Γιατί Μπορείτε να Πιστεύετε σε Ανάστασι
ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ανθρώπων σήμερα δεν πιστεύουν σε ανάστασι. Μερικοί μάλιστα και καυχώνται που δεν είναι σαν τους άλλους οι οποίοι, κατά την αντίληψί τους, είναι τόσο εύπιστοι ώστε να πιστεύουν σε κάτι που είναι τόσο παρατραβηγμένο όσο η ανάστασις των νεκρών σε ζωή. Αλλά μήπως η απιστία των τους διευκολύνει περισσότερο ν’ αντιμετωπίσουν την άποψι του θανάτου; Μήπως αυτό τους κάνει να λυπούνται λιγώτερο όταν πεθαίνουν οι προσφιλείς των; Δεν θα ήσαν αυτοί σε καλύτερη κατάστασι αν είχαν τη θετική ελπίδα ότι θα ξαναζήσουν και θα δουν τους προσφιλείς νεκρούς των να επανέρχωνται σε ζωή; Είναι δυνατή μια τέτοια θετική ελπίδα;
Για κείνον που πιστεύει ότι ο Θεός υπάρχει, η πίστις σε ανάστασι δεν είναι δύσκολη. Είναι λογικό να συμπεράνη ότι Εκείνος που αρχικά έδωσε ξεκίνημα στην ανθρώπινη ζωή είναι και αρκετά σοφός ώστε να επαναφέρη τους νεκρούς σε ζωή, να αναδημιουργήση τους νεκρούς ανθρώπους. Αυτός, ο Ιεχωβά Θεός, υποσχέθηκε ανάστασι ή αναδημιουργία και έδωσε διαβεβαίωσι ότι οι υποσχέσεις του είναι αξιόπιστες.
Πριν από αιώνες, στην περίπτωσι του Αβραάμ και της Σάρρας ο Ιεχωβά Θεός έκαμε ένα θαύμα που μπορεί να παραβληθή με ανάστασι. Όλη η ανθρώπινη δυνατότης δεν θα μπορούσε να κάμη τη Σάρρα να γεννήση παιδί, διότι σ’ αυτήν είχαν παύσει τα γυναικεία. (Γεν. 18:11) Και ο Αβραάμ ήταν περίπου σαν νεκρός με την έννοια ότι δεν μπορούσε να τεκνοποιήση. Εν τούτοις έγινε το ανθρωπίνως αδύνατο. Ο Ιεχωβά Θεός εζωογόνησε τις αναπαραγωγικές δυνάμεις του Αβραάμ και της Σάρρας, διαφυλάττοντας έτσι την οικογενειακή γραμμή του Αβραάμ μέσω της αγαπητής του συζύγου Σάρρας. Σχετικά μ’ αυτό το θαύμα, η θεόπνευστη επιστολή προς Εβραίους λέγει: «Διά πίστεως και αυτή η Σάρρα έλαβε δύναμιν εις το να συλλάβη σπέρμα, και παρά καιρόν ηλικίας εγέννησεν, επειδή εστοχάσθη πιστόν τον υποσχεθέντα. Διά τούτο και εξ ενός, μάλιστα νενεκρωμένου, εγεννήθησαν, καθώς τα άστρα του ουρανού κατά το πλήθος, και ως η άμμος η παρά το χείλος της θαλάσσης ήτις δεν δύναται να αριθμηθή.»—Εβρ. 11:11, 12.
Όσο καταπληκτική και αν ήταν η αναζωογόνησις των παραγωγικών δυνάμεων του Αβραάμ και της Σάρρας, ο Ιεχωβά Θεός έκαμε και άλλα θαύματα που αποτελούν παραδείγματα ενισχυτικά της πίστεως στη δύναμί του να κάμη ανάστασι. Αυτός έδωσε τη δύναμι σε μερικούς από τους αφοσιωμένους δούλους του να κάμουν πραγματικές αναστάσεις. Ο προφήτης Ηλίας ανέστησε τον μοναχογυιό μιας χήρας στα Σαρεπτά. (1 Βασ. 17:21-23) Ο διάδοχός του προφήτης Ελισσαιέ ανέστησε τον μοναχογυιό μιας εξεχούσης φιλόξενης γυναίκας στη Σουνάμ. (2 Βασ. 4:8, 32-37) Ο Ιησούς Χριστός ανέστησε τη θυγατέρα του Ιαείρου, ενός αρχισυναγώγου· τον μοναχογυιό μιας χήρας στη Ναΐν, και τον αγαπητό του φίλο Λάζαρο, που ήταν νεκρός τέσσερις μέρες. (Μάρκ. 5:22, 35, 41-43· Λουκ. 7:11-17· Ιωάν. 11:38-45) Στην Ιόππη, ο απόστολος Πέτρος ανέστησε τη Δορκάδα (Ταβιθά) από τους νεκρούς. (Πράξ. 9:36-42) Και ο απόστολος Παύλος ανέστησε τον Εύτυχο ύστερ’ από ένα μοιραίο ατύχημα.—Πράξ. 20:7-12.
Αλλά η πιο αξιοσημείωτη ανάστασις από όλες ήταν η ανάστασις του Ιησού Χριστού. Η ανάστασις εκείνη έδωσε την ισχυρότερη απόδειξι ότι θα υπάρξη ανάστασις των νεκρών. Όπως είχε πει ο απόστολος Παύλος σ’ εκείνους που ήσαν συγκεντρωμένοι στον Άρειο Πάγο των Αθηνών: «[Ο Θεός] προσδιώρισεν ημέραν, εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη δι’ ανδρός τον οποίον διώρισε, και έδωκεν εις πάντας βεβαίωσιν περί τούτου, αναστήσας αυτόν εκ νεκρών.»—Πράξ. 17:31.
Η ανάστασις του Κυρίου Ιησού Χριστού επιβεβαιώθηκε ιστορικώς από πολλούς αυτόπτας μάρτυρας. Σε μια περίπτωσι ο Χριστός εμφανίσθηκε σε περισσοτέρους από 500 μαθητάς, πολλοί από τους οποίους ζούσαν ακόμη όταν ο απόστολος Παύλος έγραψε την πρώτη του επιστολή προς Κορινθίους. Η ανάστασις του Ιησού ήταν τόσο καλά διαπιστωμένη ώστε ο Παύλος μπορούσε να γράψη σ’ αυτή την επιστολή: «Εάν ανάστασις νεκρών δεν ήναι, ουδ’ ο Χριστός ανέστη· και αν ο Χριστός δεν ανέστη, μάταιον άρα είναι το κήρυγμα ημών ματαία δε και η πίστις σας· ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, διότι εμαρτυρήσαμεν περί του Θεού, ότι ανέστησε τον Χριστόν· τον οποίον δεν ανέστησεν, εάν καθ’ υπόθεσιν δεν ανασταίνωνται νεκροί.»—1 Κορ. 15:13-15.
Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος, όπως και ο απόστολος Παύλος, εγνώριζαν με βεβαιότητα ότι ο Ιησούς είχε αναστηθή. Ήσαν πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουν δεινοπαθήματα κάθε είδους, και θάνατον ακόμη, με την πλήρη βεβαιότητα ότι θ’ ανταμείβονταν στην ανάστασι.
ΤΙ ΘΑ ΑΝΑΣΤΗΘΗ;
Η ανάστασις του Ιησού Χριστού αποκαλύπτει ότι η έγερσις εκ νεκρών δεν σημαίνει την επαναφορά σε ζωή του ιδίου σώματος. Ο Ιησούς δεν αναστήθηκε σε ανθρώπινη ζωή αλλά σε πνευματική ζωή. Η επιστολή 1 Πέτρ. 3:18 μας λέγει: «Επειδή και ο Χριστός άπαξ έπαθε διά τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, διά να φέρη ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε διά του πνεύματος.» Ο Ιησούς στην ανάστασί του έλαβε ένα σώμα όχι από σάρκα και αίμα, αλλά σώμα κατάλληλο για ουράνια ζωή.—1 Κορ. 15:40, 44-50.
Ο Ιησούς Χριστός, για να γίνη ορατός από τους μαθητάς του μετά την ανάστασί του, πήρε σώμα μαζί με κατάλληλο ιματισμό, ακριβώς όπως είχαν κάμει οι άγγελοι παλαιότερα όταν εμφανίσθηκαν σε ανθρώπους. Αυτό εξηγεί γιατί οι μαθηταί του Ιησού δεν τον ανεγνώριζαν πάντοτε αμέσως και γιατί ο Ιησούς μπορούσε να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται αιφνιδίως. (Λουκ. 24:15-31· Ιωάν. 20:13-16, 26) Ας ενθυμούμεθα επίσης ότι ο Ιησούς δεν ενταφιάσθηκε με ιματισμό αλλά είχε περιτυλιχθή με λεπτούς λινούς επιδέσμους. Μετά την ανάστασί του οι επίδεσμοι παρέμειναν μέσα στον τάφο. Όπως λοιπόν ο Ιησούς έπρεπε να κάμη πραγματικό ιματισμό, έτσι πήρε επίσης και σάρκα για να καταστήση τον εαυτό του ορατό στους μαθητάς.—Λουκ. 23:53· Ιωάν. 19:40· 20:6, 7.
Αυτό μπορεί να δώση αφορμή σε ερωτήματα, Τι θα γίνη μ’ εκείνους οι οποίοι, ανόμοια με τον Ιησού Χριστό, θ’ αναστηθούν σε επίγεια ζωή; Θα είναι τα σώματά των ακριβώς όμοια μ’ εκείνα με τα οποία ήσαν κατά τη στιγμή του θανάτου; Όχι, αυτό δεν θα ήταν λογικό, διότι θα εσήμαινε ότι αυτοί θα επανεφέροντο σε ζωή σε μια κατάστασι που λίγο απέχει από τον θάνατο. Εκείνοι που είχαν αναστηθή στο παρελθόν, δεν επαναφέρθηκαν στην ασθενική εκείνη κατάστασι που τους είχε οδηγήσει στον Θάνατο. Μολονότι αυτοί δεν ήσαν τέλειοι τότε που αναστήθηκαν, εν τούτοις είχαν ένα πλήρες και υγιές σώμα.
Προφανώς το ίδιο σώμα, από τα ίδια ακριβώς άτομα, δεν θα μπορούσε ν’ αποκατασταθή σε ζωή. Με την πρόοδο της αποσυνθέσεως το ανθρώπινο σώμα μετατρέπεται και πάλι σε οργανικά χημικά στοιχεία που μπορούν ν’ απορροφηθούν από τη βλάστησι των φυτών. Οι άνθρωποι μπορεί να τρώγουν αυτή τη βλάστησι. Ως αποτέλεσμα τούτου, τα στοιχεία που αποτελούσαν το αρχικό πρόσωπο μπορούν να μεταδοθούν σε άλλους ανθρώπους. Προφανώς τα ίδια άτομα που αποτελούσαν το σώμα δεν μπορούν να είναι στο αρχικό πρόσωπο και σε όλα τ’ άλλα στον καιρό της αναστάσεως.
Αλλ’ ο Ιεχωβά Θεός μπορεί ν’ αναπλάση το ίδιο πρόσωπο στην ανάστασι. Είμεθα αυτό που είμεθα εξαιτίας της προσωπικότητός μας, των πειρών μας και της διανοητικής μας αναπτύξεως, όχι εξαιτίας της φυσικής ουσίας που αποτελεί τα σώματά μας. Πριν από επτά χρόνια περίπου τα μόρια που συνέθεταν το σώμα σας ήσαν διαφορετικά από εκείνα που είναι σήμερα. Εκείνα έχουν αντικατασταθή. Επομένως η βαθμιαία αλλαγή που πραγματοποιείται σε επτά περίπου χρόνια της ζωής σας μπορεί να γίνη μέσα σε μια στιγμή στην ανάστασι.
Μολονότι αυτό μπορεί να φανή σχεδόν απίστευτο, ωστόσο δεν διαφέρει πολύ από εκείνο που λαμβάνει χώρα στον καιρό της ανθρωπίνης συλλήψεως. Το μικροσκοπικό κύτταρο που σχηματίζεται με την ένωσι του σπέρματος και του ωαρίου έχει τη δυνατότητα να γίνη ένα πρόσωπο διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έζησε ποτέ. Μέσα σ’ αυτό το κύτταρο υπάρχει πράγματι ένα πρότυπο του τι θα μοιάζη το άτομο που θ’ αναπτυχθή απ’ αυτό. Αυτό το πρότυπο γίνεται μέρος του σώματος του ανθρώπου που αναπτύσσεται. Δεν είναι λοιπόν λογικό ότι ο Δημιουργός του ανθρώπου μπορεί ν’ αναστήση ή ν’ αναδημιουργήση ένα σώμα με την προσωπικότητα και με το ιστορικό της ζωής του νεκρού ανθρώπου;
Έτσι λοιπόν, η ανάστασις ή η αναδημιουργία πραγματικά εξαρτάται από τη μνήμη που έχει ο θεός για το πρότυπο της ζωής των ανθρώπων. Μπορούμε να έχωμε εμπιστοσύνη στη μνήμη αυτή. Ακόμη και ατελείς άνθρωποι μπορούν να διατηρήσουν και ν’ αναπαραστήσουν ορατές και ακουστές σκηνές διά της οπτικής ταινίας. Πόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότης του Θεού να τηρή αρχεία, διότι αυτός καλεί ονομαστικώς τ’ αναρίθμητα άστρα! (Ψαλμ. 147:4) Επειδή ενθυμείται πλήρως τα πρότυπα της ζωής και ο σκοπός του είναι ν’ αναστήση τους νεκρούς, ο Ιεχωβά Θεός θα μπορούσε να θεωρήση τους πιστούς ανθρώπους, όπως ήταν ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, ωσάν να είναι ζώντες.—Λουκ. 20:37, 38.
Αληθινά υπάρχουν άφθονοι λόγοι για να πιστεύωμε στην ανάστασι ή αναδημιουργία των νεκρών. Η πίστις στην ανάστασι βασίζεται στις αξιόπιστες υποσχέσεις του Θεού, σε ιστορικώς επιβεβαιωμένες αναστάσεις του παρελθόντος και στην εμπιστοσύνη στην ικανότητα του Θεού να διατηρήση και αναπλάση τελείως πρότυπα ζωής.