Δίδοντας το Καλύτερό μας στον Ιεχωβά
«Επικατάρατος ο απατεών, όστις έχει εν τω ποιμνίω αυτού άρσεν και κάμνει ευχήν και θυσιάζει εις Κύριον πράγμα διεφθαρμένον· διότι εγώ είμαι βασιλεύς μέγας, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων, και το όνομά μου είναι τρομερόν εν τοις έθνεσι.»—Μαλ. 1:14.
1. Μπορούν οι άνθρωποι πραγματικά να δώσουν κάτι στον Ιεχωβά;
ΜΗΠΩΣ φαίνεται παράξενο το γεγονός ότι ατελείς άνθρωποι πρέπει να σκέπτωνται τι θα δώσουν στον Μεγάλο Δημιουργό, τον Ιεχωβά; Μα δεν υπάρχει τίποτε σ’ ολόκληρο το σύμπαν που να μην ανήκη ήδη σ’ αυτόν! Στον Λόγο του, ο ίδιος δηλώνει: «Εμού είναι το αργύριον και εμού το χρυσίον.» (Αγγ. 2:8) «Εμού είναι πάντα τα θηρία του δάσους, τα κτήνη τα επί χιλίων ορέων. Γνωρίζω πάντα τα πετεινά των ορέων, και τα θηρία του αγρού είναι μετ’ εμού. Εάν πεινάσω, δεν θέλω ειπεί τούτο προς σε· διότι εμού είναι η οικουμένη και το πλήρωμα αυτής. Μήπως εγώ θέλω φάγει κρέας ταύρων ή πίει αίμα τράγων;» (Ψαλμ. 50:10-13) Ασφαλώς ο Ιεχωβά Θεός δεν έχει ανάγκη το δώρο κανενός, διότι είναι πλήρης ο ίδιος. Είναι ο Αυθύπαρκτος.
2. Τι ανεγνώρισε ο Δαβίδ σχετικά με τις προαιρετικές προσφορές που απευθύνονται στον Ιεχωβά;
2 Ο Δαβίδ, ο γιος του Ιουδαίου Ιεσσαί, ως νέος που είχε διδαχθή τον Μωσαϊκό νόμο, εγνώριζε ότι ο Ιεχωβά κατέχει ολόκληρη τη γη. (Έξοδ. 19:5) Στα μετέπειτα χρόνια, ο Δαβίδ, όταν έκανε συνεισφορές για την κατασκευή του ναού στην Ιερουσαλήμ, απηύθυνε την εξής προσευχή στον Ύψιστο: «Τις είμαι εγώ, και τις ο λαός μου, ώστε να δυνηθώμεν να προσφέρωμεν προθύμως εις σε κατά ταύτα; διότι τα πάντα έρχονται εκ σου και εκ των σων δίδομεν εις σε. Κύριε Θεέ ημών, άπαν τούτο το πλήθος, το οποίον ητοιμάσαμεν δια να οικοδομήσωμεν οίκον εις σε δια το όνομά σου το άγιον, εκ της χειρός σου έρχεται, και σου είναι τα πάντα.»—1 Χρον. 29:14, 16.
3. (α) Τι ερωτήματα μπορεί να εγερθούν σχετικά με τα δώρα που προσφέρονται στον Ιεχωβά; (β) Ποια είναι η Γραφική απάντησις σ’ αυτά τα ερωτήματα;
3 Έτσι, ο Δαβίδ ανεγνώριζε ότι εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε να πλουτίσωμε τον Παντοδύναμο με κανένα τρόπο. Πράγματι, ό,τι κι αν δίνωμε είναι απλώς ανταπόδοσις ενός μικρού μέρους αυτού που έχομε λάβει από την Πηγή κάθε ‘δόσεως αγαθής και δωρήματος τελείου.’ (Ιακ. 1:17) Αλλά μήπως αυτό σημαίνει ότι τα δώρα μας προς τον Δημιουργό μας δεν έχουν αξία; Μήπως εκείνος απορρίπτει με καταφρόνησι τις προσφορές των αφοσιωμένων δούλων του; Η απάντησις του Λόγου του Θεού είναι, Όχι. Ο Ιεχωβά Θεός προσκαλεί τους ταπεινούς λάτρεις να φέρουν τα δώρα τους. Στο εδάφιο Ψαλμός 96: 8 διαβάζομε: «Απόδοτε εις τον Κύριον την δόξαν του ονόματος αυτού· λάβετε προσφοράς και εισέλθετε εις τας αυλάς αυτού.»
4. Τι είδους δώρα ευαρεστούν τον Ιεχωβά;
4 Ασφαλώς, ο Ιεχωβά ήθελε καλές προσφορές που θα υπεκινούντο από καρδιές γεμάτες εκτίμησι. Αυτές οι προσφορές θα ήσαν δώρα που περιελάμβαναν αυταπάρνησι, καθώς επίσης και προετοιμασία με προσευχή και προσοχή. Παραδείγματος χάριν, όταν ίσχυε ο Μωσαϊκός νόμος, ένας Ισραηλίτης δεν μπορούσε να φέρη ένα οποιοδήποτε ζώο στην πύλη της αυλής του ναού και ν’ αναμένη να λάβη ευνοϊκή αναγνώρισι από τον Θεό. Ο Νόμος δήλωνε: «Όστις προσφέρει θυσίαν ειρηνικής προσφοράς εις τον Κύριον δια να εκπληρώση ευχήν, ή προσφοράν αυτοπροαίρετον, εκ των βοών ή εκ των προβάτων, θέλει είσθαι άμωμον δια να ήναι δεκτόν· ουδείς μώμος θέλει είσθαι εις αυτό. Τυφλόν, ή συντετριμμένον, ή κολοβόν, ή έχον εξόγκωμα, ή ψώραν ξηράν, ή λειχήνας, ταύτα δεν θέλετε προσφέρει εις τον Κύριον.»—Λευιτ. 22:21, 22.
5. Τι ώριζε ο Νόμος σχετικά με τις εξ αλφίτων προσφορές;
5 Σχετικά με τις εξ αλφίτων προσφορές, έπρεπε να είναι από θαυμάσια σεμίδαλι ή αλεύρι. (Λευιτ. 2:1, 4· 6:14, 15· Αριθ. 15:4) Αυτή η απαίτησις θα απέκλειε κάθε χονδρό αλεύρι, αλεύρι που δεν ήταν κοσκινισμένο καλά. Ναι, μόνο το καλύτερο ήταν κατάλληλο ως προσφορά στον Άγιο, τον Ιεχωβά.
6. Τι επίδρασι είχε η υποκίνησις της καρδιάς στο αν θα εγίνοντο ευπρόσδεκτες οι θυσίες ενός Ισραηλίτου;
6 Μια άλλη σπουδαία απαίτησις για την παρουσίασι ευπροσδέκτων προσφορών στον Ιεχωβά ήταν να έχη το άτομο την κατάλληλη υποκίνησι της καρδιάς. Χωρίς βαθειά εσωτερική επιθυμία να ευχαριστήση τον Δημιουργό του, ο Ισραηλίτης θα έκανε μάταιες θυσίες. Παρατηρήστε πώς τονίζεται, αυτό στα επόμενα λόγια: «Τίνα χρείαν έχω του πλήθους των θυσιών σας; λέγει Κύριος· κεχορτασμένος είμαι από ολοκαυτωμάτων κριών και από πάχους των σιτευτών· και δεν ευαρεστούμαι εις αίμα ταύρων ή αρνίων ή τράγων. Όταν έρχησθε να εμφανισθήτε ενώπιόν μου, τις εζήτησεν εκ των χειρών σας τούτο, να πατήτε τας αυλάς μου; Μη φέρετε πλέον ματαίας προσφοράς· το θυμίαμα είναι βδέλυγμα εις εμέ· . . . Τας νεομηνίας σας και τας διατεταγμένας εορτάς σας μισεί η ψυχή μου· είναι φορτίον εις εμέ· εβαρύνθην να υποφέρω. Και όταν εκτείνητε τας χείρας σας, θέλω κρύπτει τους οφθαλμούς μου από σας· ναι, όταν πληθύνητε δεήσεις, δεν θέλω εισακούει· αι χείρες σας είναι πλήρεις αιμάτων.» (Ησ. 1:11-15) Όταν έλειπε η γνήσια αφοσίωσις και το πνεύμα γενναιοδωρίας, οι εξωτερικές μορφές λατρείας ωμοίαζαν με δωροδοκία που είχε σκοπό να εξαγοράση τη θεία εύνοια. Ήσαν πλήρως απαράδεκτες.
ΤΟ ΔΩΡΟ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
7. Γιατί εμείς σήμερα δεν προσφέρομε θυσίες ζώων;
7 Αντίθετα με τους Ισραηλίτες, εμείς, οι μαθητές του Ιησού Χριστού, δεν παρουσιάζομε θυσίες σε κάποιο υλικό θυσιαστήριο. Η διαθήκη του Νόμου, που διέτασσε τέτοιες προσφορές, ακυρώθηκε βάσει του θανάτου του Ιησού σ’ ένα πάσσαλο. (Κολ. 2:13, 14) Αυτό εγείρει το ερώτημα, Τι θυσίες προσφέρομε εμείς;
8. Στο εδάφιο Ρωμαίους 12:1, τι έγραψε ο απόστολος Παύλος σχετικά με τη θυσία, και πώς πρέπει να εννοήσωμε τα λόγια του;
8 Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος ενεθάρρυνε τους κεχρισμένους με το πνεύμα πιστούς, οι οποίοι θα εγκατέλειπαν το σάρκινο σώμα τους και θα ελάμβαναν ένα ένδοξο πνευματικό σώμα όταν θ’ ανίσταντο από τους νεκρούς, με τα εξής λόγια: «Σας παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί, δια των οικτιρμών του Θεού, να παραστήσητε τα σώματά σας θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν, ήτις είναι η λογική σας λατρεία.» (Ρωμ. 12:1) Έτσι, ενθαρρύνθηκαν να χρησιμοποιούν τις δυνάμεις τους και τις ικανότητές τους στην υπηρεσία του Δημιουργού. Τα μέλη του σώματος είναι τα όργανα μέσω των οποίων μπορεί κανείς να ομιλή και να ενεργή. Έτσι, για να ‘παραστήσουν τα σώματά τους θυσίαν ζώσαν,’ αυτοί οι Χριστιανοί έπρεπε να είναι δραστήριοι, ‘πράττοντες τα πάντα εις δόξαν Θεού.’ (1 Κορ. 10:31) Για να είναι αυτή η θυσία ‘άγια,’ έπρεπε να διατηρούν ηθική και πνευματική καθαρότητα. Και μόνο αν άφηναν την ανυπόκριτη αγάπη να υποκινή τις ενέργειές τους θα ήταν αυτή η παρουσίασις του σώματός τους ‘ευάρεστος εις τον Θεόν.’ (1 Κορ. 13:3) Όταν διήγαν μια ζωή πλήρους αφοσιώσεως στον Θεό σε στάσι, λόγια και ενέργεια, λόγω εσκεμμένης εκλογής, αντιλαμβανόμενοι ότι αυτό ήταν ορθό έχοντας υπ’ όψιν τη θεία στοργή που τους είχε επιδειχθή, εκτελούσαν λατρεία που ήταν «λογική,» ή ιερή υπηρεσία με ‘τη δύναμι της λογικής τους.’ Άσχετα με το ποια μπορεί να είναι η παρούσα ελπίδα μας, είτε είναι ουράνια είτε επίγεια, δεν μπορούμε κι εμείς ομοίως να είμεθα ολόψυχοι στην υπηρεσία μας προς τον Θεό;
9. Στα εδάφια Εβραίους 13:15, 16, ποια ενθάρρυνσις μας δίδεται;
9 Στην επιστολή προς Εβραίους, μαθαίνομε ακόμη περισσότερα για τις ευπρόσδεκτες θυσίες. Τα εδάφια Εβραίους 13:15, 16 λέγουν: «Δι’ αυτού [του Χριστού] λοιπόν ας αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού. Την δε αγαθοποιίαν και το μεταδοτικόν μη λησμονείτε, διότι εις τοιαύτας θυσίας ευαρεστείται ο Θεός.»—Παράβαλε με Ωσηέ 14:2.
10. Τι περιλαμβάνει ‘ο καρπός χειλέων,’ και τι ερωτήματα θα μπορούσαμε να υποβάλωμε στον εαυτό μας σχετικά μ’ αυτό;
10 Ο ‘καρπός χειλέων’ που προσφέρομε θα περιελάμβανε συμμετοχή στην εκπλήρωσι του εδαφίου Ματθαίος 24:14: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη.» Δίνομε πράγματι το καλύτερο που έχομε σ’ αυτό το σπουδαίο έργο κηρύγματος; Επωφελούμεθα πρόθυμα από ευκαιρίες για να δώσωμε μαρτυρία; Είναι η ζωή μας ως Χριστιανών υποδειγματική, έτσι ώστε ο ‘καρπός χειλέων’ ν’ αποτελή μια ευπρόσδεκτη θυσία αίνου;—Ρωμ. 2:21, 22.
11. Γιατί είναι επωφελές να εξετάσωμε τη στάσι μας σχετικά με τις Χριστιανικές συναθροίσεις;
11 Οι δημόσιες εκφράσεις στις Χριστιανικές συναθροίσεις, αποτελούν επίσης μέρος της θυσίας μας. Προφανώς, αυτό καθιστά αναγκαία την παρουσία μας όταν ομόπιστοί μας συναθροίζονται για λατρεία. Επιθυμούμε πράγματι να είμεθα μαζί με άλλους που έχουν την ίδια πολύτιμη πίστι μ’ εμάς; Ή μήπως επιτρέπομε σε άλλες δραστηριότητες και ενδιαφέροντα ν’ απασχολούν χωρίς λόγο τον χρόνο που θα μπορούσαμε να είμεθα μαζί με τους αδελφούς μας; Καλά θα κάνωμε να μιμηθούμε το παράδειγμα του ψαλμωδού ο οποίος συνέκρινε τη διακαή επιθυμία του για επικοινωνία με τον Ιεχωβά συναναστρεφόμενος ομολάτρεις του, με την επιθυμία ενός ελαφιού για νερό. Χωρίς νερό, το ελάφι δεν θα μπορούσε να επιζήση. (Ψαλμ. 42:1, 2) Αντιλαμβανόμεθα πραγματικά το γεγονός ότι δεν μπορούμε να ζήσωμε χωρίς τον Ιεχωβά, «την πηγήν των ζώντων υδάτων»;—Ιερ. 2:13.
12, 13. Πώς μπορούμε ν’ αποκομίσωμε το μεγαλύτερο δυνατό όφελος από τις Χριστιανικές συναθροίσεις;
12 Όταν είμαστε στη συνάθροιση θα πρέπει ασφαλώς ν’ αποκομίσωμε τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη. Αυτό μπορούμε να το κάνωμε αν εφαρμόζωμε την ακόλουθη θεόπνευστη συμβουλή: «Ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα, . . . προτρέποντες αλλήλους, και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.» (Εβρ. 10:24, 25) Αφού η μεγάλη ημέρα του Ιεχωβά για την εκτέλεσι της κρίσεώς του πρόκειται να έλθη, δεν έχομε εύλογη αιτία να εξετάσωμε με προσευχή τι μπορούμε να κάνωμε για να ενισχύσωμε και να ενθαρρύνωμε τους αδελφούς μας; Ασφαλώς, δεν θέλομε να βρεθή κανείς απ’ αυτούς σε μια στάσι αποδοκιμασίας όταν έλθη εκείνη η ημέρα. (Λουκ. 21:34-36) Αποκαλύπτουν οι εκφράσεις μας ότι ενδιαφερόμεθα γνήσια για την πνευματική τους ευημερία; Με τα σχόλιά μας στις συναθροίσεις, προάγομε αγάπη, ανιδιοτελές ενδιαφέρον για την αιώνια ευημερία των άλλων; Ενθαρρύνουν οι δηλώσεις μας όλους να εξακολουθούν να εκτελούν καλά έργα, να είναι ζηλωτές στη διακήρυξι των «αγαθών νέων» και να είναι παραδειγματικοί σε όλες τις πλευρές της καθημερινής τους ζωής;—Παράβαλε με Τίτον 2:1-14.
13 Με το να παρακινούμε άλλους «εις αγάπην και καλά έργα,» διεγείρομε επίσης και τον εαυτό μας, εντυπώνοντας στη διάνοια και στην καρδιά μας τη σπουδαιότητα έργων που είναι συνεπή με την πίστι. Αυτό μπορεί να έχη ένα πολύ ωφέλιμο αποτέλεσμα σ’ εμάς, υποκινώντας μας να εξετάσωμε τον εαυτό μας και να βελτιώσωμε τη Χριστιανική ζωή και δραστηριότητά μας. Και όταν ακούμε αυτά που λέγουν οι άλλοι και κατόπιν εφαρμόζωμε τη Γραφική ενθάρρυνσι, αποκτούμε την ευτυχία που προέρχεται από το να είναι κανείς ‘εκτελεστής του λόγου.’—Ιακ. 1:22-25.
14, 15. Εκτός από τις πνευματικές προσφορές, τι άλλο θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν οι ‘θυσίες’ μας;
14 Η επιστολή προς Εβραίους ενθαρρύνει τη συμμετοχή, το ν’ ανταποκρίνεται κανείς στις ανάγκες των άλλων. Ελέχθησαν σ’ εκείνους, στους οποίους απευθύνθηκε αυτή η επιστολή, τα εξής: «Αναφέρετε δε εις την μνήμην σας τας προτέρας ημέρας, εν αις αφού εφωτίσθητε, υπεμείνατε μέγαν αγώνα παθημάτων, ποτέ μεν θεατριζόμενοι με ονειδισμούς και θλίψεις, ποτέ δε γινόμενοι κοινωνοί των τα τοιαύτα παθόντων. Διότι εδείξατε συμπάθειαν εις τα δεσμά μου και εδέχθητε μετά χαράς την αρπαγήν των υπαρχόντων σας, εξεύροντες ότι έχετε εις εαυτούς περιουσίαν εν ουρανοίς καλητέραν και διαμένουσαν.» (Εβρ. 10:32-34) Εκφράζομε κι εμείς ομοίως συμπάθεια προς εκείνους που υποφέρουν και σπεύδομε προς βοήθειά τους;
15 Η κατάστασις στην οποία βρίσκονται οι δούλοι του Θεού διαφέρει πάρα πολύ. Μερικοί μπορεί να είναι πτωχοί. Άλλοι μπορεί να είναι λυπημένοι ή καταθλιμμένοι, και να χρειάζωνται απελπιστικά παρηγοριά και συναναστροφή. Εν τούτοις, άλλοι μπορεί να είναι αποθαρρυμένοι λόγω σοβαρών προσωπικών προβλημάτων. Είναι αλήθεια ότι ο Ιεχωβά Θεός θα φροντίση ώστε να μην εγκαταλειφθούν τελείως οι δίκαιοι» (Ψαλμ. 37:25) Αλλά δεν πρέπει εμείς προσωπικά να αισθανώμεθα την ευθύνη να είμεθα τα μέσα με τα οποία ο Θεός παρέχει καλωσύνη και βοήθεια; Το να δείξωμε αμέλεια σχετικά μ’ αυτό είναι σοβαρό ζήτημα. Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Όστις όμως έχη τον βίον του κόσμου και θεωρή τον αδελφόν αυτού ότι έχει χρείαν και κλείση τα σπλάγχνα αυτού απ’ αυτού, πώς η αγάπη του Θεού μένει εν αυτώ; Τεκνία μου, μη αγαπώμεν με λόγον μηδέ με γλώσσαν, αλλά με έργον και αλήθειαν.»—1 Ιωάν. 3:17, 18.
ΓΙΑΤΙ ΠΡΟΣΚΑΛΟΥΜΕΘΑ ΝΑ ΦΕΡΩΜΕ ΤΑ ΔΩΡΑ ΜΑΣ
16, 17. Γιατί μας προσκαλεί ο Ιεχωβά να κάνωμε ‘θυσίες’;
16 Για να είμεθα πιστοί στην προσφορά των πνευματικών μας θυσιών, πρέπει ν’ αντιληφθούμε γιατί ο Ιεχωβά Θεός μάς προσκαλεί να το κάνωμε αυτό. Ο ουράνιος Πατέρας μας γνωρίζει ήδη τις εσώτατες σκέψεις και στάσεις μας. Αλλά θέλει να εκφράσωμε εμείς την αγάπη μας γι’ αυτόν με το θετικό καλό που κάνομε για τους άλλους. Επιθυμεί να είναι οι δούλοι του όμοιοι μ’ αυτόν στην επίδειξι καλωσύνης και γενναιοδωρίας. (Ματθ. 5:43-48) Αυτό παρέχει το μέσον με το οποίο ο Θεός ελκύει τους ανθρώπους προς αυτόν. Πώς συμβαίνει αυτό; Άλλοι, παρατηρώντας τον αξιέπαινο τρόπο της ζωής μας, μπορεί ν’ αναγνωρίσουν ότι η πραγματική ευτυχία προέρχεται από την εκτέλεσι του θελήματος του Θεού.—Ματθ. 5:16.
17 Επειδή ο Ιεχωβά Θεός μάς έκανε, γνωρίζει ποια είναι τα καλύτερα συμφέροντά μας. Αυτή είναι μια άλλη αιτία για την οποία μας προσκαλεί να φέρωμε τα δώρα μας σ’ αυτόν. Ένα γενναιόδωρο πνεύμα συμβάλλει στην εκ μέρους μας απόλαυσι ειρήνης διανοίας και καρδιάς, καθώς επίσης και στη γνήσια ευτυχία μας τώρα. Η Αγία Γραφή δηλώνει: «Μακάριον είναι το να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.» (Πράξ. 20:35) Επί πλέον, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ο ουράνιος Πατέρας μας θα μας ανταμείψη πλουσιοπάροχα και τώρα και στο αιώνιο μέλλον. Ο Υιός του Θεού είπε: «Όταν δε συ κάμνης ελεημοσύνην, ας μη γνωρίση η αριστερά σου τι κάμνει η δεξιά σου, δια να ήναι η ελεημοσύνη σου εν τω κρυπτώ, και ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αυτός θέλει σοι ανταποδώσει εν τω φανερώ.» (Ματθ. 6:3, 4) «Όταν κάμνης υποδοχήν, προσκάλει πτωχούς, βεβλαμμένους, χωλούς, τυφλούς, και θέλεις είσθαι μακάριος, διότι δεν έχουσι να σοι ανταποδώσωσιν· επειδή η ανταπόδοσις θέλει γίνει εις σε εν τη αναστάσει των δικαίων.»—Λουκ. 14:13, 14.
18. Τι πρέπει ν’ αληθεύη για την προσφορά μας, και γιατί;
18 Έτσι, αν έχωμε μια πλατειά άποψι για τις θυσίες μας, πρέπει να παραδεχθούμε ότι στις συναθροίσεις, όταν μιλούμε για τα «αγαθά νέα» σε άλλους, και σε στάσι, λόγο και ενέργεια, ναι, σε όλες τις απόψεις της ζωής μας, πρέπει να είμεθα προετοιμασμένοι να δώσωμε ό,τι καλύτερο έχομε. Η προσφορά μας δεν πρέπει να είναι με μισή καρδιά σ’ αυτά τα ζωτικά ζητήματα. Εκείνο που διακυβεύεται είναι η επιδοκιμασία του Ιεχωβά και το αν θα μας δοθή ζωή. Είθε, λοιπόν, να ζούμε σε αρμονία με τη Γραφική διαβεβαίωσι: «Δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε να λησμονήση το έργον σας και τον κόπον της αγάπης, την οποίαν εδείξατε εις το όνομα αυτού, υπηρετήσαντες τους αγίους και υπηρετούντες.»—Εβρ. 6:10.
[Εικόνες στη σελίδα 17]
ΟΛΟΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΩΜΕ:
ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
ΣΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
ΣΤΗΝ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΙ ΑΛΛΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΣ ΚΑΙ ΥΛΙΚΩΣ
ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΙΝΗΣΙ ΑΛΛΩΝ ΕΙΣ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ