ΣΙΛΩΑΜ
(Σιλωάμ) [εβρ. προέλευσης· σημαίνει «Απεσταλμένος»].
Δεξαμενή στην Ιερουσαλήμ όπου ο Ιησούς Χριστός έστειλε έναν τυφλό να πλυθεί για να ανακτήσει την όρασή του. (Ιωα 9:6, 7, 11· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 950) Πρόσφατες ανασκαφές έχουν φέρει στο φως μια δεξαμενή του πρώτου αιώνα που τροφοδοτούνταν με νερό από την πηγή Γιών, περίπου 100 μ. ΝΑ του Μπίρκετ Σιλουάν (το οποίο αποκαλείται επίσης Δεξαμενή του Σιλωάμ), και οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι είναι αυτή η δεξαμενή. Έχει τραπεζοειδές σχήμα, με σκαλοπάτια σε τουλάχιστον τρεις πλευρές. Η μία πλευρά της έχει μήκος 70 μ., αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η ανασκαφή της δεξαμενής.
Για την επιγραφή του Σιλωάμ, βλέπε ΕΖΕΚΙΑΣ· επίσης ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 960.
Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, ήταν προφανώς πασίγνωστο ότι «ο πύργος στον Σιλωάμ» είχε καταρρεύσει, σκοτώνοντας 18 άτομα. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι αυτός ο πύργος βρισκόταν στο Ύψωμα του Οφήλ, αλλά η πραγματική θέση του στην Ιερουσαλήμ είναι άγνωστη.—Λου 13:4.