Ενωμένοι στην Υπηρεσία του Θεού σε Καλές και Κακές Στιγμές
Όπως το αφηγήθηκαν ο Μισέλ και η Μπαμπέτ Μούλερ
«ΤΑ ΝΕΑ είναι άσχημα», είπε ο γιατρός. «Ξεχάστε την ιεραποστολική σας ζωή στην Αφρική». Κοιτώντας τη σύζυγό μου, την Μπαμπέτ, είπε: «Έχεις καρκίνο του μαστού».
Η έκπληξή μας δεν περιγράφεται. Ένα σωρό σκέψεις πέρασαν αστραπιαία από το μυαλό μας. Νομίζαμε ότι θα επισκεπτόμασταν το γιατρό απλώς για κάποιες τελικές εξετάσεις. Τα εισιτήρια για την επιστροφή μας στο Μπενίν, στη Δυτική Αφρική, ήταν έτοιμα. Ελπίζαμε ότι θα ήμασταν εκεί εντός της εβδομάδας. Στα 23 χρόνια του γάμου μας, είχαμε ζήσει και καλές και κακές στιγμές. Αναστατωμένοι και φοβισμένοι, προετοιμαζόμασταν τώρα για τη μάχη με τον καρκίνο.
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Ο Μισέλ γεννήθηκε το Σεπτέμβριο του 1947, και η Μπαμπέτ τον Αύγουστο του 1945. Μεγαλώσαμε στη Γαλλία και παντρευτήκαμε το 1967. Ζούσαμε στο Παρίσι. Ένα πρωί στις αρχές του 1968, η Μπαμπέτ άργησε να πάει στην εργασία της. Κάποια κυρία ήρθε στην πόρτα μας και της πρόσφερε ένα θρησκευτικό βιβλιάριο· αυτή το δέχτηκε. Κατόπιν, η κυρία τής είπε: «Να έρθω ξανά με το σύζυγό μου για να συζητήσουμε με εσάς και το σύζυγό σας;»
Η Μπαμπέτ σκεφτόταν την εργασία της. Επειδή ήθελε να φύγει εκείνη η γυναίκα, της είπε: «Εντάξει, εντάξει».
Ο Μισέλ αφηγείται: «Δεν ενδιαφερόμουν για τη θρησκεία, αλλά το βιβλιάριο τράβηξε την προσοχή μου, και το διάβασα. Έπειτα από λίγες μέρες, η κυρία, η Ζοσελίν Λεμουάν, ήρθε πάλι μαζί με το σύζυγό της, τον Κλοντ. Αυτός χρησιμοποιούσε πολύ επιδέξια την Αγία Γραφή. Είχε απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματά μου. Εντυπωσιάστηκα.
»Η Μπαμπέτ ήταν καλή Καθολική αλλά δεν είχε Αγία Γραφή, πράγμα καθόλου ασυνήθιστο για τους Καθολικούς. Ενθουσιάστηκε πολύ όταν είδε και διάβασε το Λόγο του Θεού. Από τη μελέτη μας μάθαμε ότι πολλές από τις θρησκευτικές αντιλήψεις που είχαμε διδαχτεί αποτελούσαν ψεύδη. Αρχίσαμε να μιλάμε στους συγγενείς και στους φίλους μας γύρω από αυτά που μαθαίναμε. Τον Ιανουάριο του 1969 γίναμε βαφτισμένοι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Εννιά άτομα από τους συγγενείς και τους φίλους μας βαφτίστηκαν έπειτα από λίγο καιρό».
Υπηρεσία Εκεί Όπου Χρειάζονταν Κήρυκες
Λίγο μετά το βάφτισμά μας, σκεφτήκαμε: ‘Παιδιά δεν έχουμε. Γιατί λοιπόν να μην αναλάβουμε την ολοχρόνια διακονία;’ Έτσι, το 1970 αφήσαμε την εργασία μας, εγγραφήκαμε ως τακτικοί σκαπανείς, και μετακομίσαμε στη μικρή πόλη Μανί-Λορμ, κοντά στο Νεβέρ, στο κέντρο της Γαλλίας.
Ήταν δύσκολος διορισμός. Δεν βρίσκαμε εύκολα ανθρώπους που ήθελαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή. Δεν μπορούσαμε να βρούμε κοσμική απασχόληση, και έτσι είχαμε λίγα χρήματα. Μερικές φορές τρώγαμε σκέτες πατάτες. Το χειμώνα, η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από τους 20 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν. Την εποχή που ζήσαμε εκεί την αποκαλούσαμε εποχή των εφτά ισχνών αγελάδων.—Γένεσις 41:3.
Αλλά ο Ιεχωβά μάς στήριξε. Κάποια μέρα, ενώ μας είχαν τελειώσει σχεδόν τα τρόφιμα, ο ταχυδρόμος μάς έφερε ένα μεγάλο δοχείο με τυρί το οποίο μας είχε στείλει η αδελφή της Μπαμπέτ. Μια άλλη μέρα, επιστρέψαμε από το κήρυγμα και βρήκαμε μερικούς φίλους που είχαν ταξιδέψει 500 χιλιόμετρα με το αυτοκίνητο για να μας επισκεφτούν. Έχοντας ακούσει πόσο δύσκολα τα βγάζαμε πέρα, αυτοί οι αδελφοί είχαν γεμίσει τα δυο τους αυτοκίνητα με τρόφιμα για εμάς.
Έπειτα από ενάμιση χρόνο, η Εταιρία μάς διόρισε ειδικούς σκαπανείς. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, υπηρετήσαμε στο Νεβέρ, κατόπιν στο Τρουά και, τελικά, στο Μοντινί λε Μετς. Το 1976, ο Μισέλ διορίστηκε να υπηρετεί ως επίσκοπος περιοχής στα νοτιοδυτικά της Γαλλίας.
Δύο χρόνια αργότερα, στη διάρκεια των μαθημάτων μιας σχολής για επισκόπους περιοχής, λάβαμε ένα γράμμα από την Εταιρία Σκοπιά, με το οποίο μας προσκαλούσαν να πάμε στο εξωτερικό ως ιεραπόστολοι· το γράμμα έλεγε ότι μπορούσαμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο Τσαντ και στην Μπουρκίνα Φάσο (τότε Άνω Βόλτα). Επιλέξαμε το Τσαντ. Σύντομα λάβαμε ένα άλλο γράμμα, με το οποίο διοριζόμασταν να εργαστούμε υπό την επίβλεψη του τμήματος της Ταϊτής. Είχαμε ζητήσει να πάμε στην Αφρική, σε μια τεράστια ήπειρο, αλλά σύντομα βρεθήκαμε σε ένα μικρό νησί!
Υπηρεσία στο Νότιο Ειρηνικό
Η Ταϊτή είναι ένα όμορφο τροπικό νησί στο Νότιο Ειρηνικό. Όταν φτάσαμε, περίπου εκατό αδελφοί μάς περίμεναν στο αεροδρόμιο. Μας καλωσόρισαν με στεφάνια από λουλούδια και, μολονότι νιώθαμε κουρασμένοι από το μεγάλο ταξίδι μας από τη Γαλλία, ήμασταν πολύ ευτυχισμένοι.
Τέσσερις μήνες μετά την άφιξή μας στην Ταϊτή, επιβιβαστήκαμε σε ένα μικρό ιστιοφόρο που ήταν γεμάτο με ένα φορτίο από αποξηραμένες καρύδες. Έπειτα από πέντε μέρες, φτάσαμε στο νέο μας διορισμό—το νησί Νούκου Χίβα που βρίσκεται στα Νησιά Μαρκέσας. Το νησί είχε περίπου 1.500 κατοίκους, αλλά δεν υπήρχαν αδελφοί. Μόνο εμείς.
Οι συνθήκες ήταν πρωτόγονες εκείνον τον καιρό. Ζούσαμε σε ένα μικρό σπίτι που ήταν φτιαγμένο από τσιμέντο και μπαμπού. Δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα. Είχαμε μια βρύση που μερικές φορές λειτουργούσε, αλλά το νερό ήταν θολό. Ως επί το πλείστον, χρησιμοποιούσαμε βρόχινο νερό το οποίο συλλέγαμε σε μια στέρνα. Δεν υπήρχαν ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, μόνο χωματόδρομοι.
Για να πάμε στα απομακρυσμένα μέρη του νησιού, έπρεπε να νοικιάζουμε άλογα. Οι σέλες ήταν ξύλινες—πολύ άβολες, ιδιαίτερα για την Μπαμπέτ, που δεν είχε ανέβει ποτέ προηγουμένως σε άλογο. Είχαμε μαζί μας ένα μεγάλο μαχαίρι για να κόβουμε τα μπαμπού που έπεφταν στη μέση των μονοπατιών. Η ζωή ήταν πολύ διαφορετική από ό,τι στη Γαλλία.
Διεξήγαμε τις συναθροίσεις της Κυριακής, μολονότι παρευρισκόμασταν μόνο οι δυο μας. Στην αρχή δεν κάναμε άλλες συναθροίσεις εφόσον ήμασταν μόνο εμείς οι δύο. Αντί για αυτό, διαβάζαμε μαζί την ύλη των συναθροίσεων.
Έπειτα από λίγους μήνες, κρίναμε ότι δεν ήταν καλό να συνεχίσουμε έτσι. Ο Μισέλ αφηγείται: «Είπα στην Μπαμπέτ: ‘Πρέπει να ντυνόμαστε κατάλληλα. Εσύ θα κάθεσαι εκεί, και εγώ θα κάθομαι εδώ. Εγώ θα αρχίζω με προσευχή, και κατόπιν θα διεξάγουμε τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας και τη Συνάθροιση Υπηρεσίας. Εγώ θα κάνω τις ερωτήσεις, και εσύ θα απαντάς, ακόμη και αν είσαι το μόνο άτομο στο δωμάτιο’. Ήταν καλό που το κάναμε αυτό, επειδή είναι εύκολο να χαλαρώσει κάποιος από πνευματική άποψη όταν δεν υπάρχει εκκλησία».
Πέρασε καιρός μέχρι να έρθουν άτομα στις Χριστιανικές μας συναθροίσεις. Τους πρώτους οχτώ μήνες ήμασταν μόνοι μας οι δυο μας. Αργότερα, μας συντρόφευαν ένα, δύο, μερικές φορές και τρία ακόμη άτομα. Κάποια χρονιά, αρχίσαμε τον ετήσιο εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου ενώ ήμασταν μόνο οι δυο μας. Έπειτα από δέκα λεπτά, ήρθαν μερικά άτομα, και έτσι σταμάτησα την ομιλία και άρχισα από την αρχή.
Σήμερα, υπάρχουν 42 ευαγγελιζόμενοι και 3 εκκλησίες στα Νησιά Μαρκέσας. Μολονότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου έγινε από εκείνους που ήρθαν έπειτα από εμάς, μερικά άτομα τα οποία είχαμε συναντήσει τότε είναι τώρα βαφτισμένα.
Οι Αδελφοί μας Είναι Πολύτιμοι
Στο Νούκου Χίβα μάθαμε την υπομονή. Έπρεπε να περιμένουμε για το καθετί πέρα από τις στοιχειώδεις ανάγκες. Αν ήθελες κάποιο βιβλίο, λόγου χάρη, έπρεπε να γράψεις και κατόπιν να περιμένεις δύο ή τρεις μήνες για να έρθει.
Ένα άλλο μάθημα που πήραμε ήταν ότι οι αδελφοί μας είναι πολύτιμοι. Όταν επισκεφτήκαμε την Ταϊτή και παρακολουθήσαμε κάποια συνάθροιση και ακούσαμε τους αδελφούς να ψάλλουν, μας ήρθαν δάκρυα στα μάτια. Ίσως είναι αλήθεια ότι μερικοί αδελφοί είναι δύσκολοι ως άνθρωποι· εντούτοις, όταν βρεθείς μόνος, τότε καταλαβαίνεις πόσο καλό είναι να είσαι μαζί με την αδελφότητα. Το 1980, η Εταιρία αποφάσισε ότι θα έπρεπε να επιστρέψουμε στην Ταϊτή και να υπηρετήσουμε στο έργο περιοχής. Εκεί, ενθαρρυνθήκαμε πολύ από τη θερμή φιλοξενία των αδελφών και από την αγάπη τους για το έργο κηρύγματος. Εργαστήκαμε τρία χρόνια στο έργο περιοχής στην Ταϊτή.
Από Νησί σε Νησί
Κατόπιν, διοριστήκαμε σε έναν ιεραποστολικό οίκο στη Ραϊατέα, ένα άλλο νησί του Ειρηνικού, και μείναμε εκεί περίπου δύο χρόνια. Μετά τη Ραϊατέα, διοριστήκαμε στο έργο περιοχής στα νησιά Τουαμότου. Επισκεφτήκαμε τα 25 από τα 80 νησιά με πλοίο. Για την Μπαμπέτ ήταν δύσκολο. Κάθε φορά που ταξίδευε με πλοίο, την έπιανε ναυτία.
Η Μπαμπέτ αναφέρει: «Ήταν τρομερό! Είχα ναυτία όλο το διάστημα που ταξιδεύαμε με πλοίο. Αν ήμασταν πέντε μέρες στη θάλασσα, είχα ναυτία και τις πέντε. Τα φάρμακα δεν μου έκαναν τίποτα. Ωστόσο, παρά τη ναυτία που ένιωθα, ο ωκεανός μού φαινόταν όμορφος. Ήταν ένα υπέροχο θέαμα. Τα δελφίνια συναγωνίζονταν το πλοίο. Όταν χτυπούσες τα χέρια σου, συχνά πηδούσαν έξω από το νερό!»
Έπειτα από πέντε χρόνια στο έργο περιοχής, διοριστήκαμε ξανά στην Ταϊτή επί δύο χρόνια και για μια ακόμη φορά περάσαμε πολύ ωραία στο έργο κηρύγματος. Οι ευαγγελιζόμενοι της εκκλησίας μας διπλασιάστηκαν από 35 σε 70 μέσα σε ενάμιση χρόνο. Δώδεκα από εκείνους με τους οποίους μελετούσαμε την Αγία Γραφή βαφτίστηκαν λίγο προτού φύγουμε. Μερικοί από αυτούς είναι τώρα πρεσβύτεροι στην εκκλησία.
Συνολικά δαπανήσαμε 12 χρόνια στο Νότιο Ειρηνικό. Κατόπιν λάβαμε ένα γράμμα από την Εταιρία, το οποίο έλεγε ότι δεν υπήρχε πια ανάγκη για ιεραποστόλους στα νησιά εφόσον οι εκκλησίες ήταν πλέον ισχυρές. Όταν φτάσαμε στην Ταϊτή υπήρχαν περίπου 450 ευαγγελιζόμενοι, και όταν φύγαμε υπήρχαν πάνω από 1.000.
Επιτέλους Αφρική!
Επιστρέψαμε στη Γαλλία, και έπειτα από ενάμιση μήνα, η Εταιρία μάς έδωσε ένα νέο διορισμό—το Μπενίν, στη Δυτική Αφρική. Θέλαμε να πάμε στην Αφρική πριν από 13 χρόνια, και έτσι χαρήκαμε πολύ.
Φτάσαμε στο Μπενίν στις 3 Νοεμβρίου 1990, και ήμασταν ανάμεσα στους πρώτους ιεραποστόλους οι οποίοι έφτασαν εκεί έπειτα από την άρση της 14χρονης απαγόρευσης που είχε επιβληθεί στο έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Ήταν πολύ συναρπαστικό. Δεν είχαμε κανένα πρόβλημα προσαρμογής επειδή ο τρόπος ζωής μοιάζει με εκείνον των νησιών του Ειρηνικού. Οι άνθρωποι είναι πολύ φιλικοί και φιλόξενοι. Μπορείς να σταματήσεις και να μιλήσεις με οποιονδήποτε στο δρόμο.
Λίγες μόνο εβδομάδες μετά την άφιξή μας στο Μπενίν, η Μπαμπέτ παρατήρησε κάποιο εξόγκωμα στο στήθος της. Έτσι, πήγαμε σε ένα μικρό ιατρείο που υπήρχε κοντά στο γραφείο τμήματος το οποίο είχε ιδρυθεί πρόσφατα. Ο γιατρός την εξέτασε και είπε ότι χρειαζόταν εγχείρηση πολύ σύντομα. Την επομένη πήγαμε σε κάποιο άλλο ιατρείο όπου μιλήσαμε με μια Ευρωπαία γιατρό, μια γυναικολόγο από τη Γαλλία. Και αυτή επίσης είπε ότι έπρεπε να πάμε γρήγορα στη Γαλλία για να κάνει η Μπαμπέτ εγχείρηση. Έπειτα από δυο μέρες βρισκόμασταν στο αεροπλάνο για τη Γαλλία.
Λυπόμασταν που φύγαμε από το Μπενίν. Με την ανανεωμένη θρησκευτική ελευθερία που υπήρχε στη χώρα, οι αδελφοί ήταν ενθουσιασμένοι για το γεγονός ότι είχαν καινούριους ιεραποστόλους και εμείς ήμασταν χαρούμενοι για το γεγονός ότι βρισκόμασταν εκεί. Έτσι, στενοχωρηθήκαμε που χρειάστηκε να φύγουμε από τη χώρα έπειτα από λίγες μόνο εβδομάδες.
Όταν φτάσαμε στη Γαλλία, ο χειρουργός εξέτασε την Μπαμπέτ και επιβεβαίωσε ότι χρειαζόταν εγχείρηση. Οι γιατροί ενήργησαν γρήγορα, έκαναν μια μικρή εγχείρηση, και η Μπαμπέτ βγήκε από το νοσοκομείο την επομένη. Νομίζαμε ότι το ζήτημα είχε τελειώσει εκεί.
Έπειτα από οχτώ μέρες, συναντήσαμε το χειρουργό. Τότε ήταν που μας είπε τα νέα ότι η Μπαμπέτ είχε καρκίνο του μαστού.
Αναλογιζόμενη το πώς αισθανόταν εκείνον τον καιρό, η Μπαμπέτ λέει: «Στην αρχή, αναστατώθηκα λιγότερο από ό,τι ο Μισέλ. Αλλά μία μέρα αφότου μάθαμε τα άσχημα νέα, δεν ένιωθα τίποτα. Δεν μπορούσα να κλάψω. Δεν μπορούσα να γελάσω. Νόμιζα ότι θα πέθαινα. Για εμένα, καρκίνος σήμαινε θάνατος. Η στάση μου ήταν: Ας κάνουμε ό,τι έχουμε να κάνουμε».
Η Μάχη με τον Καρκίνο
Μάθαμε τα άσχημα νέα την Παρασκευή, και διευθετήθηκε να κάνει η Μπαμπέτ μια δεύτερη εγχείρηση την Τρίτη. Μέναμε με την αδελφή της Μπαμπέτ, αλλά ήταν και αυτή άρρωστη, και συνεπώς δεν μπορούσαμε να μείνουμε άλλο στο μικρό της διαμέρισμα.
Αναρωτιόμασταν πού μπορούσαμε να πάμε. Τότε θυμηθήκαμε τον Ιβ και την Μπριζίτ Μερντ, ένα αντρόγυνο στο οποίο είχαμε μείνει παλαιότερα. Αυτό το αντρόγυνο μας είχε φερθεί πολύ φιλόξενα. Έτσι, τηλεφωνήσαμε στον Ιβ και του είπαμε ότι η Μπαμπέτ χρειαζόταν εγχείρηση και ότι δεν ξέραμε πού να μείνουμε. Του είπαμε επίσης ότι ο Μισέλ χρειαζόταν εργασία.
Ο Ιβ πρόσφερε στον Μισέλ εργασία στο σπίτι του. Οι αδελφοί μάς υποστήριξαν και μας ενθάρρυναν με πολλές πράξεις καλοσύνης. Μας βοήθησαν επίσης από οικονομική άποψη. Η Εταιρία πλήρωσε τα ιατρικά έξοδα της Μπαμπέτ.
Η εγχείρηση ήταν σοβαρή. Οι γιατροί έπρεπε να αφαιρέσουν τους λεμφαδένες και το μαστό. Αμέσως άρχισαν χημειοθεραπεία. Έπειτα από μία εβδομάδα, η Μπαμπέτ βγήκε από το νοσοκομείο, αλλά έπρεπε να πηγαίνει κάθε τρεις εβδομάδες για να συνεχίζει τη θεραπεία.
Όσο καιρό διήρκεσε η θεραπεία της Μπαμπέτ, οι αδελφοί της εκκλησίας βοήθησαν πολύ. Κάποια αδελφή που είχε και αυτή καρκίνο του μαστού πρόσφερε μεγάλη ενθάρρυνση. Έλεγε στην Μπαμπέτ τι να περιμένει και της έδινε μεγάλη παρηγοριά.
Εντούτοις, ανησυχούσαμε για το μέλλον μας. Διακρίνοντάς το αυτό, ο Μισέλ και η Ζανέτ Σελεριέ μας πήγαν για φαγητό σε κάποιο εστιατόριο.
Τους είπαμε ότι έπρεπε να εγκαταλείψουμε την ιεραποστολική υπηρεσία και ότι δεν θα μπορούσαμε ποτέ να επιστρέψουμε στην Αφρική. Ωστόσο, ο αδελφός Σελεριέ είπε: «Τι; Ποιος είπε ότι πρέπει να την εγκαταλείψετε; Το Κυβερνών Σώμα; Οι αδελφοί στη Γαλλία; Ποιος το είπε;»
«Κανένας δεν το είπε», απάντησα. «Εγώ το λέω».
«Όχι, όχι!» αποκρίθηκε ο αδελφός Σελεριέ. «Θα επιστρέψετε!»
Μετά τη χημειοθεραπεία έγιναν ακτινοβολίες, οι οποίες τελείωσαν στα τέλη Αυγούστου του 1991. Οι γιατροί είπαν ότι δεν έβλεπαν κάποιο πρόβλημα στο να επιστρέψουμε στην Αφρική, με την προϋπόθεση ότι η Μπαμπέτ θα πήγαινε τακτικά στη Γαλλία για εξετάσεις.
Επιστροφή στο Μπενίν
Έτσι γράψαμε στα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν, και ρωτήσαμε αν θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στην ιεραποστολική υπηρεσία. Ανυπομονούσαμε να λάβουμε την απάντησή τους. Οι μέρες κυλούσαν αργά. Τελικά, ο Μισέλ δεν μπορούσε να περιμένει άλλο, και τηλεφώνησε στο Μπρούκλιν για να ρωτήσει αν έλαβαν το γράμμα μας. Είπαν ότι το είχαν εξετάσει—μπορούσαμε να επιστρέψουμε στο Μπενίν! Πόσο ευγνώμονες ήμασταν στον Ιεχωβά!
Η οικογένεια Μερντ διοργάνωσε μια μεγάλη συγκέντρωση για να γιορτάσουμε τα νέα. Το Νοέμβριο του 1991, επιστρέψαμε στο Μπενίν, και οι αδελφοί μάς καλωσόρισαν με ένα μεγάλο γεύμα!
Η Μπαμπέτ φαίνεται καλά τώρα. Πηγαίνουμε στη Γαλλία από καιρό σε καιρό για γενικές εξετάσεις, και οι γιατροί δεν διαπιστώνουν ίχνη καρκίνου. Χαιρόμαστε πολύ που βρισκόμαστε και πάλι στον ιεραποστολικό μας διορισμό. Αισθανόμαστε χρήσιμοι στο Μπενίν, και ο Ιεχωβά ευλογεί το έργο μας. Από τότε που επιστρέψαμε, έχουμε βοηθήσει 14 άτομα να βαφτιστούν. Πέντε από αυτά είναι τώρα τακτικοί σκαπανείς, και ένας διορίστηκε διακονικός υπηρέτης. Έχουμε δει επίσης τη μικρή μας εκκλησία να μεγαλώνει και να γίνεται δύο εκκλησίες.
Στο πέρασμα των ετών, έχουμε υπηρετήσει τον Ιεχωβά ως αντρόγυνο, έχουμε απολαύσει πολλές ευλογίες και έχουμε γνωρίσει πολλούς εξαιρετικούς ανθρώπους. Αλλά έχουμε επίσης εκπαιδευτεί και ενδυναμωθεί από τον Ιεχωβά για να υπομένουμε τις δυσκολίες με επιτυχία. Όπως και ο Ιώβ, δεν καταλαβαίναμε πάντοτε τους λόγους για τους οποίους συνέβαιναν ορισμένα πράγματα, αλλά γνωρίζαμε ότι ο Ιεχωβά βρισκόταν πάντοτε δίπλα μας για να μας βοηθήσει. Συμβαίνει αυτό που λέει ο Λόγος του Θεού: ‘Ιδού, η χειρ του Ιεχωβά δεν εσμικρύνθη, ώστε να μη δύναται να σώση, ουδέ το ωτίον αυτού εβάρυνεν, ώστε να μη δύναται να ακούση’.—Ησαΐας 59:1.
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Ο Μισέλ και η Μπαμπέτ Μούλερ με παραδοσιακές ενδυμασίες στο Μπενίν
[Εικόνες στη σελίδα 25]
Ιεραποστολικό έργο σε Πολυνήσιους στην τροπική Ταϊτή