Κεφάλαιον 4
Ο Θεός Εκθέτει τον Σκοπό τον για τον Άνδρα και τη Γυναίκα
1. Είπε ο Θεός στον Αδάμ, στη δημιουργία του, ότι θα εγίνετο πατέρας μιας ανθρωπίνης φυλής;
ΟΤΑΝ ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ βρισκόταν μόνος στον Παράδεισο της Εδέμ με τα κατώτερα μόνον επίγεια πλάσματα ως συντρόφους του, ο Θεός δεν του απεκάλυψε ότι θα εγίνετο πατέρας μιας ανθρώπινης φυλής. Αλλ’ ο Θεός το είχε αυτό υπ’ όψιν. Αυτός ήταν ο σκοπός Του σχετικά με τη γη. Στον ωρισμένο καιρό απεκάλυψε αυτόν τον θείο σκοπό στον άνθρωπο.
2, 3. (α) Πώς εσκόπευε ο Θεός να παραγάγη την ανθρώπινη οικογένεια; (β) Γιατί δεν βρέθηκε κατάλληλος βοηθός γι’ αυτόν μεταξύ των κατωτέρων πλασμάτων;
2 Ο Θεός δεν εσκόπευε να γεμίση τη γη με τον ίδιο τρόπο που είχε γεμίσει τον ουρανό, με άμεση δημιουργία πλασμάτων χωρίς χρήσι του γάμου. Σκοπός του Θεού ήταν να νυμφευθή ο Αδάμ μια κατάλληλη σύντροφο και να γίνη τελικά πατέρας. Η σκέψις του Θεού σ’ αυτό το ζήτημα ανεγράφη στη Γένεσι 2:18, ΜΝΚ, που μας δίνει την εξής πληροφορία: «Και είπε Ιεχωβά ο Θεός, Δεν είναι καλόν να ήναι ο άνθρωπος μόνος· θέλω κάμει εις αυτόν βοηθόν όμοιον με αυτόν.»
3 Ο Θεός είχε δημιουργήσει όλα τα κατώτερα επίγεια πλάσματα πριν από τη δημιουργία του ανθρώπου και ξεχωριστά από τη δημιουργία του ανθρώπου. Αυτά τα πλάσματα, που είναι κατώτερα από τον άνθρωπο, τα ψάρια, τα πτηνά και τα χερσαία ζώα, δεν ήσαν κατά το «είδος» του ανθρώπου. Αυτά μπορούσαν ν’ αναπαράγωνται το καθένα μόνον «κατά το είδος αυτών.» (Γέν. 1:21, 22, 25) Δεν μπορούσαν να συνεργασθούν με τον άνθρωπο να παράγουν το ανθρώπινο είδος. Αυτό φάνηκε καθαρά όταν ο Θεός έφερε τα κατώτερα επίγεια πλάσματα στον Αδάμ για να τα γνωρίση. Το λογικό λοιπόν συμπέρασμα μετά τη γνωριμία του Αδάμ με τον ζωικό κόσμο ήταν αυτό: «Εις δε τον Αδάμ δεν ευρίσκετο βοηθός όμοιος με αυτόν.»—Γένεσις 2:19, 20.
4. Πώς ο Θεός εδημιούργησε «βοηθό» για τον Αδάμ, και πώς αυτός την απεκάλεσε;
4 Ήταν ακόμη η έκτη δημιουργική «ημέρα,» κι έτσι ο Θεός δεν παρεβίαζε καμμιά σαββατιαία διάταξι συνεχίζοντας το έργο τής περαιτέρω γήινης δημιουργίας. Πώς λοιπόν εδημιούργησε βοηθό για τον Αδάμ ως συμπλήρωμά του; Χιλιάδες χρόνια προτού η σύγχρονη ιατρική επιστήμη ανακαλύψη αναισθητικά και αναλγητικά για να γίνωνται οι χειρουργικές επεμβάσεις χωρίς πόνους, ο Θεός έκαμε μια ανώδυνη εγχείρησι στον πρώτο άνθρωπο Αδάμ. «Και επέβαλε Ιεχωβά ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και εκοιμήθη· και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού και έκλεισε με σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Ιεχωβά ο Θεός την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ, Και είπεν ο Αδάμ, Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου· αυτή θέλει ονομασθή ανδρίς [Ισάχ], διότι εκ του ανδρός [ις] αύτη ελήφθη.»—Γένεσις 2:21-23, ΜΝΚ.
5. Πώς επετεύχθη έτσι σαρκική ενότης για όλη την ανθρώπινη οικογένεια;
5 Επειδή ελέχθη στον Αδάμ ότι η πρώτη γυναίκα επλάσθη από μία πλευρά του (με αιμοποιητικά στοιχεία στον μυελό της πλευράς) μπορούσε ορθώς να πη ότι η Εύα ήταν ‘οστούν εκ των οστέων του και σαρξ εκ της σαρκός του.’ Είχε πράγματι κάθε λόγο να την βλέπη σαν ένα μέρος του εαυτού του, επειδή ο Θεός την είχε πλάσει με τη βοήθεια ενός μέρους του σώματός του. Πολύ ορθά μπορούσε να λεχθή χιλιάδες χρόνια αργότερα στο δικαστήριο του Αρείου Πάγου των Αθηνών: «Και έκαμεν [ο Θεός] εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, διά να κατοικώσιν εφ’ όλου του προσώπου της γης.» (Πράξεις 17:26) Έτσι, υπάρχει ενότης σαρκός σ’ όλη την ανθρώπινη οικογένεια, τέτοια που δεν θα υπήρχε, αν ο Θεός είχε δημιουργήσει την πρώτη γυναίκα από χώμα της γης χωριστά από τον πρώτο άνθρωπο Αδάμ.
6. Σύμφωνα με τους λόγους του Θεού, πώς θα επολλαπλασιάζετο η ανθρώπινη οικογένεια;
6 Η θεία αναγραφή, αφού αναφέρει γι’ αυτόν τον γάμο του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός στον Παράδεισο, προχωρεί και λέγει: «Διά τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού και θέλουσιν είσθαι οι δυο εις σάρκα μίαν.» (Γένεσις 2:24) Λόγω του τρόπου με τον οποίον δημιουργήθηκε η γυναίκα, ο Αδάμ και η σύζυγός του ήσαν μία σαρξ προτού ακόμη έλθουν σε σεξουαλική ένωσι. Εν τούτοις οι απόγονοι του Αδάμ και της Εύας έρχονται σε σεξουαλική ένωσι μέσω του γάμου και ειδικά με αυτόν τον τρόπο γίνονται για πρώτη φορά «μία σαρξ.» Με το να αφήση ο νεονυμφευμένος πατέρα και μητέρα και να προσκολληθή στη σύζυγό του αυτό θα εσήμαινε ότι ίδρυε δική του οικογένεια. Με αυτόν τον τρόπο η ανθρώπινη οικογένεια θα εξηπλώνετο.
7. Γιατί ο Αδάμ και η σύζυγός του δεν εντρέποντο βλέποντας ο ένας τον άλλον όπως είχαν πλασθή;
7 Υπήρχε λοιπόν τέλεια αθωότης, αγνότης καρδιάς στον Παράδεισο της Εδέμ. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη δήλωσι που αναγράφεται στη Γένεσι 2:25: «Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί, ο Αδάμ και η γυνή αυτού, και δεν ησχύνοντο.» Είχαν αγαθή συνείδησι προς τον Θεό και μεταξύ τους.
8, 9. (α) Από ποιον λοιπόν δημιουργήθηκε το φύλο και για ποιο σκοπό; (β) Πώς εκείνο που είπε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να κάμουν αποδεικνύει αυτό το γεγονός;
8 Εδώ συνδέεται η περιγραφή της Γενέσεως 1:27 με κατάλληλη χρονολογική σειρά τώρα που έχομε τον άνδρα και την γυναίκα στην παραδεισιακή σκηνή. Αυτή η περιγραφή λέγει: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα εαυτού· κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς.» Όπως ακριβώς προηγουμένως υπήρχαν άρρενα και θήλεα μεταξύ των κατωτέρων χερσαίων πλασμάτων, ώστε αυτά να μπορούν να αναπαράγουν το «είδος» των, έτσι και με τη δημιουργία της γυναικός υπήρχε θήλυ και άρσεν στο ανθρώπινο είδος. Ο Θεός είναι ο δημιουργός των φύλων, αλλά για σκοπούς αναπαραγωγής. Αυτό το ζωτικό γεγονός γίνεται φανερό απ’ αυτό που είπε τότε ο Θεός στον πρώτο άνδρα και στην πρώτη γυναίκα να κάμουν.
9 «Και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης και επί των πετεινών του ουρανού και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.»—Γένεσις 1:28.
10. Σύμφωνα με αυτά, ποια τελική κατάστασι προώρισε ο Θεός για την επιφάνεια της γης;
10 Ο Θεός ευλόγησε τον άνδρα και τη γυναίκα στην αρχή της συζυγικής των ζωής στον Παράδεισο της Εδέμ. Οι σκέψεις του και οι εκφράσεις του ήσαν οι καλύτερες γι’ αυτούς. Με τα λόγια που είπε σ’ αυτούς ο Θεός απεκάλυψε ποιος ήταν ο σκοπός του για το ανθρώπινο γένος και τη γη. Σκοπός του Θεού ήταν να γεμίση αυτή η γη με τους απογόνους αυτού του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός. Όχι μόνο αυτό, αλλά και όλη η γη, στην οποία θα κατοικούσε αυτή η ανθρώπινη οικογένεια, έπρεπε να κυριευθή. Με ποιον σκοπό; Έπρεπε να γίνη ένας Παράδεισος, όπου θα επικρατούσαν οι ίδιες συνθήκες όπως στον Παράδεισο που ήσαν ο άνδρας και η γυναίκα. Αυτό εσήμαινε ότι όλη η γη θα έπρεπε να εξωραϊσθή και να γίνη κατάλληλη για κατοίκησι με την επέκτασι των ορίων του Παραδείσου που εφύτευσε ο Θεός, ώσπου να συναντήση η ανατολή τη δύσι και ο βορράς το νότο—σε όλες τις ηπείρους και τα νησιά των θαλασσών. Δεν επρόκειτο να υπερπληρωθή η Παραδεισιακή γη, αλλά η ανθρώπινη αναπαραγωγή θα συνεχίζετο ωσότου όλη η υποτεταγμένη γη γεμίση άνετα. Οι άνθρωποι δεν θα φόνευαν τα κατώτερα επίγεια πλάσματα, αλλά θα τα είχαν σε υποταγή με μια στοργική εξουσία.
11, 12. (α) Γιατί δεν πρέπει να παραβλέψουμε τον σκοπό του Θεού για τον άνθρωπο και τη γη; (6) Πώς μπορούμε να δώσωμε σκοπό στη ζωή μας, με διαρκή ωφέλεια για τους εαυτούς μας;
11 Όταν ο Θεός τούς ευλόγησε και τους παρήγγειλε τι να κάμουν, συνέλαβαν ο Αδάμ και η Εύα την δράσι του μεγαλειώδους σκοπού του Θεού γι’ αυτούς και για την κατοικία τους; Το εννοούμε εμείς σήμερα; Κατανοούμε εμείς σήμερα τον αρχικό σκοπό του Θεού, του Δημιουργού, σχετικά με τον άνδρα και τη γυναίκα και την κατοικία μας τη γη; Ο σκοπός του Θεού εκτίθεται πολύ απλά και δεν είναι δύσκολο για ένα ειλικρινές άτομο να τον καταλάβη.
12 Αν εμείς τον καταλαβαίνωμε, τότε δεν πρέπει να τον χάσωμε από τα μάτια μας, διότι τότε θα περιέλθωμε σε θρησκευτική σύγχυσι και πλάνη. Η ύπαρξις του ανθρώπου στη γη δεν ήταν τυχαία, δεν επρόκειτο να είναι άσκοπη. Ο Θεός έθεσε τον άνδρα και τη γυναίκα στη γη για ένα σκοπό και αυτόν τον σκοπό τον απεκάλυψε στους πρώτους ανθρώπινους γονείς μας. Αφού ο Αδάμ και η σύζυγός του, την οποίαν εκάλεσε Εύα, πληροφορήθηκαν και έλαβαν την εντολή του, αποτελούσε έντιμο και ευλογητό προνόμιό τους να κάμουν το σκοπό του Θεού σκοπό της ζωής των. Αυτό θα απαιτούσε την υπακοή τους στον Θεό. Ακολούθως, η υπακοή θα είχε ως αποτέλεσμα ζωή αιώνιο με τέλεια ευτυχία σε μια Παραδεισιακή γη για τον ευπειθή Αδάμ και Εύα και για όλους τους ευπειθείς απογόνους των σε όλα τα πέρατα της υποτεταγμένης γης. Έτσι η ζωή του Αδάμ και της Εύας απέκτησε ένα σκοπό και μπορεί και για μας ν’ αποκτήση σκοπό σύμφωνα με τον αλάνθαστο σκοπό του Θεού.
13. Γιατί δεν θα εγίνετο σφαγή ζώων στον Παράδεισο, ούτε θα υπήρχε φόβος ελλείψεως τροφίμων σε μια πλήρη γη;
13 Ο Θεός δεν έδωσε στον Αδάμ και την Εύα καμμιά αιτία για φόβο ελλείψεως τροφής, όταν η ανθρώπινη οικογένεια ‘θα επληθύνετο.’ Σαν στοργικός Πατέρας θα φρόντιζε ώστε η γη, που τελικά θα ήταν γεμάτη από τους ανθρώπινους γυιους του και τις θυγατέρες του, να παράγη αρκετή τροφή. Δεν ήταν ανάγκη να φονεύουν στον Παράδεισο. Ο Θεός μίλησε γι’ αυτό, διότι διαβάζομε: «Και είπεν ο Θεός, ιδού, σας έδωκα πάντα χόρτον κάμνοντα σπόρον, όστις είναι επί του προσώπου πάσης της γης, και παν δένδρον, το οποίον έχει εν εαυτώ καρπόν δένδρου κάμνοντος σπόρον· ταύτα θέλουσιν είσθαι εις εσάς προς τροφήν και εις πάντα τα ζώα της γης και εις πάντα τα πετεινά του ουρανού και εις παν ερπετόν έρπον επί της γης και έχον εν εαυτώ ψυχήν ζώσαν, έδωκα πάντα χλωρόν χόρτον εις τροφήν. Και έγεινεν ούτω.»—Γένεσις 1:29, 30.
14. (α) Εκτός απ’ αυτή τη γενική δήλωσι του Θεού για την τροφή, ποια απαγόρευσις βρώσεως τροφής υπήρχε ακόμη; (β) Με τι έπρεπε να ζουν ο Αδάμ και η Εύα, εκτός από την υλική τροφή;
14 Αυτό ήταν μόνο μια γενική δήλωσις για το τι επρόκειτο να τρώγη το ανθρώπινο γένος, μια δήλωσις που άκουσαν από τον Θεό ο Αδάμ και η Εύα. Έλεγε για «παν δένδρον το οποίον έχει εν εαυτώ καρπόν δένδρου κάμνοντος σπόρον.» Δεν ήταν ο καιρός ν’ αναφερθούν εδώ λεπτομέρειες, διότι για την απαγόρευσι της βρώσεως από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού είχε ειδοποιήσει προηγουμένως ο Θεός. (Γένεσις 2:16, 17) Τουλάχιστον για εκείνον τον καιρό, ο καρπός του απαγορευμένου δένδρου δεν επρόκειτο να χρησιμεύση ως τροφή για τον Αδάμ και την Εύα. Οπωσδήποτε, υπήρχε αφθονία τροφής για τη συντήρησι της ζωής των χωρίς να χρειασθή να φάγουν και από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού. Ωστόσο, παρ’ όλη την αφθονία κάθε είδους τροφής στον Παράδεισο, στην περίπτωσι του Αδάμ και της Εύας αλήθευε το ίδιο που αλήθευε και στον εκλεκτό λαό του Ιεχωβά μετά από 2.000 χρόνια και πλέον, ότι «ο άνθρωπος δεν ζη με μόνον άρτον, αλλ’ ο άνθρωπος ζη με πάντα λόγον εξερχόμενον εκ του στόματος του Ιεχωβά.» (Δευτερονόμιον 8:3 ΜΝΚ) Αν ο Αδάμ και η Εύα εφύλατταν την εντολή που τους είχε δώσει ο Ιεχωβά Θεός, θα ζούσαν για πάντα με την οικογένεια τους σ’ έναν παγγήινο Παράδεισο.
ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ‘ΗΜΕΡΑΣ’
15. Στο τέλος της έκτης δημιουργικής ‘ημέρας,’ πώς εφάνη εις τον Θεό η γήινη δημιουργία;
15 Έτσι, στον ωρισμένο καιρό του Θεού επικρατούσαν στη γη οι συνθήκες που έχουν περιγραφή πιο πάνω, με θαυμάσιες προοπτικές για το μέλλον σύμφωνα με το θείο σκοπό. Τι αισθανόμεθα όταν βλέπωμε τη γη που τώρα είναι γεμάτη με ανθρώπους και ζώα και όταν βλέπωμε τον ήλιο γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η γη, και τη σελήνη να κινήται γύρω από τη γη; Η εντύπωσίς μας δεν πρέπει να διαφέρη απ’ εκείνη του Θεού, σχετικά με την οποία διαβάζομε τα εξής: «Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν. Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωί, ημέρα έκτη.»—Γένεσις 1:31.
16. Ποια πρέπει να ήταν η αντίδρασις των ‘άστρων της αυγής’ και των ‘υιών του Θεού’ όταν είδαν τη γη στο τέλος της έκτης ‘ημέρας;’
16 Ο Ιεχωβά, σαν Θεός μ’ ένα προοδευτικό σκοπό, προχωρούσε μ’ έναν εύτακτο τρόπο, σταδιακά. Και όμως τι λογική ήταν η πρόοδος εκ μέρους Του! Όταν ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα και τους ευλόγησε τελείωσε η έκτη δημιουργική του «ημέρα» σχετικά με την προετοιμασία της γης ως κατοικίας για τα επίγεια τέκνα του. Αν στη θεμελίωσι απλώς της γης «τα άστρα της αυγής έψαλλον ομού και πάντες οι υιοί του Θεού ηλάλαζον,» τι εκφράσεις θαυμασμού και επαίνου θα πρέπει αυτοί οι ουράνιοι «υιοί του Θεού» να είχαν κάμει στο τέλος της έκτης δημιουργικής ‘ημέρας’ όταν είδαν τη γη πλήρως προετοιμασμένη κι ένα τέλειο ανθρώπινο ζεύγος να κατοική σ’ αυτή!—Ιώβ 38:7· Γένεσις 1:28.
17. Λόγω της αποπερατώσεως των έργων του Θεού μέχρι το τέλος της ‘πρωίας’ της έκτης ‘ημέρας,’ ποιο ερώτημα εγείρεται για τον αριθμό των δημιουργικών ‘ημερών’;
17 Το «πρωί» αυτής της έκτης δημιουργικής ‘ημέρας’ τελείωσε με ένδοξη αποπεράτωσι των έργων του Θεού. Θα τελείωνε ο κύκλος των δημιουργικών ‘ημερών’ με την έκτη «ημέρα;» Η έκτη «ημέρα» τελείωσε μόλις τοποθετήθηκε το θεμέλιο με τον Αδάμ και την Εύα για την κατοίκησι ολόκληρης της γης. Θα ακολουθούσε άλλη μια δημιουργική «ημέρα,» μια εβδόμη «ημέρα,» και όταν θα τελείωνε το «πρωί» αυτής της δημιουργικής ‘ημέρας’ θα ήταν όλη η γη γεμάτη από μια ανθρώπινη οικογένεια και θ’ αποτελούσε ένα μοναδικό Παράδεισο;
Η «ΕΣΠΕΡΑ» ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ‘ΗΜΕΡΑΣ’ ΑΡΧΙΖΕΙ, ΠΕΡΙΠΟΥ 4.026 Π.Χ.
18. Λογικά, με ποιο σκοπό υπ’ όψι έπρεπε να υπάρξη άλλη μια δημιουργική ‘ημέρα’;
18 Ο σκοπός του Θεού σχετικά με τη γη δεν πραγματοποιήθηκε τελείως με το τέλος της έκτης δημιουργικής ‘ημέρας.’ Παρέμεινε το ερώτημα, Θα μπορούσε ο Θεός να περάτωση επιτυχώς αυτόν τον σκοπό, ιδιαίτερα τώρα που είχε να κάμη με ανθρώπους που είχαν τη δύναμι της προσωπικής θελήσεως και τους οποίους άφησε ελευθέρους να εκλέξουν την επίγεια πορεία τους, είτε σύμφωνα με τον σκοπό του Θεού είτε αντίθετα μ’ αυτόν; Λογικά, λοιπόν, θα έπρεπε να υπάρξη άλλη μια δημιουργική «ημέρα,» μια εβδόμη « ημέρα,» στη διάρκεια της οποίας να κατοικηθή η γη από τέλειους ανθρώπους, οι οποίοι θα συγκατοικούσαν με αγάπη και ειρήνη και όλοι θα μιλούσαν την ίδια γλώσσα σ’ έναν παγγήινο Παράδεισο. Το τέλος αυτής της δημιουργικής ‘ημέρας’ θα μπορούσε να παραστή μάρτυς της θριαμβευτικής εκπληρώσεως του σκοπού του Θεού για τη δικαίωσι Αυτού ως Δημιουργού και Κυριάρχου του Σύμπαντος.
19. (α) Γιατί η εβδόμη ημέρα έπρεπε να ονομασθή ‘δημιουργική’ ημέρα; (β) Τι έκαμε ο Θεός εν σχέσει μ’ αυτή την ‘εβδόμη ημέρα’;
19 Ο Θεός έκαμε γνωστό τι περιελάμβανε ο σκοπός του. Αυτός ο σκοπός απαιτούσε μια εβδόμη δημιουργική «ημέρα.» Το ότι αυτή την «ημέρα» την ονομάζομε «δημιουργική» ημέρα, δεν σημαίνει ότι ο Θεός συνέχισε τη δημιουργία επιγείων πραγμάτων την εβδόμη δημιουργική «ημέρα,» αλλ’ ότι αυτή η «ημέρα» ήταν αχώριστα συνδεδεμένη με τις προηγούμενες έξη δημιουργικές ‘ημέρες’ και ότι είχε την ίδια χρονική διάρκεια με τις προηγούμενες εκείνες ‘ημέρες.’ Τι λέγει ο ίδιος ο Λόγος του Θεού γι’ αυτό;
«Και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πάσα η στρατιά αυτών. Και είχε συντετελεσμένα ο Θεός εν τη ημέρα τη εβδόμη τα έργα αυτού, τα οποία έκαμε· και ανεπαύθη την ημέραν την εβδόμην από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκαμε. Και ευλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν διότι εν αυτή ανεπαύθη από πάντων των έργων αυτού, τα οποία έκτισε και έκαμεν ο Θεός.»—Γένεσις 2:1-3.
20. Πώς μπορούμε να προσδιορίσωμε αν η Γένεσις 2:1-3 ανεφέρετο σε μια εικοσιτετράωρη ημέρα ή σε μια δημιουργική περίοδο που διαρκεί ακόμη;
20 Ας μη παραβλέπωμε το γεγονός ότι αυτή η αφήγησις της εβδόμης δημιουργικής ‘ημέρας’ δεν τερματίζεται με τα λόγια που λέγουν οριστικά ότι η ιδιαίτερη δημιουργική «ημέρα» με μια εσπέρα κι ένα πρωί τελείωσε. Το εδάφιο Γένεσις 2:3 δεν προσθέτει τις λέξεις: «Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωί, ημέρα εβδόμη.» Η παράλειψις των τελικών αυτών λέξεων δείχνει ότι η εβδόμη δημιουργική «ημέρα» δεν είχε τελειώσει ακόμη όταν ο προφήτης Μωυσής τελείωσε τη συγγραφή της Πεντάτευχου, δηλαδή των πρώτων «πέντε βιβλίων» της Αγίας Γραφής, στο έτος 2.553 από τη Δημιουργία του Κόσμου, δηλαδή στο έτος 1473 π.Χ. Και αργότερα, ο ψαλμωδός Δαβίδ ομιλεί για είσοδο στην ανάπαυσι του Θεού, στον Ψαλμό 95 εδάφια 7-11, δηλαδή στο έτος 2.989 από τη Δημιουργία του Κόσμου η 1.037 π.Χ. Αυτό δείχνει ότι τα εδάφια Γένεσις 2:1-3, μιλώντας για την ημέρα αναπαύσεως του Θεού, δεν εννοούσαν μια εικοσιτετράωρη «ημέρα,» αλλά μια δημιουργική «ημέρα» του ιδίου μήκους με κάθε προηγούμενη δημιουργική «ημέρα.» Αυτή λοιπόν η «εβδόμη» δημιουργική «ημέρα» δεν τελείωσε ακόμη.
21. Ποια κατάστασις της γης δείχνει ότι η ανθρωπότης γενικά δεν έχει εισέλθει στο σάββατο της ‘εβδόμης ημέρας’ του Θεού;
21 Επομένως δεν είδαμε ακόμη τον Παράδεισο της Εδέμ να επεκτείνεται σε όλη τη γήινη σφαίρα μας και να κατοικήται παντού από μια τέλεια ανθρώπινη οικογένεια που να μην πεθαίνη. Αντιθέτως, βλέπομε ότι τα ζώα, τα πτηνά και τα ψάρια φονεύονται και ότι οι υπερδυνάμεις του κόσμου, εφωδιασμένες με πυρηνικές βόμβες και άλλα όπλα μαζικής καταστροφής απειλούν να εξοντώσουν όλη την ανθρωπότητα και να κάμουν τη γήινη σφαίρα μια ακατοίκητη έρημο. Βέβαια, το ανθρώπινο γένος συνολικά, ακόμη και οι θρησκευτικές εκείνες οργανώσεις που ισχυρίζονται ότι λατρεύουν τον Θεό της Αγίας Γραφής, δεν έχουν εισέλθει στην ανάπαυσι του Θεού, τηρώντας τη δημιουργική του «εβδόμη ημέρα.» Και τώρα έχουν περάσει σχεδόν έξη χιλιάδες χρόνια από τη δημιουργία του ανθρώπου!
22. Πώς το επόμενο εδάφιο (Γένεσις 2:4) αποδεικνύει ότι ο Θεός δεν ομιλεί για μια εικοσιτετράωρη ημέρα;
22 Το γεγονός ότι η αφήγησις της Γενέσεως 2:1-3 δεν εννοεί την ‘εβδόμη ημέρα’ σαν μια εικοσιτετράωρη ημέρα, φαίνεται καθαρά από τη χρήσι της λέξεως «ημέρα» στο αμέσως επόμενο εδάφιο. Εκεί, στη Γένεσι 2:4, είναι γραμμένο: «Αύτη είναι η γένεσις του ουρανού και της γης, ΟΤΕ εκτίσθησαν αυτά, καθ’ ην ΗΜΕΡΑΝ εποίησεν ο Ιεχωβά Θεός γην και ουρανόν.» Αυτή η «ημέρα» περιελάμβανε έξη δημιουργικές ‘ημέρες’ που περιγράφονται στη Γένεσι, κεφάλαιον πρώτον.
23, 24. (α) Τι δείχνει ότι η πραγματοποίησις του θείου σκοπού στο τέλος της ‘εβδόμης ημέρας’ είναι ακόμη εμπρός μας; (β) Γιατί δεν πρέπει να αποθαρρυνώμεθα που πιστεύομε στην εκπλήρωσι του μεγαλοπρεπούς σκοπού του Θεού;
23 Από την κατάστασι που βρίσκεται η ανθρωπότης σ’ αυτόν τον εικοστό αιώνα μ.Χ., τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφές από το ότι η πραγματοποίησις του σκοπού του Θεού στο τέλος της δημιουργικής ‘ημέρας’ είναι ακόμη εμπρός μας. Στην αρχή αυτής της ‘εβδόμης ημέρας’ πριν από 6.000 χρόνια σχεδόν, «ευλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν.» Σύμφωνα με την ιστορία της ανθρωπότητος, στη διάρκεια των περασμένων έξη χιλιάδων ετών δεν υπήρξε καμμιά ευλογημένη ημέρα για όλο το ανθρώπινο γένος. Φαίνεται σαν η ευλογία του Θεού γι’ αυτή την εβδόμη «ημέρα» πολύ λίγο να ωφέλησε την ανθρωπότητα.
24 Μολονότι ο Θεός ηγίασε, ή έκαμε ιερή αυτή την ημέρα, πολύ λίγοι άνθρωποι στον κόσμο την θεωρούν ως ιερή και αγία και πολύ λίγοι εισήλθαν στην ανάπαυσι του Θεού με μια πνευματική έννοια. Ο Θεός βέβαια θα αποδείξη στο τέλος της εβδόμης δημιουργικής ‘ημέρας’ ότι η ευλογία του είχε πραγματική αξία για το ανθρώπινο γένος. Θα δείξη ότι αυτή η «εβδόμη ημέρα» ήταν πραγματικά ιερή, αγία και ότι η «ανάπαυσίς» του, όσον αφορά τη βεβαιότητα της εκπληρώσεως του σκοπού του, δεν έχει διαταραχθή. Παρά την αποχή του από έργα γήινης δημιουργίας στο τέλος της έκτης δημιουργικής ‘ημέρας,’ ο σκοπός του έχει προχωρήσει και ακόμη προχωρεί προς τη θριαμβευτική του πραγματοποίηση. Επομένως, δεν είναι ανάγκη ν’ αποθαρρύνωνται εκείνοι οι οποίοι, όπως ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός, έχουν πίστι στην τελική πραγματοποίησι του μεγαλειώδους σκοπού του.