Χαρά Συνοδεύει τη Συγκομιδή στην Ινδία
Όπως το αφηγήθηκε ο Φ. Ε. Σκίνερ
ΗΤΑΝ κάτι το τελείως απίστευτο για μένα—οι 21 συνελεύσεις σε δέκα γλώσσες, τα 15.000 και πλέον άτομα που παραβρέθηκαν σ’ αυτές για να μάθουν τη σημασία της θείας δικαιοσύνης, καθώς και τα 545 άτομα που βαφτίστηκαν για να συμβολίσουν την αγάπη που ένιωθαν για τον μεγάλο Θεό της δικαιοσύνης, τον Ιεχωβά! Για τους 9.000 Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ινδία, αυτό υπήρξε ένα εξέχον γεγονός για το έτος 1989. Αλλά για μένα ήταν ιδιαίτερη αιτία χαράς. Γιατί; Επειδή δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα λάβαιναν χώρα τέτοια μεγαλειώδη συμβάντα, τότε που πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου σε ινδικό έδαφος, τον Ιούλιο του 1926. Την εποχή εκείνη, υπήρχαν λιγότεροι από 70 ευαγγελιζόμενοι του αγγέλματος της Βασιλείας σ’ ολόκληρη τη χώρα. Τι διορισμός ήταν αυτός που λάβαμε ο σύντροφός μου και εγώ πριν από 63 και πλέον χρόνια!
Πώς Ήρθα Στην Ινδία
Το Μάιο του 1926, παρακολούθησα μια μεγάλη συνέλευση στο Λονδίνο της Αγγλίας και αμέσως μετά επέστρεψα στο σπίτι μου στο Σέφιλντ. Μερικές μέρες αργότερα, γυρίζοντας από τη διακονία αγρού, βρήκα ένα τηλεγράφημα να με περιμένει. Έγραφε: «Ο Δικαστής Ρόδερφορντ θέλει να σε δει».
Ο αδελφός Ρόδερφορντ, ο δεύτερος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, είχε έρθει από τη Νέα Υόρκη για την πρόσφατη συνέλευση και βρισκόταν ακόμη στο Λονδίνο. Το επόμενο πρωί, καθώς επέστρεφα στο Λονδίνο με το τρένο, αναρωτιόμουν: ‘Τι να σημαίνει αυτό;’ Όταν βρέθηκα στο γραφείο τμήματος, με πήγαν στον αδελφό Ρόδερφορντ, ο οποίος με ρώτησε: «Σε νοιάζει σε ποιο μέρος του κόσμου εργάζεσαι;»
«Όχι», απάντησα.
«Πώς θα σου φαινόταν να πήγαινες στην Ινδία;»
«Πότε θέλεις να πάω;» απάντησα χωρίς δισταγμό. Έτσι, τρεις εβδομάδες αργότερα, ο Τζορζ Ράιτ και εγώ βρισκόμασταν σ’ ένα πλοίο με πορεία για την Ινδία. Ήμουν 31 χρονών και δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία στο μυαλό μου και στην καρδιά μου ως προς το τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου.
Απόφαση για την Πορεία που θα Ακολουθούσα στη Ζωή
Το 1918, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος είχε ήδη τελειώσει, και εγώ μόλις είχα εκπληρώσει τέσσερα χρόνια στο βρετανικό στρατό. Ενδιαφερόμουν για τη φωτογραφία και για την ασύρματη επικοινωνία και μου προσφέρονταν καλές επαγγελματικές ευκαιρίες. Επίσης, σκεφτόμουν το γάμο. Όμως, ταυτόχρονα, άρχιζα να αποκτώ μια κατανόηση για τα διάφορα ζητήματα, που άλλαζε το επίκεντρο της ζωής μου.
Ο πατέρας μου είχε δεχτεί τη σειρά βιβλίων Γραφικές Μελέτες και μια γυναίκα που έκανε έργο βιβλιοπώλη, όπως ονομαζόταν τότε το έργο σκαπανέα, άρχισε να μελετάει την Αγία Γραφή με την οικογένειά μας. Η γυναίκα αυτή ήταν κάποτε δασκάλα. Αργότερα, μια ομάδα νεαρών αντρών της ηλικίας μου πήγαιναν στο σπίτι της κάθε Σάββατο για να πιουν ένα φλιτζάνι τσάι και να κάνουν Γραφική μελέτη. Αυτή μας παρότρυνε επανειλημμένα να θέσουμε τον εαυτό μας στη διάθεση του Ιεχωβά, με τα λόγια: «Να μην αρνηθείτε ποτέ κάποιο διορισμό». Με ενθάρρυνε επίσης να παραμείνω άγαμος.
Για κάμποσο καιρό, πάλευα με τον εαυτό μου ως προς το τι θα έκανα. Τα λόγια του Ιησού, που απευθύνονταν στον πλούσιο νεαρό άρχοντα και είναι γραμμένα στο εδάφιο Ματθαίος 19:21, με βοήθησαν: «Εάν θέλης να ήσαι τέλειος, ύπαγε, πώλησον τα υπάρχοντά σου και δος εις πτωχούς, και θέλεις έχει θησαυρόν εν ουρανώ, και ελθέ, ακολούθει μοι». Υπέβαλα την παραίτησή μου στην εταιρία για την οποία εργαζόμουν, και μέσα σε τρεις μήνες έγινα βιβλιοπώλης. Αυτό, καθώς και η απόφασή μου να παραμείνω άγαμος, με έκαναν κατάλληλο να λάβω, μετά από τέσσερα χρόνια, εκείνον τον πολύτιμο διορισμό στην Ινδία.
Ένας Τεράστιος Καινούριος Αγρός
Ο Τζορτζ Ράιτ και εγώ διοριστήκαμε να επιβλέπουμε το κήρυγμα της Βασιλείας, όχι μόνο στην Ινδία, αλλά επίσης και στη Βιρμανία (την τωρινή Μιανμάρ) και στην Κεϋλάνη (την τωρινή Σρι Λάνκα). Αργότερα, προστέθηκε η Περσία (το τωρινό Ιράν) και το Αφγανιστάν. Η έκταση της Ινδίας ήταν λίγο μικρότερη από εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά ο πληθυσμός της ήταν αρκετές φορές μεγαλύτερος. Ήταν μια χώρα με διαφορετικά φαγητά, έθιμα και γλώσσες, στην οποία ζούσαν άνθρωποι με ποικίλες θρησκευτικές πεποιθήσεις—Ινδουιστές, Μουσουλμάνοι, Παρσιστές, Ζαϊνιστές, Σιχ και Βουδιστές, καθώς και Καθολικοί και Προτεστάντες.
Το έργο κηρύγματος είχε αρχίσει στην Ινδία το 1905 και έλαβε νέα ώθηση όταν ο Κάρολος Τ. Ρώσσελ, ο πρώτος πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, την επισκέφτηκε το 1912. Η συνομιλία που είχε ο Ρώσσελ με τον Α. Τζ. Τζόζεφ, έναν ζηλωτή νεαρό σπουδαστή των Γραφών, οδήγησε στο να γίνει μια μόνιμη διευθέτηση για συνεχές έργο κηρύγματος. Ο Τζόζεφ μετέφραζε Βιβλικά έντυπα στη μητρική του γλώσσα, τη μαλαγιαλάμ, και έκανε εκτενή ταξίδια και διαλέξεις, ιδιαίτερα στη νότια Ινδία. Σήμερα, περίπου οι μισοί από τους ευαγγελιζομένους της Ινδίας ζουν σ’ αυτή την περιοχή στην οποία μιλιέται η μαλαγιαλάμ, μολονότι μόνο το τρία περίπου τοις εκατό του πληθυσμού της Ινδίας ζει εκεί. Αυτή η περιοχή, πρώην Τραβανκόρ και Κότσιν, έγινε η πολιτεία Κέραλα το 1956.
Πότε ο Τζορτζ Ράιτ και πότε εγώ φροντίζαμε εναλλάξ το γραφείο της Βομβάης και ταξιδεύαμε κάνοντας εκτενείς περιοδείες κηρύγματος. Κάναμε πλήρη χρήση του ινδικού σιδηρόδρομου, των αλόγων και των βοϊδαμαξών. Αργότερα χρησιμοποιούσαμε αυτοκίνητο. Η σκέψη που επικρατούσε τότε ήταν να διαθέτουμε απλώς έντυπα και να προσκαλούμε τους ανθρώπους να έρθουν σ’ έναν τόπο συνάθροισης για ομαδική μελέτη. Συγκεντρώναμε τις προσπάθειές μας κυρίως στους αγγλόφωνους κατ’ όνομα Χριστιανούς.
Αρχικά, μου δόθηκαν τα ονόματα και οι διευθύνσεις όλων των συνδρομητών της Σκοπιάς. Αυτοί ήταν κυρίως άνθρωποι που εργάζονταν στο σιδηρόδρομο ή στην τηλεγραφική υπηρεσία. Επισκέφτηκα τον καθέναν απ’ αυτούς για να διαπιστώσω ποιοι είχαν γνήσιο ενδιαφέρον. Επί πολλά έτη, πήγαινα στο Παντζάμπ της βόρειας Ινδίας τον Ιανουάριο και έκανα περιοδείες από τη Λαχώρη μέχρι το Καράτσι. Αφού τα πλήθη ένιωθαν αποστροφή για την Αγία Γραφή, τα χωριά στα οποία υπήρχαν κατ’ όνομα Χριστιανοί ήταν λίγα και απείχαν πολύ μεταξύ τους.
Κάποιος αδελφός ταξίδευε μαζί μου ως διερμηνέας, και ζούσαμε και τρώγαμε με τους ανθρώπους. Οι χωρικοί ζούσαν σε σπίτια που ήταν φτιαγμένα από λάσπη ψημένη στον ήλιο και τα οποία είχαν σκεπή από άχυρα ή ξύλα. Αυτοί κοιμούνταν σε τσάρποϊ, ντιβάνια με τέσσερα πόδια, με σκελετό από ξύλο και με πλεγμένα σχοινιά. Συχνά, οι γεωργοί κάθονταν στα τσάρποϊ με την Αγία Γραφή στο χέρι, καπνίζοντας ναργιλέ με σωλήνα που είχε μήκος μισό μέχρι και ένα μέτρο, ανοίγοντας στο ένα εδάφιο μετά το άλλο, καθώς τους εξηγούσαμε τις αλήθειες του Θεού. Οι συναθροίσεις στην ύπαιθρο αποδείχτηκαν ιδανικές, αφού δεν έβρεχε στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς. Μολονότι οι πιο πολλοί Ευρωπαίοι από υπεροψία δεν καταδέχονταν να παρακολουθήσουν τέτοιες συναθροίσεις, οι Ινδοί ήταν πρόθυμοι να συγκεντρωθούν σε οποιοδήποτε χώρο.
Προσπαθήσαμε να εκδώσουμε έντυπα σε όσες περισσότερες γλώσσες μπορούσαμε. Το βιβλιάριο Η Δυσφορία του Κόσμου στην καναρεζική γλώσσα σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία. Αυτό υποκίνησε τον εκδότη ενός καναρέζικου θρησκευτικού περιοδικού να μας προτείνει να του φέρνουμε άρθρα για το περιοδικό του, και έτσι δημοσιεύαμε, επί αρκετό καιρό, το βιβλίο Απελευθέρωσις σε σειρά άρθρων, κάθε δεκαπενθήμερο.
Στη διάρκεια των ετών 1926 μέχρι και 1938 έγινε πάρα πολύ κήρυγμα από ενθουσιώδεις σκαπανείς. Ταξιδεύαμε χιλιάδες χιλιόμετρα και διαθέταμε τεράστιες ποσότητες έντυπης ύλης, αλλά η αύξηση ήταν μέτρια. Το 1938 υπήρχαν μόνο 18 σκαπανείς και 273 ευαγγελιζόμενοι σε 24 εκκλησίες, οι οποίες ήταν διασκορπισμένες σ’ ολόκληρη την Ινδία.
Στη Διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπασε το 1939· όμως εμείς συνεχίζαμε το κήρυγμά μας. Αρχές του 1940, μάλιστα, κάναμε έναρξη του έργου δρόμου. Ακόμα και οι Ινδές αδελφές μας λάβαιναν μέρος σ’ αυτό, πράγμα αξιοσημείωτο, αν λάβει κανείς υπόψη τα τοπικά έθιμα. Χρόνια αργότερα, κάποια γυναίκα η οποία έκανε Γραφική μελέτη είπε σε μια Μάρτυρα που της πρότεινε να συμμετάσχει σ’ αυτό το έργο: «Είμαι Ινδή και δεν επιτρέπεται να με δει κανείς να μιλάω μ’ έναν άντρα στο δρόμο, επειδή αυτό θα ζημίωνε την υπόληψή μου σ’ ολόκληρη τη γειτονιά. Δεν μπορώ να μιλήσω με κανέναν άντρα στο δρόμο, ακόμη κι αν αυτός είναι συγγενής μου». Παρ’ όλα αυτά, οι Χριστιανές αδελφές μας στην Ινδία έχουν γίνει ζηλώτριες δημόσιες διάκονοι.
Εκείνα τα αρχικά χρόνια, γίνονταν διευθετήσεις και για συνελεύσεις. Τα πρωινά ήταν αφιερωμένα στην υπηρεσία αγρού, κατά την οποία βαδίζαμε κυρίως πολλά χιλιόμετρα, πληροφορώντας τους κατοίκους και τους περαστικούς για τις δημόσιες συναθροίσεις. Πάνω από 300 άτομα ήταν παρόντες σε μια τέτοια συνάθροιση η οποία διεξάχθηκε κάτω από τη σκιά μιας πρόχειρης σκεπής από μπαμπού και από φύλλα φοινικιάς. Αλλά δεν αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικό το να καθορίζουμε μια ορισμένη ώρα για την έναρξη της συνάθροισης, αφού λίγα μόνο άτομα είχαν δικό τους ρολόι. Αυτοί έρχονταν απλώς όποτε ήθελαν, και οι συναθροίσεις άρχιζαν όταν είχε συγκεντρωθεί αρκετά μεγάλο ακροατήριο. Αργοπορημένοι συνέχιζαν να έρχονται καθώς διεξαγόταν η συνάθροιση.
Το πρόγραμμα διαρκούσε συνήθως μέχρι τις δέκα η ώρα το βράδυ, και πολλοί έπρεπε να περπατήσουν πολλά χιλιόμετρα για να φτάσουν και πάλι στα σπίτια τους. Αν υπήρχε σεληνόφως, τόσο το καλύτερο· ο περίπατος ήταν τότε δροσερός και απολαυστικός. Αν δεν υπήρχε σελήνη, οι άνθρωποι έπαιρναν ένα κλαδί φοινικιάς και το έστριβαν για να τους χρησιμεύει ως πυρσός. Όταν ήταν αναμμένος, ο πυρσός σιγόκαιγε κι έβγαζε ένα αμυδρό κόκκινο φως. Όταν ήθελε κανείς περισσότερο φως, στροβίλιζε τον πυρσό στον αέρα μέχρι να λαμπαδιάσει. Έτσι έδινε αρκετό φως ώστε να μπορεί κανείς να βλέπει πού πηγαίνει, όταν το έδαφος ήταν ανώμαλο.
Εκείνη περίπου την εποχή, η κυβέρνηση έθεσε υπό απαγόρευση την εισαγωγή εντύπων της Εταιρίας στην Ινδία και στην Κεϋλάνη. Κατασχέθηκε το μικρό πιεστήριό μας στο Τραβανκόρ και η κεντρική κυβέρνηση εξέδωσε διαταγή που απαγόρευε την εκτύπωση των εντύπων μας. Αργότερα, το 1944, ένας από τους αδελφούς μας που ήταν φυσιοθεραπευτής είχε αναλάβει τη θεραπεία του Σερ Σριβαστάβα, ο οποίος διατελούσε υπουργός στην Κυβέρνηση του Αντιβασιλιά και επέστησε την προσοχή του υπουργού στο ζήτημα της απαγόρευσης.
«Να μη στεναχωριέσαι», είπε εκείνος στον αδελφό μας. Ο Σερ Σριβαστάβα τού εξήγησε ότι ο Κος Τζένκινς (ένας υπουργός που δεν συμπαθούσε το έργο μας) θα έπαιρνε σύνταξη σε λίγο και θα τον αντικαθιστούσε ένας καλός φίλος του Σερ Σριβαστάβα. «Πείτε στον Κο Σκίνερ να έρθει», είπε ο Σερ Σριβαστάβα ενθαρρυντικά, «και θα τον συστήσω στον Σερ Φράνσις Μάντι», τον αντικαταστάτη του Τζένκινς. Τελικά, με κάλεσαν· μίλησα με τον Κο Μάντι και η απαγόρευση άρθηκε επίσημα στις 9 Δεκεμβρίου 1944.
Αιτίες Χαράς
Μια μεγάλη αιτία χαράς παρουσιάστηκε το 1947 όταν έφτασαν στην Ινδία οι πρώτοι ιεραπόστολοι που είχαν εκπαιδευτεί στη Γαλαάδ. Η άφιξή τους συνέπεσε με μια κρίσιμη περίοδο στην ινδική ιστορία, αφού ακριβώς εκείνη τη χρονιά, στις 15 Αυγούστου, η Ινδία απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη διακυβέρνηση της Βρετανίας. Όταν διαιρέθηκε το έθνος στα δύο, στην Ινδουιστική Ινδία και στο Μουσουλμανικό Πακιστάν, έλαβαν χώρα αιματηρές σφαγές. Παρ’ όλα αυτά, δυο απόφοιτοι της Γαλαάδ στάλθηκαν στο Πακιστάν, το οποίο είχε γίνει ανεξάρτητο κράτος στις 14 Αυγούστου. Μετά από λίγο, 10 επιπλέον ιεραπόστολοι εργάζονταν στην ίδια την Ινδία και πολλοί άλλοι ήρθαν για να βοηθήσουν στα χρόνια που ακολούθησαν.
Η καρδιά μου πλημμύριζε από περισσότερη χαρά, καθώς εγκαινιάζονταν διάφορες οργανωτικές διαδικασίες. Το έργο περιοχής άρχισε το 1955, όταν ο αδελφός Ντικ Κότεριλ, απόφοιτος της Γαλαάδ, διορίστηκε ως ο πρώτος επίσκοπος περιοχής. Υπηρέτησε πιστά μέχρι το θάνατό του, το 1988. Αργότερα, το 1960, είχαμε την πρώτη μας τακτική διευθέτηση για επίσκοπο περιφερείας, πράγμα που συντέλεσε πολύ στο να βοηθηθούν οι περιοχές. Μετά το 1966, δεν επιτρεπόταν πια σε ξένους ιεραποστόλους να εισέλθουν στη χώρα. Αλλά σε λίγο, άνοιξε ο δρόμος για το έργο ειδικού σκαπανέα και οι Ινδοί σκαπανείς, που είχαν τα προσόντα, στάλθηκαν σε πολλά μέρη της Ινδίας. Σήμερα, περίπου 300 άτομα κάνουν αυτό το έργο.
Δεν φτάσαμε το όριο των 1.000 ευαγγελιζομένων της Βασιλείας παρά μόνο το έτος 1958. Αλλά από τότε ο ρυθμός επιταχύνθηκε και τώρα έχουμε πάνω από 9.000 ευαγγελιζομένους. Επιπλέον, το ότι 24.144 άτομα παραβρέθηκαν στην Ανάμνηση το 1989 δείχνει ότι ολοένα και περισσότεροι ενδιαφερόμενοι ζητούν βοήθεια. Η Σρι Λάνκα αποτελεί τώρα ξεχωριστό τμήμα. Τι χαρά αισθάνεται κανείς να βλέπει τους ευαγγελιζομένους να αυξάνονται, από δύο που ήταν το 1944, σε πάνω από 1.000 που είναι σήμερα, παρά τους συνεχείς πολέμους που γίνονται στη χώρα τους.
Η αύξηση των ευαγγελιζομένων σήμαινε ότι και το τμήμα μας θα έπρεπε να επεκταθεί. Αφού μείναμε 52 χρόνια στη θορυβώδη Βομβάη, τα κεντρικά μας γραφεία μεταφέρθηκαν το 1978 στην κοντινή κωμόπολη της Λονάβλα. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα είχαμε τόσο εξελιγμένα μηχανήματα όπως τα κομπιούτερ MEPS και το μεγάλο δίχρωμο πιεστήριο για την εκτύπωση εντύπων στις πολυάριθμες ινδικές γλώσσες. Σήμερα, παράγουμε το περιοδικό Η Σκοπιά σε 9 γλώσσες και άλλα έντυπα σε 20 γλώσσες.
Δεν είναι ανάγκη να αναφέρω καν ότι οι μέρες κατά τις οποίες το τμήμα λειτουργούσε με δυο ανθρώπους ανήκουν πια στο παρελθόν. Τώρα η οικογένεια Μπέθελ έχει πάνω από 60 μέλη! Ενώ είμαι ηλικίας 95 χρονών, χαίρομαι που εξακολουθώ να είμαι στην ολοχρόνια υπηρεσία στο γραφείο τμήματος και που υπηρετώ ως μέλος της Επιτροπής του Τμήματος της Ινδίας. Και είναι ιδιαίτερα συναρπαστικό για μένα να παρίσταμαι μάρτυρας του έργου συγκομιδής σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες. Πράγματι, αυτό είναι αιτία χαράς.