Λαλείτε από Καλή Καρδιά
«Γεννήματα εχιδνών, πώς δύνασθε να λαλήτε καλά, όντες πονηροί; διότι εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα. Ο καλός άνθρωπος εκ του καλού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα καλά· και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά. Σας λέγω δε, ότι δια πάντα λόγον αργόν, τον οποίον ήθελον λαλήσει οι άνθρωποι, θέλουσιν αποδώσει λόγον δι’ αυτόν εν ημέρα κρίσεως. Διότι εκ των λόγων σου θέλεις δικαιωθή, και εκ των λόγων σου θέλεις καταδικασθή.»—Ματθ. 12:34-37.
1. Σε ποιον είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος για τη δύναμι της ομιλίας, και πώς πρέπει να την θεωρή;
Η ΝΟΗΜΩΝ λαλιά είναι τόσο παλαιά όσο και η ανθρώπινη οικογένεια. Από την ημέρα που ο άνθρωπος εδημιουργήθη, η ικανότης να λαλή ήταν ένα από τα χαρίσματα που του έδωσε ο Ιεχωβά. Αληθινά είναι ένας μεγάλος θησαυρός. Πόσο μακάριοι είναι οι άνθρωποι διότι μπορούν εύκολα να επικοινωνούν ο ένας με τον άλλον μέσω της δυνάμεως της λαλιάς! Αυτό είναι τόσο κοινό μεταξύ του ανθρωπίνου γένους, ώστε πολλοί το θεωρούν ως δεδομένο και ποτέ δεν σταματούν για να σκεφθούν ν’ αποδώσουν ευχαριστίες στον μεγάλο Δημιουργό για το θαυμαστό προνόμιο της ομιλίας. Αλλά πόσο δύσκολο θα ήταν ν’ ανταποκριθούμε στις πολλές καθημερινές επιδιώξεις μας αν δεν υπήρχε η δύναμις της ομιλίας! Το να παρατηρήσωμε για μια στιγμή τα προβλήματα τών κωφαλάλων πρέπει να μας πείση για τη μεγάλη σοφία και νοημοσύνη που εχρησιμοποίησε ο Ιεχωβά σχεδιάζοντας την υψίστη μορφή της επιγείου δημιουργίας, τον άνθρωπο. Κάθε ημέρα πρέπει να ευχαριστούμε τον Ιεχωβά για την ικανότητα που έχομε να λαλούμε.
2. (α) Πώς συνεργάζεται το ανθρώπινο σώμα στην παραγωγή καλής ομιλίας; (β) Ποια εξήγησις για καλή και πονηρή ομιλία βρίσκεται στη Γραφή;
2 Ο Ιεχωβά σχεδίασε το ανθρώπινο στόμα, τη γλώσσα και τον λάρυγγα για να μπορή ο άνθρωπος να λαλή καλά πράγματα. Αυτά τα μέρη του ανθρωπίνου σώματος λειτουργούν μαζί και εξαρτώνται από άλλα μέρη του σώματος. Αν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για να ομιλούν καλά πράγματα όπως τα προώρισε ο Ιεχωβά, πρέπει να συνεργάζωνται και άλλα μέρη του σώματος. Η ορθή χρήσις της δυνάμεως της ομιλίας εξαρτάται από ό,τι είναι στη διάνοια και στην καρδιά. Όταν ακούμε έναν άνθρωπο που λαλεί καλά πράγματα προς αίνον του Δημιουργού, θα βρούμε ότι η διάνοιά του και η καρδιά του εξεπαιδεύθησαν σύμφωνα με τον λόγον του Θεού. Αυτό το άτομο απεταμίευσε αλήθεια ασφαλώς μέσα του, όπως ένας αποταμιεύει έναν καλό θησαυρό. Δεν λαλούν όλοι οι άνθρωποι καλά πράγματα, ο δε Ιησούς εξηγεί γιατί: «Ή κάμετε το δένδρον καλόν, και τον καρπόν αυτού καλόν· ή κάμετε το δένδρον σαπρόν, και τον καρπόν αυτού σαπρόν· διότι εκ του καρπού γνωρίζεται το δένδρον. Γεννήματα εχιδνών, πώς δύνασθε να λαλήτε καλά, όντες πονηροί; διότι εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα. Ο καλός άνθρωπος εκ του καλού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα καλά· και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά. Σας λέγω δε, ότι δια πάντα λόγον αργόν, τον οποίον ήθελον λαλήσει οι άνθρωποι, θέλουσιν αποδώσει λόγον δι’ αυτόν εν ημέρα κρίσεως. Διότι εκ των λόγων σου θέλεις δικαιωθή, και εκ των λόγων σου θέλεις καταδικασθή.»—Ματθ. 12:33-37.
3. (α) Γιατί μερικοί άνθρωποι μιλούν κακά πράγματα; (β) Ποιο φως ρίπτεται επάνω σ’ αυτό από τα λόγια του Ιησού που αναγράφονται στο κατά Ματθαίον 15:1-11;
3 Ποια είναι η αιτία γι’ αυτή τη διαφορά στους ανθρώπους, από τους οποίους άλλοι προφέρουν αίνο στον Θεό και άλλοι ονειδισμό; Η ιστορία της ανθρώπινης οικογενείας απαντά. Η διαφορά υπάρχει από τον καιρό της ανταρσίας, οπότε ο Σατανάς ή Διάβολος ελάλησε σε αντίθεσι προς τον Θεό στον κήπο της Εδέμ και οπότε ο Αδάμ και η Εύα παρεβίασαν την εντολή του Θεού και επίσης εναντιώθηκαν στο θείο θέλημα. Οι διάνοιές των και οι καρδιές των εμολύνθησαν με ψεύδη και άδικες σκέψεις, και τέτοια είναι η κληρονομία που μετεβιβάσθη στην ανθρώπινη οικογένεια. Μερικοί άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν την εντύπωσι ότι λαλούν καλά πράγματα, αλλά τα ελατήριά των δεν είναι καλά, όπως φαίνεται από τους καρπούς των. Διαστρέφουν λόγους, ζητώντας το δικό τους όφελος και ζητώντας ν’ αποκτήσουν τιμή μεταξύ των ανθρώπων. Είναι υποκριταί, όπως οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς, τους οποίους ο Ιησούς συνήντησε κοντά στην Ιερουσαλήμ: «Τότε προσέρχονται προς τον Ιησούν οι από Ιεροσολύμων γραμματείς και Φαρισαίοι, λέγοντες, Δια τι οι μαθηταί σου παραβαίνουσι την παράδοσιν των πρεσβυτέρων; διότι δεν νίπτονται τας χείρας αυτών, όταν τρώγωσιν άρτον. Ο δε αποκριθείς, είπε προς αυτούς, Δια τι και σεις παραβαίνετε την εντολήν του Θεού δια την παράδοσίν σας; Διότι ο Θεός προσέταξε, λέγων, “Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα” και “Ο κακολογών πατέρα ή μητέρα, εξάπαντος να θανατόνηται.” Σεις όμως λέγετε, Όστις είπη προς τον πατέρα, ή προς την μητέρα, Δώρον [αφιερωμένον εις τον Θεόν, ΜΝΚ] είναι ό,τι ήθελες ωφεληθή εξ εμού, αρκεί, και δύναται να μη τιμήση τον πατέρα αυτού, ή την μητέρα αυτού. Και ηκυρώσατε την εντολήν του Θεού δια την παράδοσίν σας. Υποκριταί, καλώς προεφήτευσε περί υμών ο Ησαΐας, λέγων, “Ο λαός ούτος με πλησιάζει με το στόμα αυτών, και με τα χείλη με τιμά· η δε καρδία αυτών, μακράν απέχει απ’ εμού· εις μάτην δε με σέβονται, διδάσκοντες διδασκαλίας, εντάλματα ανθρώπων.” Και προσκαλέσας τον όχλον, είπε προς αυτούς, Ακούετε και νοείτε. Δεν μολύνει τον άνθρωπον το εισερχόμενον εις το στόμα, αλλά το εξερχόμενον εκ του στόματος, τούτο μολύνει τον άνθρωπον.»—Ματθ. 15:1-11.
4. (α) Εν σχέσει με την ομιλία, τι προκαλεί τον μολυσμό ενός ανθρώπου; (β) Όπως δείχνει το Ρωμαίους 12:1, 2, ποιος είναι ο τρόπος να μεταβληθούμε από το να ενεργούμε όπως ενεργούν οι μολυσμένοι κοσμικοί άνθρωποι;
4 Σύμφωνα με τον Ιησούν, η ανθρώπινη καρδιά πρέπει να είναι σε αρμονία με τον Θεό για να λαλή ο άνθρωπος ορθά. Στη σημερινή εποχή μπορεί ν’ ακούη κανείς πολλές διδασκαλίες και φιλοσοφίες. Παράδοξες θεωρίες προβάλλονται από τους λεγομένους πολυμαθείς ανθρώπους της επιστήμης και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και διαδίδονται με όλα τα μέσα του συγχρόνου προπαγανδισμού. Τα λόγια των πρέπει να κοσκινισθούν. Μπορεί ν’ ακούμε πολλά πράγματα να λέγωνται, αλλά με βάσι την ακριβή γνώσι που βρίσκεται στον λόγον του Θεού, μπορούμε να καθορίσωμε τι είναι καλό και ευπρόσδεκτο και τι δεν είναι. Δεν μολυνόμεθα αν ακούμε για κάτι κακό, αλλ’ αν επαναλαμβάνωμε τα κακά πράγματα ή τα πράττωμε, σφάλλομε. Αφού γεννηθήκαμε σε κακό περιβάλλον σ’ αυτό τον κόσμο, η απόφασίς μας πρέπει να είναι ν’ αποφεύγωμε την επιρροή του και να χρησιμοποιούμε την ομιλία μας με τον ορθό τρόπο. Δεν είναι φυσικό σ’ έναν ατελή άνθρωπο να μιλή μόνο καλά αυτομάτως. Πρέπει να εκπαιδεύση τη διάνοιά του και την καρδιά του και να παραδοθή τελείως στην Πηγή κάθε αγαθού, στον Ιεχωβά Θεό. Έτσι έχει μια βάσι για να λαλή εκείνο που είναι καλό και να πράττη εκείνο που είναι καλό. Ο απόστολος Παύλος το διετύπωσε αυτό με τον εξής τρόπο: «Σας παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί, δια των οικτιρμών του Θεού, να παραστήσητε τα σώματά σας θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν, ήτις είναι η λογική σας λατρεία. Και μη συμμορφόνεσθε με τον αιώνα τούτον, αλλά μεταμορφόνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας, ώστε να δακιμάζητε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον.»—Ρωμ. 12:1, 2.
5. Σύμφωνα με το Φιλιππησίους 4:6-8, ποιες διανοητικές συνήθειες πρέπει να διαμορφωθούν, και τι προκύπτει απ’ αυτό;
5 Πώς θα είμεθα ικανοί να το πράξωμε αυτό; Πρέπει να είμεθα αποφασισμένοι να καταβάλωμε μια έντονη προσπάθεια και πρέπει να έχωμε βοήθεια για να εποικοδομήσωμε και ενισχύσωμε τις διανοητικές μας δυνάμεις για να κάνωμε καλό με τη γλώσσα μας. Πρέπει να ζητήσωμε τη βοήθεια του Δημιουργού. «Εν παντί πράγματι ας γνωρίζωνται τα ζητήματά σας προς τον Θεόν μετ’ ευχαριστίας δια της προσευχής και της δεήσεως. Και η ειρήνη του Θεού, η υπερέχουσα πάντα νουν, θέλει διαφυλάξει τας καρδίας σας και τα διανοήματά σας δια του Ιησού Χριστού. Το λοιπόν, αδελφοί, όσα είναι αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα καθαρά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, αν υπάρχη τις αρετή, και εάν τις έπαινος, ταύτα συλλογίζεσθε.» (Φιλιππησ. 4:6-8) Με κατάλληλη εκπαίδευσι μπορούμε ν’ αποκτήσωμε αληθινή σοφία και να εποικοδομήσωμε τα ορθά ελατήρια στις καρδιές μας, πράγμα που θα προκαλέση ορθή ομιλία. «Η καρδία του σοφού συνετίζει το στόμα αυτού, και εις τα χείλη αυτού προσθέτει μάθησιν.»—Παροιμ. 16:23.
Η ΓΛΩΣΣΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΠΡΟΣΟΧΗ
6. Τι μας λέγουν τα πρώτα εδάφια του κεφαλαίου 3 της επιστολής του Ιακώβου για τα μεγάλα προβλήματα της χαλιναγωγήσεως της γλώσσης;
6 Επειδή ένας είναι Χριστιανός και παρουσίασε το σώμα του θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον στον Θεό, με τη δύναμι της λογικής του, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί αυτομάτως να χαλιναγωγή τη γλώσσα του. Ακόμη και από τις αρχές της Χριστιανοσύνης το δάμασμα της γλώσσης παρουσίαζε ένα πρόβλημα. Ο μαθητής Ιάκωβος τονίζει το πρόβλημα στο τρίτο κεφάλαιο, εδάφιο 2: «Διότι εις πολλά πταίομεν άπαντες. Εάν τις δεν πταίη εις λόγον, ούτος είναι τέλειος ανήρ, δυνατός να χαλιναγωγήση και όλον το σώμα.» Κατόπιν συνεχίζει για να δείξη πώς ο άνθρωπος έμαθε να οδηγή ίππους μ’ ένα χαλινό ή να διευθύνη μεγάλα πλοία μ’ ένα μικρό πηδάλιο, αλλά η μικρή γλώσσα στο σώμα παρουσιάζει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα. Είναι όμοια με μικρή φωτιά που μπορεί να καταναλώση ένα μεγάλο δάσος. «Διότι παν είδος θηρίων και πτηνών, ερπετών και θαλασσίων, δαμάζεται, και εδαμάσθη υπό της ανθρωπίνης φύσεως· την γλώσσα όμως ουδείς των ανθρώπων δύναται να δαμάση· είναι ακράτητον κακόν, μεστή θανατηφόρου φαρμάκου. Δι’ αυτής ευλογούμεν τον Θεόν και Πατέρα, και δι’ αυτής καταρώμεθα τους ανθρώπους τους καθ’ ομοίωσιν πλασθέντας. Εκ του αυτού στόματος εξέρχεται ευλογία και κατάρα.»—Ιάκ. 3:7-10.
7. (α) Πώς γνωρίζομε ότι ο Ιάκωβος δεν θέλει να παραιτηθή κανείς από την προσπάθεια να ελέγχη την ομιλία του; (β) Τι απαιτείται για να μιλούμε ορθά, σύμφωνα με το Ιακώβου 3:13-18;
7 Μήπως λέγει ο Ιάκωβος ότι πρέπει να είμεθα ηττοπαθείς ή να παραιτηθούμε από τον αγώνα μας να χαλιναγωγούμε τη γλώσσα; Μήπως αυτή είναι μια χαμένη μάχη; Μήπως είναι ανωφελής ο αγών μας; Αν συνέβαινε αυτό, δύσκολα ο Ιάκωβος θα συνέχιζε τους συλλογισμούς του, λέγοντας: «Δεν πρέπει, αδελφοί μου, ταύτα να γίνωνται ούτω. Μήπως η πηγή από της αυτής τρύπης αναβρύει το γλυκύ και το πικρόν; Μήπως είναι δυνατόν, αδελφοί μου, η συκή να κάμη ελαίας ή η άμπελος σύκα; Ούτως ουδεμία πηγή είναι δυνατόν να κάμη ύδωρ αλμυρόν και γλυκύ.» (Ιάκ. 3:10-12) Πράγματι, δεν είναι κατάλληλο να κάνουν οι άνθρωποι κατάχρησι της δυνάμεως της ομιλίας των με το να καταρώνται άλλους ανθρώπους ή να λαλούν κακά γι’ αυτούς. Η μόνη βάσις για την υπερνίκησι του προβλήματος είναι να βρεθούμε σε συμμόρφωσι με τη σοφία που καταβαίνει άνωθεν. Για να λάβη κανείς αυτή τη σοφία χρειάζεται πραότητα και πρέπει να έχη την επιθυμία να συμπεριφέρεται ορθά. Το να ψεύδεται κανείς, να κομπάζη, να καταράται ή άλλες κακές χρήσεις της ομιλίας είναι κάτι γήινο, δαιμονιώδες στην προέλευσι. Μόνο η σοφία που προέρχεται άνωθεν μπορεί να υπερνικήση τις κακές τάσεις με τις οποίες έχει γεννηθή ο ατελής άνθρωπος. Πρέπει ν’ ακολουθήται η σοφία που προέρχεται από τη μελέτη του λόγου του Θεού, αν πρόκειται να κάμωμε τη γλώσσα να λαλή όσα είναι αγνά, ειρηνικά και δίκαια. (Διαβάστε Ιακώβου 3:13-18.)
8. Ποια είναι η σχέσις μεταξύ ελέγχου της γλώσσης και καθαράς λατρείας;
8 Αν η σκέψις του Ιακώβου ήταν ότι είναι ανωφελής η προσπάθεια να δαμάσωμε τη γλώσσα επειδή είναι αδύνατον να τη δαμάσωμε, και ότι θα μπορούσαμε επίσης ν’ αφήσωμε τη γλώσσα να πάρη τη δική της πορεία, τότε θα ήταν μάταιο να προσπαθούμε να συνεργασθούμε με τον Θεό. Αλλά δεν το είπε αυτό. Συνδέοντας τον έλεγχο της γλώσσης με την καθαρή μας λατρεία, ο Ιάκωβος προέτρεψε : «Εάν τις μεταξύ σας νομίζη ότι είναι θρήσκος, και δεν χαλινώνη την γλώσσαν αυτού, αλλ’ απατά την καρδίαν αυτού, τούτου η θρησκεία είναι ματαία. Θρησκεία καθαρά και αμίαντος ενώπιον του Θεού και Πατρός είναι αύτη, Να επισκέπτηται τους ορφανούς και τας χήρας εν τη θλίψει αυτών, και να φυλάττη εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου.»—Ιάκ. 1:26, 27.
9. (α) Ποια ελατήρια μπορεί να υποκινούν ομιλία που οδηγεί σε διαίρεσι, και γιατί πρέπει ν’ αποφεύγεται τέτοια ομιλία; (β) Αν κρίνωμε από το 1 Πέτρου 3:8-12, ποιος λαμβάνει την ευλογία;
9 Για να διαφυλάξη, λοιπόν, κανείς τη λατρεία του αμόλυντη ενώπιον του Θεού, πρέπει να μάθη να ασκή αυτοκυριαρχία και να λαλή σύμφωνα με τη δικαιοσύνη του Θεού. Δεν πρέπει η ομιλία να προέρχεται από οργή, πράγμα που θα έφερνε διαίρεσι. «Λοιπόν, αδελφοί μου αγαπητοί, ας είναι πας άνθρωπος ταχύς εις το να ακούη, βραδύς εις το να λαλή, βραδύς εις οργήν· διότι η οργή του ανθρώπου δεν εργάζεται την δικαιοσύνην του Θεού.» (Ιάκ. 1:19, 20) Εκείνοι στους οποίους έγραφε ο Ιάκωβος πολεμούσαν μεταξύ τους και μιλούσαν ο ένας εναντίον του άλλου, υπερήφανοι και καυχηματίαι. Έπρεπε να τους καταδειχθή η ανάγκη να χαλιναγωγούν τις γλώσσες των και να διατηρούν την ειρήνη της εκκλησίας. Μόνο κακά ελατήρια της καρδιάς υποκινούν δυσφημητική ομιλία. Ο Ιάκωβος ανέφερε τον φθόνο, τη φιλονεικία, την καύχησι και το ψεύδος και έδειξε πώς φέρνουν ακαταστασία. Αν ένας μισή τον αδελφό του, το μίσος του θα καταδειχθή στην ομιλία του. Αν φθονή έναν άλλον για τα προνόμιά του και τις ευλογίες του ή επιθυμή να προβάλλη τον εαυτό του ή να είναι εξέχων, μπορεί να περιέρχεται προσπαθώντας να μειώση την υπόληψι του συνανθρώπου του. Μερικοί μπορεί να αισθάνωνται ότι δεν είναι αρκετά εξέχοντες και, επειδή επιθυμούν να επιδεικνύωνται, κακολογούν ή συκοφαντούν και προκαλούν έριδες. Αποδεικνύονται ανώριμοι, όπως ένας «αχρείος άνθρωπος». «Ο αχρείος άνθρωπος σκάπτει κακόν· και εις τα χείλη αυτού είναι ως πυρ καίον. Ο διεστραμμένος άνθρωπος διασπείρει έριδας και ο ψιθυριστής διαχωρίζει τους στενωτέρους φίλους.» (Παροιμ. 16:27, 28) Για τούτο, εκείνος που σπείρει έριδες, αντί ν’ αποκτήση υπεροχή και να παρατηρήται από τους άλλους, θα χάση κάθε εκτίμησι στα μάτια των ωρίμων Χριστιανών. Ο Ιεχωβά ευλογεί τους ειρηνοποιούς.—1 Πέτρ. 3:8-12.
ΔΙΑΤΗΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
10. Τι προκαλεί φιλονεικία μεταξύ αδελφών;
10 Μετά τη συζήτησι που κάμνει για το δάμασμα της γλώσσης ο Ιάκωβος μιλεί για πολέμους και μάχες μεταξύ αδελφών. Πρέπει να υπήρχε ένα πνεύμα του να ανταποδίδουν ο ένας στον άλλον, αλλιώς δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν πόλεμοι. Ένα άτομο μόνο του δεν μπορεί να έχη μάχη. Κάποιος άλλος πρέπει να είναι εκεί για να πολεμήση μαζί του. Αν ήταν εκεί ένα μόνο άτομο κακής καρδιάς, που δε μπορούσε να συγκρατή τη γλώσσα του με χαλινό, δύσκολα θα ήταν ανάγκη να γράφη ο Ιάκωβος όπως έγραφε. Θα μπορούσε να είναι δυνατόν ν’ αποφευχθή η κατάστασις αυτή μεταξύ των αδελφών, αν εδίδετο τη κατάλληλη προσοχή στα ζητήματα με επιδίωξι ειρήνης.
11, 12. (α) Ποιο είναι το καλό παράδειγμα αυτοκυριαρχίας του Δαβίδ; (β) Εξηγήστε την οδηγία του Ιησού, για διευθέτησι διαφορών, που αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 18:15-17.
11 Πώς μπορεί να διαφυλαχθή η ειρήνη όταν ένα άτομο λαλή προσβλητικά; Το πρώτο πράγμα που πρέπει να θυμάται κανείς είναι να μην ανταποδώση με όμοια ομιλία. Όταν ένας αδελφός σάς θίγη ως άτομο, μπορείτε να εξασκήσετε την ίδια αποφασιστική αυτοκυριαρχία που «ασκούσε ο Δαβίδ, ο οποίος έγραψε: «Είπα, Θέλω προσέχει εις τας οδούς μου, δια να μη αμαρτάνω δια της γλώσσης μου· θέλω φυλάττει το στόμα μου με χαλινόν, ενώ είναι ο ασεβής έμπροσθέν μου.» (Ψαλμ. 39:1) Αυτή είναι μια καλή αρχή για να την ακολουθήσωμε, είτε έχομε δοσοληψίες με κοσμικούς ασεβείς ανθρώπους είτε με αδελφούς που μας δυσαρεστούν. Πρέπει να εξουσιάζωμε το πνεύμα μας και να μην αφήνωμε να μας βγάλη από την ισορροπία κάποια αιφνίδια οργή ή δυσαρέσκεια που θα μπορούσε να εκδηλωθή. Η αυτοκυριαρχία είναι σημείο πνευματικής ωριμότητος. Πολύ συχνά είναι δυνατόν να διευθετήσωμε τα πράγματα με το να πάμε ιδιαιτέρως στο πρόσωπο που μας αδικεί χωρίς ν’ αφήσωμε να περάση πολύς χρόνος. Αυτή είναι η οδηγία του Ιησού, που αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 18:15-17, για τη λύσι πολλών προβλημάτων.
12 Όταν ένας πταίστης καλής καρδιάς βλέπη το λάθος του, θα απολογηθή και θα ζητήση συγχώρησι από εκείνον που έθιξε. Πράγματι, ως δούλοι του Θεού, πρέπει να είμεθα έτοιμοι και πρόθυμοι να συγχωρήσωμε. Ο Ιάκωβος ενθαρρύνει μια τέτοια συγχώρησι δείχνοντας ότι μπορούμε όλοι να πταίσωμε με τη γλώσσα και κανείς από μας δεν είναι τέλειος. Αν ένα ζήτημα μπορή να τακτοποιηθή μεταξύ δύο ατόμων και μπορή να υπάρξη απολογία και συγχώρησις, δεν θα προχωρήση περισσότερο και δεν θα υπάρξη ανάγκη να έλθη ενώπιον κάποιου στην εκκλησία και να γίνη μέσον να προκληθούν κακά αισθήματα ή να λάβη κανείς το μέρος του ενός ή του άλλου. Μόνο όταν ένας πταίστης δεν θέλη να ακούση, παρουσιάζεται η ανάγκη να ζητηθή, ως υστάτη προσφυγή, η συμβουλή των υπηρετών της Εκκλησίας και ίσως να ενωθούν και αυτοί στο να μιλήσουν στον πταίστη.
13. Πώς πρέπει οι Χριστιανοί να χαλιναγωγούν τη γλώσσα εν σχέσει με πταίσματα που διεπράχθησαν από αδελφούς;
13 Μια άλλη ευκαιρία να χαλιναγωγήσωμε τη γλώσσα από σεβασμό για την ειρήνη και την ενότητα της εκκλησίας, είναι εν σχέσει με κάποια παραβίασι του νόμου του Θεού από ένα μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας. Όταν ακούμε ότι κάποιος έσφαλε ή ακόμη ενησχολήθη σε ανηθικότητα, δεν είναι κατάλληλο να θέσωμε γρήγορα σε κυκλοφορία σπερμολογία και να προκαλέσωμε ταραχή. Ζητήματα τέτοιας φύσεως ανήκουν στην αρμοδιότητα των υπηρετών της εκκλησίας, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την εκκλησία, και η χαλιναγωγημένη γλώσσα θα μιλήση στα μέλη της εκκλησίας. Δεν πρέπει να ζητή κανείς να προεξέχη με το να λέγη στον καθένα όλα όσα γνωρίζει, αλλά με τη δέουσα ταπεινοφροσύνη ας λάβη υπ’ όψι το συμφέρον της εκκλησίας ως συνόλου. Ας αποφασίση η επιτροπή της εκκλησίας το ποια ενέργεια θα κάμη και ποια πληροφορία θα μεταδώση στην εκκλησία. Αν ακούατε κάτι που ήταν πραγματικά ψευδές και αρχίζετε να το διαδίδετε, θα πέφτατε στην τάξι των συκοφαντών. «Ο συκοφάντης περιέρχεται αποκαλύπτων τα μυστικά· ο δε την ψυχήν πιστός κρύπτει το πράγμα.»—Παροιμ. 11:13, ΜΝΚ.
14. Ποια επιρροή έχει μια καρδιά γεμάτη από αγάπη επάνω σε ομιλία που αφορά παραβάτας οι οποίοι διαπαιδαγωγούνται πειθαρχικά;
14 Όταν ένα ζήτημα συνεζητήθη ατομικώς μ’ έναν πταίστην ή αν η εκκλησία απησχολήθη μ’ ένα πταίσμα που απαιτούσε δοκιμή ή αποκοπή από την επικοινωνία ενός μέλους και έπειτα από λίγον καιρό ένας αδελφός ή αδελφή αποκατεστάθη, κανένα όφελος δεν μπορεί να προέλθη σε οποιονδήποτε με μια συνεχή επιμονή στην παράβασι που διεπράχθη. Πού είναι η αγάπη για τους αδελφούς με αυτόν τον τρόπο ομιλίας; Όταν κάτι ετακτοποιήθη και ελησμονήθη, τότε αφήστε το να σβήση. «Όστις κρύπτει παράβασιν, ζητεί φιλίαν· αλλ’ όστις επαναλέγει το πράγμα, χωρίζει τους στενωτέρους φίλους.»—Παροιμ. 17:9.
15, 16. (α) Τι σημαίνει να συγχωρούμε έναν πταίστη, και πώς ο Ιησούς απέδειξε την ανάγκη για εξάσκησι αληθινής συγχωρήσεως; (β) Πώς ο Παύλος έδειξε την ανάγκη για ταπεινοφροσύνη και συγχωρητικότητα;
15 Αυτός μπορεί να μην είναι ο κανών του κόσμου, αλλ’ είναι ο κανών των στοργικών Χριστιανών. Όταν ο Ιησούς εδίδαξε την υποδειγματική προσευχή, που αναγράφεται στο Ματθαίος 6:9-13, μας εδίδαξε ουσιώδη πράγματα, και από ό,τι είπε πρέπει να μάθωμε πόσο σπουδαίο είναι πραγματικά να συγχωρούμε έναν πταίστη και να επιδιώκωμε ειρήνη με όλους τους ανθρώπους. «Διότι εάν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, θέλει συγχωρήσει και εις εσάς ο Πατήρ σας ο ουράνιος. Εάν όμως δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας.» (Ματθ. 6:14, 15) Συγχωρείτε άτομα που αμαρτάνουν, ή νομίζετε μόνο ότι συγχωρείτε; Το Λεξικό Ουέμπστερ λέγει: «Το να συγχωρούμε υπονοεί ότι παραιτούμεθα όχι μόνο από οποιαδήποτε αξίωσι αποδόσεως ή επανορθώσεως, αλλά και από κάθε δυσαρέσκεια ή επιθυμία εκδικήσεως.» Αφού έχετε εμπλακή σε μια υπόθεσι και συμφωνήσατε να συγχωρήσετε έναν που έπταισε σε σας, μήπως υποκρύπτετε ακόμη κάποια δυσαρέσκεια, ή μπορείτε να χαιρετάτε τον αδελφό και να τον μεταχειρίζεσθε σαν αδελφό ακριβώς σαν να μην είχε διαπραχθή αυτό το αδίκημα; Μπορεί αυτό να είναι μια δοκιμή της αγάπης σας, αλλ’ αν υπάρχη αίσθημα εκδικήσεως ή δυσαρεσκείας, δεν τον έχετε πραγματικά συγχωρήσει. Ακόμη και αν είχατε πολύ αγανακτήσει τότε, αν κατείχατε το πνεύμα της αυτοκυριαρχίας, θα το αντανακλούσατε στο γεγονός ότι και σεις, επίσης, θα μπορούσατε να πταίσετε κάποτε και θα είχατε χαλιναγωγήσει τη γλώσσα σας.
16 Ο Παύλος είπε στους Γαλάτας (6:1): «Αδελφοί, και εάν άνθρωπος απερισκέπτως πέση εις κανέν αμάρτημα, σεις οι πνευματικοί διορθόνετε τον τοιούτον με πνεύμα πραότητος προσέχων εις σεαυτόν, μη και συ πειρασθής.» Και στους Εφεσίους (4:31, 32) είπε: «Πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία, ας αφαιρεθή από σας μετά πάσης κακίας· γίνεσθε δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαγχνοι, συγχωρούντες αλλήλους, καθώς ο Θεός συνεχώρησεν εσάς δια του Χριστού.» Αν ο Ιεχωβά και ο Χριστός Ιησούς, που δεν κάνουν πταίσματα, μπορούν στοργικά και τελείως να συγχωρούν τα πταίσματα των άλλων, δεν μπορούμε εμείς οι ατελείς άνθρωποι με τη δέουσα ταπεινοφροσύνη να συγχωρούμε πραγματικά ο ένας τον άλλον;
ΑΛΛΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ
17, 18. (α) Γιατί η αισχρή ομιλία δεν αρμόζει στους Χριστιανούς διακόνους; (β) Τι είδους συνομιλία παράγεται από ωρίμους Χριστιανούς; (γ) Πώς μπορούμε να εξηγήσωμε την επιθυμία ενός ατόμου να μιλή αισχρά πράγματα;
17 Εκείνο που είναι δημοφιλές σ’ αυτόν τον κόσμο συχνά δεν είναι ορθό. Καθώς χειροτερεύει ολοένα περισσότερο ο κόσμος, η ηθική του και γενικά τα ήθη των ανθρώπων εκφυλίζονται επίσης. Γι’ αυτό ακριβώς μας εδόθη η νουθεσία να παύσωμε να συμμορφούμεθα με αυτό το σύστημα πραγμάτων και να μεταμορφούμεθα με ανακαίνισι της διανοίας. Το παράδειγμα πολλών από τους προεξέχοντας διοργανωτάς ψυχαγωγικών θεαμάτων και δημοφιλείς ομιλητάς αυτού του κόσμου καθώς και ο τρόπος της συνομιλίας στις λέσχες, στις κοινωνικές συγκεντρώσεις και ακόμη στα σχολεία μεταξύ των παιδιών, δείχνουν ότι η αισχρή ομιλία κάνει ένα άτομο εξέχον και δημοφιλές. Τα παιδιά, παρατηρώντας τους άλλους, μπορεί να οδηγούνται να πιστεύουν ότι η βλάσφημη και αισχρή ομιλία αποτελούν απόδειξι της ενηλικιώσεως και του ανδρισμού ενός ατόμου, αλλά στην πραγματικότητα αυτό αποδεικνύει μόνο την κοσμικότητα ενός ατόμου. Επί δεκαεννέα αιώνες και πλέον, οι Χριστιανοί έχουν τη θεόπνευστη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Πορνεία δε και πάσα ακαθαρσία, ή πλεονεξία, μηδέ ας ονομάζηται μεταξύ σας, καθώς πρέπει εις αγίους· μηδέ αισχρότης και μωρολογία ή βωμολοχία, τα οποία είναι απρεπή αλλά μάλλον ευχαριστία.»—Εφεσ. 5:3, 4· Κολ. 3:5-8.
18 Επιστρέφοντας στα λόγια του Ιακώβου 3:11, ερωτούμε, μπορεί η πηγή της ομιλίας μας να αναβλύζη και γλυκά και πικρά νερά; Ποια εξήγησις υπάρχει της επιθυμίας ενός ατόμου να μιλή κάποτε για αισχρά ή κακά πράγματα, και κυρίως όταν έχη συναναστραφή με κοσμικούς ανθρώπους στη διάρκεια της βιοποριστικής εργασίας; Είναι το άτομο αυτό Χριστιανός διάκονος μόνο σε μια συνάθροισι εκκλησίας; Όταν βρίσκεσθε με άλλους, για ποιου είδους πράγματα μιλείτε; Μιλείτε πάντοτε για κοσμικά πράγματα, ή καλλιεργείτε τη συνήθεια να ανυψώνετε τη συζήτησι μιλώντας για πνευματικά ή εποικοδομητικά πράγματα; Όταν υπάρχη ευκαιρία να είσθε με τους αδελφούς σας, μιλείτε μήπως για τις τελευταίες κινηματογραφικές ταινίες ή για τα αθλητικά νέα, για το καθημερινό «κουτσομπολιό» ή τα καθημερινά σκάνδαλα; Ο Χριστός Ιησούς μάς δίνει τις απαντήσεις σε όλα αυτά στο κατά Ματθαίον 15:18-20: «Τα δε εξερχόμενα εκ του στόματος, εκ της καρδίας εξέρχονται, και εκείνα μολύνουσι τον άνθρωπον. Διότι εκ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. Ταύτα είναι τα μολύνοντα τον άνθρωπον.» Αυτά, λοιπόν, ανάγονται σε ό,τι έθεσε βαθιά στην καρδιά του ένα άτομο. Εκείνα που το ενδιαφέρουν πραγματικά είναι εκείνα για τα οποία θα μιλή τακτικά και με επιτηδειότητα.
19. (α) Υπό το φως της Γραφικής περικοπής Γαλάτας 5:16-26, πώς πρέπει να θεωρούμε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί κανείς τη δύναμι της ομιλίας του; (β) Γιατί είναι σπουδαίο να έχωμε την καρδιά γεμάτη από αγαθά πράγματα και έπειτα να τα εκφέρωμε με την ομιλία;
19 Αν πρόκειται να αναλύσωμε την κατάστασι, το πώς ο καθένας χρησιμοποιεί τη δύναμι της ομιλίας του διέπεται από το αν επιδιώκη τα έργα της σαρκός ή έχη απόδειξι του ότι φέρει τον καρπό του πνεύματος. Η εσφαλμένη ομιλία έρχεται με το να είναι η καρδιά τοποθετημένη στην πορνεία, στην ακαθαρσία, στο μίσος, στο φθόνο, στη μέθη, στις διασκεδάσεις, στην ιδιοτέλεια, στην υπερηφάνεια και στο προσωπικό κέρδος. Εκείνοι που δεν γνωρίζουν τίποτε για τον δίκαιο νόμο του Θεού και δεν προσπαθούν να τον ακολουθήσουν, χρησιμοποιούν κακή γλώσσα και μιλούν συνεχώς για σαρκικά πράγματα αυτή είναι η επιρροή που βλέπομε έξω στον κόσμο σήμερα. Αλλά όταν η διάνοια και η καρδιά ενός ατόμου έχουν επηρεασθή από το πνεύμα του Θεού και όταν το άτομο μετεμόρφωσε τη διάνοιά του, το βρίσκομε να λαλή για πνευματικά πράγματα. Απέκτησε εγκράτεια, που είναι ένας καρπός του πνεύματος, και σκέπτεται προτού λαλήση. Δεν αφήνεται σε μανιώδη διάθεσι ώστε να λαλή χωρίς να σκέπτεται, αλλά είναι μακρόθυμος και φιλάγαθος και μιλεί με πραότητα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μιλεί με δύναμι καταγγέλλοντας την πονηρία, αλλά το πράττει αυτό με τον ίδιο αξιοπρεπή τρόπο που χρησιμοποιούσε ο Ιησούς για να λαλήση εναντίον της πονηρίας, των παραπλανητικών παραδόσεων και της υποκρισίας. Το δάμασμα της γλώσσης και η υπαγωγή του εαυτού μας στην καθοδηγία του πνεύματος του Θεού και του λόγου Του σχετίζονται στενά. Ο Ιεχωβά κρίνει, όχι από εξωτερικές εμφανίσεις, αλλά από εκείνο που είναι στην καρδιά. Για τούτο η επιθυμία κάθε θεοσεβούς ατόμου πρέπει να είναι το να γεμίζη την καρδιά του με πνευματικά πράγματα, να έχη καλή καρδιά για την αναψυχή και την ωφέλεια των άλλων και για να γίνη σαν δροσερή πηγή που συνεχώς αναβλύζει γλυκό νερό σε μια θερινή ημέρα. Η ορθή ομιλία οδηγεί στη σωτηρία.—1 Σαμ. 16:7· Αποκάλ. 2:23· Ματθ. 23:1-17· Γαλ. 5:16-26.