Θρησκεία—Ενοποιητική Δύναμη;
ΥΠΗΡΞΕ η θρησκεία σαν σύνολο μια ενοποιητική δύναμη στον κόσμο; Ή, μάλλον, ήταν μια δύναμη για θάνατο και καταστροφή; Απαντώντας πρέπει να πούμε ότι ο κόσμος έχει παραστεί μάρτυρας σε έναν αιώνα συγκρούσεων—οι οποίες πυροδοτήθηκαν από τον εθνικισμό αλλά τροφοδοτήθηκαν από τη θρησκεία. Από το 1909, τουλάχιστον οι 14 κυριότερες συγκρούσεις στον κόσμο είχαν θρησκευτικές ρίζες. «Από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα», λέει ο Έρνεστ Λεφέβερ, πρόεδρος του Κέντρου Ηθικής και Δημόσιας Πολιτικής της Ουάσιγκτον D.C., «ελάχιστοι πόλεμοι έχουν διεξαχθεί στους οποίους η θρησκεία να μην έπαιξε κάποιον τουλάχιστον ρόλο».
Όμως, θεωρητικά, η θρησκεία πρέπει να μπορεί να κρατάει τον κόσμο σε ειρήνη. Ο αρθρογράφος πολλών εφημερίδων Μάικ Ρόυκο γράφει: «Αν οι στρατιώτες αρνούνταν να σκοτώσουν κάποιον απλώς επειδή είχαν την ίδια θρησκεία, [πολύ] δύσκολα θα μπορούσε να διεξαχθεί ένας πόλεμος». Έπειτα αφού παρατηρεί ότι άνθρωποι της ίδιας μη Χριστιανικής πίστης «πρόθυμα αλληλοσφάζονται κατά δεκάδες χιλιάδες», λέει: «Ούτε οι Χριστιανοί ποτέ έδειξαν κάποια υπερευαισθησία ως προς τη διεξαγωγή πολέμων με άλλους Χριστιανούς. Αν είχαν δείξει, ποτέ δεν θα είχαν γίνει οι περισσότεροι από τους επικίνδυνους πολέμους της Ευρώπης».
Μήπως απορεί λοιπόν κανείς που πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να ταυτίζονται με οτιδήποτε που έχει σχέση με τη θρησκεία; Οι σελίδες της ιστορίας έχουν επανειλημμένα αιματοβαφεί από αντιμαχόμενους θρησκευόμενους οι οποίοι είτε είχαν άγνοια του Λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής, είτε διέστρεφαν τη σημασία της για να ταιριάζει στα ιδιοτελή τους συμφέροντα.
Ωστόσο, ο τρόπος ζωής που εκτίθεται στη Βίβλο, όταν ακολουθηθεί σωστά, δεν οδηγεί σε διαμάχη αλλά μόνο σε ειρήνη και ενότητα. (Παροιμίαι 3:1-6) Ο Ιησούς παρότρυνε τους ακολούθους του, «Αγαπάτε τους εχθρούς σας, αγαθοποιείτε εκείνους, οίτινες σας μισούσιν». (Λουκάς 6:27) Ο Ιησούς επίσης τόνισε αυτό το χαρακτηριστικό γνώρισμα των γνήσιων ακολούθων του όταν είπε: «Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους».—Ιωάννης 13:35.