ΧΕΛΙΔΟΝΙ
[εβρ., ντερώρ].
Η εβραϊκή λέξη ντερώρ έχει την ίδια ακριβώς μορφή με μια εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «ελευθερία» (Λευ 25:10· Ησ 61:1), και ορισμένοι σχολιαστές πιστεύουν ότι αυτή η ονομασία περιγράφει το χελιδόνι που πετάει ελεύθερο και γεμάτο χάρη, χωρίς κανέναν περιορισμό στις κινήσεις του.
Τα χελιδόνια χτίζουν πολλές φορές τις θυλακοειδείς φωλιές τους (τις οποίες κατασκευάζουν από σβόλους λάσπης) σε σπίτια ή άλλα κτίρια, συνήθως κάτω από κάποιο γείσο. Στο παρελθόν φώλιαζαν στο ναό της Ιερουσαλήμ, όπως κάνουν σήμερα σε παρόμοια κτίρια σε όλο το Ισραήλ. Αργότερα, αιχμηρές χρυσές ράβδοι εξείχαν από την κορυφή του ναού του Ηρώδη για να εμποδίζουν τα πουλιά να κάθονται πάνω στο κτίριο.—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, του Φ. Ιώσηπου, Ε΄, 224 (v, 6).
Διακηρύττοντας τη λαχτάρα του για τις αυλές του οίκου του Ιεχωβά, ο ψαλμωδός μιλάει για το χελιδόνι που βρίσκει φωλιά για να βάλει τα μικρά του ακριβώς μέσα στο ναό, μάλλον κάπου κοντά στο «μεγαλοπρεπές θυσιαστήριο» του Ιεχωβά. (Ψλ 84:1-3) Ο ψαλμωδός, που ήταν Λευίτης αλλά όχι ιερέας, υπηρετούσε στο ναό μόνο μία εβδομάδα το εξάμηνο, αλλά γνώριζε ότι το χελιδόνι διέμενε εκεί πιο μόνιμα. Γι’ αυτό, εξέφρασε τη λαχτάρα που είχε να βρίσκεται όσο το δυνατόν περισσότερο στις αυλές της σκηνής του Ιεχωβά.
Η δεύτερη μνεία για το χελιδόνι γίνεται στο εδάφιο Παροιμίες 26:2, όπου αναφέρεται ότι, «όπως το πουλί έχει λόγο για να φύγει και το χελιδόνι για να πετάξει, έτσι και η κατάρα δεν έρχεται χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος». (ΜΝΚ) Μερικές μεταφράσεις, όμως, αποδίδουν αυτή την εβραϊκή φράση ως «η κατάρα που είναι αναίτια [και] δεν προσγειώνεται» (RS· βλέπε επίσης AS, Ro, ΒΑΜ) θεωρώντας πως αυτή η περικοπή σημαίνει ότι η αναίτια κατάρα δεν εκπληρώνεται, ή αλλιώς δεν «προσγειώνεται», αλλά τουναντίον είναι σαν την ακατάπαυστη πτήση του χελιδονιού, το οποίο εξακολουθεί να πετάει σχεδόν ακούραστα κυνηγώντας έντομα. Στα συμφραζόμενα, ο συγγραφέας ασχολείται με τον ανόητο και τις οδούς του, και γι’ αυτό η απόδοση που παρατίθεται πρώτη (ΜΝΚ) μπορεί απεναντίας να σημαίνει ότι, όπως το πέταγμα των πουλιών όταν προσπαθούν να φύγουν από τον κίνδυνο ή όταν αναζητούν τροφή έχει πραγματική αιτία, κάτι ανάλογο ισχύει και για τον ανόητο: αν η πορεία του φέρει πάνω του κατάρα, αυτή η κατάρα δεν είναι χωρίς πραγματική αιτία, αλλά οφείλεται στην ανόητη πορεία του.—Παράβαλε Παρ 26:3· επίσης 1:22-32.
Το κοινό χελιδόνι ή σταβλοχελίδονο (χελιδών η αγροδίαιτος [Hirundo rustica]) αφθονεί στην Παλαιστίνη. Μια ποικιλία αυτού του χελιδονιού μένει εκεί όλο το χρόνο, ενώ άλλες έρχονται τον Μάρτιο από τα Ν της Αφρικής και αναχωρούν όταν πλησιάζει ο χειμώνας. Πολλά χελιδόνια περνούν από την Παλαιστίνη κατά τη μετανάστευσή τους την άνοιξη και το φθινόπωρο. Το χελιδόνι, το οποίο διαθέτει μακριές δυνατές φτερούγες και συνήθως διχαλωτή ουρά, είναι ένα μικρό πουλί που πετάει με ασυνήθιστη χάρη και ταχύτητα και μπορεί να καλύπτει μεγάλες αποστάσεις όταν μεταναστεύει. Το φτέρωμά του συνήθως έχει έντονα ιριδίζουσα απόχρωση και το κελάηδημά του αποτελεί έναν ευχάριστο συνδυασμό απαλού τερετίσματος και τιτιβίσματος.