Γιατί ο Λόγος Εγράφη Έτσι;
«Συνέτισόν με, και θέλω φυλάττει τον νόμον σου· ναι, θέλω φυλάττει αυτόν εν όλη καρδία.»—Ψαλμ. 119:34.
1. Είναι η ανάγκη ενθαρρύνσεως κοινό πρόβλημα και που μπορεί συχνά να βρεθή η ενθάρρυνσις;
ΔΕΝ έχετε διαπιστώσει ότι συχνά, όταν χρειάζεσθε ενθάρρυνσι, οι αλήθειες από τη θεία αποθήκη, την Αγία Γραφή, σας έδωσαν δύναμι για ν’ αντιμετωπίσετε προσωπικές σας δοκιμασίες και προβλήματα; Φαίνεται ότι όλοι μας το έχομε δοκιμάσει αυτό στη ζωή μας ως Χριστιανών.
2. Ποια αποθάρρυνσι είχαν οι μάρτυρες του Ιεχωβά επί χρόνια, και πώς μπόρεσαν ωστόσο να μείνουν σταθεροί;
2 Παραδείγματος χάριν, πολλοί σήμερα έχουν περάσει περιόδους αποθαρρύνσεως όταν εναντιούμενοι άνθρωποι μίλησαν περιφρονητικά για τον λαό του Θεού και προσέφυγαν και στη βία ακόμη επειδή οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά στάθηκαν υπέρ της αληθείας. Πολλοί οι οποίοι συνταυτίσθηκαν με την αληθινή Χριστιανοσύνη επί πενήντα ή εξήντα χρόνια θυμούνται καλά τις αφιλάγαθες παρατηρήσεις και ενέργειες των γειτόνων των και άλλων στη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, και κατόπιν, εναντίον των μαρτύρων του Ιεχωβά. Πόσες φορές με ειρωνικές λέξεις πολλοί τους αποκαλούσαν Ρωσελιστάς και Χαραυγιστάς της χιλιετηρίδος! Μερικούς τους έδειραν, τους άλειψαν με πίσσα και φτερά, τους φυλάκισαν, τους ύβρισαν, τους μαστίγωσαν και τους έφτυσαν. Παρ’ όλ’ αυτά, οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά εξακολούθησαν να κάνουν το έργο που προσέταξε σ’ αυτούς ο Θεός των, ο Ιεχωβά. Πώς μπόρεσαν να το κάμουν αυτό; Εν μέρει ένεκα της κατανοήσεως, της ενθαρρύνσεως και ενισχύσεως που έχουν λάβει από τον Λόγο του Θεού και από τα έντυπα που εξετυπώθησαν από τον ‘πιστό και φρόνιμο δούλο’ σ’ αυτόν τον καιρό της ανομίας.
3. Τι πρέπει να έχομε υπ’ όψι όταν διαβάζωμε τη Γραφή;
3 Πραγματικά αυτός είναι ο σκοπός του Λόγου του Θεού, να οικοδομήση τους δούλους του Ιεχωβά. Γι’ αυτόν το λόγο όταν διαβάζη κανείς τα διάφορα βιβλία της Γραφής πρέπει να έχη ύπ’ όψιν τις ιστορικές πληροφορίες για το βιβλίο και τον συγγραφέα του. Ο αναγνώστης των Αγίων Γραφών καλά θα κάμη να διερωτηθή, ‘Γιατί τα βιβλίο είναι γραμμένο έτσι;’
4. Ιδιαίτερα σε ποιο βιβλίο της Γραφής θα συγκεντρώσωμε τώρα την προσοχή μας;
4 Ας πάρωμε ένα βιβλίο της Γραφής και ας διαθέσωμε λίγο χρόνο για να καθορίσωμε τους λόγους για τους οποίους είναι γραμμένο με τον τρόπο και με τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται. Η εξέτασίς μας θα συγκεντρωθή στην επιστολή του αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ· αυτή λέγεται επιστολή προς Εβραίους στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. (Εβρ. 13:22) Εξετάζοντας τις περιστάσεις που υπήρχαν πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια όταν ο Παύλος έγραψε την επιστολή του, θα βοηθηθούμε να καταλάβωμε και να κατανοήσωμε γιατί έγραψε αυτά που έγραψε για να ενισχύση και να παρηγορήση το λαό του Θεού.
ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗ
5. Ποια ήταν η θρησκευτική κατάστασις της Ιερουσαλήμ κατά το έτος 61 μ.Χ.;
5 Ας ανατρέξωμε χρονικώς στο έτος 61 περίπου μ.Χ., και στην πόλι της Ιερουσαλήμ. Είχαν περάσει περίπου είκοσι οκτώ χρόνια από τον θάνατο του Ιησού στο ξύλο του μαρτυρίου λίγο έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ. Η Ιερουσαλήμ είναι μια αγία πόλις για τους Ιουδαίους. Απ’ όλες τις εξωτερικές ενδείξεις, η Ιερουσαλήμ πέρασε τις δυσκολίες των ημερών του καταφρονημένου Ιησού από τη Ναζαρέτ. Ισχυρίζονται ότι η θρησκεία των Ιουδαίων είναι η θρησκεία της αρχαιότητος, που εκτείνεται ως τον προπάτορά τους Αβραάμ. Οι πνευματικοί ηγέται των Ιουδαίων, οι ραββίνοι, τυγχάνουν μεγάλης υπολήψεως από τον λαό. Απολαμβάνουν γόητρο και τιμή. Κάθονται επί της καθέδρας Μωυσέως και κατέχουν την πιο εξέχουσα θέσι στα γεύματα και την πρωτοκαθεδρία στις συναγωγές, και χαιρετούνται στις αγορές και καλούνται «Ραββί» από τους ανθρώπους. Αυτοί πραγματικά αποτελούν μέρος του οικοδομήματος της θρησκευτικής δυνάμεως των ημερών τους.—Ματθ. 23:6, 7.
6. (α) Πώς εθεωρούντο οι Χριστιανοί στην Ιερουσαλήμ από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτας; (β) Τι πείρα είχε ο απόστολος Παύλος στην Ιερουσαλήμ λίγα χρόνια πριν από τότε; (γ) Ποια μεγάλη ανάγκη είχε η μικρή ομάδα των Χριστιανών της Ιερουσαλήμ;
6 Στην πόλι της Ιερουσαλήμ επίσης υπάρχουν σε σύγκρισι λίγοι που ανήκουν σ’ ένα μισούμενο δόγμα που λέγονται Χριστιανοί ή «Η Οδός.» (Πράξ. 9:2· 19:9· 22:4) Αυτοί περιφρονούνται από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτας και τους ακολούθους των. Διώκονται και υβρίζονται. Και το κυριώτερο, αυτοί είναι πρωτίστως Ιουδαϊκής καταγωγής και γι’ αυτό μισούνται διπλά, επειδή εγκατέλειψαν τη θρησκεία των Ιουδαίων και έγιναν ακόλουθοι του Ιησού, του λεγομένου Χριστού. Τόσο μεγάλο είναι το μίσος για τους Χριστιανούς ώστε όταν ο απόστολος Παύλος ήταν στην πόλι της Ιερουσαλήμ πριν από λίγα χρόνια, η απλή εμφάνισίς του στο ναό ήγειρε οχλοκρατία και οι θρησκευόμενοι Ιουδαίοι εφώναζαν με ολη τη δύναμι της φωνής: «Σήκωσον από της γης τον τοιούτον διότι δεν πρέπει να ζη.» (Πράξ. 22:22) Πάνω από σαράντα Ιουδαίοι δεσμεύθηκαν με ανάθεμα ούτε να φάγουν ούτε να πιουν ωσότου εξοντώσουν τον Παύλο. (Πράξ. 23:12-15) Μέσα σ’αυτή την ατμόσφαιρα του θρησκευτικού φανατισμού και του μίσους κατά των Χριστιανών η εκκλησία έπρεπε να ζήση, να κηρύξη και να παραμείνη στερεή στην πίστι. Είχαν ανάγκη να ενθαρρυνθούν και να λάβουν ορθή γνώσι και κατανόησι του Χριστού και του τρόπου με τον οποίον εξεπλήρωσε τον νόμο του Μωυσέως για να μπορέσουν να φυλαχθούν από το να μεταπέσουν στον Ιουδαϊσμό και στην τήρησι του Μωσαϊκού νόμου! Ασφαλώς ο Παύλος ήξερε τι εχρειάζοντο. Ήξερε προσωπικά τις δοκιμασίες που περνούσαν.
7. Ποια ήσαν μερικά από τα επιχειρήματα που θα χρησιμοποιούσαν οι Ιουδαίοι ηγέται και οι ακόλουθοί των κατά των Χριστιανών;
7 Σκεφθήτε για μια στιγμή μερικά από τα επιχειρήματα και την εναντίωσι που αντιμετώπισαν οι πρώτοι εκείνοι Ιουδαίοι Χριστιανοί. Πρώτα απ’ όλα,δεν ήθελαν καθόλου οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται και οι ακόλουθοι των ν’ αφήσουν τους μισητούς εκείνους Χριστιανούς να νομίζουν ότι είχαν την εύνοια του Θεού. Μήπως δεν ήσαν οι Ιουδαίοι που είχαν σαφείς αποδείξεις της ευλογίας του Θεού; Δεν ήταν αληθινό ότι ο Θεός επολιτεύθη με τους Ιουδαίους μέσω αγγέλων; Βεβαίως, διότι το βιβλίο του Μωυσέως λέγει τα εξής: «Εφάνη δε εις αυτόν [τον Μωυσήν] άγγελος του Ιεχωβά εν φλογί πυρός, εκ μέσου της βάτου, και είδε, και ιδού, η βάτος εκαίετο υπό του πυρός, και η βάτος δεν κατεκαίετο.» Αργότερα ο Ιεχωβά είπε: «Ιδού, εγώ αποστέλλω άγγελον έμπροσθέν σου, διά να σε φυλάττη εν τη οδώ, και να σε φέρη εις τον τόπον τον οποίον προητοίμασα.» (Έξοδ. 3:2· 23:20, ΜΝΚ) Οι Ιουδαίοι μπορεί να εκαυχώντο ότι ο Μωυσής μίλησε μάλιστα με τον Θεό στόμα με στόμα. Επίσης, παρατηρήστε τον μεγαλοπρεπή ναό, με τα Άγια και τα Άγια των Αγίων. Παρατηρήστε την καταπληκτική ομορφιά του, τη δύναμί του, τα στερεά του θεμέλια! Αυτά είχαν οι Ιουδαίοι! Και ένα άλλο σκεφθήτε το Ιουδαϊκό ιερατείο! Αυτό έφθανε έως τον Ααρών και τους υιούς του, μέλη της φυλής του Λευί. Ο αρχιερεύς κατήγετο από την ιδιαίτερη αυτή γραμμή. Οι Ιουδαίοι είχαν τη διαθήκη του νόμου, που δόθηκε στον Μωυσή από τον ίδιο τον Θεό. Η βασιλεία του Θεού ανήκε στους Ιουδαίους· και μάλιστα η Ιερουσαλήμ ήταν η πόλις του θρόνου από την οποία θα επήγαζε η θεία εξουσία.
8, 9. (α) Πώς οι Ιουδαίοι ηγέται θα κατηγορούσαν τον Ιδρυτή της Χριστιανοσύνης και τους ακολούθους του; (β) Με τι αυτοί θα παρέβαλλαν τους Χριστιανούς και τους ταπεινούς τόπους συναθροίσεως των;
8 Τώρα παρατηρήστε και τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ. Τι είχαν αυτοί; Από την άποψι των Ιουδαίων ηγετών, οι Χριστιανοί δεν είχαν τίποτα το αντίστοιχο. Ο αρχηγός των Ιησούς ήταν νεκρός, και είχε πεθάνει ως κοινός εγκληματίας. Ποιος ήταν; Αυτός δεν είχε τίποτε που να τον ξεχωρίζη σε σύγκρισι με τους Ιουδαίους ηγέτας. Ήταν απλώς ο υιός ενός ταπεινού ξυλουργού, και μάλιστα από τη Ναζαρέτ. Όσο για μόρφωσι, δεν είχε καθόλου την τυπική εκπαίδευσι που δίδεται στις ανώτερες ραβινικές σχολές. Πόση ελλειψι είχε από γνώσι και εκπαίδευσι από την άποψι των Ιουδαίων σε σύγκρισι με όσα είχαν διδαχθή και εγνώριζαν οι διδάσκαλοι και εκπαιδευταί των! Και μάλιστα μεταξύ των ακολούθων του ήσαν πολύ λίγοι μορφωμένοι άνθρωποι. Αλιείς, φοροσυλλέκται, και εθνικοί ακόμη αποτελούσαν τους ακολούθους του κατά το μεγαλύτερο μέρος, και οι Εθνικοί εκείνοι δεν ήσαν βέβαια από το φυσικό σπέρμα του Αβραάμ στα όμματα των Ιουδαίων ηγετών. Πώς θα μπορούσαν οι Χριστιανοί να διανοηθούν για μια στιγμή ότι είχαν την εύνοια του Θεού και ότι ο Θεός επολιτεύετο με αυτούς; Οι Ιουδαίοι ενόμιζαν ότι ήσαν οι εκλεκτοί του Θεού, διότι αυτοί ήσαν το σπέρμα του Αβραάμ. Εκτός απ’ αυτό, οι Χριστιανοί συνήρχοντο σε υπερώα ή σε άλλα απόκεντρα μέρη, ενώ οι Ιουδαίοι είχαν τον ωραίο ναό τους όπου συνηθροίζοντο.
9 Αναμφιβόλως, επιχειρήματα όπως αυτά, και πολλά άλλα, χρησιμοποιούντο εναντίον των Ιουδαίων Χριστιανών. Πόση ανάγκη είχαν από ενθάρρυνσι και κατανόησι της καταστάσεως! Αν μπορούσε κάποιος να γνωρίζη την ανάγκη των για να τους στείλη παρηγοριά και βοήθεια!
ΤΟ ΑΝΤΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΠΟΥ ΕΥΝΟΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ
10. Ποιος ήξερε αυτά τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Χριστιανοί και γι’ αυτό ποιος είχε την έμπνευσι να γράψη για να τους εποικοδομήση;
10 Φυσικά, ο Ιεχωβά Θεός στον ουρανό εγνώριζε την κατάστασί των. Με έμπνευσι έκαμε τον απόστολο Παύλο να ενδιαφερθή για τις συνθήκες που αντιμετώπιζαν. Γι’ αυτό και ο Παύλος έγραψε σ’ εκείνους τους πιστούς της Ιερουσαλήμ, και η επιστολή προς Εβραίους περιέχει την απάντησί του στις πολλές κατηγορίες που αναμφιβόλως είχαν γίνει σε βάρος της Χριστιανοσύνης του πρώτου αιώνος από τους εχθρούς της.
11, 12. (α) Ποιον συλλογισμό ακολουθεί τώρα ο Παύλος, και γιατί αυτός ήταν κατάλληλος; (β) Πώς έδειξε ο Παύλος την ανωτερότητα του Ιησού σε σύγκρισι με τους αγγέλους; (γ) Την ανωτερότητα του Ιησού σε σύγκρισι με τον Μωυσή;
11 Ο Παύλος, εξετάζοντας τους ισχυρισμούς των Ιουδαίων, καταδεικνύει την ανωτερότητα του Χριστιανικού συστήματος και του ιερατείου του σε σύγκρισι με τον Ιουδαϊσμό. Ήταν ουσιώδες να το κάμη αυτό. Οι Χριστιανοί εκείνοι της Ιερουσαλήμ ήσαν χωρίς αμφιβολία κατά το μεγαλύτερο μέρος Ιουδαϊκής καταγωγής. Ήσαν καλά κατατοπισμένοι στο νόμο του Μωυσέως και στα επιχειρήματα των Ιουδαίων ηγετών. Γι’ αυτόν το λόγο ο Παύλος είχε την υποχρέωσι να τους δείξη τα αντεπιχειρήματα, την αλήθεια των πραγμάτων και να εκθέση το ψευδές των κατηγοριών που εγίνοντο εναντίον των από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτας. Παραδείγματος χάριν, ήταν αλήθεια ότι ο νόμος του Μωυσέως είχε δοθή μέσω αγγέλων. Αλλά πώς παραβάλλονται οι άγγελοι με τον Κύριον Ιησούν; Ιδού τι έγραψε ο Παύλος στους Εβραίους 1:4-6: «Τοσούτον ανώτερος των αγγέλων γενόμενος [ο Ιησούς], όσον εξοχώτερον υπέρ αυτούς όνομα εκληρονόμησε. Διότι προς τίνα των αγγέλων είπε ποτέ, ‘Υιός μου είσαι συ, εγώ σήμερον σε εγέννησα;’ Και πάλιν, ‘Εγώ θέλω είσθαι εις αυτόν Πατήρ, και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ Υιός;’ Όταν δε πάλιν εισαγάγη τον πρωτότοκον εις την οικουμένην, λέγει, ‘Και ας προσκυνήσωσιν εις αυτόν πάντες οι άγγελοι του Θεού’.» Πραγματικά λοιπόν ο Παύλος τονίζει ότι οι άγγελοι είναι υπηρέται, ενώ ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού.
12 Και τι θα λεχθή για το γεγονός ότι ο Θεός μίλησε στόμα με στόμα με τον Μωυσή; Δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία ότι αυτό ήταν ένα σημαντικό πράγμα. Αλλά σχετικά με τον Ιησού Χριστό ο Παύλος γράφει: «Ούτος [δηλαδή, ο Ιησούς] ηξιώθη πλειοτέρας δόξης παρά τον Μωυσήν, καθ’ όσον έχει τιμήν πλειοτέραν παρά τον οίκον ο κατασκευάσας αυτόν . .. Και ο μεν Μωυσής υπήρξε πιστός εις όλον τον οίκον αυτού ως θεράπων,. . . ο δε Χριστός, ως Υιός επί τον οίκον αυτού» Εδώ πραγματικά ο Παύλος έλεγε, ‘Αδελφοί ποιος είναι μεγαλύτερος σε έναν οίκο—ο θεράπων, όπως ήταν ο Μωυσής, ή ο Υιός του Ιδιοκτήτου του οίκου, όπως είναι ο Ιησούς Χριστός;’ Πόσο ενισχυτικό πρέπει να ήταν στους Ιουδαίους Χριστιανούς που ζούσαν εκεί στην Ιερουσαλήμ να έχουν αυτή την κατανόησι των πραγμάτων!—Εβρ. 3:3-6.
Η ΑΝΩΤΕΡΟΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΩΣ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ
13. (α) Τι ήταν καλύτερο από τον υλικό ναό της Ιερουσαλήμ, και που ήταν ο Χριστός Ιησούς; (β) Πώς ο Παύλος έδειξε την ανωτερότητα του Ιερατείου του Χριστού από το Ααρωνικό Ιερατείο;
13 Ο Παύλος τώρα προχωρεί σ’ ένα άλλο επιχείρημα, σ’ εκείνο του ωραίου υλικού ναού της Ιερουσαλήμ. Και, πραγματικά, ήταν ωραίος και πολυτελής. Αλλά τι σημασία θα μπορούσε να έχη ένας υλικός ναός αν συγκριθή με το να είναι κανείς στην ίδια την παρουσία του Θεού; Ο Βασιλεύς Σολομών ήταν εκείνος που οικοδόμησε τον πρώτο ωραίο ναό στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ στον ενδέκατο αιώνα π.Χ., και στην αφιέρωσί του είπε ότι ο Ιεχωβά δεν θα κατοικούσε πραγματικά μέσα σ’ εκείνο το ανθρωποποίητο κτίριο. Μάλλον, είπε ότι οι ουρανοί των ουρανών δεν θα μπορούσαν να χωρέσουν τον Παντοδύναμο Ιεχωβά Θεό, και πολύ λιγώτερο ο ναός τον οποίον αυτός είχε οικοδομήσει! (1 Βασ. 8:27) Ώστε το να είναι κανείς στην ίδια την παρουσία του Ιεχωβά στον ουρανό θα ήταν πολύ, μα πολύ πιο μεγαλειώδες από το να υπηρετή κανείς σ’ ένα επίγειο ναό, Γι’ αυτό ο Παύλος γράφει για τον Χριστό Ιησού ότι «διήλθε τους ουρανούς» στην παρουσία του Πατρός του, του Ιεχωβά. (Εβρ. 4:14) Και όσο για το Ααρωνικό ιερατείο, που υπηρετούσε τότε στο ναό της Ιερουσαλήμ, ο Παύλος το παραβάλλει με το ιερατείο του Χριστού και αποδεικνύει ότι το δεύτερο αυτό είναι πολύ ανώτερο, διότι είναι κατά την τάξι Μελχισεδέκ. Τα λόγια του Παύλου προς Εβραίους 5:5, ο ήσαν: «Ο Χριστός δεν εδόξασεν εαυτόν διά να γείνη αρχιερεύς, αλλ’ ο λαλήσας προς αυτόν, ‘Υιός μου είσαι συ, εγώ σήμερον σε εγέννησα.’. . . ‘Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.’» Ναι, ένας ιερεύς για πάντα, και αυτό ήταν κάτι που δεν εξηρτάτο από καμμιά κληρονομιά αμαρτωλής σαρκός, αλλά από τον όρκον του Θεού. Τα λόγια του Παύλου σ’ αυτό το ζήτημα αναγράφονται στην επιστολή προς Εβραίους 7:19-22: «Επειδή ο νόμος ουδέν έφερεν εις το τέλειον, έγεινε δε επεισαγωγή ελπίδος καλητέρας, διά της οποίας πλησιάζομεν εις τον Θεόν. Και καθ’ όσον δεν έγεινεν Ιερεύς χωρίς ορκωμοσίας·. . . κατά τοσούτον ανωτέρας διαθήκης εγγυητής εγεινεν ο Ιησούς.» Και όσο για τη συνέχισι χωρίς την ανάγκη διαδόχου, ο Παύλος λέγει: «Και εκείνοι μεν έγειναν πολλοί ιερείς, επειδή εμποδίζοντο υπό του θανάτου να παραμένωσιν εκείνος όμως [ο Ιησούς]., επειδή μένει εις τον αιώνα, έχει αμετάθετον την ιερωσύνην. Όθεν δύναται και να σώζη εντελώς τους προσερχόμενους εις τον Θεόν δι’ αυτού, ζων πάντοτε διά να μεσιτεύση υπέρ αυτών.»—Εβρ. 7:23-25.
14. Δείξτε πώς η ανωτερότης της θυσίας του Χριστού πρέπει να ενεθάρρυνε τους Χριστιανούς που διάβασαν την επιστολή του Παύλου.
14 Ασφαλώς αυτά ήσαν ισχυρά επιχειρήματα από τον προσφιλή τους απόστολο Παύλο για να ενισχύσουν τη θέσι των Χριστιανών και να τους βοηθήσουν να παραμείνουν στερεοί στην πίστι. Αλλ’ αυτό δεν ήταν το παν. Ο Παύλος εξακολουθεί να δείχνη την ανωτερότητα του Ιησού ως αρχιερέως στον ουράνιο ναό του Ιεχωβά. Μπαίνει ακριβώς στο κεντρικό σημείο της καταστάσεως δίνοντας πρόσθετα επιχειρήματα στους Χριστιανούς. Παραβάλλει τη θυσία του Κυρίου Ιησού Χριστού με τις θυσίες εκείνες που προσέφερε από το Ααρωνικό ιερατείο για τις οποίες υπερηφανεύοντο τόσο πολύ οι Ιουδαίοι ηγέται. Στα εδάφια 26 εως 28 του 7: κεφαλαίου ο Παύλος γράφει: «Διότι τοιούτος αρχιερεύς έπρεπεν εις ημάς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών, και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος· όστις δεν έχει καθ’ ημέραν ανάγκην, ως οι αρχιερείς, να προσφέρη πρότερον θυσίας υπέρ των ιδίων αυτών αμαρτιών, έπειτα υπέρ των του λαού· διότι άπαξ έκαμε τούτο, ότε προσέφερεν εαυτόν διότι ο νόμος καθιστοί αρχιερείς ανθρώπους, έχοντας αδυναμίαν ο λόγος όμως της ορκωμοσίας της μετά τον νόμον, κατέστησε τον Υιόν, όστις είναι τετελειωμένος εις τον αιώνα.» Σκεφθήτε την ενθάρρυνσι που έφεραν αυτά τα λόγια στους πιστούς στην Ιερουσαλήμ. Ναι, ο Χριστός ο αρχιερεύς που προσέφερε τη δική του τέλεια ζωή για το ανθρώπινο γένος είναι τώρα με τον όρκο του Θεού ιερεύς για πάντα χωρίς διαδόχους.
Η ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΚΑΤΑΡΓΕΙ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ
15. Ποιο είναι το κέντρον του επιχειρήματος του Παύλου στα εδάφια Εβραίους 8:7-13 για μια καλύτερη διαθήκη, και ποιο είναι το λογικό συμπέρασμα σχετικά με την παλαιά διαθήκη;
15 Ο Παύλος προχωρεί τώρα σ’ ένα άλλο επιχείρημα που θα ωφελήση επίσης τους Χριστιανούς, και αυτό σχετίζεται με τη διαθήκη του νόμου της οποίας μεσίτης ήταν ο Μωυσής σε σύγκρισι με την καλύτερη διαθήκη στην οποία μεσίτης είναι ο Χριστός μεταξύ του Θεού και των πιστών του στη γη. Προσέξτε το επιχείρημα του Παύλου προς Εβραίους 8:7-13: «Διότι εάν η πρώτη εκείνη ήτο άμεμπτος, δεν ήθελε ζητείσθαι τόπος διά την δευτέραν.» Ήταν η πρώτη διαθήκη άμεμπτη; Όχι, διότι ο ίδιος ο Ιεχωβά είπε: «Θέλω συντελέσει επί τον οίκον του Ισραήλ και επί τον οίκον του Ιούδα διαθήκην καινήν· ουχί κατά την διαθήκην, την οποίαν έκαμον προς τους πατέρας αυτών, καθ’ ην ημέραν έπιασα αυτούς από της χειρός, διά να εξαγάγω αυτούς εκ γης Αιγύπτου· διότι αυτοί δεν ενέμειναν εις την διαθήκην μου.» «Διότι αυτή είναι η διαθήκη, την οποίαν θέλω κάμει προς τον οίκον του Ισραήλ μετά τας ημέρας εκείνας, λέγει ο Ιεχωβά, Θέλω δώσει τους νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και θέλω γράψει αυτούς επί της καρδίας αυτών, και θέλω είσθαι εις αυτούς Θεός, και αυτοί θέλουσιν είσθαι εις εμέ λαός.» «Λέγων δε καινήν, έκαμε παλαιάν την πρώτην,» είναι το λογικό συμπέρασμα του Παύλου. «Το δε παλαιούμενον και γηράσκον, είναι πλησίον αφανισμού.»—Παράβαλε Ιερεμίας 31:31-33, ΜΝΚ.
16. Ποιοι τώρα είχαν λόγο να ενθαρρυνθούν; Ποιοι είχαν λόγο ν’ αποθαρρυνθούν; Γιατί;
16 Σκεφθήτε πόσο ενθαρρυντικά πρέπει να ήσαν αυτά τα λόγια: «Το δε παλαιούμενον και γηράσκον, είναι πλησίον αφανισμού.» Ποιος ήταν εκείνος που θα μπορούσε τώρα να είναι ευτυχής και όχι περίλυπος και θλιμμένος; Οι Χριστιανοί βέβαια, διότι αυτοί είχαν προσχωρήσει στη διαθήκη η οποία αντικατέστησε την παλαιά, τη διαθήκη του Νόμου. Οι περίλυποι και οι θλιμμένοι θα απεδεικνύετο ότι ήσαν οι θρησκευτικοί καυχηματίαι που καταπολεμούσαν τη Χριστιανοσύνη. Εκείνο από το οποίο εξηρτώντο δεν ήταν πια ο θείος τρόπος πολιτείας με τον λαόν του. Ο Υιός του, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αναστημένος στην ουράνια δόξα, είχε γίνει μεσίτης μιας νέας και καλύτερης διαθήκης στηριγμένης σε πιο καλές και πιο διαρκείς επαγγελίες, και η οποία είχε επικυρωθή με μια πολυτιμότερη θυσία, του δικού του αίματος που είχε χυθή.
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΔΡΥΘΗ ΣΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΟΡΟΣ ΣΙΩΝ
17. (α) Σε αντίθεσι με τον Μωυσή που είχε πλησιάσει το Όρος Σινά για τη διαθήκη του Νόμου, τι είχαν πλησιάσει εκείνοι οι Χριστιανοί; (β) Πώς παραβάλλεται η ουράνια Ιερουσαλήμ με την επίγεια Ιερουσαλήμ;
17 Αλλά τι θα λεχθή για τον ισχυρισμό ότι το δικαίωμα της Βασιλείας ανήκε στους Ιουδαίους και ότι η Ιερουσαλήμ ήταν η πόλις του Θεού από την οποίαν θα επήγαζε η θεία εξουσία; Πώς χειρίσθηκε ο Παύλος αυτό το επιχείρημα στην επιστολή του προς Εβραίους; Είναι πολύ ενδιαφέρον το πώς αρχίζει το επιχείρημα του που βρίσκεται στο δωδέκατο κεφάλαιο, εδάφια 18-27 με τον εξής τρόπο: «Διότι δεν προσήλθετε εις όρος ψηλαφώμενον, και καιόμενον με πυρ, και εις ζόφον και σκότος και ανεμοστρόβιλον.» Είναι αλήθεια ότι οι Χριστιανοί δεν είχαν πλησιάσει το αρχαίο όρος Σινά, όπου είχε δοθή η διαθήκη του Νόμου για το έθνος Ισραήλ. Δεν είχαν πλησιάσει σε κάτι που μπορούσαν να το ψηλαφήσουν και που μπορούσαν να δουν τις φλόγες που έβγαιναν από το όρος. Όχι, αλλ’ αρχίζοντας από το εδάφιο 22, τα λόγια του Παύλου είναι: «Αλλά προσήλθετε εις όρος Σιών, και εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ, και εις μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν και εκκλησίαν πρωτοτόκων καταγεγραμμένων εν τοις ουρανοίς, και εις Θεόν κριτήν πάντων, . . . και εις νέας διαθήκης μεσίτην Ιησούν.» Ναι, αυτό ήταν εκείνο που είχαν πλησιάσει, την πραγματική έδρα της δυνάμεως και εξουσίας, όχι την επίγεια, αλλά την ουράνια Ιερουσαλήμ, με τον Θεόν, τις μυριάδες των αγγέλων, την εκκλησίαν των προτοτόκων και τον Ιησούν τον μεσίτην της νέας διαθήκης. Σε σύγκρισι, η επίγεια Ιερουσαλήμ και το Όρος Σινά, καθώς και ο ναός και το ιερατείον των Ιουδαίων, ωχριούν διότι είναι ασήμαντα,
18. (α) Πόσον καιρό θα διαρκή η ουράνια Ιερουσαλήμ; (β) Τι είχε γίνει ήδη στην επίγεια Ιερουσαλήμ και θα εγίνετο για δεύτερη φορά;
18 Και πόσο στερεά, διαρκή και καλά θεμελιωμένα είναι το Όρος Σιών και η ουράνια Ιερουσαλήμ; Δεν είμεθα σε αμφιβολία, διότι ο Παύλος προσθέτει: «Δια τούτο παραλαμβάνοντες βασιλείαν ασάλευτον, ας κρατώμεν την χάριν, διά της οποίας να λατρεύωμεν ευαρέστως τον Θεόν, με σέβας και ευλάβειαν.» (Εβρ. 12:28) Δεν θα εσαλεύετο αυτή η βασιλεία όπως σαλεύθηκε πολύ βαρετά η επίγεια Ιερουσαλήμ επί εβδομήντα χρόνια, από το έτος 607 ως το 537 π.Χ., και θα εσαλεύετο και πάλι στο όχι μακρυνό μέλλον από τις Ρωμαϊκές στρατιές υπό τον Τίτον.
19, 20. Τ έπρεπε να κάμουν τώρα εκείνοι οι Ιουδαίοι Χριστιανοί, και σε τι έκαμε έκκλησι ο Παύλος στα επιχειρήματα του;
19 Πόσο παρηγορητικά πρέπει να ήσαν τα λόγια του Παύλου και τι θάρρος έδιναν σ’ εκείνους τους πρώτους Ιουδαίους Χριστιανούς! Ύστερ’ από δεκαεννέα αιώνες, τα λόγια αυτά είναι ακόμα ζωντανά και γεμάτα σημασία για μας τους Χριστιανούς σ’ αυτόν τον εικοστό αιώνα.
20 Έτσι, σ’ έναν καιρό που οι Ιουδαίοι εναντιούμενοι εβασίζοντο στην αρχαιότητα, στον υλικό πλούτο, στη δύναμι, στην λαμπρότητα των εθίμων, στις τελετουργίες και στη σοφία του κόσμου τούτου, οι Χριστιανοί έπρεπε ν’ αυξάνουν σε πίστι, στη βέβαιη προσδοκία των ελπιζομένων πραγμάτων, στη φανερή απόδειξι των πραγματικοτήτων, μολονότι δεν τις έβλεπαν. Πόσο ενθαρρυντική πρέπει να ήταν αυτή η επιστολή στους πιστούς του Θεού το έτος 61 περίπου μ.Χ.! Πραγματικά, «Η Οδός» της ζωής με αιώνιες ευλογίες ετίθετο σαφώς ενώπιον των. Και ο Παύλος έγραψε έτσι την επιστολή του ώστε να κάμη έκκλησι στην κρίσι των και στη λογική των ως φυσικών Ιουδαίων και να τους κάμη να οικοδομηθούν στην πίστι. Τα λόγια του Παύλου στην επιστολή προς Εβραίους είναι παρηγορητικά και για τους σημερινούς Χριστιανούς επίσης.
21. Όπως απεδείχθη στο μάθημα μας, πώς μπορούμε όλοι ν’ αυξήσωμε την εκτίμησί μας στον Λόγον του Θεού, και για ποιο λόγο;
21 Για να ωφεληθούμε πλήρως από τις Γραφές, είναι ανάγκη να κατανοήσωμε γιατί είναι γραμμένες έτσι όπως είναι. Με τη βοήθεια βιβλίων όπως είναι το Βοήθημα για την Κατανόησι της Γραφής, καθώς και το «Όλη η Γραφή Είναι Θεόπνευστος και Ωφέλιμος» και πολλά άλλα βιβλία, έχομε πραγματικά μια αποθήκη γνώσεως που θα μας βοηθήση να γνωρίσωμε πώς και γιατί εγράφη έτσι κάθε βιβλίο της Αγίας Γραφής. Με μια τέτοια ευρεία αντίληψι μπορούμε ασφαλώς να καταρτισθούμε για κάθε καλό έργο που μπορεί να μας δώση ο Θεός να εκτελέσωμε. Όπως εκάμαμε με το Γραφικό βιβλίο προς Εβραίους μπορούμε να κάνωμε και με τα άλλα εξήντα πέντε βιβλία που περιέχουν το Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή. Πόσο κατάλληλα είναι τα λόγια που βρίσκονται στο τελευταίο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής για όλους τους σημερινούς Χριστιανούς: «Ο δε Θεός της ειρήνης, . . . είθε να σας κάμη τελείους εις παν έργον αγαθόν, διά να εκτελήτε το θέλημα αυτού, ενεργών εν υμίν το ευάρεστον ενώπιον αυτού»!—Εβρ. 13:20, 21.