ΓΑΒΑΑ
(Γαβαά) [Λόφος].
1. Πόλη στην ορεινή περιοχή του Ιούδα. (Ιη 15:1, 48, 57) Μερικοί λόγιοι τη συνδέουν με το σημερινό Ελ Τζαμπά, περίπου 12 χλμ. ΔΝΔ της Βηθλεέμ. Άλλοι, ωστόσο, πιστεύουν ότι η αρχαία Γαβαά βρισκόταν κάπου στην περιοχή ΝΑ της Χεβρών, δεδομένου ότι καταχωρίζεται με άλλες πόλεις της ευρύτερης εκείνης περιοχής. (Ιη 15:55-57) Αυτή η πόλη (ή εκείνη που εξετάζεται στον Αρ. 2) ίσως ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα της Μααχά (της Μιχαΐας), μητέρας του βασιλιά Αβιάμ (Αβιά) του Ιούδα.—2Χρ 13:1, 2· 1Βα 15:1, 2.
2. Πόλη στην περιοχή του Βενιαμίν (Ιη 18:28), η οποία ονομάζεται και «Γαβαά του Βενιαμίν» (1Σα 13:2), «Γαβαά των γιων του Βενιαμίν» (2Σα 23:29) και «Γαβαά του Σαούλ» (2Σα 21:6). Προφανώς βρισκόταν κοντά στην κύρια οδό που συνέδεε την Ιεβούς (Ιερουσαλήμ) με τη Ραμά. (Κρ 19:11-15) Λόγω της θέσης της σε ένα από τα υψώματα της κεντρικής οροσειράς της Παλαιστίνης, η Γαβαά χρησίμευε ως παρατηρητήριο σε καιρό πολέμου. (1Σα 14:16) Οι λόγιοι ταυτίζουν γενικά αυτή την πόλη με το Τελλ ελ-Φουλ (Γκιβάτ Σαούλ), το οποίο βρίσκεται περίπου 5 χλμ. Β του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ.
Η γραφή των λέξεων Γααβά (αρσενικό γένος της λέξης που σημαίνει «Λόφος») και Γαβαά (θηλυκό γένος του όρου που σημαίνει «Λόφος») στην εβραϊκή είναι σχεδόν πανομοιότυπη. Πολλοί πιστεύουν ότι το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει λάθη αντιγραφής στο Μασοριτικό κείμενο, γι’ αυτό και προτείνουν σε ορισμένα εδάφια την αντικατάσταση της λέξης «Γαβαά» από τη λέξη «Γααβά» και αντίστροφα. Σε σχέση με αυτό, ένα σχολιολόγιο, αναφερόμενο στο 13ο και στο 14ο κεφάλαιο του Πρώτου Σαμουήλ, επισημαίνει: «Ωστόσο, οι απόψεις των σχολιαστών σχετικά με το πού πρέπει να γίνουν αντικαταστάσεις διαφέρουν πολύ (λ.χ. ο Σμιθ αντικαθιστά τη Γαβαά με τη Γααβά παντού· ο Κένεντι αντικαθιστά τη Γαβαά με τη Γααβά στο [13ο κεφάλαιο] εδάφιο 2, τη Γααβά με τη Γαβαά στο εδάφιο 3 και τη Γαβαά με τη Γααβά στο 14:2)· ενώ δεν είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς την εξέλιξη της εκστρατείας χωρίς τέτοιου είδους τροποποιήσεις». (Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο [Soncino Books of the Bible], επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1951, Σαμουήλ, σ. 69) Στα εδάφια Κριτές 20:10, 33 τα συμφραζόμενα υποδηλώνουν ότι εννοείται η «Γαβαά», γι’ αυτό και πολλοί μεταφραστές αποκλίνουν σε αυτό το σημείο από την απόδοση του Μασοριτικού κειμένου και χρησιμοποιούν τη λέξη «Γαβαά» αντί της «Γααβά».
Κατά την περίοδο των Κριτών, η πόλη της Γαβαά πρωταγωνίστησε σε ένα περιστατικό που έφερε στα πρόθυρα της εξόντωσης ολόκληρη τη φυλή του Βενιαμίν. Ένας ηλικιωμένος άνθρωπος κάλεσε κάποιον Εφραϊμίτη Λευίτη και την παλλακίδα του να διανυκτερεύσουν στο σπίτι του. Έπειτα από λίγο, άχρηστοι άντρες της Γαβαά περικύκλωσαν το σπίτι ζητώντας να τους δοθεί ο Λευίτης για να έχουν σχέσεις μαζί του. Όταν ο Λευίτης τούς παρέδωσε την παλλακίδα του, εκείνοι την κακοποίησαν τόσο πολύ όλη τη νύχτα ώστε η γυναίκα πέθανε το πρωί. (Αυτή η συγκλονιστική αμαρτία μπορεί να υπονοείται στα εδ. Ωσ 9:9 και 10:9.) Επειδή η φυλή του Βενιαμίν κάλυψε τους ένοχους άντρες της Γαβαά, οι άλλες φυλές έκαναν πόλεμο με τον Βενιαμίν. Υπέστησαν δύο φορές σοβαρές απώλειες προτού τελικά νικήσουν τους Βενιαμίτες και παραδώσουν τη Γαβαά στη φωτιά. (Κρ 19:15–20:48) (Μερικοί συνδέουν το Βιβλικό υπόμνημα σχετικά με την καταστροφή της Γαβαά με τα αρχαιολογικά στοιχεία που φέρθηκαν στο φως στο Τελλ ελ-Φουλ και μαρτυρούν ότι η πόλη κάηκε.)
Η Γαβαά ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του πρώτου βασιλιά του Ισραήλ, του Σαούλ (1Σα 10:26· 15:34), και προφανώς του Ιτταΐ (Ιθαΐ), ενός από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ (2Σα 23:8, 29· 1Χρ 11:26, 31), καθώς και του Αχιέζερ και του Ιεχωάς, δύο πολεμιστών που συντάχθηκαν με τον Δαβίδ στη Σικλάγ. (1Χρ 12:1-3) Η Γαβαά προφανώς υπήρξε και η πρώτη πρωτεύουσα του βασιλείου του Ισραήλ υπό τον Σαούλ. Στη Γαβαά έκαναν έκκληση για βοήθεια αγγελιοφόροι από την Ιαβείς (Ιαβείς-γαλαάδ) όταν αντιμετώπισαν πολιορκία από τους Αμμωνίτες, και από εκεί ο Βασιλιάς Σαούλ συγκάλεσε αμέσως τον Ισραήλ για πόλεμο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η απειλή. (1Σα 11:1-7) Αργότερα, ο Σαούλ είχε ως ορμητήριο των πολεμικών επιχειρήσεών του κατά των Φιλισταίων τα περίχωρα της Γαβαά. (1Σα 13:2-4, 15· 14:2, 16) Επίσης, σε δύο περιπτώσεις άντρες της Ζιφ έδωσαν αναφορά στον Σαούλ, στη Γαβαά, για το πού κρυβόταν ο καταζητούμενος Δαβίδ.—1Σα 23:19· 26:1.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, εφτά από τους γιους και τους εγγονούς του Σαούλ θανατώθηκαν στη Γαβαά («Γαβαών», σύμφωνα με Ακύλα, Σύμμαχο και Ο΄) λόγω της ενοχής αίματος που βάρυνε τον οίκο του Σαούλ επειδή εκείνος είχε θανατώσει πολλούς Γαβαωνίτες. Η δε χήρα παλλακίδα του Σαούλ φύλαγε τα πτώματα για να μη γίνουν βορά των νεκροφάγων πουλιών και ζώων.—2Σα 21:1-10.
Τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. ο Ιεχωβά αναφέρθηκε προφητικά στη Γαβαά, μέσω του προφήτη Ησαΐα, λέγοντας ότι είχε τραπεί σε φυγή εξαιτίας του ασσυριακού στρατού που προέλαυνε προς την Ιερουσαλήμ. (Ησ 10:24, 29-32) Επίσης, μέσω του Ωσηέ, ο Θεός σκιαγραφεί προφητικά μια κατάσταση στην οποία το βόρειο δεκάφυλο βασίλειο φαίνεται σαν να είχε ήδη κατακτηθεί, ο δε εχθρός φαίνεται να απειλεί τη Γαβαά και τη Ραμά του Βενιαμίν (στο νότιο βασίλειο του Ιούδα).—Ωσ 5:8-10.