Η Άσκησις Πίστεως Ομοιάζει με Ενέργεια Βασιζόμενη σ’ ένα Τίτλον Κυριότητος
ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ, τον οποίον δεν εγνωρίζατε, υπέσχετο να σας δώση ένα μεγάλο, ωραίο, παραγωγικό τμήμα γης, αφορολόγητο,, θα τον επιστεύατε; Πιθανώς θα ήσθε πολύ σκεπτικός. Θα άρχιζε αυτό να φαίνεται δυνατόν, αν αυτός ο άνθρωπος ετύγχανε, επίσης, να είναι ο πλουσιώτερος της χώρας; Δεν θα εσχηματίζατε ελπίδα, αν ανεκαλύπτατε, επίσης, ότι αυτός ήταν ένας ισχυρός άρχων;
Αν ερευνούσατε περισσότερο και διεπιστώνατε ότι γι’ αυτόν τον άνθρωπο έχει σταθεροποιηθή μια ισόβια φήμη ότι είναι απόλυτα αξιόπιστος και ποτέ δεν εψεύσθη, δεν θ’ αρχίζατε να πιστεύετε στην υπόσχεσί του; Τότε, δεν θα ενεργούσατε με βάσι την προσφορά του, αν σας μετεβίβαζε πραγματικά τον τίτλο κυριότητος αυτού του κτήματος, δίνοντας σας ένα έγγραφο που εξηλέγχθη και διεπιστώθη ότι ήταν νόμιμο;
Βέβαια, σ’ αυτό το σημείο, θα μπορούσατε να έχετε πεποίθησι ότι πράγματι εκληρονομήσατε κάτι μεγάλης άξιας. Αυτή η πεποίθησις θα σας έκανε να ενεργήτε κατά την υπόσχεσι, αφού η υπόσχεσις εκείνη επεβεβαιώθη με το να έχετε το έγγραφον της ιδιοκτησίας.
Εν τούτοις, κι αν είχατε την απαιτούμενη διαβεβαίωσι και πεποίθησι, πρέπει πάλι να εργασθήτε πραγματικά στην ιδιοκτησία, ή να οικοδομήσετε πάνω σ’ αυτήν, για να την καταστήσετε, χρησιμοποιήσιμη για σας. Ναι, το να ενεργήτε κατά την πεποίθησί σας είναι εκείνο που θα σας απέδιδε οφέλη.
ΟΙ ΘΕΙΕΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ
Αυτό το παράδειγμα είναι όμοιο με ό,τι περιλαμβάνεται στις θείες υποσχέσεις προς τους ταπεινούς ανθρώπους της γης. Τι υπόσχεται ο Θεός; «Οι δίκαιοι θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα » (Ψαλμ. 37:29) Μπορούμε να το πιστέψωμε αυτό; «Είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός.» (Εβρ. 6:18) Έχει ο Θεός για να δώση; «Του Ιεχωβά είναι η γη, και το πλήρωμα αυτής.» (Ψαλμ. 24:1, ΜΝΚ) Έχει αυτός τη δύναμι να εκτελέση αυτή την υπόσχεσι; Ιεχωβά ο Θεός σας είναι Θεός των θεών, και Κύριος των κυρίων, Θεός μέγας, ισχυρός, και φοβερός.» (Δευτ. 10:17, ΜΝΚ) Το παρελθόν υπόμνημά του δείχνει ότι μπορούμε να εμπιστευώμεθα σ’ αυτόν ότι θα εκπληρώση την υπόσχεσί του; «Σεις γνωρίζετε εν όλη τη καρδία υμών, και εν όλη τη ψυχή υμών, ότι δεν διέπεσεν ουδέ είς εκ πάντων των αγαθών λόγων, τους οποίους Ιεχωβά ο Θεός σας ελάλησε δια σας· πάντες ετελέσθησαν εις εσάς, ουδέ είς εξ αυτών διέπεσε.»—Ιησ. Ναυή 23:14, ΜΝΚ.
Λόγω της εξουσίας, της δυνάμεως και αξιοπιστίας του Ιεχωβά, μπορούμε να έχωμε μια βεβαίωσι, ή πεποίθησι, όμοια μ’ εκείνη ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει τον τίτλο κυριότητος. Το να έχη κανείς πίστι στις υποσχέσεις του Θεού λόγω της ακεραιότητός του είναι ως να έχη πίστι ότι κατέχει την ιδιοκτησία λόγω κατοχής του τίτλου της. Είναι μια βεβαίωσις που προέρχεται από το ότι ο Ιεχωβά έδωσε τη σχετική υπόσχεσι και από το ότι αυτός απεδείχθη πλήρως αξιόπιστος στην εκπλήρωσι των υποσχέσεων του. Αυτή η πίστις στον Θεό ορίζεται κάλλιστα για μας στη Γραφή, προς Εβραίους 11:1 με τα εξής λόγια: «Είναι δε η πίστις, ελπιζομένων πεποίθησις.» Στο βιβλίο Λέξεις-Εικόνες στην Καινή Διαθήκη, ο Α. Τ. Ρόμπερτσον λέγει γι’ αυτό το εδάφιο: «Τολμούμε να υποβάλωμε τη μετάφρασι ‘Πίστις είναι ο τίτλος κυριότητος ελπιζομένων πραγμάτων’.» Τονίζει ότι η Ελληνική λέξις που σημαίνει «βεβαίωσις» έχει την έννοια αυτού που υφίσταται κάτω από οτιδήποτε, ένα συμβόλαιο, ή μια υπόσχεσι. Βλέπε Σκοπιάν 15 Ιανουαρίου 1963, σελίς 45, παρ. 5, 6.
Πίστις λοιπόν στον Θεό είναι περισσότερο από μια επιθυμία ή μια ελπίδα. Πίστις είναι κάτι προστεθειμένο στην ελπίδα. Σημαίνει ότι είμεθα βέβαιοι για ό,τι ο Θεός υπεσχέθη να μας δώση ή να πράξη για μας, μολονότι δεν το βλέπομε ακόμη· είναι σαν να έγινε, αν και δεν έγινε ακόμη πραγματικά. Πίστις είναι η απόλυτη βεβαιότης ότι εκείνο το οποίον ο Θεός λέγει ότι πρόκειται να γίνη θα γίνη.
Η πίστις δεν πρέπει να συγχέεται με την ευπιστία ή τη γεμάτη επιθυμίες σκέψι. Υπάρχει απέραντη διαφορά. Η ευπιστία ορίζεται ως «διάθεσις, προερχομένη από αδυναμία ή άγνοια, να πιστεύη κανείς πολύ εύκολα, ιδίως αδύνατα ή παράλογα πράγματα». Το να είναι κανείς εύπιστος σημαίνει να είναι «ευαπάτητος· ευκολόπιστος».
Πολλά απ’ όσα θεωρούνται πίστις στον κόσμο σήμερα δεν είναι αληθινή πίστις, αλλ’ είναι ευπιστία. Πολλοί, χωρίς να τηρούν προσεκτικά και να μελετούν τις οδούς του Θεού, σπεύδουν σε βεβιασμένα συμπεράσματα, τα οποία συχνά είναι σε μεγάλη δυσαρμονία με το πνεύμα της θείας αληθείας. Το να ενεργούμε και να διδάσκωμε σύμφωνα με αυτή την ευπιστία δεν τιμά τον Θεό κι επιφέρει μεγάλη μομφή στ’ όνομά του. Πολλές φορές εύπιστοι άνθρωποι αξιούν ότι έχουν την ισχυρότερη «πίστι». Αλλ’ εκείνο που έχουν τόσο έντονα στη σκέψι τους είναι συχνά εκείνο που ο Θεός δεν είπε, και συχνά αυτοί δεν έχουν διάθεσι ν’ ακούσουν ή να προσέξουν τι ο Θεός έχει ειπεί.
Ένα παράδειγμα ευπιστίας ήταν η σύζυγός του Αδάμ, η Εύα. Επίστεψε τον όφιν στην Εδέμ, αν και δεν είχε απόδειξι ότι αυτό που είπε ο όφις ήταν η αλήθεια. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αυτή ‘ηπατήθη’ και απώλεσε τη ζωή της. (1 Τιμ. 2:14) Εκατομμύρια ανθρώπων σήμερα πιστεύουν άρθρα θρησκευτικής πίστεως, που δεν είναι βασισμένα στην αλήθεια. Η ευπιστία αυτή θα οδηγήση σε απογοήτευσι και θάνατο ακόμη, όπως στην περίπτωσι της Εύας.
ΣΤΕΡΡΑ ΒΑΣΙΣΜΕΝΗ ΣΕ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ
Η αληθινή πίστις στον Θεό είναι στερρά εδραιωμένη στην απόδειξι και στο κύρος. Είναι το λογικό συμπέρασμα, που συνάγεται από την εξέτασι των πραγμάτων. Αυτά τα πράγματα, που αποτελούν τη βάσι της αποδείξεως, προέρχονται από δύο πηγές. Η μία είναι απ’ ό,τι ο Θεός εδημιούργησε και η άλλη απ’ ό,τι αυτός απεκάλυψε.
Κάνοντας συλλογισμούς πάνω στις καθιερωμένες αρχές της αιτίας και του αποτελέσματος, βλέπομε σε όλο το βασίλειο της φύσεως τις αποδείξεις περί ενός Δημιουργού. Η τάξις και η αρμονία τών πολύ μικρών πραγμάτων, όπως είναι τα άτομα, καθώς και η τάξις και αρμονία τών πολύ μεγάλων πραγμάτων, όπως είναι ολόκληρο το σύμπαν, δείχνουν το γεμάτο νόησι τεχνούργημα μιας υπερδιανοίας. Όπως λέγει προς Ρωμαίους 1:20: «Επειδή τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων.» Η απόδειξις περί νοήμονος Δημιουργού, η οποία παρέχεται από τη φύσι, είναι τόσο αναντίρρητη, ώστε οι Γραφές λέγουν: «Είπεν ο άφρων εν τη καρδία αυτού· ‘Δεν υπάρχει Ιεχωβά’.»—Ψαλμ. 14:1, ΜΝΚ.
Υπάρχουν πολλά ακόμη, που χρησιμεύουν ως λογική βάσις για την πίστι μας. Είναι η γραπτή αποκάλυψις του Θεού, ο λόγος του, η Αγία Γραφή. Η απόλυτη αυτή αλήθεια, που χρειαζόμεθα ως τη στερεή απόδειξι της πίστεως μας, βρίσκεται στην Αγία Γραφή. Η εσωτερική της αρμονία, η εκπλήρωσις των προφητειών της, και η επιβεβαίωσις από τους ιστορικούς, τους αρχαιολόγους και άλλους, των πραγμάτων που περιέχει, τη χαρακτηρίζουν ως Θείας προελεύσεως και απολύτως αληθινή ως βάσι της πίστεώς μας. Ο Υιός του Θεού, Ιησούς Χριστός, επεβεβαίωσε αυτή τη βάσι για την πίστι μας λέγοντας: «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Όλα όσα ο Θεός αναμένει από μας να πιστέψωμε πέρα απ’ όσα επρομήθευσε στη φύσι είναι στον λόγο του. Μέσα σ’ αυτόν μας έδωσε ένα στερεό θεμέλιο γεγονότων για να συλλογιζώμεθα πάνω σ’ αυτά και να σχηματίζωμε σταθερή πεποίθησι ότι τα μη βλεπόμενα, και τα μη πραγματοποιημένα ακόμη, είναι βεβαιωμένα.
ΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ Σ’ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Οι χλευασταί θα ισχυρισθούν ότι πρέπει πρώτα να ιδούν την επαλήθευσι των Θείων υποσχέσεων και κατόπιν θα τις πιστέψουν. Αλλά τίποτα πιο κοινό ή αναγκαίο δεν υπάρχει, ακόμη και στην πορεία της καθημερινής ζωής, από την πίστι. Ασκείται με την εμπιστοσύνη η εξάρτησί μας από πράγματα αόρατα ακόμη. Μήπως ο γεωργός βλέπει πραγματικά την παραγωγή της προσεχούς εποχής όταν φυτεύη τον σπόρο; Γιατί κοπιάζει συνεχώς για κάτι που δεν βλέπει; Ό,τι έχει είναι ο σπόρος. Πώς γνωρίζει ότι θ’ αναπτυχθή σε φυτό; Ο γεωργός το γνωρίζει, διότι εσυλλογίσθη ότι ο ήλιος που έλαμπε χθες θα λάμψη και πάλι, ότι η βροχή της χθες θα έλθη και πάλι, και ότι η φυτεία θα επαληθεύση και πάλι τους νόμους της αναπτύξεως. Η πίστις στη μελλοντική παραγωγή βασίζεται σε υγιείς αποδείξεις. Βασίζεται στην αξιοπιστία των φυσικών νόμων, που απεδείχθησαν αξιόπιστοι επί αιώνες. Επομένως, η πίστις για το ότι η παραγωγή θα πραγματοποιηθή δικαιολογείται, ο δε γεωργός ενεργεί σύμφωνα με αυτή την πίστι, αυτή τη βεβαίωσι, αρχίζοντας το έργον του. Τι ασύνετο θα ήταν γι’ αυτόν ν’ αρνηθή να φυτέψη τον σπόρο ένεκα φόβου ότι ο ήλιος ποτέ δεν θα λάμψη πάλι, ή ότι ποτέ δεν θα ξαναβρέξη, ή ότι ο σπόρος θ’ αρνηθή να φυτρώση!
Ομοίως, καθόσον αποκτούμε γνώσι του Ιεχωβά και μελετούμε τα έργα του στη φύσι, ειδικά δε τη γραπτή του αποκάλυψι, την Αγία Γραφή, θ’ αρχίσωμε να καλλιεργούμε εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις του για το μέλλον. Όπως ο γεωργός μ’ εμπιστοσύνη προβλέπει την παραγωγή του φθινοπώρου, και αροτριά, σπείρει, καλλιεργεί και ποτίζει πριν την ιδή ακόμη, έτσι κι εμείς πρέπει να ενεργούμε σύμφωνα με την εμπιστοσύνη που έχομε στις υποσχέσεις του Θεού που εκπληρώνονται στον ωρισμένο καιρό πριν τις ιδούμε πραγματικά να εκπληρώνωνται.
Μαθαίνοντας για τα χαρακτηριστικά του Θεού, δεν θα δυσκολευθούμε ν’ ασκήσωμε ή θέσωμε σ’ ενέργεια, την πίστι, που έχομε στις υποσχέσεις του, ακριβώς όπως δεν θα είχαμε δυσκολία να ενεργήσωμε με τη βεβαιότητα, που θα είχαμε αν ήμεθα κάτοχοι ενός τίτλου κυριότητος. Πολλοί στους περασμένους καιρούς έθεταν την πίστι των σ’ ενέργεια λόγω της εμπιστοσύνης των στον Ιεχωβά. Ο απόστολος Παύλος αναφέρεται σε μερικούς απ’ αυτούς, όταν μνημονεύη ότι ο Άβελ, ο Ενώχ, ο Νώε, ο Αβραάμ, η Σάρρα, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Ιωσήφ, ο Μωυσής, η Ραάβ, ο Γεδεών, ο Βαράκ, ο Σαμψών, ο Ιεφθάε, ο Δαβίδ, ο Σαμουήλ και πολλοί προφήται είχαν πίστι στις επαγγελίες του Θεού και ενεργούσαν σύμφωνα μ’ εκείνη την πίστι. Ως αποτέλεσμα, αυτοί μπόρεσαν να καταπολεμήσουν βασιλείες, να φράξουν στόματα λεόντων, να σβέσουν δύναμι πυρός, να λάβουν νεκρούς αναστημένους, να υποστούν διωγμούς και στερήσεις, ναι, να πεθάνουν ακόμη, διότι είχαν τη βεβαιωμένη προσδοκία της αναστάσεως εκ νεκρών για ζωή στον νέο κόσμο του Θεού. Πολλοί, λοιπόν, ήσαν αυτοί οι άνδρες και γυναίκες πίστεως που τους αναφέρει ο Παύλος ως ένα μέγα «νέφος».—Εβρ. 11:1-12:1.
Όταν ο Θεός λέγη ότι επέρχεται κατακλυσμός και λέγη στον άνθρωπο να κατασκευάση μια κιβωτό για ασφάλεια, η λογική πορεία, βασισμένη στην πείρα του παρελθόντος με τον Θεό και τον λόγον του, είναι να έχωμε πίστι στον λόγον του και κατόπιν να ενεργήσωμε σύμφωνα με αυτή, κατασκευάζοντας μια κιβωτό, έστω κι αν ο κατακλυσμός είναι δυνατόν ν’ απέχη χρόνια. Ο πιστός Νώε «Ούτως έκαμε.» (Γέν. 6:22) Όταν ο Θεός διέταξε τον Αβραάμ να θυσιάση τον γυιό του, ήταν λογικό να ενεργήση ο Αβραάμ σε αρμονία με την πίστι που είχε στον Θεό και ν’ αφήση τον Θεό να φροντίση για την εκπλήρωσι των γενομένων επαγγελιών σχετικά με τον γυιό του. (Γέν. 22:1-12) Όταν ο Θεός παρήγγειλε στον Λωτ να φύγη από τα Σόδομα για ν’ αποφύγη επικείμενη καταστροφή, ήταν λογικό να το πιστέψη αυτό ο Λωτ και να σπεύση να εξέλθη, έστω κι αν μπορούσε να φαίνεται σαν μια ωραία ημέρα.—Γέν. 19:12-25.
Όλες αυτές ήσαν αξιέπαινες πράξεις απλής, παιδικής πίστεως. Αλλά σημειώστε, παρακαλούμεν, ότι σε κάθε περίπτωσι υπήρχαν απόλυτοι λόγοι γι’ αυτή την πίστι. Υπήρχε μια σαφής εντολή από τον Θεό. Η βάσις γι’ αυτή την πίστι δεν ήταν καμμιά μωρή φαντασία ή παραδοξότης. Ο Νώε θα ήταν ασύνετος κατασκευάζοντας μια κιβωτό και προειδοποιώντας τους ανθρώπους επί τόσα χρόνια, αν απλώς εφαντάζετο ότι κάποιος κατακλυσμός θα επήρχετο. Ο Αβραάμ θα ήταν ένοχος εγκληματικής πράξεως επιχειρώντας να προσφέρη τον Ισαάκ, αν απλώς εφαντάζετο ότι ο Θεός ήθελε να το πράξη αυτό. Ο Λωτ θα ήταν πολύ αφελής ν’ απομακρυνθή από τα Σόδομα μια ωραία πρωία και να δηλώση ότι η πόλις θα κατεστρέφετο σε λίγο, αν δεν είχε θετική πληροφορία γι’ αυτό. Αλλά σε κάθε περίπτωσι ο Θεός έδινε σαφή ένδειξι του θελήματός του. Έτσι και σήμερα, έχομε σαφή ένδειξι του θελήματος του Θεού στον λόγον του. Επίσης, ενισχύεται η ένδειξις αυτή με την παρατήρησι της εκπληρώσεως των Βιβλικών προφητειών.
ΑΠΟΚΤΗΣΙΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
Πώς μπορούμε ν’ αποκτήσωμε αυτή την αληθινή πίστι, αυτή τη «βεβαίωσι», όπως είναι η βεβαίωσις που προέρχεται από το να έχωμε ένα τίτλο ιδιοκτησίας; Εν πρώτοις, πρέπει να έχωμε την ορθή κατάστασι καρδιάς. Πρέπει να είμεθα ταπεινοί και πρέπει να θέλωμε να καλλιεργήσουμε πίστι. Αν είμεθα υπερήφανοι και προσπαθούμε να είμεθα ανεξάρτητοι από τον Θεό, αυτός δεν θα ευλογήση τις προσπάθειες μας. Κατόπιν, πρέπει ν’ αποκτήσωμε γνώσι από την Αγία Γραφή για να μας παράσχη την απόδειξι, που θα μας βεβαιώση για την ικανότητα του Θεού να υποστηρίξη τον λόγον του. Όπως λέγει το εδάφιο προς Ρωμαίους 10:17: «Η πίστις είναι εξ ακοής», η οποία είναι η γνώσις που περιέχεται στον λόγον του Θεού. Τότε θα θέλωμε να συναναστρεφώμεθα τον λαόν του Θεού για να μπορέσωμε να εποικοδομηθουμε πνευματικά απ’ αυτούς. Το να συναθροιζώμεθα με άλλους πιο ωρίμους Χριστιανούς θα μας υποβοηθήση να καταλαβαίνωμε αυτά που μελετούμε. Ένα παράδειγμα τούτου βρίσκεται στις Πράξεις, κεφάλαιον 8, όπου ο Αιθίοψ ευνούχος έτυχε βοηθείας από τον ευαγγελιστή Φίλιππο. Τελικά, πρέπει συνεχώς να προσευχώμεθα να μας βοηθήση το άγιο πνεύμα του Θεού.—1 Κορ. 2:9, 10.
Η πίστις, λοιπόν, είναι λογική. Το να ενεργή κανείς σύμφωνα με αυτήν είναι, επίσης, λογικό. Ο Θεός, με τη φυσική και τη γραπτή αποκάλυψι του εαυτού του, αποτείνεται στη μεγαλύτερη ικανότητα των ανθρώπων, στη λογική μας, και ζητεί από μας να ενεργούμε σύμφωνα με τα κατάλληλα συμπεράσματα, που προκύπτουν από τη μελέτη των έργων του, των λόγων του και των οδών του.
Η αληθινή πίστις, αυτή η «βεβαίωσις», είναι αναγκαία, διότι «χωρίς . . . πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.»—Εβρ. 11:6.
Το να ενεργούμε σύμφωνα μ’ εκείνη την πίστι είναι, επίσης, αναγκαίο, διότι, όπως εδήλωσε ο Βιβλικός συγγραφεύς Ιάκωβος, «Η πίστις, εάν δεν έχη έργα, νεκρά είναι καθ’ εαυτήν.» Έτσι, ένας, που ασκεί πίστι, ενεργεί σαν ένα που έχει τίτλο κυριότητος.—Ιάκ. 2:17.
Στο λίαν προσεχές μέλλον, όσοι ασκούν κατάλληλα αυτή την πίστι θ’ αποκτήσουν πραγματικά ό,τι υπόσχεται τώρα ο Ιεχωβά. Σε μια ωραία, παραγωγική, απηλλαγμένη από φόρους γη, «θέλουσι κάθησθαι έκαστος υπό την άμπελον αυτού, και υπό την συκήν αυτού· και δεν θέλει υπάρχει ο εκφοβών· διότι το στόμα του Ιεχωβά των δυνάμεων ελάλησε.»—Μιχ. 4:4, ΜΝΚ.