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη. Τότε, τα παιδιά μας ήταν μόλις 12, 9 και 6 χρονών. Πέρασα όλη τη νύχτα προσευχόμενος, ζητώντας από τον Ιεχωβά σοφία ώστε να πάρω μια απόφαση που θα αντανακλούσε κατάλληλη ισορροπία στο χειρισμό των ευθυνών μου τόσο απέναντι στην οικογένειά μου όσο και απέναντι στην οργάνωση.
Μπορέσαμε να πάρουμε ένα φορτηγάκι το οποίο το χρησιμοποιήσαμε για να στήσουμε μια επιχείρηση. Προσλάβαμε αρκετούς σκαπανείς για να φτιάχνουν και να πουλάνε σάντουιτς, και η δουλειά πήγαινε πολύ καλά. Έτσι, είχα χρόνο να φροντίζω για τα νέα προνόμια που απέκτησα στην οργάνωση. Χρειαζόμασταν επίσης κάποιο σπίτι, εφόσον δεν μπορούσαμε πια να νοικιάζουμε το σπίτι στο οποίο μέναμε. Γι’ αυτό ετοίμασα μια αίτηση προς τις αρχές, στην οποία περιέγραφα την οικογενειακή μου κατάσταση. Σύντομα μας έδωσαν έγκριση για την απόκτηση ενός σπιτιού. Δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα σε αυτό το γεγονός, επειδή ήμουν ο πρώτος Μοζαμβικανός που αγόραζε σπίτι από το κράτος.
Η Αλίτα και εγώ έχουμε ευλογηθεί με παιδιά τα οποία ανταποκρίνονται στο πρόγραμμα πνευματικής εκπαίδευσης που ακολουθούμε. (Δευτερονόμιο 6:6-9) Είναι συνήθειά μας να συζητάμε ένα Γραφικό εδάφιο κάθε μέρα στις 5:40 π.μ., και έπειτα διαβάζουμε μαζί την Αγία Γραφή. Επειδή τα παιδιά μας πρέπει να είναι στο σχολείο νωρίς, έχουν συνηθίσει να ακολουθούν αυτό το πρόγραμμα που ξεκινάει νωρίς το πρωί. Την Παρασκευή στις 6:00 μ.μ. έχουμε την οικογενειακή μας μελέτη, και στη διάρκειά της τα παιδιά συζητούν μαζί μας Γραφικά θέματα για τα οποία έχουν κάνει έρευνα στη διάρκεια της εβδομάδας. Επίσης, τότε κάνουμε πρόβες για τις παρουσιάσεις που χρησιμοποιούμε στη διακονία.
Όλα τα παιδιά μας είναι βαφτισμένα. Μάλιστα, η Δορκάδα και ο Σαμουήλ υπηρετούν ως σκαπανείς από το 1994, ενώ ο Ζεμίτο κάνει βοηθητικό σκαπανικό από τότε που βαφτίστηκε. Τα παιδιά πηγαίνουν ακόμα στο σχολείο, και στόχος όλων τους είναι να διευρύνουν τη διακονία τους όταν αποφοιτήσουν. Η Αλίτα εξισορροπεί το χρόνο της ανάμεσα στο σκαπανικό και στη φροντίδα του σπιτιού μας. Επί πολλά χρόνια, περιλαμβανομένων και των χρόνων που ζήσαμε στα στρατόπεδα κράτησης, υπηρέτησα ως σκαπανέας. Ωστόσο, από το 1993, υπηρετώ στο γραφείο τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη διάρκεια της μέρας.
Συνεχίζονται οι Ευλογίες από τον Θεό
Το 1997, είχα τη μεγάλη ευλογία να παρακολουθήσω μια δίμηνη σειρά μαθημάτων για τα μέλη των Επιτροπών Τμήματος. Η σειρά των μαθημάτων διεξάχθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Εκπαιδευτικό Κέντρο της Σκοπιάς στο Πάτερσον της Νέας Υόρκης. Έτσι, ανταμείφτηκαν άλλη μια φορά οι προσπάθειες που κατέβαλα για να μάθω αγγλικά. Καθώς επέστρεφα στη χώρα μου, μπόρεσα να επισκεφτώ υπηρέτες του Ιεχωβά σε άλλα κράτη, και αυτό έκανε την καρδιά μου να ξεχειλίζει από εκτίμηση για την παγκόσμια αδελφότητά μας!
Αυτή ακριβώς η αγάπη που υπάρχει ανάμεσα στους αληθινούς Χριστιανούς είναι ένας παράγοντας ο οποίος συντελεί στο να ελκύονται χιλιάδες ακόμα ειλικρινείς άνθρωποι, και τους κάνει να συνταυτίζονται με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Μοζαμβίκη. (Ιωάννης 13:35) Ενώ όταν μας εκτόπισαν στα στρατόπεδα κράτησης συμμετείχαν στο κήρυγμα σχεδόν 7.000 άτομα, τώρα πάνω από 29.000 άτομα κηρύττουν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού σε όλη τη Μοζαμβίκη. Αυτοί είναι συνταυτισμένοι με περισσότερες από 665 εκκλησίες· το 1958 υπήρχαν μόνο 4.
Το 1993 εγκρίθηκαν τα σχέδια για να οικοδομηθεί ένα γραφείο τμήματος στο Μαπούτου, το οποίο θα μπορούσε να στεγάσει πάνω από 75 μέλη της οικογένειας Μπέθελ και να φροντίσει για τη θαυμάσια επέκταση της αγνής λατρείας στη Μοζαμβίκη. Για να αποπερατωθεί το οικοδομικό έργο χρειάστηκαν περίπου τέσσερα χρόνια. Κατόπιν, στις 19 Δεκεμβρίου 1998, η χαρά μας ήταν απερίγραπτη όταν 1.098 άτομα ήρθαν από πολλές χώρες για την αφιέρωση αυτών των όμορφων εγκαταστάσεων. Στο πρόγραμμα, είχα το προνόμιο να πάρω συνέντευξη από άτομα που έμειναν χρόνια εξόριστοι στο Καρίκο. Ζήτησα από εκείνους που είχαν εξοριστεί εκεί να σηκώσουν το χέρι τους, και το ακροατήριο συγκινήθηκε βαθιά μόλις είδε εκατοντάδες χέρια να σηκώνονται.
Την επομένη, ένα πλήθος 8.525 ατόμων συγκεντρώθηκαν στην Αίθουσα Συνελεύσεων Ματόλα για να ακούσουν μια ανασκόπηση του προγράμματος αφιέρωσης, ενθαρρυντικές εμπειρίες από άλλες χώρες, καθώς και ομιλίες βασισμένες στην Αγία Γραφή τις οποίες εκφώνησαν επισκέπτες από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης.
Είναι γεγονός ότι, από τότε που γνώρισα την αλήθεια της Αγίας Γραφής στην εφηβεία μου, αντιμετώπισα εναντίωση από την οικογένειά μου, απειλές για εκτέλεση, καθώς και φρικτό διωγμό, πράγμα το οποίο μερικές φορές με έκανε να σκέφτομαι ότι ήταν προτιμότερο να πεθάνω παρά να συνεχίσω να ζω. Εντούτοις, τώρα χαίρομαι επειδή, ως αποτέλεσμα αυτών των εμπειριών, η σχέση μου με τον Ιεχωβά έχει βελτιωθεί. Πράγματι, όπως είπε ο Βιβλικός ψαλμωδός: «Ο Θεός είναι βοηθός μου· ο Ιεχωβά είναι μεταξύ εκείνων που στηρίζουν την ψυχή μου». (Ψαλμός 54:4) Είναι απαράμιλλο προνόμιο για την οικογένειά μου και για εμένα το να υπηρετούμε τον Ιεχωβά μαζί με την παγκόσμια οικογένεια των λάτρεών του.
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Μάρτυρες του Ιεχωβά μπροστά στην Αίθουσα Βασιλείας που έχτισαν ενώ ζούσαν απομονωμένοι
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Απολαμβάνουμε την οικογενειακή Γραφική μας μελέτη
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Εκείνοι που είχαν ζήσει στα στρατόπεδα του Καρίκο σήκωσαν το χέρι τους