Πρόοδος του Κηρύγματος της Βασιλείας από Μικρές Αρχές στην Ιαπωνία
(Από το Βιβλίον του Έτους 1973—συνέχεια)
Η ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ της Αδελίνης, Λίλιαν Σάμσον, αφηγείται μια Γραφική μελέτη που είχε σ’ ένα κατάστημα όπου ο Τ. Άμπη, ένας νέος είκοσι ετών, εργαζόταν. Παρετήρησε τη μελέτη και ρώτησε γι’ αυτήν. Πολύ γρήγορα και αυτός παρευρίσκετο και έκαμνε θαυμάσια πρόοδο. Άλλαξε την εργασία του με λιγώτερο μισθό, για να παρευρίσκεται στις συναθροίσεις, και εξαιτίας αυτού η οικογένειά του τον έδιωξε. Όμως ένας αδελφός που είδε την ακεραιότητά του τού πρόσφερε τμηματική εργασία για να μπορέση να γίνη σκαπανεύς. Αυτός ποτέ του δεν κύτταξε πίσω, και σήμερα ύστερ’ από δώδεκα χρόνια με πλούσιες πείρες, αυτός και η σύζυγός του υπηρετούν σ’ έργο περιφερείας.
Το 1957 στη Χιροσίμα, όπου ερρίφθη η ατομική βόμβα, εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχαν σύγχρονες ευκολίες, όπως τουαλέτες με νερό. Κάρρα για μετακόμισι των ακαθαρσιών των υπονόμων περιείρχονταν τους δρόμους και άνθρωποι μετέφεραν τις ακαθαρσίες από τα σπίτια στα σκεπασμένα κάρρα. Ένας ιεραπόστολος άρχισε συμμελέτη με έναν από τους ανθρώπους αυτούς. Αυτός ήταν οξύθυμος άνθρωπος, και ήταν γνωστός ως μέθυσος, φιλόνεικος και χαρτοπαίκτης. Ενδιαφέρθηκε στην αλήθεια μολονότι η γυναίκα του ήταν πολύ ενάντια στη συμμελέτη του. Δεν παρήλθε πολύς καιρός και έκαμε μεγάλες αλλαγές στη ζωή του, πράγμα που εξέπληξε τους συντρόφους του. Με τον καιρό ενδύθηκε την Χριστιανική προσωπικότητα και τώρα είναι πρεσβύτερος σε μια εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Όταν ο ιεραποστολικός οίκος στη Γιοκοχάμα πουλήθηκε, η Εταιρία αγόρασε νέον οίκον στη Σαππόρο, και ο οίκος αυτός απέβη το κέντρον καρποφόρου ιεραποστολικής δραστηριότητος από τον Σεπτέμβριο του 1957 μέχρις ότου πουλήθηκε τον Μάρτιο του 1971. Οι πρώτοι ιεραπόστολοι στον οίκον αυτόν ήσαν τρία παντρεμένα ζεύγη. Ένας από τον όμιλον αυτόν, ο Ντάγκλας Μπήβορ, αφηγείται ότι το κήρυγμα τον χειμώνα ήταν μια νέα πείρα γι’ αυτούς. Το χιόνι εστιβάζετο στους στενούς δρόμους και οι άνθρωποι επρόσθεταν σ’ αυτό με το να φτυαρίζουν χιόνι από τις αδύνατες στέγες των για να μη καταρρεύσουν. Περπατώντας κατά μήκος των δρομίσκων αυτών, ο ιεραπόστολος εύρισκε πολλάκις ότι τα βήματά του ήσαν στο ίδιο επίπεδο με τις στέγες των μονωρόφων σπιτιών. Η είσοδος στα σπίτια γινόταν με το να κατεβαίνη τις παγωμένες βαθμίδες που είχαν κάμει μέσα στο παγωμένο χιόνι. Ώσπου να μπουν μέσα στο σπίτι υφίσταντο πολλούς μώλωπες από τις πτώσεις. Οι άνθρωποι όμως ήσαν φιλικοί και ευχαρίστως τους προσκαλούσαν μέσα στα θερμά σπίτια τους. Πολλές συμμελέτες θυμούνται γύρω στη καρβουνόστοφα.
Ο Αδ. Μπήβορ θυμάται όταν επισκέφθηκε ένα μονό δωμάτιο σπίτι μια χιονώδη ημέρα. Ένας μικρός γεροντάκος άνοιξε την πόρτα. Είχε χηρεύσει και ζούσε με το να κάνη θεραπεία με τον βελονισμό. Οι εργασίες ήσαν λιγοστές και δαπανούσε τον περισσότερο καιρό του στο να περιποιήται τους ασθενείς. Άρχισε μια μελέτη μαζί του, και από την αρχή, αδιάφορο πόσο χιόνι έπεφτε ή πόσο κρύο έκαμνε, αυτός ερχόταν στη συνάθροισι. Μολονότι ήταν δειλός και ντροπαλός έκαμε καλή πρόοδο. Ο Αδ. Μπήβορ θυμάται όταν έδωσε την πρώτη του ομιλία σπουδαστού οι σημειώσεις του έτρεμαν σαν φύλλα στον άνεμο, και το ακροατήριο συναρπάσθηκε από τον ιδρώτα που έρρεε και έπεφτε κάτω από το άκρον της μύτης του. Το κατώρθωσε όμως και αργότερα έγινε τακτικός σκαπανεύς και επίσκοπος Γραφικών μελετών. Μολονότι τον περισσότερο καιρό ήταν στην υπηρεσία του αγρού, οι πελάτες του που έρχονταν για θεραπεία αύξησαν.
Η νήσος Κυουσού είναι όλη Βουδδιστική. Η φεουδαλική οικογενειακή παράδοσις είναι πολύ ισχυρά. Οι τέσσερις ιεραπόστολοι που άρχισαν έργον στην Πόλι Φουκουόκα βρήκαν ότι η μόνη εναντίωσις ήταν από τις αυτοκαλούμενες «Χριστιανικές» εκκλησίες.
Ένας κατάδικος φονεύς στη φυλακή της Φουκουόκα ήλθε σ’ επαφή με την Εταιρία, και έγιναν διευθετήσεις να τον επισκέπτωνται οι ιεραπόστολοι. Ο Αδ. Ίσλωμπ διηύθυνε μια μελέτη μαζί του, και τόση μεγάλη ήταν η αλλαγή στη συμπεριφορά του καταδίκου ώστε ο επιστάτης της φυλακής επέτρεψε η συμμελέτη να γίνεται στο δωμάτιο που εγειτόνευε με το γραφείο του, χωρίς να υπάρχη ανάμεσα δικτυωτό συρματόπλεγμα. Με τον καιρό, ο άνθρωπος αυτός βαπτίσθηκε στη φυλακή. Έμαθε μπράιγ για να μπορέση να ετοιμάση Ιαπωνικά βιβλιάρια για τους τυφλούς, επίσης βοήθησε στο έργον της Βασιλείας με το να γράφη επιστολές σε ενδιαφερόμενα άτομα και σε διαγγελείς που χρειάζονταν ενθάρρυνσι. Ο Αδ. Νακάτα εμελέτησε σκληρά και ενδυναμώθηκε πνευματικά για ν’ αντιμετωπίση την ημέρα όταν θα έπρεπε να πληρώση «ζωήν αντί ζωής» για το έγκλημά του.
Η ημέρα εκείνη ήλθε την 10 Ιουνίου 1959. Κατά παράκλησιν του καταδίκου, ο επιστάτης της φυλακής εκάλεσε τον Αδ. Ίσλωμπ στο μέρος της εκτελέσεως. Ο Αδ. Νακάτα τον εχαιρέτησε θερμά και είπε: «Σήμερα αισθάνομαι ότι έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά, και στην απολυτρωτική θυσία και στην ελπίδα της αναστάσεως. Ποτέ δεν αισθανόμουνα ισχυρότερος όσον αισθάνομαι σήμερα.» Πράγματι, ο επισκέπτης αδελφός ήταν ο πιο αδύνατος από τους δυο την ημέρα εκείνη. Έψαλαν μαζί ένα ύμνο της Βασιλείας, εδιάβασαν από τη Γραφή και ανέπεμψαν μια τελική προσευχή, και όλα αυτά ήταν μια ισχυρά μαρτυρία στους δώδεκα παρόντας αξιωματούχους. Αφού τον παρεκάλεσε να μεταφέρη την αγάπη του στην οργάνωσι του Ιεχωβά και τους αδελφούς σ’ όλη τη γη, ο κατάδικος αδελφός οδηγήθηκε στην αγχόνη. Το πρόσωπο του έλαμπε από εκτίμησι της ελπίδος του ότι θα συμμετείχε στη νέα τάξι του Ιεχωβά μέσω της αναστάσεως.
Το 1957 οι ιεραπόστολοι μετέβησαν στη νοτιωτάτη πόλι της Ιαπωνίας, την Καγκοσίμα. Οι ξένοι ήσαν λίγοι στα μέρη αυτά, και έτσι πλήθη παιδιών ακολουθούσαν τους ιεραποστόλους από πόρτα σε πόρτα. Μια μέρα, η ιεραπόστολος αδελφή μας, που ήταν ξανθή και υψηλή, εμέτρησε πάνω από εκατό παιδιά που έτρεχαν μπροστά και έλεγαν στην επομένη σπιτονοικοκυρά ότι αν δεν ήθελαν τη συνδρομή μπορούσαν να πάρουν μόνο δυο περιοδικά. Ύστερ’ από τρία χρόνια εντατικού έργου στην οικοδόμησι της εκκλησίας από πέντε σε είκοσι διαγγελείς, οι ιεραπόστολοι εγκατέλειψαν τη Καγκοσίμα, και την ημέρα εκείνη το ηφαίστειο εξερράγη πάλι, όπως το έκαμε την αρχή που είχαν μεταβή εκεί, σαν να τους αποχαιρετούσε.
Ένας άλλος μιλιοδείκτης στην επέκτασι της Βασιλείας στην Ιαπωνία ήταν η Συνέλευσις «Αιώνιον Ευαγγέλιον,» που έλαβε χώραν στο Κυότο, Αυγούστου 21-25, 1963. Με ένα πληθυσμό πάνω από 1.400.000 και 1.500 ναούς και 3.500 ιεροφυλάκια, το Κυότο είναι περίφημο ως ένα από τα μορφωτικά κέντρα της Ιαπωνίας, και για τον λόγο αυτό δεν βομβαρδίσθηκε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μολονότι το Κυότο είναι μια σύγχρονη πόλις με φαρδείς δρόμους και λεωφόρους, επίσης διακρατεί πολύ από την παλαιά ατμόσφαιρα της Ιαπωνίας με τα παράξενα της σπίτια και τους καλλιτεχνικούς κήπους. Ήταν ένα ιδεώδες κέντρον συνελεύσεως για επισκέπτας απ’ όλον τον κόσμο. Κατά τις διάφορες περιοδείες τους οι επισκέπτες εξεπλάγησαν να δουν ότι πολλές από τις δοξασίες και ιεροτελεστίες του Χριστιανικού κόσμου έχουν το αντίστοιχό τους στον Βουδδισμό—όπως είναι η δοξασία σ’ ένα πύρινο άδη βασάνων, το ψάλσιμο επαναληπτικών προσευχών σε άγνωστη γλώσσα, η χρήσις του κομβολογίου και του αγιασμού με νερό και των κεριών, και η λατρεία των «αγίων» με στέφανο στο κεφάλι των. Αληθινά όλη η αιρετική θρησκεία έχει τη ρίζα της στη μόνη πηγή—στην αρχαία Βαβυλώνα!