Ήταν Πεπεισμένοι για την Αγάπη του Ιεχωβά
ΠΕΛΩΡΙΑ κύματα χτυπούσαν το καράβι που είχε παγιδευτεί σε μια φοβερή καταιγίδα στα ανοιχτά. Καθώς η μάχη με τα οργισμένα κύματα συνεχιζόταν για 14 μέρες, επιβάτες και πλήρωμα είχαν χάσει όλοι τις ελπίδες τους, εκτός από έναν. Αυτός ήταν βέβαιος ότι ο Ιεχωβά θα τον προστάτευε καθώς τα παρηγορητικά λόγια, «Μη φοβού, Παύλε», αντηχούσαν στο μυαλό του. Στη διάρκεια των επόμενων αποφασιστικών ωρών, το πλοίο προσάραξε και όλοι μπόρεσαν να βγουν σώοι και αβλαβείς στη στεριά. Για άλλη μια φορά, ο απόστολος Παύλος είχε λόγους να είναι πεπεισμένος για την αγάπη του Ιεχωβά.—Πράξεις 27:20-44.
Είστε και εσείς το ίδιο πεπεισμένοι για την αγάπη του Θεού; Είναι ζωτικό να μελετάτε συνεχώς το Λόγο του Θεού και να χρησιμοποιείτε αυτά που μαθαίνετε για να ενδυναμώνετε άλλους. Ωστόσο, για να είστε πραγματικά πεπεισμένοι για την αγάπη του Ιεχωβά, πρέπει να ζείτε στην κυριολεξία με τα λόγια του Ιεχωβά, βλέποντας από πρώτο χέρι τον τρόπο με τον οποίο ενεργεί για χάρη σας. Σταθερά πεπεισμένος γι’ αυτό είναι και ένας περιοδεύων επίσκοπος που εργάζεται στα ψηλά βουνά της Βολιβίας και ο οποίος, όπως και πολλοί άλλοι, έχει δει από πρώτο χέρι τη φροντίδα του Ιεχωβά.
«Εργαζόμουν έξω από το Ορούρο», αφηγείται, «και έπρεπε να επισκεφτώ μια εκκλησία στο Κάμι, μια πόλη με ορυχεία που απέχει 100 χιλιόμετρα από το Ορούρο. Οι ορεινοί, στριφτοί δρόμοι ανεβαίνουν σ’ ένα υψόμετρο 4.600 μέτρων και μπορεί να κρύβουν πολλές παγίδες, ιδιαίτερα όταν βρέχει. Οι θερμοκρασίες πέφτουν συχνά στους -10 βαθμούς Κελσίου ή και πιο χαμηλά.
»Ένας άλλος αδελφός, ο Ανιμπάλ, θα με πήγαινε με τη μοτοσικλέτα του· ξεκινήσαμε λοιπόν στις 6:00 π.μ. προετοιμασμένοι για ένα πεντάωρο ταξίδι. Την ώρα που ξεκινήσαμε, ήδη έβρεχε και η λάσπη η οποία μαζευόταν συνέχεια ανάμεσα στη ρόδα και στον προφυλακτήρα μας ανάγκαζε να σταματάμε. Μόνο αφού βγάζαμε τη λάσπη ύστερα από επίπονες προσπάθειες, μπορούσαμε να συνεχίσουμε. Καθώς καθόμουνα πίσω από τον Ανιμπάλ, προσπαθούσα να προστατεύσω τα παπούτσια μου και το παντελόνι μου, αλλά εγκατέλειψα κάθε προσπάθεια όταν είδα ότι είχαν γίνει εντελώς μούσκεμα.
Απόδειξη της Αγάπης του Ιεχωβά
»Έξι ώρες είχαν περάσει, όταν η μηχανή κόλλησε σε μια απότομη ανηφόρα και αρχίσαμε να τσουλάμε προς τα πίσω. Πηδήξαμε και προσπαθήσαμε με νύχια και με δόντια να συγκρατήσουμε τη βαριά μοτοσικλέτα να μη γλιστρήσει στη λάσπη. Μάταια όμως· μας έπιασε απελπισία, όταν η μοτοσικλέτα έπεσε στην πλαγιά ενός φαραγγιού βάθους 90 μέτρων! Γεμάτοι αγωνία κοιτάξαμε προς τα κάτω. Ήταν απίστευτο, αλλά η μοτοσικλέτα είχε σταματήσει λίγο πιο κάτω στην πλαγιά. Και πάλι όμως δεν θα μπορούσαμε ποτέ να τη βγάλουμε χωρίς κάποια βοήθεια.
»Οι ώρες κυλούσαν, αλλά οι ελπίδες μας να περάσει κάποιος από εκείνον τον έρημο δρόμο ήταν λιγοστές. Τότε όμως εμφανίστηκε ένας άντρας με ένα γαϊδούρι και μερικά λάμας. Όταν είδε σε τι άσχημη κατάσταση βρισκόμασταν, μας είπε στη γλώσσα κετσούα: ‘Ναι, έχω μερικά λουριά’. Έδεσε τα δερμάτινα λουριά στο γαϊδούρι και στη μοτοσικλέτα. Έπειτα, ενώ εμείς σηκώναμε από κάτω, αυτός έβαζε το γάιδαρό του να τραβάει. Χρειάστηκε να τσιγκλίσει το γάιδαρό του πολλές φορές, αλλά τελικά ανεβήκαμε στο δρόμο, με τα μέτωπά μας να στάζουν ιδρώτα. Πώς θα μπορούσαμε να του το ξεπληρώσουμε; Του προσφέραμε το βιβλίο Βιβλικές Ιστορίες και εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από το βιβλίο που ήθελε να μας ανταποδώσει το δώρο, δίνοντάς μας από τις πατάτες που μετέφερε!
»Όταν πήρε μπρος και η μηχανή, ήμασταν εξαιρετικά ευγνώμονες στον Ιεχωβά. Πιο κάτω, σκεφτήκαμε να σταματήσουμε γιατί η μηχανή άρχισε να κάνει διακοπές. Φτάσαμε σ’ ένα απομονωμένο εστιατόριο. ‘Προς τα πού πηγαίνετε;’ ρώτησε ο ιδιοκτήτης. Του είπαμε και του εξηγήσαμε ποιο ήταν το πρόβλημά μας. ‘Έχω να σας δανείσω ένα μπουζί και μερικά εργαλεία’, είπε. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στα αυτιά μας—αυτό ήταν ένα μέρος όπου ο κόσμος συχνά αντιμετώπιζε με δυσπιστία ακόμη και τους φίλους τους, πόσο μάλλον αυτούς που τους ήταν εντελώς άγνωστοι. Με το καινούριο μπουζί η μηχανή δούλευε ρολόι.
»Είχε σκοτεινιάσει τώρα και άρχισα να ανησυχώ, καθώς τα πόδια μου μούδιαζαν από το τσουχτερό κρύο. Τότε, ενώ ανεβαίναμε μια απότομη ανηφόρα, η μηχανή κόλλησε και πάλι. Πατούσαμε τη μανιβέλα και σπρώχναμε παράλληλα τρία ολόκληρα χιλιόμετρα τη μοτοσικλέτα, αλλά αποδείχτηκαν όλα ανώφελα. Εντελώς εξαντλημένοι κάτσαμε κάτω, δίπλα στο δρόμο. Τουλάχιστον τα πόδια μου δεν ήταν πια μουδιασμένα! Ήμασταν όμως στεναχωρημένοι και δεν ξέραμε πια τι να κάνουμε. Ξεκουραστήκαμε λίγο και κατόπιν δοκιμάσαμε να ξαναβάλουμε μπρος τη μηχανή. Θα το καταφέρναμε;
»Προς έκπληξή μας, η μηχανή πήρε μπρος. Ωστόσο, άρχισε να βρέχει τώρα και στην επόμενη ανηφόρα κολλήσαμε ξανά. Και να ’μαστε πάλι καθισμένοι δίπλα στο δρόμο, αυτή τη φορά κάτω από τη δυνατή βροχή. Περιμέναμε πάλι για λίγο. Μετά, αμφιβάλλοντας αν η μηχανή θα έπαιρνε μπρος δοκιμάσαμε και πάλι—και πήρε! Σε λίγο περάσαμε το υψηλότερο σημείο του ταξιδιού μας. Ανακουφίστηκα με τη σκέψη ότι ακόμη κι αν κολλούσε η μηχανή θα μπορούσαμε να φτάσουμε σχεδόν μέχρι το Κάμι απλώς τσουλώντας. Σε μια απότομη κατηφόρα όμως, έσπασε στο χέρι του Ανιμπάλ ο μοχλός του φρένου! Πήδηξα αμέσως, έπιασα την πίσω σκάρα, και «κάρφωσα» και τα δυο πόδια στο έδαφος· έτσι κατηφορίσαμε το λόφο και κατάφερα να σταματήσω τη μοτοσικλέτα. Αυτό επαναλήφτηκε σε δυο ακόμα κατηφόρες.
Επιτέλους—Το Κάμι
Η ώρα ήταν 3:00 π.μ. όταν φτάσαμε τελικά στο Κάμι. Βρισκόμασταν 21 ώρες στο δρόμο. Θα ήταν πρόβλημα να βρούμε τους αδελφούς εφόσον αυτή ήταν η πρώτη μου επίσκεψη. Χτυπούσαμε τις πόρτες, αλλά μας έλεγαν: ‘Φύγετε! Κοιμόμαστε!’ Αφού χτυπήσαμε διάφορες πόρτες, συμπέρανα ότι το καλύτερο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να ξεκουραστούμε κάτω από ένα υπόστεγο και να ψάξουμε για τους αδελφούς το πρωί. Έτσι αποκαμωμένος όπως ήμουνα, αποκοιμήθηκα αμέσως. Όταν ξύπνησα, βρέθηκα περιστοιχισμένος από κόσμο. Σηκώθηκα πάνω και ένας γεροδεμένος άντρας με πλησίασε και με αγκάλιασε σφιχτά. Ναι, ήταν οι αδελφοί μας! Τους είχε βρει ο Ανιμπάλ. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη από τα αισθήματα που με πλημμύρισαν.
»Χωρίς να χάσουν καιρό, μάζεψαν ό,τι πράγματα είχαμε, περιλαμβανομένης και της μοτοσικλέτας, που είχε γίνει ένα με τη λάσπη και την οποία ένας αδελφός κυριολεκτικά την κουβάλησε στην αυλή του. Με φιλοξένησε ένα ταπεινό ζευγάρι· η γυναίκα φορούσε ένα τυπικό πολέρα—μοιάζει με πολλές φαρδιές φούστες φορεμένες η μια πάνω στην άλλη. ‘Θα κοιμηθείς στο κρεβάτι μας’, μου είπαν. Δεν ήθελα να κοιμηθούν στο πάτωμα και ιδιαίτερα γιατί η γυναίκα ήταν έγκυος. Ωστόσο εκείνοι επέμεναν.
»Μεσ’ στο βαθύ μου ύπνο άκουσα κάποιον να χτυπά την πόρτα. Η ώρα ήταν ήδη 8:00 π.μ. ‘Οι αδελφοί είναι έτοιμοι να βγουν στην υπηρεσία’, μου είπε. Βλέποντας την ανυπομονησία και τη θερμή εκτίμηση ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους, δεν είχα άλλη εκλογή από το να σηκωθώ από το κρεβάτι παρά τους πόνους στο σώμα μου, και να αρχίσω την επίσκεψη. Και τι ένθερμη επίσκεψη που ήταν! Οι αδελφοί ξεχείλιζαν από χαρά και ενθουσιασμό καθώς τους συνόδευα στη διακονία τους. Αναλογιζόμουν πόσο ζωτικές είναι αυτές οι επισκέψεις, παρά τα όσα είχαμε περάσει—‘ως ποταμοί ύδατος εν ξηρά γη’.—Ησαΐας 32:2.
»Την επόμενη μέρα, επισκεφτήκαμε ένα χωριό όπου ένας ευαγγελικός πάστορας είχε απειλήσει ότι θα διέλυε τη συνάθροισή μας άμα πήγαινα. Μετά την ομιλία, ένας μυώδης άντρας με χαιρέτησε με το βολιβιανό τρόποa και μου είπε: ‘Αδελφέ, εσείς έχετε την αλήθεια!’ Ρώτησα κατόπιν ποιος ήταν. ‘Ο πάστορας’, μου είπαν.
»Ο χρόνος της επίσκεψης στο Κάμι τελείωσε πολύ γρήγορα και είχε φτάσει η ώρα να φύγουμε. Οι αδελφοί είχαν επισκευάσει τη μοτοσικλέτα και είχαν πλύνει όλα τα λασπωμένα μας ρούχα. Όταν είπαμε ποιος μας είχε δανείσει τα εργαλεία, απόρησαν, γιατί αυτό το άτομο είχε το όνομα ότι δεν βοηθούσε σχεδόν ποτέ σε τέτοιες δύσκολες περιπτώσεις. Μετά από πολλούς χαιρετισμούς και χειραψίες, φύγαμε και πήγαμε πάλι στον ευγενικό ιδιοκτήτη εκείνου του εστιατορίου. Αφού του επιστρέψαμε ό,τι μας είχε δώσει, τον ρωτήσαμε: ‘Τι χρωστάμε;’ ‘Τίποτε’, μας απάντησε. ‘Χάρηκα που μπόρεσα να σας βοηθήσω!’
»Όταν επιστρέψαμε στο Ορούρο, πέντε ώρες αργότερα, σκεφτόμασταν πόσο σπουδαίο ήταν να μην εγκαταλείπουμε τις προσπάθειες και επίσης με τι θαυμαστό τρόπο ο Ιεχωβά φρόντισε για μας. Ο Ανιμπάλ συγκινήθηκε τόσο πολύ απ’ αυτή την εμπειρία που είπε: ‘Θα έδινα ό,τι έχω και δεν έχω για να ξαναπάω εκεί!’ Κι αυτό ακριβώς έκανε, μεταφέροντας με τη μοτοσικλέτα του άλλους περιοδεύοντες επισκόπους στο Κάμι και σε άλλα μέρη. Ναι, είχαμε ισχυρούς λόγους να είμαστε ακόμη πιο πεπεισμένοι για την αγάπη του Ιεχωβά.—Όπως το αφηγήθηκε ο επίσκοπος περιοχής, Ρικάρντο Χερνάντεζ.
[Υποσημειώσεις]
a Όταν χαιρετιούνται μ’ αυτόν τον τρόπο κάνουν τα εξής: ανταλλάσσουν χειραψία, ο ένας χτυπά ελαφρά την πλάτη του άλλου και ανταλλάσσουν ακόμη μια χειραψία.
[Εικόνες στη σελίδα 23]
Ο στριφτός, ορεινός δρόμος που οδηγεί στην πόλη με τα ορυχεία, στο Κάμι
Δρόμος που περνάει από βουνά και οδηγεί στο Κάμι
Τα γαϊδούρια μπορούν να αποδειχτούν πολύ χρήσιμα σε περίπτωση ανάγκης!