Ποια Είναι η Άποψις της Βίβλου;
Ποια Είναι τα Πνεύματα τα εν τη Φυλακή;
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πέτρος έγραψε για τον αναστημένο Ιησού Χριστό ότι εκήρυξε εις τα «πνεύματα τα εν τη φυλακή.» (1 Πέτρ. 3:19) Ήταν αυτά «πνεύματα» ανθρώπων που είχαν πεθάνει; Ή μήπως ήσαν πνευματικά πρόσωπα που είχαν τεθή κάτω από κάποιο περιορισμό;
Για να εξακριβώσωμε την ταυτότητα των ‘πνευμάτων εν τη φυλακή,’ πρέπει πρώτα να εξετάσωμε τα συμφραζόμενα που αναφέρονται σ’ αυτά. Διαβάζομε: «Επειδή και ο Χριστός άπαξ έπαθε δια τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, δια να φέρη ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε δια του πνεύματος· δια του οποίου πορευθείς εκήρυξε και προς τα πνεύματα τα εν τη φυλακή, τα οποία ηπείθησάν ποτέ, ότε η μακροθυμία του Θεού επρόσμενέ ποτέ αυτούς εν ταις ημέραις του Νώε, ενώ κατεσκευάζετο η κιβωτός.»—1 Πέτρ. 3:18-20.
Εφόσον γίνεται μνεία για τις ημέρες του Νώε, πρέπει να εξετάσωμε τα γεγονότα εκείνης της εποχής για να προσδιορίσωμε τι ήσαν αυτά τα ‘πνεύματα εν τη φυλακή.’ Με μόνη εξαίρεσι τον Νώε και την οικογένεια του, η ανθρώπινη κοινωνία ήταν απειθής στον Θεό. Θα μπορούσε ο αναστημένος Ιησούς Χριστός να κηρύξη στα πνεύματα εκείνων των απειθών ανθρώπων; Όχι. Γιατί όχι; Διότι η Βίβλος δείχνει καθαρά ότι κάθε συνειδητή ύπαρξις τερματίζεται στον θάνατο. Παραδείγματος χάριν, στον Εκκλησιαστή διαβάζομε: «Διότι οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει· αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν, ουδέ έχουσι πλέον απόλαυσιν· επειδή το μνημόσυνον αυτών ελησμονήθη. Έτι και η αγάπη αυτών και το μίσος αυτών και ο φθόνος αυτών ήδη εχάθη· και δεν θέλουσιν έχει πλέον εις τον αιώνα μερίδα εις πάντα όσα γίνονται υπό τον ήλιον.»—Εκκλ. 9:5, 6.
Επί πλέον, δεν υπάρχει καμμιά διαφορά μεταξύ του πνεύματος ή της δυνάμεως της ζωής που ζωογονεί τα ζώα κι εκείνου που ζωογονεί τους ανθρώπους. Το εδάφιο Εκκλησιαστής 3:19 λέγει: «Διότι το συνάντημα των υιών των ανθρώπων είναι και το συνάντημα του κτήνους· και έν συνάντημα είναι εις αυτούς· καθώς αποθνήσκει τούτο, ούτως αποθνήσκει και εκείνος· και η αυτή πνοή είναι εις πάντας.»
Έτσι οι Άγιες Γραφές αποκλείουν τη συσχέτισι των ‘πνευμάτων εν τη φυλακή’ με τους ανθρώπους που καταστράφηκαν στη διάρκεια του παγγήινου κατακλυσμού. Επομένως, πρέπει να στραφούμε έξω από την ανθρώπινη σφαίρα για ενδείξεις σχετικά με την ταυτότητα αυτών των φυλάκισμένων πνευμάτων. Το Γραφικό βιβλίο της Γενέσεως μάς βοηθεί να το κάνωμε. Μας λέγει το τι έκαμαν στις ημέρες του Νώε μερικοί ‘υιοί του αληθινού Θεού,’ ή άγγελοι. Διαβάζομε: «Και ότε ήρχισαν οι άνθρωποι να πληθύνωνται επί του προσώπου της γης, και θυγατέρες εγεννήθησαν εις αυτούς, ιδόντες οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας εκ πασών όσας έκλεξαν. Κατ’ εκείνας τας ημέρας ήσαν οι γίγαντες επί της γης, και έτι ύστερον, αφού οι υιοί του Θεού εισήλθον εις τας θυγατέρας των ανθρώπων, και αύται ετεκνοποίησαν εις αυτούς· εκείνοι ήσαν οι δυνατοί, οι έκπαλαι άνδρες ονομαστοί.»—Γεν. 6:1, 2, 4.
Με το ν’ αρχίσουν να ζουν ως σύζυγοι με γυναίκες, οι αγγελικοί υιοί του Θεού ενήργησαν σε αντίθεσι προς τον σκοπό για τον οποίον είχαν δημιουργηθή. Απεδείχθησαν επίσης ασυνεπείς στον διορισμό τους σε υπηρεσία στους αγίους ουρανούς. Γι’ αυτή τη σοβαρή παράβασι τιμωρήθηκαν. Η Βίβλος αναφέρει: «Ο Θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, αλλά ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδεμένους με αλύσεις σκότους, παρέδωκε δια να φυλάττωνται εις κρίσιν.»—2 Πέτρ. 2:4.
Συνεπώς, τα «πνεύματα εν τη φυλακή» είναι οι απειθείς άγγελοι. Όταν άρχισε ο παγγήινος κατακλυσμός, αυτοί έπρεπε να εγκαταλείψουν τα ανθρώπινα σώματα που είχαν χρησιμοποιήσει. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά Θεός, δεν τους επέτρεψε να ξαναπάρουν τη θέσι που είχαν εγκαταλείψει στους ουρανούς όταν ήλθαν στη γη. Τους έθεσε κάτω από περιορισμό. Ως πνευματικά πρόσωπα δεν θα μπορούσαν να περιορισθούν σε κατά γράμμα «φυλακή» ή με αληθινές «αλύσεις.» Ωστόσο, αυτοί πρέπει να έχουν περιέλθει κάτω από κάποια μορφή περιορισμού που παραβάλλεται με το ότι είναι σε φυλακή και δεμένοι με αλυσίδες. Το είδος της φυλακής στην οποία βρέθηκαν προφανώς τους εμποδίζει από το να υλοποιηθούν πάλι ως άνδρες και να ζήσουν ως σύζυγοι με γυναίκες.—Ιούδας 6.
Το ότι ερρίφθησαν στον «Τάρταρο» τονίζει τον υποβιβασμό τους, την αποκοπή τους από την εύνοια και τη διαφώτισι του Θεού. Αυτό είναι φανερό από το γεγονός ότι η έκφρασις «ρίψας αυτούς εις Τάρταρον» στην πρωτότυπη Ελληνική είναι ρήμα. Έτσι αναφέρεται σε μια πράξι υποβιβασμού και όχι σ’ ένα κατά γράμμα τόπο. Η ιδέα που μεταδίδεται, είναι όμοια μ’ εκείνη της Αγγλικής λέξεως «debase» (υποβιβάζω) που περιλαμβάνει το ουσιαστικό «base» (βάσις), αλλά αυτή η ίδια δεν υπονοεί την ύπαρξι μιας κατά γράμμα βάσεως.
Επειδή βρέθηκαν σε κατάστασι υποβιβασμού λόγω της απιστίας τους, αυτά τα πνευματικά πρόσωπα δεν θα είχαν ενώπιον τους την ευκαιρία μετανοίας δια του Ιησού Χριστού. Εκείνος δεν πέθανε για κανένα απειθή άγγελο, αλλά αποκλειστικά για το ανθρώπινο γένος, Ο Λόγος του Θεού λέγει: «Διότι είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» (1 Τιμ. 2:5, 6) «Δεν ανέλαβεν [ο Ιησούς Χριστός] αγγέλων φύσιν.»—Εβρ. 2:16.
Αφού τα οφέλη του αντιλύτρου δεν εφαρμόζονται στους απειθείς αγγέλους, η κατάστασίς των είναι όμοια μ’ εκείνη των κεχρισμένων από το πνεύμα Χριστιανών που αρνούνται την αληθινή λατρεία και γίνονται αποστάτες. Σχετικά με τέτοια άτομα το Εβραίους 6:4-6 λέγει: «Διότι αδύνατον είναι οι άπαξ φωτισθέντες και γευθέντες της επουρανίου δωρεάς και γενόμενοι μέτοχοι του Αγίου Πνεύματος και γευθέντες τον καλόν λόγον του Θεού και τας δυνάμεις του μέλλοντος αιώνος και έπειτα παραπεσόντες, αδύνατον να ανακαινισθώσι πάλιν εις μετάνοιαν.» Ασφαλώς λοιπόν, θα ήταν εξίσου αδύνατο να μετανοήσουν για τον στασιασμό τους οι αγγελικοί υιοί του Θεού που απειθούν εκουσίως.
Συνεπώς, ο αναστημένος Ιησούς Χριστός θα μπορούσε να κηρύξη μόνο ένα άγγελμα καταδίκης στους απειθείς αγγέλους. Λίγο πριν από τον θάνατο του στο ξύλο του μαρτυρίου, είπε στους μαθητές του: «Και ελθών εκείνος [το πνεύμα του Θεού] θέλει ελεγξει τον κόσμον περί αμαρτίας και περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως. Περί αμαρτίας μεν, διότι δεν πιστεύουσιν εις εμέ· περί δικαιοσύνης δε, διότι υπάγω προς τον Πατέρα μου και πλέον δεν με βλέπετε· περί δε κρίσεως, διότι, ο άρχων του κόσμου τούτου εκρίθη.» (Ιωάν. 16:8-11) Ο ‘άρχων του κόσμου’ είναι επίσης άρχων των απειθών αγγέλων ή δαιμόνων. (Παραβάλατε Αποκάλυψις 12:7-9.) Επομένως, σε αρμονία με τον ‘έλεγχο’ του πνεύματος του Θεού, ο αναστημένος Χριστός μπορούσε ν’ απαγγείλη μια εντελώς δικαία κρίσι εναντίον των ‘πνευμάτων εν τη φυλακή.’
Έτσι η συνδυασμένη μαρτυρία των Γραφών καθιστά σαφές ότι «τα πνεύματα εν τη φυλακή» είναι οι στασιαστικοί άγγελοι. Δεν είναι τα πνεύματα των νεκρών ανθρώπων, διότι το πνεύμα στον άνθρωπο δεν είναι παρά η ενεργός δύναμι της ζωής.