ΡΙΒΑΪ
(Ριβαΐ) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Ιεριβαΐ, που σημαίνει «Είθε να Αντιδικήσει· Έχει Χειριστεί τη Νομική [μας] Υπόθεση»].
Βενιαμίτης από τη Γαβαά, ο γιος του οποίου, ονόματι Ιτταΐ (Ιθαΐ), ήταν ένας από τους «τριάντα» ξακουστούς πολεμιστές του Δαβίδ.—2Σα 23:24, 29· 1Χρ 11:31.