Υποσημείωση
a Το Λεξικόν της Καινής Διαθήκης του Ρόμπινσον επεξηγεί τη λέξι ελέγχω ως εξής: «καταισχύνω, εξευτελίζω, μόνο στον Όμηρο (Έλληνα ποιητή των προχριστιανικών χρόνων). . . . Συνήθως και στην Κ(αινή) Δ(ιαθήκη) πείθω, αντικρούω, . . . αποδεικνύω σ’ έναν ότι σφάλλει.»
Το βιβλίο Γλωσσολογικές Μελέτες στην Καινή Διαθήκη του Βικεντίου, λέγει: «Στην προγενέστερη κλασσική Ελληνική γλώσσα σημαίνει εξευτελίζω ή καταισχύνω . . . Κατόπιν [αργότερα], εξετάζω κατ’ αντιμωλίαν (κατ’ αντιπαράστασιν) ή ανακρίνω, με σκοπό να πείσω, να κατακρίνω, ή ν’ αντικρούσω. . . . Με επιχειρήματα, οδηγώ σε απόδειξι· αποδεικνύω· αποδεικνύω με σειρά συλλογισμών. (Τα πλάγια γράμματα δικά μας)