‘Ει Δυνατόν, Ειρηνεύετε μετά Πάντων Ανθρώπων’
ΟΙ πολλές διαμάχες, θρησκευτικές, πολιτικές, εθνικές και διεθνείς, έχουν αφαιρέσει την ειρήνη από τη γη σήμερα. Ωστόσο, οι Χριστιανοί εντέλλονται: «Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων.» (Ρωμ. 12:18) Αυτό μερικές φορές είναι πολύ δύσκολο. Αλλά οι Χριστιανοί γνωρίζουν ότι για ν’ απολαμβάνουν ειρήνη με τον Θεό πρέπει να υπακούουν σ’ αυτή την εντολή, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να είναι ουδέτεροι ως προς τις διαιρετικές διαμάχες του κόσμου και, επί πλέον, πρέπει να υπακούουν στα λόγια του Χριστού να επιζητούν φίλους ειρήνης μιλώντας σε όλους τους ανθρώπους για την ειρήνη που βασιλεία του Θεού θα φέρη στη γη.—Λουκ. 10:5, 6.
Οι αληθινοί Χριστιανοί δεν έχουν αποφύγει αυτό το καθήκον τους, να διακρατούν δηλαδή ειρηνική ουδετερότητα. Έχουν υποφέρει, αλλά έχουν δοκιμάσει την εκπλήρωσι των λόγων του αποστόλου: «Ειρηνεύετε· και ο Θεός της αγάπης και της ειρήνης θέλει είσθαι μεθ’ υμών.»—2 Κορ. 13:11.
Σε μερικές χώρες, όπου διεξάγεται μεγάλη διαμάχη για εξουσία, πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν καταδικασθή σε φυλάκισι, λόγω του ότι αρνούνται ν’ αναμιχθούν στις πολιτικές υποθέσεις. Μερικοί έχουν καταδικασθή για τρίτη και τέταρτη συνεχή φορά. Άλλοι, περιλαμβανομένων και γυναικών, εδάρησαν αγρίως. Ωστόσο, κανείς απ’ εκείνους που κατεδικάσθηκαν ή υπέστησαν κακομεταχείρισι, δεν εκδικήθηκε με κανένα τρόπο. Ενώ ήσαν στη φυλακή, βρήκαν μερικούς ‘φίλους ειρήνης’ οι οποίοι έδωσαν προσοχή στα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού και άρχισαν να συμμορφώνουν τις συνήθειές τους για να τον ευχαριστήσουν. Σε πολλές περιπτώσεις, η ειρηνική διαγωγή αυτών των Χριστιανών υπεκίνησε τους φρουρούς των να τους συμπεριφέρωνται με καλωσύνη και σεβασμό. Με άλλους τρόπους εδοκίμασαν επίσης την προστασία του Ιεχωβά. Σε μερικές περιπτώσεις δεν έτυχαν καλής μεταχειρίσεως από ανθρώπους, αλλά είχαν τη χαρά που είχαν και οι απόστολοι, «χαίροντες ότι υπέρ του ονόματος αυτού του Ιησού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.»—Πράξ. 5:41.
Ένας άνδρας που υπηρετούσε ως επίσκοπος σε μια εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά αντελήφθη ότι ήταν πιθανόν ν’ αντιμετωπίση ποινή φυλακίσεως στο εγγύς μέλλον, λόγω της ουδετέρας στάσεώς του. Θα μπορούσε να φύγη από τη χώρα κι έτσι ν’ αποφύγη εντελώς το ζήτημα, να ζήση κάπου αλλού άνετα με την οικογένειά του. Αλλ’ αυτός, μαζί με την οικογένειά του, εξήτασε με προσευχή το ζήτημα και συνεπέρανε ότι οι Χριστιανικές του ευθύνες και το έργο που έπρεπε να γίνη, δηλαδή η υποβοήθησις άλλων να μάθουν περισσότερα σχετικά με την Αγία Γραφή, έδειχναν ότι θα εξυπηρετούντο καλύτερα τα συμφέροντα της βασιλείας αν παρέμεναν εκεί, ακόμη κι αν η παραμονή τους ήταν επικίνδυνη. Έγιναν προετοιμασίες έτσι ώστε, αν εφυλακίζετο, η σύζυγός του και τα τέσσερα παιδιά του να μπορούν να εργασθούν μαζί για να φροντίσουν για τις υλικές ανάγκες της οικογενείας. Εμπιστεύθηκαν στη δύναμι του Ιεχωβά να φροντίση γι’ αυτούς, όσο άσχημα κι αν φαίνονταν τα ζητήματα.
Σε μια ωρισμένη χώρα που διαταράσσεται από πολιτική αναταραχή, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όπως σε όλες τις χώρες, παραμένουν ουδέτεροι ως προς τις πολιτικές διαμάχες. Καθώς ένας Μάρτυς πήγαινε σε μια Γραφική συνάθροισι, φυλακίσθηκε από στρατιώτες. Όταν άδειασαν τον χαρτοφύλακα που μετέφερε και διεπίστωσαν ότι ήταν γεμάτος από Άγιες Γραφές και Γραφικά έντυπα, ένας από τους στρατιώτες του είπε: «Μας συγχωρείτε. Δεν θέλομε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.» Αυτό ωδήγησε σε μια συζήτησι από την Αγία Γραφή. Ο Μάρτυς αφέθη ελεύθερος με τα λόγια: «Καταλαβαίνομε τη θέσι σας ως προς τις πολιτικές υποθέσεις—εσάς των Μαρτύρων του Ιεχωβά.»
Σε μια άλλη χώρα όπου υπάρχει πολλή βία στα σύνορα και ανταρτοπόλεμος, ένας Μάρτυς του Ιεχωβά, ο οποίος εργάζεται στο αστυνομικό τμήμα, επανεδιωρίσθη σε μια θέσι αστυνομεύσεως σε μια περιοχή των ανταρτών. Μολονότι εργαζόταν στο τμήμα δακτυλικών αποτυπωμάτων, διετάχθη να πάρη όπλο στη διάρκεια μιας επιθέσεως των ανταρτών. Αρνήθηκε να παραβιάση την ουδετερότητά του και γι’ αυτό φυλακίσθηκε. Σύντομα, οι αντάρτες έκαναν μια άλλη επίθεσι και κατέστρεψαν τελείως το αστυνομικό τμήμα. Μολονότι ήταν ακόμη φυλακισμένος, αυτός ο Μάρτυς ήταν ευτυχής που η στάσις του, σε υπακοή στις Βιβλικές αρχές, κατέληξε στην προστασία του. Χαίρεται που είναι ακόμη ζωντανός και που μπορεί να συνεχίζη να ζη ειρηνικά με όλους τους ανθρώπους.
Μολονότι οι Χριστιανοί είναι ειρηνικοί, πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί να εξηγούν σαφώς τη θέσι τους της Χριστιανικής ουδετερότητος, και πρέπει ν’ απέχουν από καταστάσεις που μπορούν να θέσουν σε αμφισβήτησι την στάσι τους. Η σπουδαιότης του να είναι κανείς πάντοτε άγρυπνος σ’ αυτό το ζήτημα, τονίσθηκε από ένα επεισόδιο που συνέβη σ’ ένα μικρό χωριό. Ο πρεσβύτερος μιας εκκλησίας και η οικογένειά του ζούσαν στο σπίτι ενός κατά σάρκα αδελφού, ο οποίος δεν ήταν Μάρτυς του Ιεχωβά. Οι αντάρτες επετέθησαν και φυλάκισαν τους δύο άνδρες, μαζί με πολλούς άλλους χωρικούς. Ο Μάρτυς διαμαρτυρήθηκε, λέγοντας ότι ήταν Χριστιανός και ουδέτερος, αλλά οι αντάρτες απήντησαν ότι τον είχαν βρη στο ίδιο σπίτι μ’ ένα άτομο (τον κατά σάρκα αδελφό του), ο οποίος ήταν ύποπτος για δράσι κατά των ανταρτών. Κατόπιν διέταξαν τη σύζυγό του και τα παιδιά του, μαζί με άλλους χωρικούς, να φύγουν για να σωθούν, και πυροβόλησαν και σκότωσαν τον πρεσβύτερο και τέσσερις άλλους άνδρες. Ο Μάρτυς δεν είχε κάνει τίποτε αντιχριστιανικό και ο θάνατός του είναι πράγματι λυπηρό γεγονός. Ωστόσο, αυτή η θλιβερή πείρα τονίζει την ανάγκη που υπάρχει να διασαφηνίζουν έντονα οι Μάρτυρες τη Χριστιανική τους ουδετερότητα και να είναι άκρως προσεκτικοί ν’ αποφεύγουν καταστάσεις και περιστάσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε αμφισβήτησι την ουδετερότητά τους.—Ματθ. 10:16.
Μολονότι δεν μπορεί ν’ αναμένη κανείς να γίνουν όλοι οι άνθρωποι φίλοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά, πολλοί άνθρωποι τρέφουν μεγάλο σεβασμό για το άτομο εκείνο που κατά συνείδησιν και με ειλικρίνεια υπηρετεί τον Θεό. Συμβαίνει αυτό που είπε ο θεόπνευστος συγγραφεύς της Βιβλικής παροιμίας: «Όταν ο κύριος αρέσκηται εις τας οδούς του ανθρώπου, και τους εχθρούς αυτού ειρηνεύει μετά αυτού.»—Παροιμ. 16:7.