-
ΚατανόησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
είναι άτομο με κατανόηση, είναι έτοιμος να ακούσει, διακρίνει τη βάση για τον έλεγχο και ωφελείται από αυτόν περισσότερο από όσο θα ωφελούνταν ένας άφρονας από εκατό χτυπήματα.—Παρ 17:10· παράβαλε 29:19.
Κατανόηση των Προφητειών. Τα θεόπνευστα προφητικά αγγέλματα κατανοούνται μόνο από εκείνους που έχουν καθαριστεί και προσεύχονται ταπεινά για κατανόηση. (Δα 9:22, 23· 10:12· 12:10) Μολονότι η γενική περίοδος της εκπλήρωσης μιας προφητείας μπορεί να γίνει αντιληπτή, η πλήρης διάκριση της εφαρμογής της ίσως χρειαστεί να περιμένει τον ορισμένο καιρό που έχει θέσει ο Θεός για την πραγματοποίησή της. (Δα 8:17· 10:14· 12:8-10· παράβαλε Μαρ 9:31, 32· Λου 24:44-48.) Όσοι θέτουν την εμπιστοσύνη τους σε ανθρώπους, και επιπλέον περιφρονούν τη δύναμη του Θεού και αρνούνται να λάβουν υπόψη το σκοπό του, δεν μπορούν να κατανοήσουν τις προφητείες και παραμένουν τυφλοί ως προς τη σημασία τους μέχρις ότου τα καταστροφικά αποτελέσματα της εκπλήρωσής τους αρχίσουν να τους πλήττουν.—Ψλ 50:21, 22· Ησ 28:19· 46:10-12.
-
-
ΚατάραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΑΤΑΡΑ
Η ευχή, απειλή ή εξαγγελία για την επέλευση κακού σε πρόσωπο ή πράγμα· επομένως, το αντίθετο της ευλογίας. Αυτή είναι η βασική έννοια αρκετών λέξεων του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου της Αγίας Γραφής οι οποίες μεταφράζονται με τη λέξη «κατάρα» ή παρόμοιες εκφράσεις.
Λογικά, η πρώτη κατάρα διατυπώθηκε την εποχή του εδεμικού στασιασμού και απευθύνθηκε από τον Θεό στον υποκινητή του στασιασμού διαμέσου του οργάνου που χρησιμοποίησε αυτός, δηλαδή του φιδιού. (Γε 3:14, 15) Αυτή η κατάρα επρόκειτο να τερματιστεί με την καταστροφή εκείνου του υποκινητή. Συγχρόνως, απευθύνθηκε κατάρα προς τη γη εξαιτίας του Αδάμ, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να παράγει αυτή αγκάθια και τριβόλια, αλλά όχι να καταστραφεί. (Γε 3:17, 18· 5:29) Η κατάρα που έθεσε ο Ιεχωβά πάνω στον Κάιν τον καταδίκασε να ζει ως φυγάς.—Γε 4:11, 12.
Μετά τον Κατακλυσμό, η πρώτη κατάρα που εξαγγέλθηκε από άνθρωπο ήταν η κατάρα που απηύθυνε ο Νώε στον Χαναάν, γιο του Χαμ, καταδικάζοντάς τον να είναι δούλος του Σημ και του Ιάφεθ, κατάρα που εκπληρώθηκε ως επί το πλείστον περίπου οχτώ αιώνες αργότερα με την κατάκτηση της Χαναάν από το σημιτικό έθνος του Ισραήλ. (Γε 9:25-27) Γι’ αυτό, ο Ιησούς του Ναυή είπε στους Γαβαωνίτες—απογόνους του Χαναάν—ότι ήταν «καταραμένοι άνθρωποι», και ως εκ τούτου ορίστηκε να έχουν θέση δούλου.—Ιη 9:23.
Επομένως, αυτού του είδους η κατάρα δεν πρέπει να συγχέεται με τη χυδαιολογία ούτε υποδηλώνει κατ’ ανάγκην βίαιο θυμό, όπως καταδεικνύεται από την περίπτωση των Γαβαωνιτών. Στις παραπάνω περικοπές χρησιμοποιείται η λέξη ’αράρ του εβραϊκού κειμένου. Η λέξη αυτή εμφανίζεται 18 φορές στις επίσημες εξαγγελίες που περιέχονται στα εδάφια Δευτερονόμιο 27:15-26· 28:16-19, καθώς και σε ιερές εξαγγελίες, όπως αυτές των εδαφίων Έξοδος 22:28· Ιερεμίας 11:3· 17:5 και 48:10. Το συγγενικό ουσιαστικό με’εράχ παρουσιάζεται πέντε φορές. (Δευ 28:20· Παρ 3:33· 28:27· Μαλ 2:2· 3:9) Η Βιβλική χρήση αυτών των λέξεων υποδεικνύει ιερή εξαγγελία ή πρόρρηση κακού η οποία, όταν γίνεται από τον Θεό ή κάποιο εξουσιοδοτημένο άτομο, έχει προφητική αξία και ισχύ. Η κατάρα που εξήγγειλε ο Ιησούς του Ναυή εναντίον οποιουδήποτε ξανάχτιζε στο μέλλον την ερημωμένη Ιεριχώ εκπληρώθηκε πολλούς αιώνες αργότερα.—Ιη 6:26· 1Βα 16:34.
Η λέξη ’αλάχ, μια άλλη λέξη του εβραϊκού κειμένου η οποία αποδίδεται «όρκος» και «κατάρα», υποδηλώνει όρκο που συνεπάγεται ως τιμωρία κάποια κατάρα, είτε επειδή αυτός παραβιάστηκε είτε επειδή αποδείχτηκε ψεύτικος.—Γε 24:41, υποσ.· Αρ 5:21, 23, 27· Δευ 29:19-21· 2Χρ 34:24· 1Βα 8:31, 32· βλέπε ΟΡΚΟΣ.
Η λέξη κελαλάχ του εβραϊκού κειμένου αναφέρεται βασικά σε κατάρα και αντιδιαστέλλεται με την «ευλογία» σε αρκετές περικοπές. (Γε 27:12, 13· Δευ 11:26-29· Ζαχ 8:13) Παράγεται από τη ρίζα καλάλ, ένα ρήμα που σημαίνει κατά κυριολεξία «είμαι ελαφρύς», αλλά όταν χρησιμοποιείται μεταφορικά, σημαίνει «καταριέμαι», «συμπεριφέρομαι περιφρονητικά». (Εξ 18:22· Λευ 20:9· 2Σα 19:43) Αυτή τη λέξη χρησιμοποίησε ο Δαβίδ όταν είπε στη Μιχάλ πως θα “έριχνε την υπόληψή του” ακόμη περισσότερο από όσο τον είχε κατηγορήσει εκείνη ότι είχε κάνει. (2Σα 6:20-22) Ο Ιεχωβά Θεός χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη μετά τον Κατακλυσμό λέγοντας ότι ποτέ ξανά δεν θα “καταριόταν τη γη εξαιτίας του ανθρώπου”.—Γε 8:21.
Στις Ελληνικές Γραφές οι δύο βασικές λέξεις που μεταφράζονται «κατάρα» είναι οι λέξεις ἀρά και ἀνάθεμα, καθώς και κάποιες συγγενικές λέξεις όπως κατάρα, ἐπικατάρατος, καταράομαι, κατάθεμα και καταθεματίζω.
Η λέξη ἀρά έχει την έννοια της κατάρας ή της προσευχής προς κάποια θεϊκή πηγή για την επέλευση κακού. Ο Ιωάννης χρησιμοποιεί τη συγγενική λέξη ἐπάρατος σημειώνοντας ότι οι Φαρισαίοι θεωρούσαν τον κοινό λαό που άκουγε τον Ιησού “καταραμένους ανθρώπους” οι οποίοι δεν γνώριζαν το Νόμο. (Ιωα 7:49) Αντίθετα, ο Παύλος έδειξε ότι όλοι οι Ιουδαίοι χρειαζόταν να απολυτρωθούν από την κατάρα της διαθήκης του Νόμου, πράγμα που κατέστη δυνατό εφόσον ο Χριστός έγινε κατάρα για αυτούς μέσω του θανάτου του στο ξύλο του βασανισμού. (Γα 3:10, 13) Στο εδάφιο Γαλάτες 3:10 ο
-