Τι Χρειάζεται για να Γίνετε Ευτυχής;
«Ευτυχείς είναι εκείνοι που έχουν συναίσθησιν της πνευματικής των ανάγκης.»—Ματθ. 5:3, ΜΝΚ.
1, 2. Τι καθορίζει τις απαιτήσεις ενός πλάσματος για ευτυχία;
ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ για να γίνη το χώμα ευτυχισμένο; Τίποτε, διότι το χώμα δεν έχει τη δύναμι να αισθανθή κάτι. Αλλά τι θα πούμε αν ο Δημιουργός πάρη αυτό το χώμα και κάμη έναν ζωντανό οργανισμό; Τότε τι χρειάζεται για να γίνη αυτός ευτυχής; Εξαρτάται από το τι ο Θεός έκαμε από αυτό το χώμα. Αν έκανε έναν μονοκύτταρο οργανισμό, δεν θα εχρειάζοντο πάρα πολλά. Λίγο οξυγόνο, λίγη υγρασία, λίγη τροφή, και οι ανάγκες του οργανισμού θα μπορούσαν πλήρως να ικανοποιηθούν.
2 Αλλά τι θα συνέβαινε αν ο Ιεχωβά έπαιρνε αυτό το χώμα και έκανε έναν άνθρωπο απ’ αυτό; Τι θα εχρειάζετο για να γίνη ο άνθρωπος ευτυχής; Θα εχρειάζετο λίγος αέρας και νερό και τροφή, αλλά θα εχρειάζοντο και πολύ περισσότερα απ’ αυτά. Ο άνθρωπος είναι πιο περίπλοκος από έναν μονοκύτταρο οργανισμό και οι ανάγκες του είναι πολύ μεγαλύτερες. Ο Θεός τον έκαμε με ωρισμένες ορέξεις και αν πρόκειται να είναι ευτυχής, οι ορέξεις αυτές πρέπει να ικανοποιηθούν. Ο άνθρωπος κατασκευάζει αυτοκίνητα για να τρέχουν με βενζίνη, η οποία χρειάζεται αέρα αναμεμιγμένον μαζί της και ένα σπινθήρα για να την ανάψη. Ικανοποιήστε αυτές τις ανάγκες και ο κινητήρ θα τεθή σε ενέργεια· αφήστε να πάη νερό στη βενζίνη και η μηχανή θα βγάλη ένα συγκεχυμένο ήχο και θα μείνη ακίνητη. Ομοίως, ο Θεός έκαμε τον άνθρωπο με ανάγκες που πρέπει να ικανοποιηθούν, αν ο άνθρωπος πρόκειται να λειτουργή ευτυχισμένα. Χρειάζεται κάτι περισσότερο από αέρα και νερό και τροφή. Ο άνθρωπος δεν ζη μόνο με άρτο, μόνο με υλικές προμήθειες.
3. Γιατί οι ανάγκες του ανθρώπου είναι μεγαλύτερες από τις ανάγκες άλλων γηίνων πλασμάτων;
3 Ο Θεός δεν έκαμε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσιν κάποιου άλλου γηίνου πλάσματος. Τον έκαμε σύμφωνα μ’ ένα ανώτερο υπόδειγμα. «Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί των κτηνών, και επί πάσης της γης, και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης.» Ο άνθρωπος επλάσθη κατ’ εικόνα Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι είχε τις θεοειδείς ιδιότητες της σοφίας, της δυνάμεως, της δικαιοσύνης και της αγάπης. Εξ αιτίας τούτου ο άνθρωπος είχε ανάγκες που υψώνονται πιο πάνω από τις απλές υλικές προμήθειες, οι οποίες αρκούν για να ικανοποιήσουν τα ψάρια και τα πουλιά και τα άγρια και κατοικίδια ζώα.—Γεν. 1:26.
4. Πώς καταδεικνύεται και πώς ικανοποιείται πιο καλά η πείνα της διανοίας;
4 Το ότι ο Ιεχωβά έδωσε στον άνθρωπο την ιδιότητα της σοφίας δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος άρχισε μ’ ένα κεφάλι παραγεμισμένο με γνώσι. Σημαίνει ότι του εδόθη ένας εγκέφαλος με ικανότητα και πείνα για γνώσι. Η πείνα του εγκεφάλου εκ γενετής καταδεικνύεται από το προσεκτικό ατενές βλέμμα του βρέφους και τα απασχολημένα χέρια του που πάντοτε εκτείνονται για να εγγίσουν και να πάρουν πράγματα στο στόμα του για να τα δοκιμάση περισσότερο. Όταν μπορή να μιλή, οι ερωτήσεις ξεχύνονται από το στόμα του σ’ ένα ατελείωτο ρεύμα, προς θαυμασμόν, υποχώρησι, παροργισμό και εξάντλησι των ενηλίκων. Αλλ’ ο καταιγισμός των ερωτημάτων αποβλέπει στην ικανοποίησι μιας φυσικής περιεργείας και πείνας, αυτή δε η αναζήτησις γνώσεως δεν πρέπει να αποθαρρύνεται στους νέους ή να χάνεται από τους γέρους. Τα νεύρα εισάγουν τα μηνύματά των μέσα στον εγκέφαλο, και ο εγκέφαλος έχει τη δύναμι να τα καταγράφη, να τα ζυγίζη, να τα τακτοποιή, να σκέπτεται αφηρημένα επάνω σ’ αυτά και να φθάνη σε συμπεράσματα γι’ αυτά. Σε μεγάλο βαθμό ζούμε με τις σκέψεις μας, αλλ’ αυτές πρέπει να έρχωνται από κάπου. Όσο πλουσιώτερες είναι οι σκέψεις μας, τόσο πλουσιώτερη είναι η ζωή μας. Οι πιο πλούσιες σκέψεις είναι οι σκέψεις του Ιεχωβά· για να πλουτίσωμε, λοιπόν, όσο το δυνατόν περισσότερο τη ζωή μας, πρέπει να ανερευνήσωμε τη σοφία που βρίσκεται στον λόγο του: «Εάν ζητήσης αυτήν ως αργύριον, και εξερευνήσης αυτήν ως κεκρυμμένους θησαυρούς, τότε θέλεις εννοήσει τον φόβον του Ιεχωβά, και θέλεις ευρεί την επίγνωσιν του Θεού.»—Παροιμ. 2:4, 5, ΜΝΚ.
5. Πώς η ιδιότης της δυνάμεως του ανθρώπου μπορεί να φέρη ευτυχία;
5 Ο Ιεχωβά έκαμε τον άνθρωπο με την ιδιότητα της δυνάμεως· έχοντας δε ο άνθρωπος σοφία για να κατευθύνη τα χέρια του στο έργο, μπορεί να εκτελή πολλά πράγματα που δίνουν ευτυχία και βαθειά ικανοποίησι. Μπορεί να φυτεύη άνθη, να παράγη προϊόντα της γης, να οικοδομή σπίτια, να εφευρίσκη μηχανήματα. Μπορεί να γράφη ποιήματα ή να ζωγραφίζη πίνακες ή να συνθέτη μουσική. Αν λαμβάνη τη σοφία του από τον Θεό και χρησιμοποιή τη δύναμι του σύμφωνα με το θέλημα του Ιεχωβά αποκτά, με ευτυχία, ‘την ειρήνην του Θεού, την υπερέχουσαν πάντα νουν’. Αλλά ο άνθρωπος μπορεί να κάμη κακή χρήσι της σοφίας του και της δυνάμεώς του, και αν το κάμη αυτό, η ικανότης του για αδικοπραγία είναι μεγάλη.—Φιλιππησ. 4:7.
6. Γιατί η ιδιότης της δικαιοσύνης επηρεάζει την ευτυχία;
6 Για να εμποδισθή αυτό, εδόθη στον άνθρωπο μια άλλη θεία ιδιότης, η ιδιότης της δικαιοσύνης. Ο άνθρωπος είναι ένα ηθικό πλάσμα με ικανότητα να γνωρίζη το ορθό και το εσφαλμένο, και όταν η έννοια της δικαιοσύνης καταπατήται κάτω από τα πόδια του κακού, η συνείδησις πληγώνεται και κραυγάζει. Ακόμη και αν με συνήθη αδικοπραγία η συνείδησις καυτηριάζεται και κατασιωπάται, υπάρχει ενδόμυχη συναίσθησις ενοχής που ενοχλεί και διαταράσσει και μπορεί να επιφέρη ψυχοσωματικές ασθένειες. Τόσο περιχαρακωμένη στον άνθρωπο είναι η ηθική έννοια, ώστε ακόμη και οι χρόνιοι αμαρτωλοί προσπαθούν να δικαιολογήσουν το κακό που κάνουν παρουσιάζοντάς το ως καλό, καθώς έγραψε ο Ησαΐας: «Ουαί εις εκείνους, οίτινες λέγουσι το κακόν καλόν, και το καλόν κακόν οίτινες θέτουσι το σκότος δια φως, και το φως δια σκότος· οίτινες θέτουσι το πικρόν δια γλυκύ, και το γλυκύ δια πικρόν!» Μπορεί ν’ αποκρύπτουν την αδικοπραγία τους από τη θέα αλλά όχι και από τη διάνοια, και αν πρόκειται να είναι δική τους τελεία ευτυχία και ευχαρίστησις δεν μπορούν ν’ αγνοήσουν τη Γραφική αυτή αλήθεια: «Καλήτερον ολίγον μετά δικαιοσύνης, παρά εισοδήματα μεγάλα μετά αδικίας.»—Ησ. 5:20· Παροιμ. 16:8.
7. Γιατί η ιδιότης της αγάπης είναι τόσο σπουδαία;
7 Αλλά η ιδιότης που θα συγχωνεύση τελείως όλες τις ικανότητες και τις δυνάμεις είναι η αγάπη. Θα ισορροπήση κατάλληλα όλες τις ιδιότητες. Η έκτασίς της και η σπουδαιότης της αντανακλάται σ’ αυτή τη βραχεία δήλωσι: «Ο Θεός είναι αγάπη.» Η αγάπη δεν είναι παθητική, αλλά είναι ενεργητική και εκφράζεται με πράξεις αρεστές και υποβοηθητικές στον αγαπώμενον. Επειδή αγαπούμε τον εαυτό μας προσέχομε τον εαυτό μας, φροντίζομε για τον εαυτό μας, προνοούμε για τον εαυτό μας, προστατεύομε τον εαυτό μας. Πρέπει ν’ αγαπούμε τους άλλους όπως αγαπούμε τον εαυτό μας, ενεργώντας και για τη δική τους ευημερία. Η αγάπη που δείχνομε στους άλλους κάνει τους άλλους να δείχνουν αγάπη για μας, και είναι αναγκαίο για μας να δίνωμε καθώς και να λαμβάνωμε αγάπη, αν πρόκειται να είμεθα ευτυχείς. Αν παραλείπωμε να δείξωμε αγάπη στους άλλους, γινόμεθα εγωκεντρικοί. Αν δεν λαμβάνωμε ή δεχώμεθα αγάπη από τους άλλους, μπορεί να συντριβούμε και ν’ αποσυρθούμε σαν σαλιγκάρι στο κέλυφός του, ή μπορεί να στασιάσωμε με πικρία και να βυθισθούμε σε παραπτώματα. Δεν υπάρχει ευτυχία χωρίς αγάπη.—1 Ιωάν. 4:8.
8, 9. Ποια φυσική παρόρμησι έχουν οι άνθρωποι, και πώς πρέπει να την αντιμετωπίσουν;
8 Είναι ανάγκη ν’ αγαπούμε τον Ιεχωβά, είναι ανάγκη να τον γνωρίζωμε και να τον λατρεύωμε για να αισθανώμεθα ασφαλείς. Έχομε δημιουργηθή με την παρόρμησι να το πράττωμε αυτό. Στο περιοδικό Ο Οικιακός Σύντροφος της Γυναικός του Απριλίου 1954, το άρθρο «Έχομε Γεννηθή για να Πιστεύωμε» έχει τον υπότιτλο: «Όλοι μας αισθανόμεθα μια ανάγκη για τον Θεό τόσο ισχυρή όσο και το ένστικτό μας για το φύλον και το ένστικτο της πείνας, λέγει μια τολμηρή νέα σχολή ψυχιατρικής σκέψεως.» Το άρθρο αυτό, γραμμένο από έναν ιατρό, λέγει: «Αν οι άνδρες και οι γυναίκες αναγνωρίσουν την ανάγκη των για πίστι στον Θεό και σ’ ένα νόημα ζωής πέρα από τις προσωπικές των ευχαριστήσεις, λέγει η νέα αυτή σχολή, μπορούν να βρουν διανοητική ειρήνη και ευτυχία. . . . Οι άνδρες και οι γυναίκες ωθούνται όχι μόνο από την επιθυμία του φύλου και τη φιλοδοξία, αλλά και από μια πρωταρχική ανάγκη για τον Θεό. Πρέπει να υπερνικήσουν τη σημερινή αντίληψι ότι η θρησκεία και ο Θεός δεν είναι πραγματικές ανάγκες και ότι είναι αφελές το να ερευνά κανείς για μια πνευματική πλευρά της ζωής.»
9 Πραγματικά, αυτή η παρόρμησις για λατρεία μιας ανωτέρας δυνάμεως είναι εκείνη που δικαιολογεί την ανάπτυξι τόσο πολλών θρησκειών, ακόμη και μεταξύ των αγρίων. Η ανάγκη υπάρχει, και προσπαθούν να την ικανοποιήσουν. Οι άνθρωποι εγκατελελειμμένοι στον εαυτό τους και στις σκέψεις των ή σε τυφλούς ηγέτας, πληρούν την ανάγκη αυτή με εσφαλμένο τρόπο, με ψευδείς θρησκείες, ίσως λατρεύοντας εικόνες ή αποβλέποντας σε πνευματιστικούς μεσάζοντας ή στα άστρα του ουρανού για καθοδηγία. Στους συγχρόνους καιρούς αυτή η παρόρμησις για λατρεία του Ιεχωβά έχει διαστραφή στην ειδωλοποίησι κινηματογραφικών αστέρων, αθλητών, πολιτικών ή επιστημόνων. Πολλοί θεοποιούν το χρήμα· η θρησκεία των είναι η επιδίωξις της ηδονής. Αλλά κανένα από αυτά τα υποκατάστατα δεν τρέφει ικανοποιητικά την έμφυτη πείνα μας για τον Θεό. Μόνο χρησιμοποιώντας τη διάνοιά μας για να μάθωμε τις εντολές του Θεού και να κατανοήσωμε τις αρχές του και έπειτα να τις θέσωμε σε εφαρμογή, μπορούμε ορθά ν’ αντιμετωπίσωμε την παρόρμησι και να δείξωμε την αγάπη μας για τον Θεό, διότι «αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού». Αν παραλείπωμε να ικανοποιήσωμε αυτή την ανάγκη, υστερούμε από την πλήρη ευτυχία, διότι ο Ιησούς εξέφρασε μια αλήθεια όταν είπε: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι», ή, όπως το αποδίδει η Μετάφρασις Νέου Κόσμου, «Ευτυχείς είναι εκείνοι που έχουν συναίσθησιν της πνευματικής των ανάγκης.»—1 Ιωάν. 5:3· Ματθ. 5:3.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΥΛΙΣΜΟΣ;
10. Τι είναι υλισμός:
10 Ο μεγάλος εχθρός της πνευματικής μας ανάγκης είναι ο υλισμός. Τι εννοούμε με τον όρον υλισμός; Όχι τροφή και ενδύματα και στέγη. «Εξεύρει ο Πατήρ σας ο ουράνιος ότι έχετε χρείαν πάντων τούτων», είπε ο Ιησούς. Δεν είναι υλισμός το να προνοήτε για καλή τροφή και ωραία ενδύματα και μια άνετη κατοικία. Δεν είναι κατ’ ανάγκην υλισμός το να έχετε μια συσκευή τηλεοράσεως ή ένα κομψό αυτοκίνητο ή μια χρηματική κατάθεσι στην τράπεζα. Αλλ’ αν έχωμε αγάπη για την τροφή, που μας κάνει λαιμάργους, αγάπη για τα ενδύματα, που μας κάνει κενοδόξους, αγάπη για το σπίτι, που μας κάνει υπερηφάνους· αν έχωμε κλίσι για την τηλεόρασι, που καταβροχθίζει τον καιρό μας, επιθυμία για ένα δαπανηρό αυτοκίνητο, για να κάμωμε εντυπωσιακή επίδειξι, αγάπη του χρήματος, που μας κάνει φιλαργύρους, τότε επέσαμε λεία του υλισμού. Τα υλικά πράγματα είναι εν τάξει, αλλά όταν γίνονται ένας—ισμός σ’ εμάς είναι κακά. «. . . Ισμός» σημαίνει, σύμφωνα με το λεξικό του Ουέμπστερ, «μια ξεχωριστή διδασκαλία, ιδεώδες, σύστημα ή έξις—συνήθως δυσφημητικά.» Όταν τα υλικά πράγματα γίνωνται ο κύριος σκοπός μας ή το ιδεώδες μας και η επιδίωξίς των γίνεται σαν μια καθοδηγούσα διδασκαλία σ’ εμάς, τότε ασκούμε υλισμό.—Ματθ. 6:32.
11. Ποια βλάβη μπορεί να προέλθη από το να έχωμε πολύ ολίγα;
11 Έχοντας έμφυτη ανάγκη και για υλικά και για πνευματικά πράγματα, πρέπει να βρούμε την ορθή ισορροπία. Είτε πάρα πολλές, είτε πολύ ολίγες υλικές προμήθειες, μπορούν να μας φέρουν πνευματική βλάβη. «Πτωχείαν και πλούτον μη δώσης εις εμέ· τρέφε με μέ αυτάρκη τροφήν· μήποτε χορτασθώ, και σε αρνηθώ, και είπω, Τις είναι ο Ιεχωβά; ή μήποτε ευρεθείς πτωχός κλέψω, και λάβω το όνομα του Θεού μου επί ματαίω.» Μερικές θρησκείες θεωρούν την πτωχεία αρετή, αλλά η εσκεμμένη σωματική ταλαιπωρία είναι απάτη και εμπαιγμός: «Τα οποία έχουσι φαινόμενον μόνον σοφίας, εις εθελοθρησκείαν και ταπεινοφροσύνην και σκληραγωγίαν του σώματος, εις ουδεμίαν τιμήν έχοντα την ευχαρίστησιν της σαρκός.» Αν δεν ικανοποιούνται οι υλικές ανάγκες, αρχίζουν οι ταλαιπωρίες, σπείρεται πικρία και αυξάνει εχθρότης, ο δε καρπός που παράγεται είναι μομφή στον Ιεχωβά για θλίψεις, κατάρα σ’ αυτόν για συμφορές, και στροφή προς την κλοπή για ν’ αντιμετωπισθούν οι ανάγκες. Οι υλικές ελλείψεις μπορούν να οδηγήσουν σε πνευματική πτωχεία.—Παροιμ. 30:8, 9· Κολ. 2:23.
12. Ποια βλάβη μπορεί να προέλθη από το να έχωμε πάρα πολλά;
12 Αλλά η αφθονία μπορεί να εκδιώξη την πνευματικότητα, μπορεί ακόμη και να εκβάλη τον Ιεχωβά από την καρδιά και να εισαγάγη σ’ αυτήν έναν ψευδή θεό: «Των οποίων το τέλος είναι απώλεια, των οποίων ο Θεός είναι η κοιλία, και η δόξα αυτών είναι εν τη αισχύνη αυτών, οίτινες φρονούσι τα επίγεια.» Αυτοί έχουν κάμει τη σάρκα των θεό των και ο υλισμός είναι το «πιστεύω» των. Ειδωλοποιούν τον εαυτό τους, είναι ένοχοι ειδωλολατρίας, διότι ο Παύλος μίλησε για «πλεονεξίαν, ήτις είναι ειδωλολατρεία», και για τον ‘πλεονέκτην, όστις είναι ειδωλολάτρης’. Μπορούμε, λοιπόν, να έχωμε πάρα πολλά από υλική άποψι και ν’ αρχίσωμε να αισθανώμεθα τον εαυτό μας ανεξάρτητο ακόμη και από τον Ιεχωβά, φρονώντας ότι δεν τον χρειαζόμεθα. Θα μπορούσαμε να μην τον αναγνωρίζωμε ως Προμηθευτήν μας και να ερωτήσωμε, με το πνεύμα του αρχαίου Φαραώ. «Ποιος είναι ο Ιεχωβά;» Αν συνέβαινε αυτό, τι αισχύνη θα γινόταν για μας η χαρά μας για τα υλικά πράγματα!—Φιλιππησ. 3:19· Κολ. 3:5· Εφεσ. 5:5.
13. Ποια προειδοποίησι έδωσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ για τον υλισμό;
13 Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τους Ισραηλίτας ότι ο υλικός πλούτος θα μπορούσε να τους κάμει πνευματικώς τυφλούς: «Και θέλεις φάγει, και θέλεις χορτασθή, και θέλεις ευλογήσει Ιεχωβά τον Θεόν σου επί της γης της αγαθής, την οποίαν σοι έδωκε. Πρόσεχε εις σεαυτόν μήποτε λησμονήσης Ιεχωβά τον Θεόν σου, αθετών τας εντολάς αυτού, και τας κρίσεις αυτού, και τα διατάγματα αυτού, τα οποία εγώ προστάζω εις σε σήμερον μήπως, αφού φάγης και χορτασθής, και οικοδομήσης οικίας καλάς, και κατοικήσης, και οι βόες σου και τα πρόβατά σου αυξήσωσι, και πολυπλασιασθή το αργύριόν σου, και το χρυσίον σου, και πάντα όσα έχεις αυξήσωσι, μήπως τότε υψωθή η καρδία σου και λησμονήσης Ιεχωβά τον Θεόν σου, όστις σε εξήγαγεν εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας· . . . και είπης εν τη καρδία σου, Η δύναμίς μου, και το κράτος της χειρός μου, απέκτησαν εις εμέ τον πλούτον τούτον. Αλλά θέλεις ενθυμείσθαι Ιεχωβά τον Θεόν σου· διότι αυτός είναι όστις σε δίδει δύναμιν να αποκτάς πλούτη.» Και σε ποιητικό άσμα ο Μωυσής εχρησιμοποιήθη να προειδοποιήση τον Ισραήλ, προσφωνώντας το έθνος αυτό με τον τιμητικό τίτλο Ιεσουρούν: «Ο δε Ιεσουρούν επαχύνθη, και απελάκτισεν· επαχύνθης, επλατύνθης, υπερελιπάνθης· τότε ελησμόνησε τον Θεόν τον πλάσαντα αυτόν, και κατεφρόνησε τον Βράχον της σωτηρίας αυτού.»—Δευτ. 8:10-14, 17, 18· 32:15, ΜΝΚ.
Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
14, 15. Ποια ψευδής αιτιολογία δίδεται ενίοτε για τη θεοποίησι του χρήματος, και ποια είναι η πραγματική;
14 Γιατί οι άνθρωποι θεοποιούν το χρήμα; Εκείνοι που εργάζονται για πλούτη θα αρνηθούν ότι αυτά είναι ο Θεός των. Θα πουν ότι έχετε ανάγκη χρημάτων για να ζήσετε. Χρειάζονται χρήματα για να φάτε, για ν’ αγοράσετε ενδύματα, για να έχετε μια κατοικία. Αυτό είναι αληθινό και υπάρχει αιτία για να αποκτήσωμε χρήματα, αλλά το πράγμα δεν σταματά εκεί με εκείνους που λατρεύουν το χρήμα. Αν το χρήμα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα μέσον για την προμήθεια των αναγκαίων πραγμάτων, ακόμη δε και μερικών προσθέτων πραγμάτων για αναψυχή, τότε όσο περισσότερα χρήματα αποκτάτε, τόσο περισσότερο θα ικανοποιούντο οι επιθυμίες εκείνες και τόσο ολιγώτερο θα εχρειάζεσθε επιπρόσθετα χρήματα. Αλλά πόσοι σκέπτονται έτσι; Πριν λίγα χρόνια επιστήμονες κοινωνιολόγοι επήραν συνεντεύξεις από εκατοντάδες Αμερικανών κάθε επιπέδου από απόψεως εισοδήματος, ερωτώντας αν ήσαν ευχαριστημένοι με το ποσόν των χρημάτων που εκέρδιζαν. Οι περισσότεροι δεν ήσαν ικανοποιημένοι με τα εισοδήματά τους. Εκείνος που εκέρδιζε 5.000 δολλάρια το έτος επιθυμούσε να κερδίζη 10.000, εκείνος που εκέρδιζε 10.000 ζητούσε 20.0000, εκείνος που εκέρδιζε 20.000 ζητούσε 50.000. Ακόμη και εκείνοι που είχαν εκατομμύρια ζητούσαν περισσότερα εκατομμύρια. Αυτοί που επήραν τις συνεντεύξεις ανέφεραν: «Είναι γενικά αληθές ότι όσο περισσότερα χρήματα έχει ένα άτομο, τόσο περισσότερα θέλει.»
15 Το χρήμα έγινε σύμβολο επιτυχίας. Υπάρχει η σκέψις ότι το χρήμα φέρνει ασφάλεια, αναγνώρισι, γόητρο, φίλους και αγάπη. Αυτά αποτελούν ανάγκες για τον άνθρωπο, άλλα μόνο μερικώς και ανεπαρκώς ικανοποιούνται οι ανάγκες αυτές με την απόκτησι χρημάτων. Αν με το χρήμα έχωμε ασφάλεια ή κάποια υπόληψι στην κοινότητα, όταν το χρήμα εκλείψη, εκλείπει επίσης και η ασφάλεια και η αναγνώρισις. Αν έχωμε φίλους επειδή έχομε χρήματα, αν μας αγαπούν για τα χρήματά μας, εκείνοι που είναι φίλοι μας και που μας αγαπούν εξαφανίζονται επίσης μαζί με τα χρήματά μας. Θέλομε να μας αγαπούν για κείνο που είμεθα και όχι για κείνο που έχομε. Το χρήμα δεν είναι η τροφή που θα ικανοποιήση αυτές τις ανθρώπινες ορέξεις, και γι’ αυτό ακριβώς, όσο και αν τις εφοδιάζωμε με χρήμα, ποτέ δεν τρέφονται ικανοποιητικά. Η Γραφή ανέγραψε αυτή την αλήθεια πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια: «Ο αγαπών το αργύριον, δεν θέλει χορτασθή αργυρίου· ουδέ εισοδημάτων ο αγαπών την αφθονίαν· ματαιότης και τούτο.»—Εκκλησ. 5:10.
16. Γιατί δεν υπάρχει ανάπαυσις για κείνους που καταπιέζονται από τον υλισμό;
16 Το να επιδιώκωμε ευτυχία με το να επιδιώκωμε χρήματα είναι σαν να κυνηγούμε ουράνια τόξα και να σκάβωμε εκεί που τελειώνουν για να βρούμε αγγεία από χρυσάφι· ποτέ δεν θα τα βρούμε. Αλλά τα εξαπατημένα άτομα ποτέ δεν παύουν να κυνηγούν το ουράνιο τόξο του υλισμού, μη κατανοώντας ότι η ανάγκη που νομίζουν ότι πληροί το χρήμα, δεν ικανοποιείται διόλου απ’ αυτό. Εκείνο που τιμάται σε μια κοινωνία είναι ό,τι καλλιεργείται από άτομα της κοινωνίας αυτής, και επειδή τιμάται το χρήμα στον υλιστικόν αυτόν αιώνα, αυτό ακριβώς τόσο πολλοί επιζητούν. Μετρούν την αξία ενός ανθρώπου με τα αποκτήματά του. Βλέπουν ένα νέο αυτοκίνητο και το θέλουν και το αγοράζουν. Ενώ πληρώνουν γι’ αυτό, βλέπουν ένα νέο σπίτι που το επιθυμούν. Το αγοράζουν, αλλά κάνουν τις πληρωμές σε μια μακρά χρονική περίοδο. Μη ικανοποιημένοι ακόμη, βλέπουν νέα έπιπλα που πρέπει να έχουν, και τα αποκτούν με βάσι το «τα χρησιμοποιείτε ενώ πληρώνετε γι’ αυτά.» Ήδη έχει περάσει ένας χρόνος και βγήκαν οι νέοι τύποι αυτοκινήτων. Πρέπει να έχουν ένα απ’ αυτά. Αυτό δεν τρέχει καλύτερα. Κάποια διαφορά είναι περισσότερο στο κεφάλι τους παρά κάτω από την κουκούλα του. Αλλά πρέπει να έχουν το νεώτατο, το τελευταίο, το άριστο, και όταν το αποκτήσουν αυτό, γρήγορα σκέπτονται κάτι άλλο και η ζωή τους χειροτερεύει μέσα στο κυνήγι του εαυτού τους σε κύκλους υλισμού. Συλλαμβάνονται στη δίνη της κοσμικότητος: «η επιθυμία της σαρκός, και η επιθυμία των οφθαλμών, και η αλαζονεία του βίου.»—1 Ιωάν. 2:16.
17. Ποια ασθένεια έχουν πολλοί, και σε τι οδηγεί αυτή;
17 Αυτοί έχουν τη «φαγούρα» του χρήματος. Όσο περισσότερο ξύνονται, τόσο περισσότερη γίνεται η φαγούρα, και όσο περισσότερη γίνεται η φαγούρα, τόσο περισσότερο ξύνονται. Παλάμες που έχουν φαγούρα, δεν θεραπεύονται με ξύσιμο, αλλά φλογίζονται μ’ αυτό. Το ν’ απέχουν από ξύσιμο είναι ο τρόπος ελαττώσεως της φαγούρας. Αλλά το χρήμα είναι στη διάνοιά τους και η αγάπη του χρήματος είναι στην καρδιά τους, και αυτή είναι η ρίζα της ασθενείας τους. Δεν είναι το χρήμα, αλλά η αγάπη του χρήματος, δεν είναι οι τέρψεις, αλλά η αγάπη των τέρψεων, δεν είναι το σπίτι ή τα έπιπλα ή το αυτοκίνητο, αλλά η αγάπη του σπιτιού ή των επίπλων ή του αυτοκινήτου. Αυτή η αγάπη των υλικών πραγμάτων είναι εκείνη που απωθεί την πνευματικότητα από τη διάνοια και την καρδιά, που καταλαμβάνει τη ζωή και υποσκάπτει τη δύναμι ώσπου δεν απομένει χρόνος ή δύναμις για την ικανοποίησι των πνευματικών αναγκών. Αυτή ακριβώς η αγάπη του χρήματος είναι η ρίζα της καταστροφής πολλών: «Διότι δεν εφέραμεν ουδέν εις τον κόσμον· φανερόν ότι ουδέ δυνάμεθα να εκφέρωμέν τι. Έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, ας αρκώμεθα εις ταύτα. Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως, και διεπέρασαν εαυτούς με οδύνας πολλάς.»—1 Τιμ. 6:7-10.
ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟΠΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ
18. Ποιές περικοπές δείχνουν τη σύγκρουσι μεταξύ σαρκός και πνεύματος, και σε τι οδηγεί το καθένα;
18 Ο απόστολος Παύλος δεν εξηπατάτο από την πεπτωκυία σάρκα του: «Εξεύρω ότι δεν κατοικεί εν εμοί (τουτέστιν εν τη σαρκί μου,) αγαθόν· επειδή το θέλειν πάρεστιν εις εμέ, το πράττειν όμως το καλόν δεν ευρίσκω· διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον θέλω· αλλά το κακόν το οποίον δεν θέλω, τούτο πράττω. Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον· βλέπω όμως εν τοις μέλεσί μου άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου, και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσί μου.» Η σαρξ σημαίνει το πεπτωκός ανθρώπινο κτίσμα με τις αμαρτωλές του τάσεις, κλίσεις, παρορμήσεις και επιθυμίες. Αυτή η σαρξ έχει πωληθή στην αμαρτία ως δούλος της αμαρτίας, με την αμαρτία ως κύριόν της που την ωθεί εναντίον του πνευματικού νόμου του Θεού που εισέρχεται στη διάνοιά μας με τη μελέτη του λόγου του Ιεχωβά. Η αμαρτωλή σαρξ εναντιώνεται στο πνεύμα και μας κάνει να πράττωμε εκείνα που θα θέλαμε να αποφύγωμε: «Διότι η σαρξ επιθυμεί εναντία του πνεύματος, το δε πνεύμα εναντία της σαρκός· ταύτα δε αντίκεινται προς άλληλα, ώστε εκείνα τα οποία θέλετε, να μη πράττητε.» Αν το πνεύμα μας ή το φρόνημά μας συμφωνή με το πνεύμα και τον λόγον του Ιεχωβά, θα μας οδηγήση σε ορθές κατευθύνσεις, και το πνεύμα πρέπει να υπερνικήση την εναντιούμενη σάρκα μας αν πρόκειται να ζήσωμε αντί να πεθάνωμε: «Διότι οι ζώντες κατά την σάρκα, τα της σαρκός φρονούσιν· οι δε κατά το πνεύμα, τα του πνεύματος. Επειδή το φρόνημα της σαρκός είναι θάνατος· το δε φρόνημα του πνεύματος, ζωή και ειρήνη.»—Ρωμ. 7:18, 19, 22, 23· Γαλ. 5:17· Ρωμ. 8:5, 6.
19. Τι πρέπει να περιλαμβάνεται όταν λογαριάζωμε το υλικό κόστος του υλισμού;
19 Με τη βοήθεια του πνεύματος του Ιεχωβά και με το να τηρούμε το πνεύμα μας σε συμφωνία με το δικό του, μπορούμε να νικήσωμε την πεπτωκυία σάρκα. Αλλ’ αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνωμε τόπο για πράγματα του πνεύματος. Το να ζητούμε υλικά πράγματα που αυτά καθ’ εαυτά δεν είναι κακά μπορεί να οδηγήση στην καταστροφή μας με το να καταναλίσκωμε όλον μας τον χρόνο. Η τηλεόρασις, όταν δεν μπορείτε να στρέψετε τον διακόπτη της τη στιγμή που πρέπει να κλεισθή, θα σας στοιχίση περισσότερο από την τιμή της αγοράς της. Σας στοιχίζει τον χρόνο που την παρατηρείτε. Μπορεί να σας στοιχίση την παρακολούθησι των συναθροίσεων ή επανεπισκέψεων ή Γραφικών μελετών. Για το δαπανηρό σας αυτοκίνητο ή το ωραίο σπίτι μπορεί να πληρώσετε το προνόμιο του να διδάξετε κάποιον την αλήθεια ή να τον εκπαιδεύσετε να υπηρετή τον Ιεχωβά. Λογαριάστε το ολικό κόστος του υλισμού. Λογαριάστε περισσότερα από τα δολλάρια και τα σεντς που αναγράφονται στην ετικέτα που δείχνει την τιμή. Λογαριάστε, επίσης, το κόστος σε πνευματικότητα. Δεν υπήρχε τίποτε το κακό στον πλούτο του πλουσίου νεαρού άρχοντος, αλλά τον εμπόδισε ν’ ακολουθήση τον Ιησούν, πράγμα που ήταν κακό. Δεν υπήρχε τίποτε το κακό στο να δοκιμάση κανείς τα βόδια που αγόρασε, ή να είναι με μια νέα σύζυγο, ή να ιδή ένα μέρος αγρού που μόλις αγόρασε· αλλ’ αν αβλαβή πράγματα σας εμποδίζουν να υπηρετήσετε τον Ιεχωβά, γίνονται επιβλαβή. Μπορείτε να τα αφήσετε να γίνουν αγκάθια που αποπνίγουν το αγαθόν: «Και οι εις τας ακάνθους σπειρόμενοι είναι ούτοι, οίτινες ακούουσι τον λόγον και αι μέριμναι του αιώνος τούτου, και η απάτη του πλούτου, και αι επιθυμίαι των άλλων πραγμάτων εισερχόμεναι συμπνίγουσι τον λόγον, και γίνεται άκαρπος.»—Μάρκ. 4:18, 19.
20. Τι πρέπει να σκεφθούν εκείνοι που προσπαθούν να εγκαταλείψουν τον υλισμό, και τι είπε ο Παύλος για το ζήτημα αυτό;
20 Ξερριζώστε τον υλισμό για να κάμετε τόπο για το πνεύμα. «Το πνεύμα μη σβύνετε», προειδοποιεί ο Παύλος. Μια φωτιά χρειάζεται αέρα· αν σωρευθή επάνω της πολύ άχρηστο υλικό, θα αποπνιγή. Μην αποπνίγετε τη φωτιά του πνεύματος μ’ ένα υπερβολικό φορτίο υλικών φροντίδων και αποκτημάτων. Με περιωρισμένο χρόνο και ενέργεια «δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά». Ποιόν θα εκλέξετε; Είναι μήπως δύσκολο ν’ αποφασίσετε να παραιτηθήτε από τον υλισμό; Τότε σκεφθήτε τούτο. Έχετε αρχίσει Γραφικές μελέτες με άτομα, τα οποία τις εγκατέλειψαν κατόπιν όταν είδαν τις υποχρεώσεις της υπηρεσίας. Εγνωρίζατε ότι είχαν άδικο, ότι δεν έπρεπε να στεναχωρηθούν γι’ αυτά τα πράγματα, διότι με τον καιρό, καθώς θα μάθαιναν περισσότερα, θα είχαν γίνει ισχυροί και θα ήθελαν να κηρύττουν. Θα μπορούσαν να δουν τι έπρεπε να εγκαταλείψουν, αλλά ήσαν πολύ νέοι για να εκτιμήσουν τι θα εκέρδιζαν. Λοιπόν, μερικοί μάρτυρες βρίσκονται σε όμοια θέσι όσον αφορά τον υλισμό. Βλέπουν τι τους ζητείται να εγκαταλείψουν, αλλά δεν εκτιμούν τι θα κερδίσουν πνευματικώς. Μπορούν όμως να δεχθούν τα λόγια του Παύλου γι’ αυτό, αφού ήταν θεόπνευστος: «Μάλιστα δε και νομίζω τα πάντα ότι είναι ζημία δια το έξοχον της γνώσεως του Ιησού Χριστού του Κυρίου μου· δια τον οποίον εζημιώθην τα πάντα, και λογίζωμαι ότι είναι σκύβαλα, δια να κερδήσω τον Χριστόν.» Κυττάξτε, λοιπόν, πέρα από την υλική απώλεια για να δήτε το πνευματικό κέρδος που κάνει την απώλεια σαν μηδέν.—1 Θεσ. 5:19· Ματθ. 6:24· Φιλιππησ. 3:8.
21. Πώς προσπαθούν μερικοί να δικαιολογήσουν τον υλισμό τους, αλλά πώς αυτός αφήνει το σημάδι του επάνω τους;
21 Ο υλισμός αφήνει το σημάδι του επάνω σ’ ένα άτομο. Παρατηρήστε τον άνθρωπο που ελκύεται από τα υλικά πράγματα. Δίνει τώρα περισσότερη προσοχή στα ενδύματά του, στο διαμερισμά του, στο αυτοκίνητό του, στις διασκεδάσεις του. Μπορεί να υποστηρίζη ότι η θέσις του απαιτεί απ’ αυτόν να κρατή κάποια περιωπή, ότι ο κόσμος το περιμένει αυτό απ’ αυτόν. Αλλά σταθήτε, Είναι η θέσις του υψηλότερη από τη θέσι του Ιησού όταν ήταν στη γη; Μήπως αυτός άφησε τον κόσμο να διαμορφώση την πορεία του με τον υλιστικό τρόπο θεωρήσεως των πραγμάτων; Μήπως είχε τους πιο ωραίους θυμοειδείς ίππους για να ιππεύη ή έναν τόπο χλιδής για να κλίνη την κεφαλή του; Όχι, απεκήρυσσε τον υλισμό με λόγο και πράξι. Έδωσε ένα παράδειγμα ταπεινοφροσύνης πλύνοντας τα πόδια των μαθητών του. Αντί η θέσις του να ζητή μια επιδεικτική εμφάνισι, ένοιωθε ότι ζητούσε ακριβώς το αντίθετο. Ενδιαφέρετο για πνευματική δύναμι, όχι για επίδειξι. Αλλά παρατηρήστε τον άνθρωπο που γίνεται πιο υλιστικός. Είναι τα σχόλιά του εξίσου καλά, οι ομιλίες του εξίσου εποικοδομητικές, η συνομιλία του εξίσου διακριτική πνευματικώς, όσο και προηγουμένως; Αν όχι, ο υλισμός του είναι προφανής, είτε αυτός έχει μάτια για να τον ιδή, είτε όχι. Οι αδελφοί του μπορούν να τον ιδούν, και να είσθε βέβαιοι ότι και ο Θεός μπορεί: «Μη πλανάσθε· ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει· διότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού, θέλει θερίσει εκ της σαρκός φθοράν· αλλ’ ο σπείρων εις το πνεύμα, θέλει θερίσει εκ του πνεύματος ζωήν αιώνιον. Ας μη αποκάμνωμεν δε πράττοντες το καλόν· διότι εάν δεν αποκάμνωμεν, θέλομεν θερίσει εν τω δέοντι καιρώ.»—Γαλ. 6:7-9.
22. Ποιο είναι ένα μεγάλο κακό του υλισμού, και τι μπορεί το κακό αυτό να σας στοιχίση;
22 Ο Ιησούς είπε: «Όστις θέλει να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν.» Ένα μεγάλο κακό του υλισμού είναι ότι τα θύματά του δεν απαρνούνται τον εαυτό τους. Αόρατος, όπως οι τερμίται σε μια μεγάλη δοκό, κατατρώγει το σθένος και τη δύναμι της θελήσεως. Κάνοντας προμήθεια για τη σάρκα, διαβιβρώσκει με τον ηθικό πυρετό και μας αποστερεί από τον καρπόν του πνεύματος που ονομάζεται εγκράτεια. Πρέπει καθημερινά να εξασκούμε την ικανότητα να λέμε «όχι» στον εαυτό μας σε μικρά πράγματα, διότι χωρίς την καθημερινή εξάσκησι της ικανότητος της προσπαθείας, χάνομε την ικανότητα της προσπαθείας. Με το να αρνούμεθα στον εαυτό μας μικρά πράγματα, αναπτύσσομε τη δύναμι να λέμε «όχι» στον εαυτό μας όταν εγείρονται μεγάλα ζητήματα, Αν είμεθα πιστοί στο ολίγον, θα είμεθα πιστοί στο πολύ. Η αποτυχία στα μικρά πράγματα δίδει το υπόδειγμα για αποτυχία στα μεγάλα πράγματα. Έλλειψις ικανότητος να απαρνηθήτε τον εαυτό σας, μπορεί να σας στοιχίση τη ζωή σας: «Επειδή τι θέλει ωφελήσει τον άνθρωπον, εάν κερδίση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;» Μην περιέρχεσθε σε σύγχυσι προσπαθώντας να πάτε μπροστά. Δεν μπορείτε να περιπατήτε με τον Θεό και να τρέχετε με τον κόσμο. Το χρήμα είναι ένας από τους θεούς του συγχρόνου αυτού κόσμου και γι’ αυτόν το χρήμα «μιλεί». Είναι κωφοί όταν μιλεί ο Ιεχωβά, αλλά ορθώνονται τ’ αυτιά τους όταν μιλεί το χρήμα. Μπορούν ν’ ακούουν το χρήμα να ψιθυρίζη στο υπόγειο, αλλά δεν μπορούν ν’ ακούουν τα κήρυγμα από τα υπερώα. Το χρήμα δεν έχει φωνή, αλλά μπορεί να τους μιλή για κάθε τι, μπορεί να τους μιλή για τη ζωή τους, μπορεί να τους μιλή ως το θάνατο. Καλύτερα για μας ν’ ακροασθούμε τους άφωνους ουρανούς να διακηρύττουν τη δόξα του Ιεχωβά.—Μάρκ. 8:34, 36· Ψαλμ. 19:1-4.
23. Γιατί πρέπει να καλλιεργούμε απλές κλίσεις, και πώς ο Παύλος εξεγύμναζε τον εαυτό του;
23 Για να είσθε ευτυχείς, ικανοποιήστε τις ανάγκες. Για να ικανοποιήσετε τις ανάγκες, κρατήστε τις απλές. Μην εξαρτάτε την ευτυχία από αποκτήματα. Πολλά πράγματα που θεωρούνται χρειώδη δεν είναι καθόλου χρειώδη. Μια κλίσις μπορεί να καλλιεργηθή για ένα ναρκωτικό, η δε συνήθεια είναι δύσκολο να διακοπή, αλλά μπορεί να διακοπή και ο επιρρεπής σ’ αυτήν να ελευθερωθή. Αν καλλιεργούμε τον υλισμό, οι ανάγκες επεκτείνονται πέρα από τη δύναμι να τις αντιμετωπίσωμε. «Μη μερίμνα δια να γείνης πλούσιος· άπεχε από της σοφίας σου.» Καλλιεργείτε απλές κλίσεις που δεν μας υποδουλώνουν. Ο Παύλος εξεγύμναζε τον εαυτό του να είναι ευχαριστημένος με οποιεσδήποτε υλικές συνθήκες στις οποίες ευρίσκετο: «Έμαθον να ήμαι αυτάρκης εις όσα έχω. Εξεύρω να ταπεινόνωμαι, εξεύρω και να περισσεύωμαι· εν παντί τόπω και κατά πάντα είμαι δεδιδαγμένος, και να χορτάζωμαι και να πεινώ, και να περισσεύωμαι και να υστερώμαι.» Μια έλλειψις δεν τον επίκρανε, μια αφθονία δεν τον έρριχνε στο λάκκο του υλισμού. Ακολουθούσε την ίδια του συμβουλή: «Ο τρόπος σας έστω αφιλάργυρος· αρκείσθε εις τα παρόντα.» Ο Παύλος ήταν ευχαριστημένος, είτε ολίγα είτε πολλά ήσαν τα παρόντα. Οι υλικές του ανάγκες ήσαν απλές, τα πνευματικά του πλούτη ήσαν μεγάλα.—Παροιμ. 23:4· Φιλιππησ. 4:11, 12· Εβρ. 13:5.
24. Σε ποια αφθονία πραγμάτων μπορούμε να βρούμε ευχαρίστησι, και ποια είναι τα πιο ζωτικά πράγματα που χρειάζονται για να γίνωμε ευτυχείς;
24 Για να είσθε ευτυχείς, θυμηθήτε πώς ο Θεός σάς έκαμε, από τη γη, για τη γη. Οι αληθινές τέρψεις είναι στα πράγματα που έκαμε ο Θεός. Ο μαύρος θόλος, από τον οποίον μυριάδες αστεριών σπιθοβολούν και λάμπουν, η θερμότης του ηλίου, η δροσιά της αύρας, η ευωδιά των λουλουδιών, το άσμα των πουλιών, η χάρις των ζώων, οι λόφοι που κυλούν και οι απόκρημνοι βράχοι που πυργώνονται, οι ορμητικοί ποταμοί και τα ήσυχα ρεύματα, τα θαλερά λιβάδια και τα πυκνά δάση, η λάμψις του χιονιού στον ήλιο και ο χτύπος της βροχής σε μια στέγη, το τερέτισμα του τριζονιού στο υπόγειο, το κόασμα ενός βατράχου στη λιμνούλα και η βουτιά ενός ψαριού που στέλνει μικρά κυκλικά κύματα κάτω από το σεληνόφως. Ακόμη περισσότερη τέρψις βρίσκεται σε ευχάριστα άτομα, διότι ο άνθρωπος εδημιουργήθη κοινωνικό πλάσμα. Μια φιλάγαθη σκέψις, μια συμπαθητική επαφή, μια απαλή χειρονομία ή έκφρασις, ένα θερμό χαμόγελο και μια στοργική πράξις, το γέλιο ενός παιδιού όταν παίζη και τα κελαρύσματα ενός βρέφους στην κούνια του, η αξιοπρέπεια και η σοφία ενός γηραιού ατόμου πλουσίου σε πείρες της ζωής—αυτά είναι πράγματα που ικανοποιούν. Εκείνο που είμεθα υπολογίζεται, όχι εκείνο που φαινόμεθα ότι είμεθα. Υπολογίζεται η αγάπη που έχομε, όχι η κοινωνική θέσις. Υπολογίζεται εκείνο που μπορούμε να δώσωμε, όχι εκείνο που μπορούμε να λάβωμε. Ο θησαυρός που έχομε στον ουρανό, όχι η συσσώρευσις χρυσού επάνω στη γη. Ενδιαφέρει η ικανοποίησις με ολίγα μάλλον παρά η ανησυχία με πολλά. Το ν’ αποκτήσωμε τις σκέψεις του Θεού για να γίνωμε σοφοί, το να χρησιμοποιούμε αυτή τη σοφία ως αγωγόν της δυνάμεώς μας, το ν’ ακολουθούμε τις αρχές του για να εξασφαλίσωμε δικαιοσύνη και το να τον μιμούμεθα στην εκδήλωσι αγάπης, αυτά είναι τα πράγματα που θα πληρώσουν τις ανάγκες και θα ικανοποιήσουν τις πείνες που αυτός έθεσε μέσα μας. Και όλο τούτο είναι εκείνο που χρειάζεται για να γίνωμε ευτυχείς.