Ελιάβ—Ένας Ιουδαίος Ακατάλληλος για Βασιλεία
Η ΕΠΙΘΑΝΑΤΙΟΣ προφητεία του πατριάρχου Ιακώβ διευκρίνιζε ότι η εξουσία θ’ ασκείτο κάποτε από απογόνους του Ιούδα, του τετάρτου γιου του. Ο Ιακώβ είπε: «Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον [η βασιλική κυριαρχία] εκ του Ιούδα ουδέ νομοθέτης [εξουσία να διατάζη] εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ (ο Μεσσίας)· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.» (Γέν. 49:10) Αλλά ποιος θα ήταν ο πρώτος Ιουδαίος που θα ασκούσε βασιλική εξουσία και δύναμι;
Αυτή η ερώτησις έλαβε απάντησι 600 και πλέον χρόνια αφού ο Ιακώβ έκανε την προφητική του αυτή δήλωσι. Ο προφήτης Σαμουήλ εστάλη στη Βηθλεέμ για να χρίση εκεί βασιλέα έναν από τους γιους του Ιουδαίου Ιεσσαί. Από μια ανθρώπινη άποψι, η λογική εκλογή θα ήταν ο πρωτότοκος του Ιεσσαί, ο Ελιάβ. Ήταν ένας άνδρας καταπληκτικής εμφανίσεως, ψηλός και ωραίος. Ο Σαμουήλ, όταν τον είδε, είπε στον εαυτό του: «Βεβαίως έμπροσθεν του Κυρίου είναι ο κεχρισμένος αυτού.» (1 Σαμ. 16:6) Αλλά δεν συνέβαινε αυτό. Τα λόγια του Ιεχωβά ήσαν: «Μη επιβλέψης εις την όψιν αυτού ή εις το ύψος του αναστήματος αυτού, επειδή απεδοκίμασα αυτόν· διότι δεν βλέπει ο Κύριος καθώς βλέπει ο άνθρωπος· διότι ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Κύριος βλέπει την καρδίαν.» (1 Σαμ. 16:7) Ένα επεισόδιο που συνέβη αργότερα στη ζωή του Ελιάβ δείχνει πολύ καλά γιατί δεν ήταν κατάλληλος για τη βασιλεία.
Όταν ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των Φιλισταίων και των Ισραηλιτών, ο Ελιάβ ήταν στο στράτευμα του Βασιλέως Σαούλ. Μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες, άκουσε την πρόκλησι του Φιλισταίου υπέρμαχου Γολιάθ: «. . . Εγώ εξουθένησα τας παρατάξεις του Ισραήλ την ημέραν ταύτην· δότε εις εμέ άνδρα, δια να μονομαχήσωμεν.»—1 Σαμ. 17:8-10.
Πώς αντέδρασε ο Ελιάβ; Έδειξε πίστι στην ικανότητα του Ιεχωβά να του δώση επιτυχία στη μάχη εναντίον του Γολιάθ; Όχι, ο Ελιάβ δεν έκανε καμμιά προσπάθεια να λάβη μια θαρραλέα στάσι. Προφανώς αντέδρασε με τον ίδιο τρόπο που αντέδρασαν και οι υπόλοιποι Ισραηλίται. Η Αγία Γραφή αναφέρει: «Ότε ήκουσεν ο Σαούλ και πας ο Ισραήλ εκείνους τους λόγους του Φιλισταίου, εξέστησαν και εφοβήθησαν σφόδρα.»—1 Σαμ. 17:11.
Ο Φιλισταίος Γολιάθ συνέχισε να ονειδίζη τον Ισραήλ κάθε πρωί και βράδυ για 40 περίπου μέρες. (1 Σαμ. 17:16) Στη διάρκεια αυτού του καιρού ο Ιεσσαί έστειλε τον νεώτερο γιο του Δαβίδ, εκείνον που ο Ιεχωβά είχε εκλέξει για τη βασιλεία, στο Ισραηλιτικό στρατόπεδο με τρόφιμα για τον Ελιάβ και τους δύο άλλους αδελφούς του, καθώς επίσης και για τον χιλίαρχο. Ο Ιεσσαί έδωσε τις εξής οδηγίες στον Δαβίδ: «Ιδέ αν υγιαίνωσιν οι αδελφοί σου και λάβε σημείον παρ’ αυτών.» (1 Σαμ. 17:18) Έτσι, ο Ιεσσαί προφανώς ήθελε να γνωρίζη πώς ήσαν οι τρεις γιοι του και επιθυμούσε κάποιο «σημείον» ή ένδειξι ότι ήσαν ζωντανοί και καλά.
Ο Δαβίδ, όταν έφθασε επί σκηνής, άκουσε μια πολεμική κραυγή. Αφήνοντας τα τρόφιμα στον σκευοφύλακα, γρήγορα έτρεξε στη γραμμή της μάχης για να μιλήση με τους αδελφούς του. Ενώ ρωτούσε για την υγεία τους, ο Γολιάθ πήρε πάλι τη θέσι του και άρχισε να ονειδίζη τον Ισραηλιτικό στρατό. Όταν ο Δαβίδ εξέφρασε ενδιαφέρον γι’ αυτό, ρωτώντας τους άνδρες που εστέκοντο παράμερα για το ζήτημα αυτό, ο Ελιάβ θύμωσε.—1 Σαμ. 17:20-28.
Ο Ελιάβ, απευθυνόμενος στον Δαβίδ, είπε: «Δια τι κατέβης ενταύθα; και εις ποίον αφήκες τα ολίγα εκείνα πρόβατα εν τη ερήμω; εγώ εξεύρω την υπερηφανίαν σου και την πονηρίαν της καρδίας σου· βεβαίως δια να ίδης την μάχην κατέβης.» (1 Σαμ. 17:28) Ο Ελιάβ δεν προσπάθησε να ελέγξη τα γεγονότα, αλλά έσπευσε σ’ ένα βιαστικό συμπέρασμα σχετικά με τον αδελφό του. Έδωσε την εντύπωσι ότι ο Δαβίδ δεν ενδιαφερόταν για τα λίγα πρόβατα, από τα οποία και ένα αν εχάνετο θα ήταν σοβαρή απώλεια για την οικογένεια. Αλλ’ αυτό απείχε πολύ από την αλήθεια. Υπερασπιζόμενος τα πρόβατα του πατέρα του, ο Δαβίδ προηγουμένως είχε φονεύσει μια αρκούδα και ένα λιοντάρι. (1 Σαμ. 17:34, 35) Εκφράζοντας αυτό το ενδιαφέρον για τα πρόβατα, ο Ελιάβ, εξεδήλωσε επίσης μια μη ισορροπημένη στάσι. Θύμωσε για ένα πολύ μικρότερο ζήτημα σε σύγκρισι με το πολύ μεγαλύτερο ζήτημα που είχε εγείρει ο Γολιάθ. Ο Φιλισταίος στην πραγματικότητα ωνείδιζε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ—κάτι που ο Δαβίδ πλήρως αντελαμβάνετο.
Ο Ελιάβ, βασιζόμενος σε μια απλή εικασία, προχώρησε ακόμη περισσότερο. Κατηγόρησε τον Δαβίδ ότι ήταν υπερήφανος, αποφασίζοντας αναιδώς να κατέβη στη σκηνή της μάχης. Κατηγόρησε επίσης τον Δαβίδ ότι είχε εσφαλμένα ελατήρια, ότι είχε μια πονηρή καρδιά. Η αιτία την οποία ο Ελιάβ παρουσίασε ήταν: «Βεβαίως δια να ίδης την μάχην κατέβης.» Αυτό εσήμαινε ότι ο Ελιάβ πίστευε ότι ο μικρός αδελφός του ήθελε να ξεφύγη από την εργασία του και να δη κάτι συναρπαστικό.
Ο Δαβίδ, υπερασπιζόμενος τον εαυτό του κατά των ψευδών κατηγοριών, απήντησε: «Τι έκαμα τώρα; Δεν είναι αιτία;» Στην πραγματικότητα, ο Δαβίδ είπε: ‘Πού βασίζεις τις κατηγορίες σου; Τι έκανα στην πραγματικότητα; Δεν έχω το δικαίωμα να κάνω ερωτήσεις, για να δω τι συμβαίνει;’ Έτσι έληξε το ζήτημα. Ο Δαβίδ έκανε και άλλες ερωτήσεις και τελικά προχώρησε για να δείξη βαθειά πίστι στον Ιεχωβά, νικώντας τον Γολιάθ.—1 Σαμ. 17:29, 36-51.
Πόσο δυναμικά το ανωτέρω περιστατικό δείχνει γιατί ο Ελιάβ δεν εξελέγη για τη βασιλεία! Χωρίς καμμιά πραγματική απόδειξι, έσπευσε ν’ αποδώση εσφαλμένα ελατήρια στον αδελφό του Δαβίδ. Ήταν ελλιπής πλήρους πίστεως στον Ιεχωβά και δεν έκανε τίποτα σχετικά με τον ονειδισμό του Φιλισταίου Γολιάθ. Απέτυχε να δη τη ζωτική σπουδαιότητα του να καθαρισθή το όνομα του Ιεχωβά από το όνειδος του Φιλισταίου, προφανώς επειδή ενδιαφερόταν περισσότερο για λίγα πρόβατα. Οπωσδήποτε, ένας άνθρωπος που έδειξε μια τέτοια έλλειψι πίστεως, θάρρους και ισορροπημένης κρίσεως, δεν μπορούσε να εκλεγή από τον Ιεχωβά για βασιλεία. Ο Ιεχωβά, Εκείνος που εξετάζει καρδιές, δεν έκανε λάθος εκλέγοντας τον νεώτερο γιο του Ιεσσαί, τον Δαβίδ, αντί του πρωτοτόκου.—1 Σαμ. 13:14.