ΣΙΜΕΪ
(Σιμεΐ) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Σεμαΐας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
1. Δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Γηρσών (Γηρσώμ), εγγονός του Λευί. (Εξ 6:16, 17· Αρ 3:17, 18· 1Χρ 6:16, 17) Διάφορες οικογένειες Σιμεϊτών Λευιτών κατάγονταν από αυτόν.—Αρ 3:21-26· 1Χρ 23:7, 10, 11· Ζαχ 12:13.
2. Ρουβηνίτης, ένας απόγονος του οποίου ονόματι Βηράχ, που ήταν αρχηγός, οδηγήθηκε σε εξορία από τον Ασσύριο Βασιλιά Θελγάθ-φελνασάρ (Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄).—1Χρ 5:1, 4-6.
3. Μεραρίτης Λευίτης.—1Χρ 6:29.
4. Γηρσωνίτης Λευίτης, πρόγονος του Ασάφ.—1Χρ 6:39, 42.
5. Βενιαμίτης, οι εννιά γιοι (ή απόγονοι) του οποίου ήταν κεφαλές προπατορικών οίκων που ζούσαν στην Ιερουσαλήμ. (1Χρ 8:1, 19-21, 28) Προφανώς καλείται Σεμά στο εδάφιο 1 Χρονικών 8:13, όπου παρουσιάζεται ως κεφαλή μιας οικογένειας στην Αιαλών.
6. Συμεωνίτης, γιος του Ζακχούρ. Είχε 16 γιους και 6 κόρες.—1Χρ 4:24-27.
7. Ένας από τους αδελφούς του Δαβίδ.—2Σα 21:21· βλέπε ΣΑΜΜΑΧ Αρ. 2.
8. Απόγονος του Γηρσών μέσω του Λαδάν. Στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, τρεις γιοι (ή απόγονοι) του Σιμεΐ ήταν κεφαλές Λευιτικών οικογενειών.—1Χρ 23:8, 9.
9. Επικεφαλής της δέκατης υποδιαίρεσης των Λευιτών μουσικών. Ήταν γιος του Ιεδουθούν.—1Χρ 25:1, 3, 17.
10. Ραμαθίτης, επιστάτης στα αμπέλια του Δαβίδ.—1Χρ 27:27.
11. Όσιος υποστηρικτής του Βασιλιά Δαβίδ ο οποίος αρνήθηκε να συμμετάσχει στη συνωμοσία του Αδωνία. (1Βα 1:8) Πιθανότατα είναι ο Σιμεΐ ο οποίος ήταν διορισμένος ως διαχειριστής τροφής του Βασιλιά Σολομώντα στην περιοχή του Βενιαμίν. Ήταν γιος του Ελά.—1Βα 4:7, 18.
12. Βενιαμίτης από το χωριό Βαχουρίμ. Ο Σιμεΐ, ο γιος του Γηρά, από μια οικογένεια του οίκου του Βασιλιά Σαούλ, χρόνια ολόκληρα μετά το θάνατο του Σαούλ και την αφαίρεση της βασιλείας από τον οίκο του, εξακολουθούσε να τρέφει εχθρικά αισθήματα εναντίον του Δαβίδ. Βρήκε την ευκαιρία να δώσει διέξοδο στο θυμό που είχε κρατήσει τόσον καιρό μέσα του, όταν ο Δαβίδ και αυτοί που ήταν μαζί του έφευγαν από την Ιερουσαλήμ λόγω της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ. Λίγο ανατολικότερα του Όρους των Ελαιών, ο Σιμεΐ περπατούσε παράλληλα με αυτούς πετώντας τους πέτρες και χώμα και καταριόταν τον Δαβίδ. Ο Αβισαί ζήτησε από τον Δαβίδ την άδεια να σκοτώσει τον Σιμεΐ, αλλά ο Δαβίδ αρνήθηκε ελπίζοντας ότι ο Ιεχωβά θα μετέτρεπε ίσως την κατάρα του Σιμεΐ σε ευλογία.—2Σα 16:5-13.
Στην επιστροφή του Δαβίδ, καθώς οι όροι είχαν πλέον αντιστραφεί, ο Σιμεΐ και χίλιοι ακόμη Βενιαμίτες βγήκαν πρώτοι να τον συναντήσουν, και ο Σιμεΐ τον προσκύνησε εκφράζοντας μετάνοια για τις αμαρτίες του. Ο Αβισαί ήθελε και πάλι να τον σκοτώσει αλλά και πάλι δεν του το επέτρεψε ο Δαβίδ, ο οποίος αυτή τη φορά έκανε και όρκο ότι δεν θα τον θανάτωνε. (2Σα 19:15-23) Ωστόσο, προτού πεθάνει ο Δαβίδ είπε στον Σολομώντα να “φέρει τα γκρίζα του μαλλιά στον Σιεόλ με αίμα”.—1Βα 2:8, 9.
Στην αρχή της βασιλείας του, ο Σολομών κάλεσε τον Σιμεΐ και τον πρόσταξε να μετακομίσει στην Ιερουσαλήμ και να μη βγει από την πόλη, διότι αν ποτέ έβγαινε θα θανατωνόταν. Ο Σιμεΐ δέχτηκε αυτόν τον όρο, αλλά τρία χρόνια αργότερα βγήκε από την πόλη για να φέρει πίσω δύο δούλους του που είχαν διαφύγει στη Γαθ. Όταν ο Σολομών έμαθε για την παράβαση αυτή, ζήτησε από τον Σιμεΐ να λογοδοτήσει επειδή αθέτησε τον όρκο του στον Ιεχωβά και διέταξε τον Βεναΐα να τον εκτελέσει.—1Βα 2:36-46.
13. Λευίτης, απόγονος του Αιμάν, ο οποίος αγίασε τον εαυτό του και βοήθησε στην αποκομιδή των ακάθαρτων αντικειμένων που απομακρύνθηκαν από το ναό στην αρχή της βασιλείας του Εζεκία. (2Χρ 29:12, 14-16) Πιθανότατα είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 14.
14. Λευίτης, ο δεύτερος κατά σειρά υπεύθυνος για την αποθήκευση των γενναιόδωρων συνεισφορών και των δεκάτων που φέρθηκαν στο ναό στη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία. (2Χρ 31:11-13) Πιθανότατα ταυτίζεται με τον Αρ. 13.
15. Πρόγονος του Μαροδοχαίου από τη φυλή του Βενιαμίν.—Εσθ 2:5.
16. Αδελφός του Κυβερνήτη Ζοροβάβελ, απόγονος του Δαβίδ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 3:19.
17. Ένας από τους Λευίτες που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους όταν ο Έσδρας τους επέπληξε για τους γάμους που είχαν συνάψει με αλλοεθνείς γυναίκες.—Εσδ 10:10, 11, 23, 44.
18, 19. Δύο Ισραηλίτες, γιοι του Ασούμ και του Βιννουί αντίστοιχα, που και αυτοί εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:33, 38, 44.