Όταν τα Παιδιά Γίνωνται Δύστροπα
ΕΝΑΣ γεροδεμένος έφηβος κάθεται με απάθεια στον καναπέ, σ’ ένα διαμέρισμα της πόλεως της Νέας Υόρκης. Δεν δίνει καμμιά προσοχή στις επανειλημμένες παρακλήσεις της μητέρας του να τη βοηθήση σε κάποια βαρειά εργασία. Καθώς εκείνη εξακολουθεί να τον πιέζη, ο νεαρός οργίζεται. Ξεκολλά την τηλεφωνική συσκευή από τον τοίχο, καταστρέφει έπιπλα και σπάζει την κλειδαριά από την πόρτα που οδηγεί στο διαμέρισμα. Εν τω μεταξύ, φωνάζει: «Θα σε σκοτώσω!» Τελικά, η έξαψις της ασυγκράτητης οργής υποχωρεί.
Αυτός ο δύστροπος έφηβος δεν έχει κανένα σεβασμό για τον πατέρα του, ούτε για τη μητέρα του. Στην πραγματικότητα, δεν σέβεται καμμιά εξουσία καθώς περιφέρεται στους δρόμους με άλλους αλήτες, μεταφέροντας ένα όπλο, που ούτε καν το έχει δηλώσει.
Πολλοί γονείς που βρίσκονται σε παρόμοια κατάστασι ερωτούν: ‘Πώς μπόρεσε να συμβή αυτό; Πού σφάλαμε;’
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ
Κατά καιρούς μπορεί να περιλαμβάνεται στο ζήτημα αμέλεια εκ μέρους των γονέων. Αν οι γονείς αμελούν την εκπαίδευσι των παιδιών τους με λόγια και με παράδειγμα, δεν μπορούν ν’ αναμένουν να έχουν καλά αποτελέσματα. Η Αγία Γραφή λέγει: «Η ράβδος και ο έλεγχος δίδουσι σοφίαν· παιδίον δε απολελυμένον καταισχύνει την μητέρα αυτού.» (Παρ. 29:15) Η ορθή εκπαίδευσις πρέπει να αρχίζη όσο πιο νωρίς γίνεται, από τη νηπιακή ηλικία. Ο Δαβίδ, επειδή έλαβε εκπαίδευσι στην αρχή της ζωής του, μπορούσε να πη σ’ έναν από τους ψαλμούς: «Επί σε [Ιεχωβά] ερρίφθην εκ μήτρας· εκ κοιλίας της μητρός μου συ είσαι ο Θεός μου.» (Ψαλμ. 22:10) Ομοίως, ο Τιμόθεος εγνώριζε τα άγια συγγράμματα «από βρέφους.» Από τις πρώτες αναμνήσεις στη ζωή του, δεν μπορούσε να θυμηθή έναν καιρό που δεν εγνώριζε τον Ιερό Λόγο.—2 Τιμ. 3:15.
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, απαιτείται πραγματική προσπάθεια για να τα βοηθήσετε ν’ αντιληφθούν ότι η υπακοή στις υψηλές αρχές των Γραφών οδηγεί σε πολύ καλύτερο τρόπο ζωής. Αυτό αληθεύει ιδιαίτερα σ’ αυτές τις δύσκολες ‘έσχατες ημέρες.’ (2 Τιμ. 3:1, 2) Το Γραφικό βιβλίο των Παροιμιών μπορεί να βοηθήση πραγματικά τους γονείς να ενσταλάξουν διδασκαλία με υποκινητική δύναμι. Αυτό το βιβλίο, όχι μόνο προειδοποιεί για τον κίνδυνο συναναστροφών που διαφθείρουν, σεξουαλικής ανηθικότητος, λαιμαργίας, καταχρήσεως οινοπνεύματος, και τα παρόμοια, αλλά ενθαρρύνει επίσης τα παιδιά να ακολουθήσουν μια δίκαιη πορεία. (Παρ. 1:10-19· 4:14-27· 5:3-14· 7:1-27· 23:20-35) Το είδος της θετικής υποκινήσεως που οι γονείς μπορεί να περιλαμβάνουν όταν ενσταλάζουν ηθική διδασκαλία στα μεγαλύτερα παιδιά, περιγράφεται στα λόγια που αναφέρονται στα εδάφια Παροιμίαι 3:1-6:
«Υιέ μου, μη λησμονής τους νόμους μου, και η καρδία σου ας φυλάττη τας εντολάς μου· διότι μακρότητα ημερών και έτη ζωής και ειρήνην θέλουσι προσθέσει εις σε. Έλεος και αλήθεια ας μη σε εγκαταλίπωσι· δέσον αυτάς περί τον τράχηλόν σου· εγχάραξον αυτάς επί την πλάκα της καρδίας σου· ούτω θέλεις ευρεί χάριν και εύνοιαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Έλπιζε επί Κύριον εξ όλης σου της καρδίας και μη επιστηρίζεσαι εις την σύνεσίν σου· εν πάσαις ταις οδοίς σου αυτόν γνώριζε, και αυτός θέλει διευθύνει τα διαβήματά σου.»
ΟΤΑΝ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΕΔΕΙΞΑΝ ΑΜΕΛΕΙΑ
Ασφαλώς, αν στο παρελθόν οι γονείς έδειξαν αμέλεια ή παράλειψι, μπορεί να διαπιστώσουν ότι είναι υπερβολικά δύσκολο να παράσχουν ηθική εκπαίδευσι. Μπορεί να είναι αναγκαίο να εξηγήσουν οι γονείς στα παιδιά τους γιατί ενδιαφέρονται τόσο πολύ να κάνουν εκείνο που προηγουμένως αμέλησαν να κάνουν. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνη ταπεινή αναγνώρισι των παραλείψεών τους στο παρελθόν. Θα χρειασθή τότε καιρός και υπομονή για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των εφήβων γιων και θυγατέρων τους, για να τους διαβεβαιώσουν για τη γνήσια πατρική αγάπη και το ενδιαφέρον τους. Τα αποτελέσματα στην αρχή μπορεί να μην είναι καθόλου ικανοποιητικά· μπορεί μάλιστα να είναι και απογοητευτικά. Αλλά οι γονείς δεν πρέπει να σπεύσουν να εγκαταλείψουν τον αγώνα, διότι αυτό θα αμφισβητούσε το ενδιαφέρον τους. Ένας έφηβος θα μπορούσε να σκεφθή: ‘Αν οι γονείς μου πράγματι ενδιεφέροντο, θα προσπαθούσαν ακόμη να με βοηθήσουν.’ Έτσι, όταν οι γονείς αφήνουν τις αρχικές προσπάθειές των να εξασθενήσουν επειδή τα παιδιά τους δεν ανταποκρίνονται, μπορεί στην πραγματικότητα να συμβάλουν στην έλλειψι εμπιστοσύνης των υιών και των θυγατέρων τους. Γι’ αυτό είναι ιδιαίτερα σπουδαίο να εμμένουν οι γονείς. Το ενδιαφέρον ενός γονέως μπορεί να υποκινήση τη συνείδησι του παιδιού, φέροντας στην επιφάνεια τις καλύτερες ιδιότητές του. Η Μάρτα, που κάποτε ήταν επί κεφαλής μιας συμμορίας κοριτσιών, παραδέχθηκε: «Στενοχωριόμουν πολύ που έβλεπα τη μητέρα μου να ανησυχή τόσο πολύ για μένα, αλλά ποτέ δεν το έδειξα αυτό και δεν άφησα να φανούν τα αισθήματά μου.»
Το καλό παράδειγμα συχνά έχει πολύ μεγαλύτερη επίδρασι στα στασιαστικά παιδιά απ’ ό,τι πολλές λέξεις. Μολονότι μπορεί να διατηρήται η σταθερότης αυτού που λέγεται, οι γονείς πρέπει να προσέχουν να μη χάνουν την αυτοκυριαρχία τους και να μη καταφεύγουν σε κραυγές και σε ύβρεις. Οι Γραφές συμβουλεύουν: «Πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία ας αφαιρεθή από σας μετά πάσης κακίας.»—Εφεσ. 4:31.
Ακόμη κι αν η εκπαίδευσις ενός παιδιού έχει δυστυχώς παραμεληθή επί αρκετά χρόνια, μπορεί να υπάρχη ακόμη ελπίδα. Ένας νεαρός Μεξικάνος αφηγείται τη δική του πείρα:
«Σε ηλικία επτά ετών, άφησα τους γονείς μου. Σπίτι μου έγινε το πεζοδρόμιο, τα εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα ή, μερικές φορές, τα βαγόνια κάποιας εμπορικής αμαξοστοιχίας. Μαζί με άλλους νεαρούς, άρχισα να κλέβω. Πολλές φορές μας συνελάμβανε η αστυνομία και μας φυλάκιζε. Όταν μας ρωτούσαν που ήσαν οι γονείς μας, λέγαμε ότι δεν γνωρίζαμε. Όταν ήμουν 10 ετών, ενωθήκαμε με μια ομάδα λαθρεμπόρων ναρκωτικών. Πολλές φορές διακινδύνευσε η ζωή μου. Όταν ήμουν 12 ετών, πήγαμε στις Ηνωμένες Πολιτείες παράνομα και συνεχίσαμε εκεί τις παράνομες δραστηριότητές μας. Μια μέρα, ο αρχηγός της συμμορίας μας απείλησε ότι θα με σκοτώση επειδή δεν μοίρασα τα λάφυρα από μια ληστεία που είχα διαπράξει. Με χτύπησε και μου πήρε τις 28.000 πέσος που είχα.
«Ήμουν πολύ στενοχωρημένος και ήθελα να επιστρέψω στο σπίτι ή να αυτοκτονήσω. Τότε θυμήθηκα τη γιαγιά μου, η οποία ζούσε στο Κιουντάντ Χουάρεζ, αλλά δεν ήξερα πού. Άρχισα να ψάχνω. Όταν τελικά τη βρήκα, ετοιμαζόταν να παρακολουθήση μια συνέλευσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και με προσκάλεσε να τη συνοδεύσω.»
Με βάσι αυτά που άκουσε στη συνέλευσι, αυτό το αγόρι άρχισε να σκέπτεται σοβαρά για τη ζωή του. Άρχισε να μελετά την Αγία Γραφή και, προς μεγάλη χαρά των γονέων τον, άλλαξε και επέστρεψε σπίτι.
ΣΤΑΣΙΑΣΜΟΣ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΚΑΛΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙ
Αλλά τι θα λεχθή αν τα παιδιά γίνονται δύστροπα παρά την καλή εκπαίδευσι; Οι γονείς μπορεί να παρηγορηθούν από το γεγονός ότι με πλήρη συνείδησι εξετέλεσαν την ευθύνη τους. Μπορούν επίσης να διατηρούν την ελπίδα ότι στο μέλλον οι προσπάθειες της κατάλληλης εκπαιδεύσεως θα βοηθήσουν τα παιδιά που έχουν παρεκκλίνει, να συνέλθουν. Αυτή η ελπίδα μπορεί να είναι πολύ ενθαρρυντική.
Η κατάλληλη εκπαίδευσις ασφαλώς μπορεί να έχη μια διαρκή επίδρασι στα παιδιά. Η Αγία Γραφή δηλώνει: «Δίδαξον το παιδίον εν αρχή της οδού αυτού· και δεν θέλει απομακρυνθή απ’ αυτής ουδέ όταν γηράση» (Παρ. 22:6) Μολονότι, ως γενικός κανών, τα παιδιά που έχουν εκπαιδευθή κατάλληλα δεν γίνονται διεφθαρμένα άτομα, μερικά παρεκκλίνουν, αλλά κατόπιν συνέρχονται. Η πείρα τους μπορεί να ομοιάζη με την πείρα του ασώτου υιού στην παραβολή που είπε ο Ιησούς Χριστός. Διαβάζομε τα εξής:
«Άνθρωπος τις είχε δύο υιούς. Και είπεν ο νεώτερος αυτών προς τον πατέρα· Πάτερ, δος μοι το ανήκον μέρος της περιουσίας. . . . Και μετ’ ολίγας ημέρας συνάξας πάντα ο νεώτερος υιός, απεδήμησεν εις χώραν μακράν και εκεί διεσκόρπισε την περιουσίαν αυτού ζων ασώτως. Αφού δε εδαπάνησε πάντα, έγεινε πείνα μεγάλη εν τη χώρα εκείνη και αυτός ήρχισε να στερήται. Τότε υπήγε και προσεκολλήθη εις ένα των πολιτών της χώρας εκείνης, όστις έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού δια να βόσκη χοίρους. Και επεθύμει να γεμίση την κοιλίαν αυτού από των ξυλοκεράτων, τα οποία έτρωγον οι χοίροι, και ουδείς έδιδεν εις αυτόν. Ελθών δε εις εαυτόν, είπε· Πόσοι μισθωτοί του πατρός μου περισσεύουσιν άρτον, και εγώ χάνομαι υπό της πείνης. Σηκωθείς θέλω υπάγει, προς τον πατέρα μου και θέλω ειπεί προς αυτόν· Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου· κάμε με ως ένα των μισθωτών σου.»—Λουκ. 15:11-19.
ΔΙΑΤΗΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΗΣ ΣΤΑΣΕΩΣ
Πώς αντέδρασε ο πατέρας; Επειδή δεν είχε αρχίσει να φιλοξενή κακά αισθήματα προς τον γιο του, αντέδρασε με συμπάθεια και στοργικό ενδιαφέρον. Η παραβολή του Ιησού συνεχίζει:
«Ενώ δε απείχεν έτι μακράν, είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο υιός· Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου. Και ο πατήρ είπε προς τους δούλους αυτού· Φέρετε έξω την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτυλίδιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, και φέροντες τον μόσχον τον σιτευτόν σφάξατε, και φαγόντες ας ευφρανθώμεν, διότι ούτος ο υιός μου νεκρός ήτο και ανέζησε, και απολωλώς ήτο και ευρέθη. Και ήρχισαν να ευφραίνωνται.»—Λουκ. 15:20-24.
Σε αρμονία με το πνεύμα αυτής της παραβολής, οι γονείς πρέπει να προσέχουν να μη γίνουν πικροί και σκληροί προς ένα δύστροπο γιο ή θυγατέρα. Αλλιώς, θα ήταν πολύ δύσκολο για το παιδί ν’ αλλάξη, όπως άλλαξε ο άσωτος υιός της παραβολής του Ιησού.
Η καλή επίδρασις της αγάπης και της καλωσύνης φαίνεται πολύ καλά στην περίπτωσι ενός κοριτσιού στο Οχάιο, του οποίου οι γονείς ήσαν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η 15χρονη Βίκυ, επειδή νόμισε ότι δεν είχε αρκετή ελευθερία, άρχισε να στασιάζη κατά της πατρικής εξουσίας. Τελικά, σε ηλικία 17 ετών, πήγε σε δικό της διαμέρισμα σε μια πόλι όπου ζούσε η οικογένεια της μητέρας της. Μολονότι αυτοί οι συγγενείς δεν επικροτούσαν αυτά που έκανε η Βίκυ, προσπάθησαν να την ενθαρρύνουν. Τι συνέβη τελικά; Το κορίτσι διηγείται:
«Ήμουν πολύ στενοχωρημένη, σχεδόν μέχρι του σημείου να αυτοκτονήσω, ήμουν αηδιασμένη με τον κόσμο και με τους ανθρώπους. Έτσι, πήγα να ζήσω με την οικογένεια της μητέρας μου. Ποτέ δεν με επέκριναν ούτε με έκαναν να αισθάνωμαι άσχημα. Φοβόμουν πολύ να παρακολουθήσω συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αλλά το έκανα. Η αγάπη και η καλοσύνη που όλοι μου έδειξαν ήταν συγκινητική. Ποτέ δεν θα μπορέσουν να καταλάβουν πόσο πολύ το εκτίμησα αυτό, και πόσο πολύ με διευκόλυναν να εγκαταλείψω τον εσφαλμένο τρόπο ζωής μου.»
Έτσι, όταν τα παιδιά γίνωνται δύστροπα, οι γονείς δεν πρέπει να σπεύσουν να χάσουν κάθε ελπίδα. Μολονότι μισούν την κακία, πρέπει να αποφεύγουν να γίνωνται σκληροί και πικροί προς τα παιδιά τους. Και, το πιο σπουδαίο, οι γονείς πρέπει να προσπαθούν να δίνουν ένα θαυμάσιο παράδειγμα και να διατηρούν την πίστι τους στον Θεό ισχυρή.
Αυτό ακριβώς έκανε ο Βασιλεύς Δαβίδ. Υπέφερε πάρα πολύ από οικογενειακά προβλήματα. Ένας από τους γιους του εστράφη τελείως εναντίον του, επιζητώντας τον θρόνο του και τη ζωή του. Αλλά ο Δαβίδ δεν άφησε το γεγονός αυτό να τον αποθαρρύνη από το να συνεχίση να υπηρετή τον Θεό. Πράγματι, όταν ήταν γέρος και εξασθενημένος, ενεθάρρυνε τον γιο του Σολομώντα, λέγοντας: «Γνώρισον τον Θεόν του πατρός σου και δούλευε αυτόν εν καρδία τελεία και εν ψυχή θελούση· διότι ο Κύριος εξετάζει πάσας τας καρδίας και εξεύρει πάντας τους λογισμούς των διανοιών· Εάν εκζητής αυτόν, θέλει ευρίσκεσθαι υπό σου· εάν όμως εγκαταλίπης αυτόν, θέλει σε απορρίψει δια παντός.»—1 Χρον. 28:9.
Ακόμη κι αν τα παιδιά ενός ατόμου επρόκειτο να γίνουν ανυπάκουα, ο Ιεχωβά Θεός ποτέ δεν θα εγκατέλειπε τους αφοσιωμένους δούλους του. Όπως ο Ύψιστος υπεστήριξε τον Δαβίδ σε καιρούς δοκιμασίας και λύπης, έτσι θα ενισχύση τον λαό του σήμερα να υποφέρη τη θλίψι, περιλαμβανομένου και του πόνου που επέρχεται όταν τα παιδιά γίνωνται ανυπάκουα. Πράγματι, ακόμη κι αν επρόκειτο να διασπασθούν όλοι οι δεσμοί της φυσικής στοργής, το άτομο δεν θα ήταν μόνο του, απελπιστικά εγκαταλελειμμένο. Ο Δαβίδ είπε: «Και αν ο πατήρ μου και η μήτηρ μου με εγκαταλείψωσιν, ο Κύριος όμως θέλει με προσδεχθή.»—Ψαλμ. 27:10.