ΝΤΕΪΡΕΛ ΣΑΡΠ | ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Με τη Δύναμη του Θεού, Δεν Οπισθοχωρούμε
«Δεν θα αντέξει ούτε μήνα!» Αυτό είπαν κάποιοι αδελφοί στην εκκλησία μου όταν έκανα αίτηση για σκαπανικό διακοπών το 1956. Τότε ήμουν 16 χρονών. Είχα βαφτιστεί πριν από τέσσερα χρόνια επειδή μου το είχε προτείνει ένας αδελφός που συμπαθούσα. Εκείνη την εποχή, οι πρεσβύτεροι δεν εξέταζαν κατά πόσον ένα άτομο είχε τα προσόντα να βαφτιστεί.
Οι αδελφοί αμφέβαλλαν για το αν θα συνέχιζα το σκαπανικό. Και με το δίκιο τους. Δεν ήμουν πνευματικό άτομο. Δεν μου άρεσε η υπηρεσία αγρού και τις Κυριακές προσευχόμουν να βρέχει για να μη βγω στο έργο. Όταν πάλι έβγαινα, απλώς πρόσφερα τα περιοδικά. Στις παρουσιάσεις μου, ποτέ δεν άνοιγα τη Γραφή. Η αγαπημένη μου μητέρα με δωροδοκούσε για να κάνω την ανάγνωση της Γραφής στην εκκλησία. Δεν μου άρεσε η μελέτη και δεν είχα πνευματικούς στόχους.
Εκείνο το καλοκαίρι, είχαμε συνέλευση περιφερείας (τώρα λέγεται περιφερειακή συνέλευση) στο Κάρντιφ της Ουαλίας. Εκεί ήταν που άλλαξε εντελώς η ζωή μου. Ένας από τους ομιλητές έκανε κάποιες ρητορικές ερωτήσεις που από όσο θυμάμαι ήταν οι εξής: «Είστε αφιερωμένοι και βαφτισμένοι;» “Ναι”, σκέφτηκα. «Έχετε υποσχεθεί να υπηρετείτε τον Ιεχωβά με όλη σας την καρδιά, την ψυχή, τη διάνοια και τη δύναμη;» “Ναι”. «Έχετε κάποιο πρόβλημα υγείας ή οικογενειακές ευθύνες που σας εμποδίζουν να κάνετε σκαπανικό;» “Όχι”. «Υπάρχει κάποιος λόγος για να μην κάνετε σκαπανικό;» “Όχι”. «Αν η απάντησή σας στην τελευταία ερώτηση είναι όχι, γιατί δεν κάνετε σκαπανικό;»
Ήταν σαν να μου άνοιξε κάποιος τα μάτια. Είπα μέσα μου: “Χαραμίζω τη ζωή μου. Δεν εκπληρώνω την υπόσχεση της αφιέρωσής μου. Δεν υπηρετώ τον Ιεχωβά ολόψυχα”. Σκέφτηκα ότι, εφόσον ανέμενα να κρατήσει ο Ιεχωβά τις υποσχέσεις που μου έδωσε, θα έπρεπε και εγώ να κρατήσω την υπόσχεση που του έδωσα. Έτσι λοιπόν, τον Οκτώβριο του 1956, άρχισα το σκαπανικό διακοπών. Σήμερα, το λέμε βοηθητικό σκαπανικό.
Το 1959, διορίστηκα ειδικός σκαπανέας στο Αμπερντίν
Τον επόμενο χρόνο, έγινα τακτικός σκαπανέας και πήγα σε μια εκκλησία με 19 ευαγγελιζομένους. Από την πρώτη στιγμή, μου ανέθεταν ομιλίες κάθε εβδομάδα. Με τη βοήθεια κάποιων υπομονετικών αδελφών, άρχισα να βελτιώνω το περιεχόμενο και τον τρόπο εκφώνησης των ομιλιών μου. Δύο χρόνια αργότερα, το 1959, διορίστηκα ειδικός σκαπανέας στο Αμπερντίν, στον μακρινό βορρά της Σκωτίας. Έπειτα από λίγους μήνες, προσκλήθηκα να υπηρετήσω στο Μπέθελ του Λονδίνου. Τα εφτά χρόνια που έμεινα εκεί, είχα το προνόμιο να εργαστώ στο τυπογραφείο.
Μου άρεσε η ζωή στο Μπέθελ αλλά είχε αρχίσει να φουντώνει μέσα μου η επιθυμία για ειδική υπηρεσία στον αγρό. Ήμουν νέος, υγιής και πρόθυμος να με χρησιμοποιήσει ο Ιεχωβά όπου ήθελε. Έτσι λοιπόν, τον Απρίλιο του 1965, έκανα αίτηση για να πάω στη Σχολή Γαλαάδ και να λάβω ιεραποστολική εκπαίδευση.
Εκείνη τη χρονιά, αποφασίσαμε με τον συγκάτοικό μου να πάμε στο Βερολίνο για να παρακολουθήσουμε μια συνέλευση και να δούμε το Τείχος του Βερολίνου, το οποίο είχε χτιστεί μερικά χρόνια νωρίτερα.
Μια μέρα στη διάρκεια της συνέλευσης, είχαμε την ευκαιρία να βγούμε στο έργο, και εγώ διορίστηκα να συνεργαστώ με τη Σουζάν Μπάντροκ. Παντρευτήκαμε το 1966 και, δύο χρόνια αργότερα, προσκληθήκαμε να παρακολουθήσουμε την 47η τάξη της Γαλαάδ. Τι ευλογία ήταν αυτή! Προτού το καταλάβουμε, οι πέντε μήνες μαθημάτων είχαν κιόλας τελειώσει. Διοριστήκαμε στο Ζαΐρ, που τώρα ονομάζεται Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Ήταν μεγάλο σοκ για εμάς! Δεν γνωρίζαμε σχεδόν τίποτα για αυτή τη χώρα. Είχαμε τους ενδοιασμούς μας, αλλά δεχτήκαμε τον διορισμό και αφεθήκαμε στα χέρια του Ιεχωβά.
Το 1969, η Σουζάν και εγώ αποφοιτήσαμε από τη Σχολή Γαλαάδ
Έπειτα από αμέτρητες ώρες σε αεροδρόμια και αεροπλάνα, φτάσαμε στο Κολουέζι, μια μικρή πόλη με ορυχεία. Αναρωτιόμασταν γιατί δεν βλέπαμε πουθενά κάποιο φιλικό πρόσωπο να μας περιμένει. Αργότερα μάθαμε ότι το τηλεγράφημα που ειδοποιούσε τους αδελφούς για την άφιξή μας έφτασε δύο μέρες ύστερα από εμάς. Κάποιος αστυνομικός του αεροδρομίου μάς πλησίασε και μας είπε κάτι στα γαλλικά, μια γλώσσα που τότε δεν καταλαβαίναμε. Η γυναίκα που βρισκόταν μπροστά μας γύρισε προς το μέρος μας και μας το μετέφρασε: «Συλλαμβάνεστε».
Ο αστυνομικός που μας συνέλαβε επίταξε ένα παλιό, διθέσιο, πισωκίνητο, σπορ αυτοκίνητο. Εκείνος και ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου κατάφεραν με κάποιον τρόπο να στριμωχτούν στο αυτοκίνητο μαζί με τη Σουζάν και εμένα. Πρέπει να ήταν πολύ αστείο το θέαμα έτσι όπως τρανταζόμασταν με το αυτοκίνητο να χοροπηδάει σε εκείνον τον κακοτράχαλο δρόμο, και το καπό να ανοιγοκλείνει σαν στόμα ψαριού που μασάει τις βαλίτσες μας.
Φτάσαμε λοιπόν στον ιεραποστολικό οίκο. Αν και εμείς δεν ξέραμε πού βρισκόταν, ο αστυνομικός ήξερε. Κανείς δεν ήταν εκεί όμως, και η πύλη ήταν κλειδωμένη. Όλοι οι ιεραπόστολοι είχαν φύγει για διεθνείς συνελεύσεις και διακοπές. Έτσι όπως στεκόμασταν κάτω από τον καυτό ήλιο, αναρωτιόμασταν τι άλλο μας περίμενε. Τελικά, ήρθε ένας ντόπιος αδελφός. Όταν μας είδε, ένα πλατύ χαμόγελο φώτισε το πρόσωπό του, και αμέσως νιώσαμε καλύτερα. Ήξερε τον αστυνομικό, ο οποίος προφανώς έλπιζε ότι θα έπαιρνε χρήματα από εμάς. Αφού ο αδελφός μίλησε μαζί του για λίγο και τον λογίκεψε, ο αστυνομικός έφυγε, και έτσι μπορέσαμε και εμείς να τακτοποιηθούμε.
Έξω από έναν ιεραποστολικό οίκο στο Ζαΐρ με τον Νάθαν Ο. Νορ κατά την επίσκεψή του το 1971
Δεν Ήταν Καιρός να Οπισθοχωρήσουμε
Καταλάβαμε πολύ γρήγορα ότι περιβαλλόμασταν από χαρούμενους και στοργικούς ανθρώπους που είχαν περάσει πολλά. Δυστυχώς, τα τελευταία δέκα χρόνια, η χώρα σπαρασσόταν από τη βία λόγω των αναταραχών και των εξεγέρσεων. Κατόπιν, το 1971, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχασαν την επίσημη αναγνώριση που είχαν μέχρι τότε. Αναρωτιόμασταν πώς θα τα βγάζαμε πέρα.
Δεν ήταν καιρός να οπισθοχωρήσουμε από φόβο. Ευτυχώς, οι περισσότεροι αδελφοί και αδελφές δεν το έκαναν αυτό, παρά την τεράστια πίεση να συμβιβάσουν τη Χριστιανική τους ουδετερότητα έχοντας κάρτα και καρφίτσα του κόμματος. Αν δεν φορούσες την καρφίτσα, δεν είχες πρόσβαση στις τοπικές κρατικές υπηρεσίες και γινόσουν στόχος παρενόχλησης από τον στρατό και την αστυνομία. Αδελφοί έχασαν τις δουλειές τους και παιδιά αποβλήθηκαν από το σχολείο. Εκατοντάδες αδελφοί φυλακίστηκαν. Ήταν δύσκολη περίοδος. Παρ’ όλα αυτά, οι Μάρτυρες συνέχισαν να μεταδίδουν τα καλά νέα με θάρρος.
Είχαμε Ανάγκη από Υπομονή
Εκείνα τα χρόνια υπηρετούσαμε με τη Σουζάν στο έργο περιοχής και περιφερείας και ταξιδεύαμε για μεγάλα διαστήματα σε αγροτικές περιοχές. Η ζωή στα χωριά παρουσίαζε πρωτόγνωρες και κάποιες φορές εξαιρετικά δύσκολες προκλήσεις. Οι μικρές αχυρένιες καλύβες ίσα που είχαν χώρο για να ξαπλώσει κανείς. Ούτε ξέρω πόσες φορές χτύπησα το κεφάλι μου περνώντας από τη μικροσκοπική τους είσοδο. Κάναμε μπάνιο με νερό που μαζεύαμε από ρυάκια και ποτάμια. Τη νύχτα, διαβάζαμε με κεριά. Μαγειρεύαμε με κάρβουνα. Αλλά για εμάς, αυτή ήταν η πραγματική ιεραποστολική ζωή. Για αυτό είχαμε έρθει—αισθανόμασταν ότι ήμασταν στην πρώτη γραμμή της θεοκρατικής δράσης.
Καθώς ζούσαμε με οικογένειες ντόπιων Μαρτύρων, μάθαμε να εκτιμούμε πράγματα που θα μπορούσαν εύκολα να θεωρηθούν δεδομένα: τροφή, νερό, ρούχα και στέγη. (1 Τιμόθεο 6:8) Όλα τα υπόλοιπα είναι δώρα. Κρατάμε μέσα μας αυτή την απλή αλήθεια μέχρι σήμερα.
Αν και ποτέ δεν αντιμετωπίσαμε το είδος των δοκιμασιών που αντιμετώπισε ο απόστολος Παύλος, υπήρχαν φορές που στα ταξίδια μας νιώθαμε ότι η πίστη και τα κίνητρά μας δοκιμάζονταν. Χρειάστηκε να ταξιδέψουμε σε δρόμους που ήταν σε άθλια κατάσταση ή σχεδόν ανύπαρκτοι. Καθώς διασχίζαμε κακοτράχαλους δρόμους, δεν περιγράφεται το πόσο ταρακουνιόμασταν! Άλλοτε πάλι, το όχημά μας βυθιζόταν μέσα στην παχιά άμμο. Την περίοδο των βροχών, βουλιάζαμε μέσα στη λάσπη που γινόταν σαν κόλλα. Θυμάμαι κάποια φορά που ταξιδεύαμε μια ολόκληρη μέρα και καταφέραμε να κάνουμε μόλις 70 χιλιόμετρα μιας και χρειάστηκε να ξεκολλήσουμε το αυτοκίνητό μας από τη λάσπη 12 φορές!
Ενόσω υπηρετούσαμε στον διορισμό μας, συναντούσαμε πολλές δυσκολίες στον δρόμο
Αλλά ποτέ δεν νιώσαμε τόσο κοντά στον Ιεχωβά όσο όταν υπηρετούσαμε κάτω από αντίξοες συνθήκες στη ζούγκλα. Μάθαμε ότι, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, μπορούμε να υπομείνουμε με χαρά, ακόμα και όταν δεν είναι στο χέρι μας να αλλάξουμε μια δύσκολη κατάσταση. Εκ φύσεως, η Σουζάν δεν είναι ο τύπος της υπαίθρου και της περιπέτειας, αλλά όταν περνούσαμε όλες αυτές τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες, ποτέ δεν παραπονέθηκε. Αυτό που κρατάμε από εκείνα τα χρόνια είναι πόσο ευτυχισμένοι νιώθαμε, πόσο ωφεληθήκαμε και πόσο πολλά μάθαμε.
Όσον καιρό ήμασταν στο Ζαΐρ, με συνέλαβαν αρκετές φορές. Μια φορά μάλιστα με κατηγόρησαν ψευδώς για λαθρεμπόριο διαμαντιών. Εννοείται πως νιώσαμε ανησυχία αλλά είπαμε στον εαυτό μας ότι, αν ο Ιεχωβά ήθελε να επιτελέσουμε τη διακονία που μας είχε αναθέσει, θα μας βοηθούσε. Και όντως το έκανε!
Προχωρούμε Σταθερά
Το 1981, προσκληθήκαμε να υπηρετήσουμε στο γραφείο τμήματος στην Κινσάσα. Έναν χρόνο νωρίτερα, το έργο μας είχε λάβει και πάλι νομική αναγνώριση. Οι αδελφοί αγόρασαν ένα οικόπεδο για την οικοδόμηση ενός μεγαλύτερου γραφείου τμήματος. Κατόπιν, εντελώς ξαφνικά, τον Μάρτιο του 1986, ο πρόεδρος της χώρας υπέγραψε ένα διάταγμα με το οποίο απαγόρευε το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Η οικοδόμηση σταμάτησε και, πριν περάσει πολύς καιρός, οι περισσότεροι ιεραπόστολοι έφυγαν από τη χώρα.
Για κάποια χρόνια, υπηρετήσαμε στο γραφείο τμήματος του Ζαΐρ
Εμείς καταφέραμε να μείνουμε για λίγο. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να συνεχίσουμε να κηρύττουμε, αν και γνωρίζαμε ότι βρισκόμασταν υπό συνεχή παρακολούθηση. Παρότι ήμασταν προσεκτικοί, με συνέλαβαν ενώ διεξήγα μια Γραφική μελέτη. Με έβαλαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο που έμοιαζε με μπουντρούμι και ήταν ασφυκτικά γεμάτο με κρατουμένους. Έκανε ζέστη, μύριζε, ήταν σκοτεινά και αποπνικτικά. Η μόνη πηγή φωτός και εξαερισμού ήταν ένα μικρό άνοιγμα ψηλά στον τοίχο. Κάποιοι κρατούμενοι με άρπαξαν και με έφεραν μπροστά στον αυτοδιορισμένο αρχηγό τους. «Πες τον εθνικό μας ύμνο!» διέταξε. «Δεν τον ξέρω», του απάντησα. «Τότε πες τον δικό σας εθνικό ύμνο!» μου είπαν. «Ούτε αυτόν τον ξέρω», είπα. Έπειτα, με έβαλε να σταθώ με την πλάτη στον τοίχο για περίπου 45 λεπτά. Τελικά, οι ντόπιοι αδελφοί κατάφεραν να διαπραγματευτούν την απελευθέρωσή μου.
Το 1987, λίγο αφότου φτάσαμε στο γραφείο τμήματος της Ζάμπιας
Βλέπαμε ότι η κατάσταση στη χώρα δεν επρόκειτο να βελτιωθεί και, λίγο αργότερα, διοριστήκαμε στη Ζάμπια. Καθώς διασχίζαμε τα σύνορα, είχαμε ανάμεικτα αισθήματα θλίψης και ανακούφισης. Σκεφτόμασταν τα 18 χρόνια που είχαμε περάσει στον διορισμό μας μαζί με πιστούς ιεραποστόλους και ντόπιους αδελφούς και αδελφές. Αν και υπήρχαν φορές που είχαμε πιεστεί πολύ, νιώθαμε ευλογημένοι. Ξέραμε ότι ο Ιεχωβά ήταν μαζί μας σε όλη τη διαδρομή. Είχαμε μάθει σουαχίλι και γαλλικά, ενώ η Σουζάν μιλούσε και λίγο λινγκάλα. Είχαμε γευτεί επιτυχίες στη διακονία, βοηθώντας πάνω από 130 άτομα να προοδεύσουν ως το βάφτισμα. Επίσης, νιώθαμε βαθιά ικανοποίηση γνωρίζοντας ότι είχαμε συμβάλει ώστε να μπει το θεμέλιο για μελλοντική αύξηση. Και τι αύξηση ήταν αυτή! Το 1993, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την απαγόρευση του 1986. Τώρα υπάρχουν 240.000 και πλέον ευαγγελιζόμενοι της Βασιλείας στο Κονγκό.
Όλα αυτά τα χρόνια στη Ζάμπια, είδαμε την οικοδόμηση ενός νέου γραφείου τμήματος και αργότερα την επέκταση των εγκαταστάσεων. Τώρα, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων εδώ έχει υπερτριπλασιαστεί σε σχέση με το 1987, όταν φτάσαμε στη χώρα.
Εναέρια άποψη του γραφείου τμήματος της Ζάμπιας
Τι έγινε λοιπόν με εκείνον τον νεαρό αδελφό που φαινόταν πως δεν θα άντεχε ούτε μήνα στην ολοχρόνια υπηρεσία; Με την ευλογία του Ιεχωβά και την υποστήριξη της αγαπημένης μου συζύγου, της Σουζάν, μετράω πια 65 χρόνια θαυμάσιας ολοχρόνιας υπηρεσίας, έχοντας γευτεί και δει ότι ο Ιεχωβά είναι αγαθός!—Ψαλμός 34:8.
Ξέρουμε ότι δεν είμαστε κάτι το ιδιαίτερο. Κάναμε απλώς το καλύτερο που μπορούσαμε για να τηρήσουμε πιστά την υπόσχεση της αφιέρωσής μας. Έχουμε την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα συνεχίσει να μας βοηθάει να μην “οπισθοχωρήσουμε” ποτέ, αλλά να προοδεύουμε στην πίστη “με αποτέλεσμα τη διατήρηση της ζωής μας”.—Εβραίους 10:39.
Η Σουζάν και εγώ εξακολουθούμε να υπηρετούμε στο γραφείο τμήματος της Ζάμπιας
Δείτε το βίντεο Ντέιρελ και Σουζάν Σαρπ: Είχαμε Υποσχεθεί να Υπηρετούμε τον Ιεχωβά με Όλη μας την Ψυχή.