Βαλτάσαρ—Διάδοχος ή Βασιλιάς;
ΟΙ λόγιοι της Βίβλου από πολύ καιρό αμφισβητούσαν τον Βαλτάσαρ. Σύμφωνα με το Γραφικό βιβλίο του Δανιήλ, «Βαλτάσαρ ο βασιλεύς» ήταν κυβερνήτης της Βαβυλώνας, και έκανε μεγάλο συμπόσιο τη μοιραία εκείνη νύχτα του 539 π.Χ. όταν ο Κύρος ο Πέρσης ανέτρεψε την πόλη. (Δανιήλ 5:1) Το πρόβλημα είναι ότι μόνο η Βίβλος αναφέρει το όνομα του Βαλτάσαρ. Άλλες παλιές ιστορίες το παραλείπουν και αναφέρουν ότι κυβερνήτης της Βαβυλώνας τότε ήταν ο Ναβονίδης. Αυτό το θεωρούσαν πολλοί σαν απόδειξη ότι το βιβλίο του Δανιήλ ήταν ιστορικά άχρηστο και πιθανόν γράφτηκε μερικούς αιώνες μετά την πτώση της Βαβυλώνας.
Ωστόσο, η κρίση εκείνη ήταν πρόωρη. Σύμφωνα με ένα άρθρο του Άλαν Μίλλαρντ στο περιοδικό Biblical Archaeology Review (Μάιος/Ιούνιος 1985), ανασκάφθηκε το 1854 μια επιγραφή στο Ιράκ που περιείχε μια προσευχή για τη μακροζωία και την καλή υγεία του Ναβονίδη και του μεγαλύτερου γιου του. Το όνομα αυτού του γιου; Βαλτάσαρ! Υπήρχε λοιπόν ένας Βαλτάσαρ στη Βαβυλώνα! Από το 1854, ανακαλύφθηκαν και άλλες πολλές επιγραφές που το βεβαιώνουν αυτό. Ωστόσο, καμιά από τις επιγραφές εκείνες δεν αποκαλεί τον Βαλτάσαρ βασιλιά. Τον αναφέρουν σαν γιο του βασιλιά ή σαν διάδοχο. Γι’ αυτό, οι κριτικοί ισχυρίζονται ότι ο συγγραφέας του βιβλίου Δανιήλ έκανε λάθος που χρησιμοποίησε την έκφραση, «Βαλτάσαρ ο βασιλεύς».
Και σ’ αυτό, όμως, έχουν λάθος. Πώς το ξέρουμε; Ένα πράγμα, σύμφωνα με τον Άλαν Μίλλαρντ είναι, ότι έχουν ανασκαφθεί νομικά ντοκουμέντα εκείνης της εποχής κατά την οποία τα άτομα ορκίζονταν στον Ναβονίδη και στον Βαλτάσαρ. Γιατί αυτό είναι σημαντικό; Επειδή συνηθιζόταν τα άτομα να ορκίζονται στους θεούς και στο βασιλιά. Η μόνη εξαίρεση σ’ αυτό ήταν ο όρκος στον Βαλτάσαρ, και γι’ αυτό ο Βαλτάσαρ σαφώς είχε μια ειδική θέση. Στην πραγματικότητα, φαίνεται πως ο Βαλτάσαρ κυβέρνησε μόνος στη Βαβυλώνα για πολλά χρόνια ενώ ο πατέρας του ζούσε στην όαση Τεϊμά στη βόρεια Αραβία. Στη διάρκεια αυτής της εποχής, σύμφωνα με μια πλάκα που φυλάσσεται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, ο Ναβονίδης «εμπιστεύθηκε τη βασιλεία» στον Βαλτάσαρ.
Γιατί λοιπόν οι επίσημες επιγραφές τον αποκαλούν «διάδοχο» ενώ το βιβλίο του Δανιήλ χρησιμοποιεί τον όρο «βασιλιά»; Μια αρχαιολογική ανακάλυψη στη βόρεια Συρία δίνει μια απάντηση. Το 1979 ανασκάφθηκε εκεί ένα άγαλμα φυσικού μεγέθους, του βασιλιά της αρχαίας Γκοζάν. Στη φούστα του υπήρχαν δυο επιγραφές, η μια στα Ασσυριακά και η άλλη στα Αραμαϊκά. Οι δυο επιγραφές, ενώ ήταν σχεδόν ίδιες, είχαν τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα διαφορά. Το κείμενο στη γλώσσα των Ασσυρίων φεουδαρχών έλεγε ότι ο κυβερνήτης που αναπαριστούσε το άγαλμα ήταν «ο κυβερνήτης της Γκοζάν». Το κείμενο στα Αραμαϊκά, στη γλώσσα των ντόπιων, τον περιγράφει σαν «βασιλιά».
Παραβάλλοντάς το αυτό, ο Άλαν Μίλλαρντ συμπεραίνει ότι ενώ οι επίσημες επιγραφές ανέφεραν τον Βαλτάσαρ διάδοχο, «μπορεί να θεωρούνταν αρκετά σωστό το ότι τέτοια ανεπίσημα αρχεία όπως το Βιβλίο του Δανιήλ αποκαλούν τον Βαλτάσαρ ‘βασιλιά’. Ενεργούσε σαν βασιλιάς, αντιπρόσωπος του πατέρα του, μολονότι μπορεί νομικά να μην ήταν βασιλιάς. Η ακριβής τιμητική διάκριση θα ήταν άσχετη και θα προκαλούσε σύγχυση στην ιστορία όπως την αφηγείται ο Δανιήλ».
Όλο αυτό δημιουργεί τα ερωτήματα: Αν το βιβλίο του Δανιήλ πραγματικά γράφτηκε αιώνες μετά την πτώση της Βαβυλώνας, πώς ο συγγραφέας του γνώριζε για τον Βαλτάσαρ, τον οποίο παρέβλεπαν οι άλλοι ιστορικοί; Και γιατί τον αποκάλεσε ‘βασιλιά’, ακολουθώντας ένα έθιμο που ήταν γνωστό όταν ζούσε ο Βαλτάσαρ αλλά ξεχάστηκε στους μετέπειτα αιώνες; Ασφαλώς, η αναφορά στο βιβλίο του Δανιήλ για τον ‘Βαλτάσαρ το βασιλιά’ είναι ισχυρή απόδειξη ότι το βιβλίο γράφτηκε πραγματικά από κάποιον που ζούσε στη Βαβυλώνα τον έκτο αιώνα π.Χ.