Πράξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στους Σύγχρονους Καιρούς στη Γερμανία
(Από το Βιβλίον του Έτους 1974—συνέχεια)
ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 1933
ΤΟ ΘΕΡΟΣ του 1933 το έργον των μαρτύρων του Ιεχωβά είχε απαγορευθή στις περισσότερες Γερμανικές πολιτείες. Έκαναν τακτικές έρευνες στα σπίτια των αδελφών και πολλοί αδελφοί συλλαμβάνονταν. Η ροή πνευματικής τροφής εν μέρει εμποδίστηκε, μολονότι για λίγο καιρό· και πολλοί αδελφοί ρωτούσαν επί πόσο καιρό θα ήταν δυνατόν να συνεχίσουν το έργον. Στη κατάστασι αυτή οι εκκλησίες προσεκλήθησαν, με πολύ σύντομο ειδοποίησι, σε μια συνέλευσι που θα ελάμβανε χώρα στο Βερολίνο την 25 Ιουνίου. Επειδή πολλοί δεν θα μπορούσαν να παρευρεθούν λόγω των απαγορεύσεων, οι εκκλησίες ενεθαρρύνθησαν να στείλουν τουλάχιστον ένα ή περισσότερους αντιπροσώπους. Έτσι 7.000 παρευρέθησαν. Μερικοί απ’ αυτούς δαπάνησαν τρεις μέρες, πάνω σε ποδήλατα, ενώ άλλοι ήλθαν με φορτηγά αυτοκίνητα, επειδή οι εταιρίες των λεωφορείων αρνήθηκαν να νοικιάσουν λεωφορεία σε μια απαγορευμένη οργάνωσι.
Ο Αδ. Ρόδερφορδ, ο οποίος, μαζί με τον Αδ. Νορ, ήλθαν στη Γερμανία λίγες μέρες προηγουμένως για να δουν τι μπορούσε να γίνη σχετικά με τη εξασφάλισι της ιδιοκτησίας της Εταιρίας, είχαν ετοιμάσει μια διακήρυξι με τον Αδ. Μπαλζεράιτ για να την παρουσιάσουν στους αντιπροσώπους της συνελεύσεως προς υιοθέτησιν. Ήταν μια διαμαρτυρία εναντίον της αναμίξεως της κυβερνήσεως του Χίτλερ στο έργο του κηρύγματος. Όλοι οι μεγάλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, από τον πρόεδρο μέχρι του τελευταίου, θα ελάμβαναν ένα αντίτυπο της διακηρύξεως, ει δυνατόν, με ασφαλισμένο ταχυδρομείο. Λίγες μέρες προτού αρχίσει η συνέλευσις ο Αδ. Ρόδερφορδ επέστρεψε στην Αμερική.
Πολλοί που παρευρέθηκαν απεγοητεύθηκαν για τη «διακήρυξι,» γιατί σε πολλά σημεία δεν ήταν τόσο πολύ δυνατή όπως ήλπιζαν οι αδελφοί. Ο Αδ. Μουτζ από τη Δρέσδη, που είχε εργασθή στενά με τον Αδ. Μπαλζεράιτ ως τον καιρό εκείνο, τον κατηγόρησε αργότερα ότι είχε αδυνατίσει το αρχικό κείμενο. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Αδ. Μπαλζεράιτ είχε νοθεύσει την καθαρή και αλάνθαστη γλώσσα των δημοσιεύσεων της Εταιρίας για ν’ αποφύγη δυσκολίες με τη κυβέρνησι.
Πολλοί αδελφοί αρνήθηκαν να την υιοθετήσουν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Πράγματι, ένας πρώην πίλγκριμ αδελφός ονομαζόμενος Κίππερ αρνήθηκε να την προσφέρη για υιοθέτησι και ένας άλλος αδελφός τον αντικατέστησε. Δεν μπορούσε δικαίως να λεχθή ότι η διακήρυξις υιοθετήθηκε παμψηφεί, μολονότι ο Αδ. Μπαλζεράιτ αργότερα ειδοποίησε τον Αδ. Ρόδερφορδ ότι υιοθετήθηκε.
Οι σύνεδροι επέστρεψαν στα ίδια κουρασμένοι και πολλοί ήσαν απογοητευμένοι. Πήραν όμως μαζί τους 2.100.000 αντίτυπα της «διακηρύξεως» και γρήγορα τα διένειμαν στέλλοντάς τα σε πολλά πρόσωπα που κατείχαν υπευθύνους θέσεις. Το αντίτυπο που εστάλη στον Χίτλερ συνοδευόταν από μια επιστολή η οποία, εν μέρει, έλεγε:
«Η προεδρεία της Εταιρίας Σκοπιάς στο Μπρούκλυν είναι και πάντα υπήρξε εις το έπακρον φιλική στη Γερμανία. Το 1918 ο πρόεδρος της Εταιρίας και επτά μέλη του Συμβουλίου των Διευθυντών στην Αμερική κατεδικάσθησαν σε φυλάκισι 80 ετών για τον λόγον ότι ο πρόεδρος αρνήθηκε ν’ αφίση δυο περιοδικά στην Αμερική, τα οποία εξέδιδε, να χρησιμοποιηθούν σε πολεμική προπαγάνδα εναντίον της Γερμανίας.»
Μολονότι η διακήρυξις είχε μετριασθή και πολλοί αδελφοί δεν μπόρεσαν με όλη τους την καρδιά να την υιοθετήσουν, η κυβέρνησις είχε παροργισθή και άρχισε ένα κύμα καταδιώξεως εκείνων που την είχαν διανείμει.
Η διανομή σ’ όλη τη Γερμανία της διακηρύξεως που υιοθετήθηκε στο Βερολίνο ακριβώς μια μέρα μετά την απαγόρευσι του έργου στη Πρωσσία ήταν ένα σύνθημα για την αστυνομία του Χίτλερ να προβή σ’ ενέργεια. Την 27η Ιουνίου όλοι οι αξιωματούχοι της αστυνομίας διατάχθηκαν ‘ν’ αρχίσουν άμεσο έρευνα σε όλους τους επιτόπιους ομίλους και εμπορικά μέρη και να κατάσχουν οτιδήποτε υλικό εχθρικό στο κράτος.’ Την 28 Ιουνίου το κτίριο του Μαγδεμβούργου κατελήφθη από 30 στρατιώτες εφόδου, οι οποίοι έκλεισαν το εργοστάσιο και ύψωσαν τη σβάστικα επάνω στο κτίριο. Σύμφωνα με το επίσημο διάταγμα της αστυνομίας, είχε απαγορευθή ακόμη και το να μελετά κανείς τη Γραφή και να προσεύχεται επάνω στην ιδιοκτησία της Εταιρίας. Την 29ην Ιουνίου η ενέργεια αυτή αναφέρθηκε σ’ ολόκληρο το Γερμανικό έθνος μέσω του ραδιοφώνου.
Παρά τις ενεργητικές προσπάθειες του Αδ. Χάρμπεκ, επισκόπου του τμήματος της Ελβετίας, να το εμποδίση, βιβλία, Γραφές και εικονογραφίες που ζύγιζαν ένα ολικό 65.189 χιλιόγραμμα ελήφθησαν από το εργοστάσιο της Εταιρίας την 21, 23 και 24η Αυγούστου, φορτώθηκαν σε 25 φορτηγά αυτοκίνητα και δημοσίως εκάησαν στα όρια του Μαγδεμβούργου. Τα έξοδα εκτυπώσεως του υλικού ανήλθαν σε 92.719,50 μάρκα. Επιπροσθέτως, κατεσχέθησαν πολλές δημοσιεύσεις και κατόπιν εκάησαν ή άλλως πως κατεστράφησαν σε διάφορες εκκλησίες, όπως π.χ., στη Κολωνία, όπου δημοσιεύσεις αξίας τουλάχιστον 30.000 μάρκων κατεστράφησαν. Ο Χρυσούς Αιών της 1 Ιουνίου 1934 ανέφερε ότι η πιθανή ολική αξία της ιδιοκτησίας (έπιπλα, βιβλία, κτλ.) που καταστράφηκε ήταν δυο ως τρία εκατομμύρια μάρκα.
Η απώλεια θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν δεν ελαμβάνοντο μέτρα να μεταφέρουν τα περισσότερα βιβλία από το Μαγδεμβούργο, σε μερικές περιπτώσεις με πλοίον, και να τα αποθηκεύσουν σε άλλα κατάλληλα μέρη. Με τον τρόπο αυτό έγινε δυνατόν να διαφυλάξουν κρυμμένες μεγάλες ποσότητες εντύπου ύλης μακρυά από τα μάτια και τα χέρια της μυστικής αστυνομίας επί πολλά έτη. Πολλή απ’ αυτή την ύλη χρησιμοποιήθηκε στο κήρυγμα υπογείως στα επόμενα έτη.
Ως αποτέλεσμα της επεμβάσεως της Αμερικανικής κυβερνήσεως, το κτίριον της Εταιρίας στο Μαγδεμβούργον επεστράφη στην Εταιρία τον Οκτώβριο. Το έγγραφο της αποδόσεως, υπό ημερομηνίαν 7 Οκτωβρίου 1933, έλεγε ότι ‘η ιδιοκτησία της Εταιρίας απεδεσμεύετο και επεστρέφετο ολόκληρος για την ελευθέρα χρήσι της, μολονότι ακόμη απαγορευόταν να διεξάγη οποιαδήποτε ενέργεια εκεί, να τυπώνη έντυπο ύλη ή να έχη συναθροίσεις.’
Οι κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου δεν ντράπηκαν να δείξουν φανερά την υποστήριξί των στο Χίτλερ και στις προσπάθειές του να καταδιώκη τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Ως αναφέρθηκε στην εφημερίδα Oschatzer Gemeinnützige, 21 Απριλίου 1933, ο Λουθηρανός ιεροκήρυξ Όττο σε μια προσφώνησι μέσω του ραδιοφώνου Απριλίου 20, προς τιμήν των γενεθλίων του Χίτλερ, είπε:
«Η Γερμανική Λουθηρανική Εκκλησία της Σαξονίας ευσυνειδήτως συμβιβάσθηκε με την νέα κατάστασι και θα προσπαθήση συνεργαζόμενη στενώς με τους πολιτικούς ηγέτας του λαού μας ακόμη μια φορά να θέση στη διάθεσι ολοκλήρου του έθνους την δύναμι του αρχαίου ευαγγελίου του Χριστού. Τα πρώτα αποτελέσματα της συνεργασίας αυτής μπορούν ήδη να αναφερθούν στη σημερινή απαγόρευσι που ετέθη επί του Διεθνούς Συλλόγου των Σπουδαστών της Γραφής και των υποδιαιρέσεών του στη Σαξονία. Ναι, τι σημείον στροφής μέσω της κατευθύνσεως του Θεού. Ως τώρα ο Θεός υπήρξε μαζί μας.»