«Κιβώτιον Ερωτήσεων»
● Γιατί είναι ουσιώδες, όταν καλήται ένας να προσευχηθή από μέρους της εκκλησίας, να υψώνη αρκετά τη φωνή του για ν’ ακουσθή απ’ όλους τους παρόντας;
Το ν’ αντιπροσωπεύη κανείς άλλους ενώπιον του θρόνου της χάριτος του Ιεχωβά αποτελεί μεγάλο προνόμιο. Φυσικά, ο Θεός μπορεί να μας ακούση, ακόμη και όταν προσευχώμεθα σιωπηλά σ’ Αυτόν. Αλλ’ όταν εκπροσωπούμε άλλους στην προσευχή, πολύ κατάλληλο είναι ν’ ακούουν καθαρά όλοι οι παρόντες το τι λέγεται. Αν δεν μπορούν ν’ ακούσουν, πώς μπορούν να πουν «Αμήν» στην προσευχή;—1 Κορ. 14:16, 17.
Συνήθως ένας αδελφός που αναπέμπει προσευχή μπορεί να κατανοήται αν στέκη όρθιος, αν εκφράζεται με αρκετή έντασι φωνής και αν ομιλή καθαρά. Όταν στέκη όρθιος για προσευχή, μπορεί να κρίνη επωφελές ν’ αντικρύζη το κύριον σώμα του ακροατηρίου και να μη χαμηλώνη το κεφάλι του υπερβολικά, ώστε να πηγαίνη προς αυτούς η φωνή του.—Παραβάλατε Ματθαίον 14:19.
Αν οι συνθήκες μέσα στην αίθουσα, όπως λόγου χάριν ο όγκος του πλήθους ή οι θόρυβοι που έρχονται απ’ έξω, προξενούν τόση παρεμπόδισι ώστε ο προσευχόμενος αδελφός δεν μπορεί εύκολα ν’ ακουσθή χωρίς ενίσχυσι της φωνής του, τότε, αν υπάρχη ηχητική συσκευή στην αίθουσα, οι προσευχόμενοι μπορούν να χρησιμοποιούν ένα μικρόφωνο, ώστε όλοι να μπορούν ν’ ακούουν και να εκφράζουν την ομοφωνία των. Οι καταστάσεις διαφέρουν σε κάθε εκκλησία, ώστε αν πρέπει να χρησιμοποιήται μικρόφωνο ή όχι, αυτό πρέπει ν’ αποφασίζεται επιτοπίως.
Αν ο αδελφός ειδοποιήται από πριν ότι θα κληθή να κάμη την προσευχή, αυτό θα βοηθήση στο να κάμη την προσευχή του ευχερή, ρέουσα, συνεκτική, ζωηρή, πλούσια σε σκέψεις, σε περιεχόμενο, και επίκαιρη για το είδος της συναθροίσεως.