Οι Αληθινοί Χριστιανοί Δεν Μπορούν να Είναι Δειλοί
ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ θάρρος για να είναι κανείς αληθινός Χριστιανός, διότι πρέπει να είναι πρόθυμος ν’ αντιμετωπίση κινδύνους, δυσχέρειες, εναντιώσεις, και τον θάνατο ακόμη. Οι γνήσιοι μαθηταί του Ιησού Χριστού δεν μπορούν ν’ αναμένουν καλύτερη μεταχείρισι από εκείνη που είχε ο Κύριός των. Όπως είπε ο ίδιος ο Ιησούς: «Δεν είναι δούλος μεγαλήτερος του Κυρίου αυτού. Εάν εμέ εδίωξαν, και σας θέλουσι διώξει.»—Ιωάν. 15:20.
Μολονότι ο Ιησούς υπέστη διωγμό, δεν υπήρχε δικαιολογημένη αιτία γι’ αυτό. Εκείνος έδειξε ζωηρό ενδιαφέρον για την ευημερία των άλλων. Ήταν εύσπλαγχνος, φιλάγαθος και στοργικός. (Ματθ. 8:2, 3· 11:28-30· Μάρκ. 8:2) Εργαζόταν ακούραστα και συχνά απείχε από τροφή και αναγκαία ανάπαυσι για ν’ ανακουφίση ατελείς ανθρώπους από τις παθήσεις των και να τους δώση πνευματική παρηγοριά και ενθάρρυνσι. (Ματθ. 14:13, 14· Μάρκ. 6:31-34) Μολονότι ελοιδορείτο δεν αντελοιδόρει ποτέ. Η ιστορία της ζωής του ήταν άμεμπτη, χωρίς αμαρτία.—1 Πέτρ. 2:22, 23.
Εν τούτοις ο Ιησούς έγινε αντικείμενο εντόνου εχθρότητος· κατηγορήθηκε μοχθηρά ότι ήταν φάγος και οινοπότης, παραβάτης του Θείου νόμου και δαιμονιζόμενος ακόμη. (Λουκ. 7:34· Ιωάν. 5:18· 8:48) Υπέστη πολλές ταπεινώσεις, τον έφτυσαν, τον εράπισαν τον εγρονθοκόπησαν, τον εμαστίγωσαν και τελικά τον εκάρφωσαν στο ξύλο του μαρτυρίου για να πεθάνη με δημόσια καταισχύνη σαν να ήταν ένας βλάσφημος του Θεού.—Ματθ. 26:65-67· Ιωάν. 18:22· 19:1, 17, 18.
Χρειάσθηκε πολύ θάρρος για να υποφέρη ο Ιησούς όλα αυτά. Μπορούσε ν’ αποφύγη να γίνη αντικείμενο εχθρότητος διάγοντας απλώς μια καλή ζωή ως ένας ξυλουργός στη Ναζαρέτ, αλλά με θάρρος διεκήρυξε την αλήθεια εκθέτοντας τα θρησκευτικά ψεύδη και το κακό να ζούμε αποκλειστικά μια ζωή για το δικό μας συμφέρον. Αυτό επέφερε εναντίον του το μίσος του κόσμου, διότι εκείνοι που προτιμούσαν να διάγουν μια ζωή αντίθετη στο θέλημα του Θεού δεν ήθελαν να φαίνωνται ως ασεβείς. Εθίγοντο να εκτίθενται ως άτομα όχι δίκαια, επειδή ισχυρίζοντο ότι είναι δίκαιοι.—Ιωάν. 3:19, 20.
Οι μαθηταί του Ιησού Χριστού καλούνται να κάνουν ό,τι έκαμε κι εκείνος. Όχι μόνον πρέπει να διάγουν μια ζωή σε αρμονία με το θέλημα του Θεού, αλλά και συνεχώς να επιδίδωνται στο να βοηθούν τους άλλους να κάνουν το ίδιο. (Ματθ. 28:19-20) Αυτή η ενέργεια ιδιαίτερα τούς φέρνει σε άμεση διαμάχη με εκείνους που προτιμούν τους δικούς των ασεβείς τρόπους. Εκείνοι αντιδρούν βίαια, ζητώντας να σταματήσουν το έργο. Οι δειλοί αντιμετωπίζοντας βίαια εναντίωσι θα σταματήσουν, αλλ’ όχι και οι αληθινοί Χριστιανοί.
Το πνεύμα ή η κυριαρχούσα στάσις των αληθινών Χριστιανών δεν είναι στάσις δειλίας. Αυτοί μπορεί να είναι άτολμοι, συνεσταλμένοι για τον φόβο βλάβης ή και να έχουν ανάγκη ενθαρρύνσεως για ν’ αντανακλούν μεγαλύτερο θάρρος. Αλλά δεν επιτρέπουν κανένα φόβο ή δειλία να τους κάμη να εγκαταλείψουν την εκτέλεσι του Θείου θελήματος, όπως θα έκαναν οι δειλοί. Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος υπενθύμισε στον πιστό συνεργάτη του Τιμόθεο αυτό το θέμα, λέγοντας: «Δεν έδωκεν εις ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού.»—2 Τιμ. 1:7.
Ο Παύλος κατανοούσε πολύ ότι ο Θεός τού είχε δώσει ένα πνεύμα δυνάμεως. Στην επιστολή του προς τους Χριστιανούς των Φιλίππων, έγραψε: «Τα πάντα δύναμαι διά του ενδυναμούντός με Χριστού.» (Φιλιπ. 4:13) Ο Παύλος είχε λάβει δύναμι για ν’ αντιμετωπίση εχθρούς και κινδύνους κάθε είδους και γι’ αυτό δεν συνεστέλλετο από φόβο. Έλαβε δύναμι να υπομείνη σοβαρές δοκιμασίες και διωγμούς.—2 Κορ. 11:23-27· 12:9, 10.
Εκτός από ένα Θεόδοτο πνεύμα δυνάμεως, ένα πνεύμα αγάπης ώθησε τον Παύλο να συνεχίση την πιστή υπηρεσία του. Είχε βαθειά αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό και για τον Κύριο Ιησού Χριστό. Γεμάτος από εκτίμησι για ό,τι είχαν κάμει προς όφελός του, έγραψε τα εξής: «Εγώ είμαι ο ελάχιστος των αποστόλων όστις δεν είμαι άξιος να ονομάζωμαι απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησίαν του Θεού. Αλλά χάριτι Θεού είμαι ό,τι είμαι· και η εις εμέ χάρις αυτού δεν έγεινε ματαία, αλλά περισσότερον αυτών πάντων εκοπίασα· πλην ουχί εγώ, αλλ’ η χάρις του Θεού, η μετ’ εμού.» (1 Κορ. 15:9, 10) Επίσης ο Παύλος είχε μια έντονη αγάπη για τους συνανθρώπους του, περιλαμβανομένων και των συμπατριωτών του, οι οποίοι συχνά ήσαν υπεύθυνοι για τους διωγμούς που του έγιναν. Με καθαρή συνείδησι μπορούσε να λέγη: «Έχω λύπην μεγάλην και αδιάλειπτον οδύνην εν τη καρδία μου. Διότι ηυχόμην αυτός εγώ να είμαι ανάθεμα από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των κατά σάρκα συγγενών μου.»—Ρωμ. 9:2, 3.
Επίσης, ένα πνεύμα σωφροσύνης εβοήθησε τον Παύλο να τηρήση πιστότητα. Ετήρησε μια ισορροπημένη άποψι με κατανόησι ότι το αληθινά ουσιώδες πράγμα ήταν η σχέσις του με τον Ιεχωβά Θεό ως αφοσιωμένου μαθητού του Ιησού Χριστού. (Φιλιππ. 3:8-11) Αυτό τον εμπόδισε από το να ενδίδη σε πιέσεις για να διευκολύνη τον εαυτό του με συμβιβασμούς.
Επειδή ο Παύλος διετήρησε το Θεόδοτο πνεύμα της δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού παρέμεινε επιδοκιμασμένος μαθητής του Ιησού Χριστού. Ήταν βέβαιος για την αμοιβή του, και γι’ αυτό, όταν επρόκειτο ν’ αντιμετωπίση θάνατον, έγραψε στον Τιμόθεο: «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα· του λοιπού μένει εις εμέ ο της δικαιοσύνης στέφανος, τον οποίον ο Κύριος θέλει μοι αποδώσει εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής· και ου μόνον εις εμέ, αλλά και εις πάντας όσοι επιποθούσι την επιφάνειαν αυτού.»—2 Τιμ. 4:7, 8.
Οι δειλοί, όμως, δεν έχουν βάσι για τέτοια εμπιστοσύνη. Πραγματικά, ο Λόγος του Θεού σαφώς τονίζει ότι αυτοί δεν θα έχουν αμοιβή. Είναι μεταξύ εκείνων που θα υποστούν δεύτερον θάνατον, θάνατον από τον οποίον δεν υπάρχει ανάστασις.—Αποκάλ. 21:8.
Είναι ορθό να συμβαίνη αυτό, διότι ο δειλός είναι άπιστος στον Θεό. Όταν βλέπη τους άλλους να υφίστανται παθήματα χάριν της δικαιοσύνης, τρομάζει και εγκαταλείπει την υπηρεσία του Θεού για να διαφύγη πιθανή βλάβη από χέρια ανθρώπων. Αντιμετωπίζοντας μια δοκιμασία ακεραιότητος, θέτει τον εαυτό του με το μέρος του Σατανά ή Διαβόλου δείχνοντας ότι στην περίπτωσί του ο ισχυρισμός του αντιδίκου είναι αληθινός: «Δέρμα υπέρ δέρματος, και πάντα όσα έχει ο άνθρωπος, θέλει δώσει υπέρ της ζωής αυτού.»—Ιώβ 2:4.
Ο δειλός προδίδει πλήρη έλλειψι πίστεως στην ικανότητα του Θεού να εξουδετερώση κάθε βλάβη την οποία ο Σατανάς και τα όργανά του θα μπορούσαν να προξενήσουν. Αν ενδώση στην απειλή του θανάτου, εκδηλώνει έλλειψι πίστεως στην υπόσχεσι του Θεού για την ανάστασι. (Ματθ. 10:28· Εβρ. 11:35) Αν η οικονομική πίεσις τον κάνη να παρακούση στον Θείο νόμο, αποκαλύπτει ότι δεν έχει πίστι στη διαβεβαίωσι του Θεού ότι θα φροντίση για όλους τους δούλους του.—Εβρ. 13:5, 6.
Αν θέλετε να είσθε μεταξύ εκείνων που δεν υποκύπτουν σε τέτοιο δειλό φόβο κάτω από πίεσι, φροντίστε να ενισχύσετε την πίστι σας. Μελετάτε τον Λόγο του Θεού, προσφεύγετε σ’ αυτόν για οδηγίες και καθοδηγία, συναναστρέφεσθε θαρραλέους Χριστιανούς και ενεργώς βοηθείτε τους άλλους να γίνουν μαθηταί του Ιησού. Τότε, όπως ο Παύλος, μπορείτε ν’ αναμένετε την αμοιβή της ζωής που πρόκειται να δοθή, όχι σε δειλούς αλλά σε θαρραλέους Χριστιανούς.