“Προσέχετε Λοιπόν Πώς Ακούετε”
ΕΙΧΑΤΕ ποτέ την πείρα να μη μπορήτε να θυμηθήτε το όνομα κάποιου προσώπου που μόλις σας εσύστησαν; Όταν δίδετε σχόλια σε μια συνάθροισι, επέστησαν ποτέ την προσοχή σας στο ότι η απάντησίς σας ήταν η ίδια ακριβώς μ’ εκείνην που ήδη ελέχθη; Ή, φεύγοντας από μια συνάθροισι, σας έτυχε να μη θυμώσαστε τα ονόματα των ομιλητών ή τα θέματα, τα οποία επραγματεύθησαν; Κατά πάσαν πιθανότητα, θα είχατε μια από αυτές τις πείρες ή κάποια παρόμοια. Αν, όμως, αυτό είναι κάτι που σας συμβαίνει τακτικά, τότε ενέχει μεγίστη σπουδαιότητα για το αιώνιο καλό σας το να προσέξετε τη συμβουλή του Ιησού: «Προσέχετε λοιπόν πώς ακούετε.»—Λουκ. 8:18.
Το να μην έχη η διάνοιά μας σε μερικές περιπτώσεις την ικανότητα να αποτυπώση ό,τι λέγεται, μπορεί να το πάρη κανείς αψήφιστα, στην πραγματικότητα, όμως, δεν είναι αστεία υπόθεσις. Αφηγούνται την περίπτωσι κάποιου νεαρού μηχανικού, ο οποίος παρευρίσκετο σε μια σύσκεψι, στην οποία εξητάζοντο οι λεπτομέρειες της τοποθεσίας ενός σπουδαίου νέου εργοστασίου για έναν από τους καλυτέρους πελάτας. Ξαφνικά επρότεινε αυτό που νόμισε ως λογική λύσι του προβλήματος. Ύστερ’ από μια στιγμή δυσάρεστης σιωπής, ο διευθυντής της επιχειρήσεως είπε γελώντας ότι η ιδία πρότασις είχε γίνει και είχε απορριφθή λίγα λεπτά πρωτύτερα. Το περιστατικό προεκάλεσε για μια στιγμή κάποια ιλαρότητα· επί μήνες αργότερα ο νεαρός μηχανικός το ενεθυμείτο αλλά όχι σαν κάτι πνευματώδες. Κατόπιν, το σχέδιο συνεπληρώθη δυστυχώς και οι περισσότεροι από τους νεαρούς μηχανικούς, που το είχαν επεξεργασθή, πήραν προαγωγή, όχι όμως και εκείνος που είχε γελοιοποιήσει τον εαυτό του στη σύσκεψι, επειδή δεν ‘επρόσεξε πώς να ακούη.’
Η οδηγία του Ιησού σχετικά με το να προσέχωμε πώς ακούμε, δείχνει ότι υπάρχουν ακατάλληλοι τρόποι ακροάσεως, που πρέπει ν’ αποφεύγωνται. Τέτοιες κακές συνήθειες στο πώς ακούμε μπορεί να έχουν σοβαρά αποτελέσματα, που να μη σημαίνουν μόνο την απώλεια εργασίας ή προαγωγής, αλλά που να οδηγούν ακόμη και στην απώλεια αυτής της ίδιας της ζωής μας. Το ν’ ακούν οι άνθρωποι σήμερα με σφαλερό τρόπο έχει αναγκάσει αρκετές από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες και περισσότερα από είκοσι κολλέγια να ιδρύσουν «κλινικές ακοής» για τη μελέτη των τρόπων ακοής των ανθρώπων και για τη βελτίωσί τους.
Οι μελέτες αυτές απεκάλυψαν εκείνο που η πείρα του καθενός μπορεί να ομολογήση—οι διάνοιές μας συχνά δεν είναι συγκεντρωμένες σ’ εκείνο που λέγεται. Αφού οι σκέψεις μας μπορούν να τρέξουν τέσσερες ως δέκα φορές ταχύτερα από ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι μιλούν, συχνά αστοχούμε στο ν’ αφήσωμε τις διάνοιές μας να ενδιατρίψουν σ’ αυτό, που λέγεται εκείνη τη στιγμή. Αντί γι’ αυτά, απασχολούμε τη διάνοιά μας σε άλλα πράγματα όπως: «Δεν είμαι βεβαία αν έσβησα την κουζίνα προτού φύγω.» «Α, πρέπει να δω τον Τάδε μετά τη συνάθροισι» και όταν προσέξωμε και πάλι στον ομιλητή, ίσως έχομε χάσει ένα σπουδαίο σημείο της διδασκαλίας, Πόσο κατάλληλη και σχετική με το εξεταζόμενο σημείο είναι η οδηγία του Ιησού: «Προσέχετε τι ακούετε»!—Μάρκ. 4:24.
Το να δίνωμε προσοχή σ’ εκείνο που ακούμε σημαίνει περισσότερο από το να δίνωμε προσοχή στα λόγια που λέγονται εκείνη τη στιγμή. Ένας κακός ακροατής ακούει μόνο τα λόγια και αποτυγχάνει να συλλάβη τις ιδέες. Δεν έχει μάθει να αναζητή και να συλλαμβάνη τις κύριες ιδέες και να διακρίνη τα ισχυρά επιχειρήματα και τις λεπτομέρειες που υποστηρίζουν αυτές τις ιδέες. Βέβαια, ένας καλός ομιλητής που έχει ένα καλά συντεταγμένο σχέδιο καθιστά το είδος αυτής της ακροάσεως ευκολώτερο, αλλά ένας καλός ακροατής θα μάθη να βρίσκη τα κυριώτερα σημεία και τα επιχειρήματα που τα υποστηρίζουν ακόμη και σ’ ένα περίπλοκο σχέδιο ομιλίας, η οποία δίνεται σ’ ένα χωρίς ενδιαφέρον και μονότονο ύφος. Σε μερικές περιπτώσεις ένας τέτοιος ομιλητής έχει το πιο πολύτιμο υλικό, και ο καλός ακροατής είναι εκείνος που θα ωφεληθή.
Στην εποχή του Ιησού πλήθη τον άκουαν. Εθαύμαζαν για τα λεγόμενά του και έχαιραν ακούοντας την ομιλία του. Ο Ιησούς, όμως, έδειξε ότι πολλοί ήσαν κακοί ακροαταί, όταν είπε: «Και να ακούωσιν ακούοντες, και να μη νοήσωσι.» Ένας καλός ακροατής έχει ένα καλό ελατήριο για ν’ ακούση. Ο σκοπός του είναι ν’ αποκτήση γνώσι που να μπορή να την χρησιμοποιήση στο μέλλον, βοηθώντας έτσι και τον εαυτό του και εκείνους με τους οποίους έρχεται σε επαφή. Οι πιο πολλοί από εκείνους που άκουαν τον Ιησού δεν είχαν αυτό το κατάλληλο ελατήριο, που είναι χαρακτηριστικό όλων των καλών ακροατών. Αντιθέτως, αυτοί ήσαν όμοιοι μ’ εκείνους που ζούσαν στις ημέρες του Ιεζεκιήλ, ο δε Ιησούς έκαμε σ’ αυτούς εντύπωσι «ανθρώπου ηδυφώνου, και παίζοντος όργανα καλώς.» Άκουαν τα λόγια του, αλλά δεν τα εκτελούσαν.—Μάρκ. 4:12· Ιεζ. 33:32.
Η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, ήταν μια καλή ακροάτρια, θέτοντας για τους Χριστιανούς υπόδειγμα για να το ακολουθήσουν. Όταν οι ποιμένες βρήκαν αυτή και το βρέφος Ιησούν στη φάτνη και αφηγήθησαν τις λεπτομέρειες πώς ωδηγήθησαν εκεί από τους αγγέλους, η αφήγησις λέγει: «Η δε Μαριάμ εφύλαττε πάντας τους λόγους τούτους, διαλογιζομένη περί αυτών εν τη καρδία αυτής.» Όταν ο Ιησούς ήταν ακόμη παιδί μίλησε λόγους σοφίας, «η δε μήτηρ αυτού εφύλαττε πάντας τους λόγους τούτους εν τη καρδία αυτής.» Ένας καλός ακροατής είναι άγρυπνος να διακρίνη τη σημασία εκείνων που λέγονται. Θα μελετήση και θα λογικευθή επάνω σε ό,τι άκουσε και θα διατηρήση τα όσα ελέχθησαν για μελλοντική χρήσι.—Λουκ. 2:19, 51.
Ένα από τα πιο μεγάλα ελαττώματα σχετικά με την ακρόασι, που διεπιστώθη με μια μελέτη κλινικών σπουδαστών, είναι ότι πολλοί αποκλείουν με τη διάνοιά τους ιδέες που αντιτίθενται στην ισχυρή γνώμη που ήδη έχουν. Ασυνειδήτως φοβούνται μήπως ακούσουν κάτι που θα τους κάνη να διερωτώνται για τις δικές τους απόψεις. Το αυτί έχει μια καταπληκτική ικανότητα να συγκεντρώνεται σε ό,τι επιθυμεί ν’ ακούση και να αποκλείη εκείνο που δεν επιθυμεί ν’ ακούση. Ω, ναι, οι λέξεις μπορεί να εισέλθουν στο αυτί κανονικά, αλλά δεν αφήνονται να καταγραφούν στον εγκέφαλο.
Η εποχή του Νώε παρέχει ένα παράδειγμα. Η Γραφή λέγει ότι ‘ο Νώε ήταν κήρυξ δικαιοσύνης’· οι άνθρωποι άκουαν τα όσα έλεγε, αλλά «δεν ενόησαν εωσού ήλθεν ο κατακλυσμός, και εσήκωσε άπαντας.» (2 Πέτρ. 2:5· Ματθ. 24:39) Έκλεισαν τ’ αυτιά τους μην αφήνοντας τη διάνοιά τους να εξετάση τα όσα άκουαν. «Δεν ενόησαν» εκείνο που άκουαν. Ήταν ένα άγγελμα, που ευρίσκετο σε αντίθεσι με τον δικό τους τρόπο σκέψεως και ζωής, και έτσι, όπως έχει διαπιστωθή από ερευνητάς ότι τούτο αληθεύει για τους σημερινούς ανθρώπους, απέκλεισαν από τη διάνοιά τους εκείνο που δεν ήθελαν να ακούσουν. Αυτές, όμως, οι συνήθειες πτωχής ακροάσεως κατέληξαν στην αιωνία τους καταστροφή.
Ο Ιησούς είπε «και καθώς αι ημέραι του Νώε, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.» (Ματθ. 24:37) Σ’ αυτή την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού η μεγάλη πλειονότης, όπως και στις ημέρες του Νώε ‘δεν προσέχουν πώς ακούουν.’ Είναι υπόθεσις ζωής και θανάτου! Όλοι, όσοι αγαπούν τη ζωή, όταν ακούουν τους λόγους της ζωής να προφέρωνται από τον λόγον του Θεού, τη Γραφή, θα ‘προσέχουν πώς ακούουν.’ ‘Θα προσέχουν περισσότερον εις όσα ήκουσαν, δια να μη εκπέσουν ποτέ.’—Εβρ. 2:1.