Γιατί να Κάνωμε το Ορθό;
‘ΤΙ θα κερδίσω;’ Πόσο συχνά έχετε ακούσει κάποιον να κάνη αυτό το ερώτημα προτού αναλάβη μια εργασία; Ίσως έχετε παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι σπανίως καταβάλλουν προσπάθειες χωρίς τη διαβεβαίωσι κάποιας αμοιβής. Τα παιδιά συχνά εκδηλώνουν αυτή την τάσι σε μεγάλο βαθμό. Πολλές φορές, αρνούνται να συμπεριφερθούν κατάλληλα εκτός αν «πληρωθούν» με κάποια αμοιβή.
Η Αγία Γραφή τονίζει τη βασική αιτία αυτού του προβλήματος, λέγοντας: «Πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού.» (Ρωμ. 3:23) Λόγω της κληρονομημένης αμαρτίας, οι άνθρωποι έχουν μια φυσική τάσι προς το κακό. Απαιτείται αξιόλογη προσπάθεια για να κάνωμε ό,τι είναι ορθό.
Μπορεί αυτή η στάσις να επηρεάση τη λατρεία προς το Θεό; Ναι. Ο Δημιουργός επιθυμεί οι δούλοι του να κάνουν ό,τι είναι ορθό. Ο κανόνας για την ορθή διαγωγή εκτίθεται στην Αγία Γραφή. Απ’ αυτή την πηγή μπορούμε επίσης να μάθωμε ότι ο Θεός «γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.» (Εβρ. 11:6) Ωστόσο, αν δεν είναι προσεκτικοί οι άνθρωποι μπορεί εύκολα να κάνουν το λάθος να θεωρήσουν τις πράξεις λατρείας και αφοσιώσεως στο Θεό σαν μέσον για να αποκτήσουν την εύνοιά του.
Αυτό ακριβώς συνέβη στους αρχαίους Ιουδαίους. Έφθασαν στο σημείο να θεωρούν την υπακοή στο Μωσαϊκό νόμο σαν ένα μέσον για ν’ αποκτήσουν «αξία» ενώπιον του Θεού, πράγμα που θα τους εξασφάλιζε μελλοντικές ευλογίες. Το Μισνά παραθέτει τα λόγια ενός ραββίνου: «Ο Άγιος, ας είναι ευλογημένος, σκέφθηκε να δώση αξία στον Ισραήλ· έτσι πολλαπλασίασε σ’ αυτούς το νόμο και τις εντολές.» Σύμφωνα μ’ αυτή την άποψι, το γεγονός ότι οι εντολές του νόμου του Θεού ήσαν πολυάριθμες έδωσε στον Ισραήλ περισσότερες ευκαιρίες για ν’ αποκτήσουν αξία υπακούοντας σ’ αυτές. Αυτό μας βοηθά να καταλάβωμε καλύτερα το ερώτημα που έθεσε στον Ιησού ένας πλούσιος νεαρός: «Διδάσκαλε αγαθέ, τι να πράξω δια να κληρονομήσω ζωήν αιώνιον;» (Λουκ. 18:18) Ο άνθρωπος αυτός πίστευε ότι θα μπορούσε να κερδίση την αιώνια ζωή κάνοντας καλά έργα.
Σε αντίθεσι με τους αρχαίους Ιουδαίους, οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται κάτω από το Μωσαϊκό νόμο. Παρ’ όλα αυτά, η Αγία Γραφή ενθαρρύνει τους Χριστιανούς να ενασχολούνται σε «άγιες πράξεις διαγωγής και έργα ευσεβείας.» (2 Πέτρ. 3:11, ΜΝΚ) Αυτές οι πράξεις περιλαμβάνουν το να διαθέτη κανείς χρόνο να μεταδίδη στον πλησίον του τις Γραφικές αλήθειες, να προσαρμόζη τον τρόπο της ζωής του σύμφωνα με τις Γραφικές οδηγίες, και να συναθροίζεται τακτικά με τους συγχριστιανούς του για εξέτασι της Αγίας Γραφής.—Ματθ. 24:14· 28:19, 20· Κολ. 3:5-10· Εβρ. 10:23-25.
Αλλά τι πρέπει να υποκινή τέτοια ευσεβή διαγωγή; Το κίνητρο πρέπει να είναι ιδιαίτερα η σταθερή πίστις—πίστις που υποκινεί τους Χριστιανούς να ‘τρέξουν προς τον σκοπό’ της αιώνιας ζωής. (Φιλιπ. 3:13, 14· 2 Τιμ. 4:7, 8) Αυτή η πίστις αντανακλάται στην ολοκάρδια υπηρεσία προς το Θεό μας, και όχι απλή εκδήλωσι υπηρεσίας ή στην τήρησι κανόνων και νόμων, όπως στην περίπτωσι των Ιουδαίων. Ο Παύλος έγραψε: «Εξεύροντες ότι δεν δικαιούται άνθρωπος εξ έργων νόμου ειμή δια πίστεως Ιησού Χριστού, και ημείς επιστεύσαμεν εις τον Ιησούν Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού και ουχί εξ έργων νόμου, διότι δεν θέλει δικαιωθή εξ έργων νόμου ουδείς άνθρωπος.» (Γαλ. 2:16) Επομένως, κανείς δεν μπορεί ν’ αποκτήση την εύνοια και την ευλογία του Θεού με τυπικές πράξεις λατρείας ή αγαθοεργίες, άσχετα με τη φύσι τους και την έκτασι στην οποία εκτελούνται. Μια δίκαιη στάσις ενώπιον του Θεού έρχεται μόνο «δια πίστεως Ιησού Χριστού.»
Ο ίδιος ο Υιός του Θεού έδωσε θαυμάσια νουθεσία σχετικά με τη Χριστιανική διαγωγή. Για παράδειγμα, είπε: «Εις τον ζητούντα παρά σού δίδε και τον θέλοντα να δανεισθή από σού μη αποστραφής. Ηκούσατε ότι ερρέθη, Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου και μίσει τον εχθρόν σου. Εγώ όμως σας λέγω, Αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε εκείνους, οίτινες σας καταρώνται, ευεργετείτε εκείνους, οίτινες σας μισούσι, και προσεύχεστε υπέρ εκείνων, οίτινες σας βλάπτουσι και σας κατατρέχουσι.»—Ματθ. 5:42-44.
Αλλά ποιο ελατήριο υπέδειξε ο Ιησούς ως το ορθό ελατήριο που πρέπει να επιδιώκουν οι άνθρωποι; Ο Ιησούς πρόσθεσε: «Δια να γείνητε υιοί του Πατρός σας του εν τοις ουρανοίς, διότι αυτός ανατέλλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους.» (Ματθ. 5:45) Μολονότι μπορεί να ‘αποβλέπωμε εις την μισθαποδοσίαν,’ η μεγαλύτερη δύναμις που βρίσκεται πίσω από τη Χριστιανική υπηρεσία και διαγωγή πρέπει να είναι η επιθυμία να μιμηθούμε το Θεό ως τον Ευεργέτη όλου του ανθρωπίνου γένους.—Εβρ. 11:26· 1 Κορ. 11:1, 3.
Ένα θαυμάσιο ελατήριο γι’ αυτό προέρχεται από το να κάνη κανείς σκέψεις σχετικά με το τι έχει κάνει ήδη ο Θεός για την ανθρώπινη οικογένεια. Μεταξύ των πασίγνωστων εδαφίων σ’ ολόκληρη την Αγία Γραφή είναι τα επόμενα: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» «Όστις πιστεύει εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον· όστις όμως απειθεί εις τον Υιόν δεν θέλει ιδεί ζωήν, αλλ’ η οργή του Θεού μένει επάνω αυτού.» (Ιωάν. 3:16, 36) Ο Θεός έστειλε τον Υιόν του, τον Ιησού Χριστό, να πληρώση το ακριβό λυτρωτικό τίμημα για την εξαγορά του ανθρώπου από την αμαρτία και το θάνατο. (Ματθ. 20:28) Ο Ιησούς το επέτυχε αυτό πεθαίνοντας θυσιαστικά σ’ ένα εκτελεστικό πάσσαλο. Ο απόστολος Πέτρος γράφει: «Όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, δια να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας.» (1 Πέτρ. 2:24) Αυτό διάνοιξε ευκαιρίες για τους ανθρώπους ν’ αποκτήσουν ‘αιώνια ζωή’—αλλά όχι σαν μια αμοιβή που κερδίζεται μέσω καλής διαγωγής. Η Αγία Γραφή περιγράφει την αιώνια ζωή σαν «χάρισμα του Θεού.»—Ρωμ. 6:23.
Παρ’ όλα αυτά, αν ένα άτομο έχη πραγματική πίστι σ’ αυτό το θαυμάσιο δώρο, η πίστις του θα εκδηλωθή και με το να κάνη δημόσια διακήρυξι στους άλλους σχετικά με την ελπίδα του και με τη θαυμάσια Χριστιανική διαγωγή του. (Ρωμ. 10:8-10) Δεν μπορεί να γίνη αλλιώς. Αυτό διασαφηνίσθηκε από τον Βιβλικό συγγραφέα Ιάκωβο, ο οποίος δηλώνει: «Τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν λέγη τις ότι έχει πίστιν, και έργα δεν έχη; . . . Η πίστις, εάν δεν έχει έργα, νεκρά είναι καθ’ εαυτήν. Διότι καθώς το σώμα χωρίς πνεύματος είναι νεκρόν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά.»—Ιακ. 2:14-17, 26.
Τι εννοεί ο Ιάκωβος με τα «έργα»; Δεν πρόκειται για έργα που γίνονται για την απόκτησι κάποιου πράγματος στο μέλλον. Αντιθέτως, πρόκειται για έργα που γίνονται σε εκδήλωσι πίστεως και εκτιμήσεως κάποιου πράγματος που ήδη υπάρχει, δηλαδή, μιας καλής στάσεως ενώπιον του Θεού σαν αποτέλεσμα της πίστεως στον Ιησού Χριστό.
Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, γιατί πρέπει εκείνοι που αγαπούν το Θεό και τον υπηρετούν, να κάνουν ό,τι είναι ορθό; Το ελατήριο δεν πρέπει να είναι ιδιοτελές, ότι υπάρχει ‘κάποιο όφελος.’ Οι Χριστιανοί υπηρετούν το Θεό επειδή αναγνωρίζουν το ενδιαφέρον που έδειξε ο Θεός για το ανθρώπινο γένος και τη γενναιόδωρη προσφορά του για αιώνια ζωή, σαν δώρο. Αυτή η έκφρασις αγάπης του Θεού υποκινεί τους λάτρεις του να τον μιμηθούν. Αυτό λέει και ο απόστολος Ιωάννης: «Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, δια να ζήσωμεν δι’ αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ’ ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών. Αγαπητοί, επειδή ούτως ηγάπησεν ημάς ο Θεός, και ημείς χρεωστούμεν να αγαπώμεν αλλήλους.»—1 Ιωάν. 4:9-11.