ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w64 1/4 σ. 220-222
  • Το Δώρον της Αθανασίας

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Το Δώρον της Αθανασίας
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1964
  • Παρόμοια Ύλη
  • Αθανασία
    Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
  • Ερωτήσεις από Αναγνώστες
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1984
  • Ερωτήσεις από Αναγνώστες
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2005
  • Αφθαρσία
    Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1964
w64 1/4 σ. 220-222

Το Δώρον της Αθανασίας

ΤΟ ΠΙΟ μεγάλο δώρον που θα μπορούσε να δοθή σ’ έναν θνητό, είναι το της αθανασίας. Θα εσήμαινε γι’ αυτόν απαλλαγή από τον θάνατο, ανεξαρτησία από κάθε τι που έχει δημιουργηθή όσον αφορά την ύπαρξί του και το αδύνατον να μαρανθή και να παρακμάση. Ο άνθρωπος, πλασμένος από σάρκα, η οποία πράγματι καταναλίσκεται και έχει ανάγκη από εξωτερική ενέργεια για να διατηρηθή ζωντανή, είναι φθαρτός. Δεν έχει γεννηθή κατέχοντας αθανασία, όπως φαντάζονται μερικοί.

Αν κάθε άνθρωπος κατείχε μια αθάνατη ψυχή, που να διαιώνιζε για πάντα τη συνειδητή του ύπαρξι, γιατί ο Θεός θα κρατούσε την αθανασία ως μια αμοιβή σε Χριστιανούς ένεκα πιστότητος; Γιατί ο λόγος του να ομιλή για την αφθαρσία ως κάτι που πρέπει να επιζητήται; Θα έλεγε μήπως ο Θεός στους ανθρώπους να επιζητούν εκείνο που ήδη έχουν; Η Γραφή λέγει: «Όστις θέλει αποδώσει εις έκαστον κατά τα έργα αυτού· εις μεν τους ζητούντας δι’ υπομονής έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν, ζωήν αιώνιον.» (Ρωμ. 2:6, 7) Επειδή ο άνθρωπος είναι φθαρτός και το σώμα του μαραίνεται με την πάροδο του χρόνου, το δώρον της αθανασίας είναι κάτι που πρέπει να θεωρηθή ως πολύ μεγάλο βραβείο.

Πολλές χιλιάδες χρόνια πέρασαν μετά τη δημιουργία του πρώτου ανθρώπου και προτού ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά, να ανταμείψη ένα από τα πλάσματά του με αθανασία. Ως τότε, μόνον αυτός την κατείχε, με το να είναι άφθαρτος, ακατάστρεπτος και μη δυνάμενος να απολεσθή. Εκείνος που έλαβε την αμοιβή ήταν ο πρώτος από τους υιούς του που εδημιουργήθησαν, ο οποίος, ενόσω ήταν επάνω στη γη ως ένας τέλειος άνθρωπος, ήταν γνωστός ως Ιησούς Χριστός. Οι Γραφές μιλούν γι’ αυτόν ως ‘πρωτότοκον πάσης κτίσεως’. (Κολ. 1:15) Την τρίτη ημέρα μετά τον βίαιο θάνατό του επάνω σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου ο Ιεχωβά τον ήγειρε από τους νεκρούς, όχι ως ένα φθαρτό ανθρώπινο πλάσμα, του οποίου το σώμα μπορεί να μαρανθή, αλλά ως ένα αθάνατο πνευματικό πλάσμα. Σχετικά μ’ αυτό ο απόστολος Πέτρος έγραψε: «Επειδή και ο Χριστός άπαξ έπαθε δια τας αμαρτίας, ο δίκαιος υπέρ των αδίκων, δια να φέρη ημάς προς τον Θεόν, θανατωθείς μεν κατά την σάρκα, ζωοποιηθείς δε δια του πνεύματος.»​—1 Πέτρ. 3:18.

Αφού ήταν το πρώτο από τα πλάσματα του Ιεχωβά που έλαβε αθανασία, ήταν, στον καιρό που ο απόστολος Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο, το μόνο πλάσμα που την κατείχε. Ως αθάνατο πνεύμα, τώρα κατοικεί σε δόξα που είναι απρόσιτη στον άνθρωπο. Κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ανθέξη στη θέα της, όπως ακριβώς κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ανθέξη βλέποντας με γυμνά μάτια την εντατική λαμπρότητα της πύρινης σφαίρας μιας εκρήξεως υδρογονικής βόμβας.

Μιλώντας γι’ αυτόν τον μόνον δίκαιον Άρχοντα, που έχει χρισθή από τον Θεό ως Βασιλεύς, ο Παύλος δηλώνει: «Την οποίαν [επιφάνειαν] εν τοις ωρισμένοις καιροίς θέλει δείξει ο μακάριος και μόνος Δεσπότης, ο Βασιλεύς των βασιλευόντων, και Κύριος των κυριευόντων, όστις μόνος έχει την αθανασίαν, κατοικών φως απρόσιτον, τον οποίον ουδείς των ανθρώπων είδεν, ουδέ δύναται να ίδη.»​—1 Τιμ. 6:15, 16.

Το ότι, επίσης, θα εδίδετο το δώρον της αθανασίας σε μερικούς πιστούς ακολούθους του Ιησού, γίνεται φανερό στις Γραφές. Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού· και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως, ότι, όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν· διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.» (1 Ιωάν. 3:2) Δεν έχει καταστή δυνατόν γι’ αυτούς τους ακολούθους του Ιησού να οραματισθούν εκείνο με το οποίον θα είναι όμοιοι όταν θα γίνουν αθάνατα πνευματικά πλάσματα όπως ο αναστημένος Χριστός. Το φυσικό μάτι δεν μπορεί να σημειώση την εμφάνισι πνευματικών πλασμάτων. Η δόξα των είναι πέραν του πεδίου του ορατού φωτός ως επίσης και άλλων ακτινοβολιών εντός του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος.

Ο τρόπος, με τον οποίον αυτοί οι πιστοί ακόλουθοι θα λάβουν αθανασία, θα είναι ο ίδιος μ’ εκείνον που την έλαβε ο Ιησούς. Πρέπει πρώτα ν’ αποθάνουν κι έπειτα ν’ αναστηθούν ως πνευματικά πλάσματα. Ο απόστολος Παύλος μιλεί γι’ αυτό στην επιστολή του προς τους Κορινθίους. «Ούτω και η ανάστασις των νεκρών σπείρεται εν φθορά, ανίσταται εν αφθαρσία. Σπείρεται σώμα ζωικόν, ανίσταται σώμα πνευματικόν. Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν.»​—1 Κορ. 15:42, 44, 53.

Ό,τι είπε ο Παύλος για το δώρον της αθανασίας, το απηύθυνε, όχι στον κόσμο του ανθρωπίνου γένους, αλλά στα μέλη της εκκλησίας του Χριστού που είχαν χρισθή με άγιο πνεύμα για να είναι βασιλείς μαζί μ’ αυτόν. «Εάν υπομένωμεν, θέλομεν και συμβασιλεύσει.» (2 Τιμ. 2:12) Όπως λογικά θα μπορούσε ν’ αναμένεται, αυτή η βασιλική ομάς είναι περιωρισμένη σε μέγεθος. Όλοι εκείνοι που ασκούν πίστι στον Ιεχωβά και στον Χριστόν Ιησούν δεν εκλέγονται από τον Θεό για να γίνουν μέλη της εκκλησίας του και συνεπώς μόνον ένας συγκριτικά μικρός αριθμός ανίσταται σε πνευματική ζωή, καθώς περιγράψει ο Παύλος, και του δίδεται το δώρον της αθανασίας.

Η μεγάλη πλειοψηφία των πιστών Χριστιανών μπορούν ν’ αποβλέπουν στο να είναι επίγειοι υπήκοοι αυτού του ουρανίου σώματος βασιλέων. Είναι οι πραείς, οι οποίοι «θέλουσι κληρονομήσει την γην.» (Ψαλμ. 37:11) Η αμοιβή τους για τη διακράτησι ακεραιότητος προς τον Ιεχωβά θα είναι, όχι το δώρον της αθανασίας, αλλά το δώρον της αιωνίου ζωής σε ανθρώπινη τελειότητα. Θα λάβουν ό,τι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ μπορούσε να έχη αν είχε δείξει υπακοή.

Παρ’ ότι θ’ απολαύσουν ανθρώπινη τελειότητα, θα εξακολουθούν να είναι φθαρτοί, διότι θα είναι και τότε πλασμένοι από σάρκα που υπόκειται σε παρακμή ή σε καταστροφή από ένα άλλο πλάσμα. Θα έχουν τη δύναμι να ζουν επ’ αόριστον, αλλά για να συνεχίσουν να ζουν θα πρέπει να εφοδιάζουν τα σώματά τους με τροφή και νερό. Χωρίς τ’ αναγκαία αυτά, θα αχρηστευθούν. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τους ολίγους, που γίνονται άφθαρτοι με το να τους δοθή το δώρον της αθανασίας. Η συνεχής ύπαρξίς των δεν εξαρτάται από εξωτερικές πηγές ενεργείας. Ο Θεός τούς έχει δώσει τη δύναμι να είναι αυτοσυντήρητοι, όπως ακριβώς είναι αυτός. Αυτό είναι ένας από τους παράγοντες, που συμβάλλει στο να υπερέχουν αυτοί έναντι των αγγέλων. Η υπεροχή τους αποκαλύπτεται από τη δήλωσι του Παύλου προς αυτούς: «Δεν εξεύρετε ότι αγγέλους θέλομεν κρίνει;»​—1 Κορ. 6:3.

Οι άγγελοι έχουν τη δύναμι να ζουν επ’ αόριστον, αλλά η δύναμις της ζωής τους δεν είναι αυτοσυντήρητη και ακατάστρεπτη. Ουδέποτε τους εδόθη αθανασία. Αυτό είναι καταφανές από το γεγονός ότι ο αναστημένος Ιησούς ήταν ο μόνος από τα πλάσματα του Ιεχωβά που την κατείχε στις μέρες του αποστόλου Παύλου, αν και οι άγγελοι εζούσαν επί πολύ μακρό χρονικά διάστημα πριν από τότε.

Για τους ολίγους εκλεκτούς που λαμβάνουν το δώρο της αθανασίας, ο θάνατος χάνει το κεντρί του για πάντα. Ελευθερώνονται αιωνίως από τη δύναμί του. «Τότε θέλει γείνει ο λόγος ο γεγραμμένος, “Κατεπόθη ο θάνατος εν νίκη”. “Πού, θάνατε, το κέντρον σου; πού, άδη, η νίκη σου;”» (1 Κορ. 15:54, 55) Ενώ αυτοί λαμβάνουν το θαυμαστό δώρον της αθανασίας, οι πιστοί Χριστιανοί, που δεν είναι απ’ αυτή την εκλεκτή ομάδα, διαβεβαιώνονται ότι ο Ιεχωβά θα τηρήση την υπόσχεσί του να χορηγήση αιώνια ζωή σε κάθε έναν που ασκεί πίστι σ’ αυτόν και στον Υιό του.​—Ιωάν. 3:16.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση